Κυριακή 13 Ιουνίου 2021

OMΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ-ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ

 

OMΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ-ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΥ.
13.6.2021.
 
          Kαθώς ὑποκλινόμεθα σήμερα μπροστά στόν ἀτίμητο θησαυρό, στά ἡρωϊκά καί ἒνδοξα τοῦ Παλαιῶν Πατρῶν Ὀστέα καί τόν λαμπρόν καί ἀνεπανάληπτον ἡμῶν Ἱεράρχη μακαρίζομε, ἐπιτακτικόν τό χρέος αἰσθανόμεθα, τάς εὐχαριστίας, νά ἐκφράσωμε, πρός  Ὑμᾶς ἁγιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐκάματε τόν κόπον νά ἒλθετε στήν Ἀποστολική καί περιάκουστη τῶν Πατρῶν πόλη καί Μητρόπολη διά νά τιμήσωμε τῆς Ἑλλάδος τό μέγα κλέος, τόν κλεινόν καί ἒνδοξον Ἱεράρχην, τόν Ἐθνεγέρτην Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανό.
          Εὐγνωμόνως εὐχαριστοῦμε τόν Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμον καί τήν Ἱεράν Σύνοδον, διά τήν ἀπόφασιν νά πραγματοποιηθῇ καί αὐτή ἡ ἐκδήλωσις στό πλαίσιο τῶν ἑορτασμῶν διά τήν συμπλήρωσιν τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Εὐχαριστοῦμε τόν Ἐκπρόσωπον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου, Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Νέας Ἰωνίας καί Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ, τόν Σεβασμιώτατον Ἃγιον Δημητριάδος καί Ἀλμυροῦ κ. Ἰγνάτιον, ὁ ὁποῖος ὡς Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς Πολιτιστικῆς ταυτότητος εἶχε ἀναλάβει τήν εὐθύνη καί τό βάρος τῶν Συνεδρίων κατ’ ἒτος καί τῆς ἐκδόσεως τῶν τόμων, ὡς καί τήν ὃλην εὐθύνη μετά τῶν Συνεργατῶν του, διά τήν κατάρτιση τοῦ προγράμματος τῶν Ἑορτασμῶν, ὡς καί τόν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμ. π. Βαρθολομαῖον Ἀντωνίου, Γραμματέα τῆς Ἐπιτροπῆς Πολιτιστικῆς ταυτότητος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
          Ἰδιαιτέρως, διά μίαν εἰσέτι φοράν, εὐχαριστῶ τόν σεμνόν καί λόγιον, τόν φίλτατον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. Ἱερεμίαν, τόν ὁποῖον ἐκπροσωπεῖ ὁ κατά πάντα ἂξιος καί δραστήριος Πρωτοσύγκελλός του, π. Ἰάκωβος Κανάκης καί τά μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἱστορικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Δημητσάνης, τήν ὑπεύθυνη τῆς Βιβλιοθήκης καί τούς συνεργάτας της, τόν κ. Δήμαρχον Γορτυνίας, κ. Εὐστάθιον Κοῦλη, τήν Πρόεδρο τῆς Τοπικῆς Κοινότητος Δημητσάνης, τόν Πρόεδρον καί τά Μέλη τῆς Ἀδελφότητας Δημητσανιτῶν, τό Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Ἀμύνης καί τούς Διοικητάς Τριπόλεως καί Πατρῶν, τήν Ἑλληνική Ἀστυνομία καί ὃλους ὃσοι συνείργησαν διά νά ἒχωμε αὐτή τή χαρά καί εὐλογία τῶν λαμπρῶν ἑορτασμῶν μέ τήν παρουσία καί σωματικῶς τοῦ μεγάλου Ἐθνεγέρτου, τούς τοπικούς Ἂρχοντας, τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τόν εὐσεβῆ Πατραϊκό Λαό.
          Ἀλλά καί στοχασμόν νά ποιήσωμε καί ἓως τίς ἐσχατιές τού σύμπαντος νά διακηρύξωμε, τί εἶναι αὐτός ὁ τόπος καί ποιά ἡ ταυτότητα αὐτῆς τῆς χώρας, τήν ὁποίαν ἐμεῖς ὡς ἐπί γῆς παροικίαν ἒχομεν.
          Αὐτός ὁ τόπος, εἶναι ἂλλος οὐρανός, εἶναι ὃλος φῶς, εἶναι δόξα, εἶναι χάρη καί κλέος.
          Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἡ Πατρίδα μας, στῆς ὁποίας τή γῆ,
ἒχει ὀμορφιά καί χάρη,
          τό ταπεινότερο δεντρί
          τό πιό φτωχό χορτάρι.
          Κι’ ἂν κάποιοι σπεύσουν νά μᾶς ποῦν ὃτι τά ὑψηλά φρονοῦμε γιά τήν χώρα μας, θά τούς ἀποδείξωμε, μέ μάρτυρα τόν οὐρανό, τἂστρα καί τούς ἀγγέλους, ὃτι ὃποια γλῶσσα καί ἂν χρησιμοποιήσωμε καί ὃποιοι λόγοι ἀπό τό ἓρκος τῶν ὀδόντων μας  καί ἂν ἐξέλθουν εἶναι φτωχοί καί λίγοι τήν ἀλήθεια νά ἀποδώσουν καί τήν δόξα νά ὁμολογήσουν.
          Εἶναι λίγοι καί μικροί  οἱ λόγοι μας, τήν ἀπαστράπτουσα χάρι καί τήν ἱστορία τήν αἱματογραμμένη νά χαρακτηρίσουν, ἡ ὁποία εἶναι στά οὐράνια βιβλία, χρυσέοις γράμμασι, κατακεχωρημένη.
          Τούτη ἡ γῆ ἀπό αἰῶνες,  ἢ τί λέγω ἀπό χιλιετίες, σκλαβιᾶς ζυγό δέν ἀνέχτηκε. Τούτη ἡ χώρα, μάνα τῆς ἐλευθερίας γνωρίστηκε, ἀφοῦ ἐλεύθερο ἒπλασε ὁ Θεός τόν ἂνθρωπο.
          Τοῦτος ὁ τόπος πρῶτος τήν Ἀλήθεια ἀγάπησε καί τόν Ἰησοῦν Χριστό στήν καρδιά του ἒκλεισε.
          Τούτη τή γῆ τήν πάτησαν καί τήν περπάτησαν πόδια εὐλογημένα καί τήν καλλιέργησαν χέρια ἁγιασμένα. Τήν πότισαν μέ δάκρυ καί μέ αἷμα ἣρωες καί μάρτυρες γιά τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό καί τήν ἐλευθερία.
          Σ’ αὐτά τά χώματα ἂνθισαν ἂνθη εὐωδέστατα γιατί, τά φύτεψαν καί τά πότισαν μέ τό δάκρυ, τόν ἱδρῶτα καί τό αἷμα τους, ζηλωτές σάν τό Γερμανό καί πλειάδα Ἱεραρχῶν, καί ἂλλων Κληρικῶν καί λεβεντόψυχων ἀγωνιστῶν, πού στάθηκαν πύργοι ἂσειστοι καί ἂντεξαν στά ἀνεμοβόρια καί τίς ἀστραπές.
          Αὐτή ἡ χώρα ἂντεξε σκλαβιές καί καταφρόνιες, γιατί τά παιδιά της, ποτέ δέν ἒσκυψαν τό κεφάλι, δέν λύγισαν τή ράχη τους, δέν κιότεψαν, δέν παραδόθηκαν, ἀλλά ὃταν χρειάστηκε μαρτυρικά στά ὓψη ἀνέβηκαν γιά νά στεφανωθοῦν ἀπό τούς ἀγγέλους καί νά λάμπουν στό οὐράνιο στερέωμα.
          Τούτη ἡ Πατρίδα, στάθηκε ἀνάχωμα, ὣστε οἱ βάρβαροι πέρα ἀπ’ αὐτή νά μή περάσουν.
          Αὐτή ἡ Πατρίδα θυσιάστηκε, ὣστε ἡ Δύση νά μή γνωρίσῃ τούς σταυρούς, τίς κρεμάλες, τούς ἀνασκολοπισμούς, τούς βιασμούς, τίς φυλακές, τό παιδομάζωμα, τά σκλαβοπάζαρα καί τά χαρέμια. Δυστυχῶς ποτέ δέ τῆς τό ἀναγνώρισαν.
          Σ’ αὐτήν τήν πατρίδα ὃποιο λιθάρι καί νά σηκώσῃς, θά βρῇς, ἁγιασμένα κόκκαλα, ἀπό τά παληά μέχρι καί σήμερα.
          Αὐτή ἡ Πατρίδα, εἶναι ἐκείνη πού ἀπέδειξε ὃτι ὃταν ἒχῃς, ρίζες βαθειές, ἰδανικά, ἀξίες, ἀντέχεις, «ἀνθεῖς καί φέρνεις κι ἂλλο».
          Ἀλήθεια, ποιός ἂλλος Λαός θά διατηροῦσε τήν ταυτότητά του τόσους αἰῶνες, μέσα ἀπό φρικτή καταπίεση καί καταφρόνια,. Οὒτε 10 χρόνια, ἂλλη φυλή δέν θ’ ἂντεχε μέσα ἀπό τέτοια βασανιστήρια.
          Καί κράτησε καί ἂντεξε, νίκησε καί δοξάστηκε γιατί εἶχε Γρηγορίους καί Γερμανούς καί Κολοκοτρώνηδες καί Νικηταράδες καί Λόντους καί Ζαΐμηδες καί Πετιμεζάδες, Καρατζάδες καί Γιαννιάδες. Γιατί εἶχε ἀγωνιστές Καλογέρους καί Παπάδες. Γιατί εἶχε Ἁγία Λαύρα καί Μέγα Σπήλαιο καί Λάβαρο τοῦ 21 καί τόλμη καί θάρρος καί ἀπόφαση ἢ γιά τήν νίκη ἢ τή θανή. Γιατί εἶχε Κρυφό Σχολειό πού θέριεψε μέσα στίς Ἐκκλησιές καί τά Μοναστήρια καί κάτω ἀπό τό τρεμάμενο, τοῦ καντηλιοῦ τό φῶς, τοῦ σκλάβου τήν ἀποσταμένη ἐλπίδα.
          Γι’ αὐτό στεκόμαστε σήμερα μπροστά στοῦ Γερμανοῦ τά Λείψανα. Γι’ αὐτό τόν τιμᾶμε καί μαζί του ὃλους ὃσοι τόσους αἰῶνες στάθηκαν τῆς πίστης καί τῆς λευτεριᾶς οἱ φάροι.
          Γιά νά ποῦμε καί νά διακηρύξωμε, ὃτι εἶναι ὃλοι αὐτοί ἐδῶ παρόντες, φύλακες τῆς ζωῆς μας καί τῆς γῆς τῶν παιδιῶν τους. Ὃτι εἲμαστε ὃλοι ἐδῶ μαζί τους, ὑπερασπιστές τῆς παρακαταθήκης πού ἐκεῖνοι μᾶς παρέδωκαν.  Κανείς δέν λείπει ἀπό αὐτό τῆς γιορτῆς τό ἃγιο προσκλητήρι.
          Μόνο ἐκεῖνοι λείπουν, πού ἒμειναν πίσω, μέσα στό σκοτάδι καί τῆς ἀγνωσίας τόν γνόφο καί ἂφησαν τό φωτοστέφανο πού τούς ἑτοίμασαν οἱ μάρτυρες νά τόν μαδήσουν, ὃσοι τήν δόξα ἐμίσησαν καί τήν πατρίδα μας ἠθέλησαν πεσμένη. Καί σύρθηκαν σέ ξένα ἃρματα δεμένοι καί σέ ξένα παζάρια πουλημένοι, ἀκολουθώντας τά βήματα ὃσων στό διάβα τῶν αἰώνων τήν πατρίδα λησμόνησαν καί στή μάνα τους τήν Ἑλλάδα ἀσέβησαν.
          Χαιρέκακα οἱ ξένοι ἀπέναντι σ’ ὃλους αὐτούς ἐστάθηκαν καί τούς εἶπαν: «Ἀφοῦ τήν μάνα σας προδώσατε, πῶς ἐμεῖς θά θέλατε νά σᾶς τιμᾶμε καί στά σοβαρά νά σᾶς μετρᾶμε».
          Συγχώρεσέ τους Γερμανέ. Οὐ γάρ οἲδασι οἱ ἂνομοι τί ἀδίκως ἒπραξαν.
          Κι ἂν τούς τάφους δέν προσκύνησαν, κι ἂν τήν ἱστορία, φθόνῳ κινούμενοι, ἀπέκρυψαν καί τήν γλῶσσα τήν ἀλλοίωσαν, ὃμως οἱ καρδιές ἒχουν τήν δική τους λογική καί ἡ μοῦσα μέσα ἀπό τοῦ νεοέλληνα στιχουργοῦ τό στόμα πανηγυρικά τούς διαψεύδει.
Τήν Ρωμηοσύνη μή τήν κλαῖς
ἐκεῖ πού πάει νά σκύψῃ
Νά τη πετιέται ἀπο’ ξαρχῆς
κ’ αντριεύει καί θεριεύει
Καί καμακώνει τό θεριό
Μέ τό καμάκι τοῦ ἣλιου.
          Ἀπό τίς ἀλησμόνητες Πατρίδες μέχρι τόν τελευταῖο οἰκισμό τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος, ἀκούεται μυριόστημη ἡ ἀλήθεια.
«Ἡ Ρωμηοσύνη ἔν φυλὴ
συνότζιαιρη τοῦ κόσμου,
κανένας δὲν εὑρέθηκε
γιὰ νὰ τὴν ἰξηλείψῃ
κανένας, γιατὶ σκέπει την
πού τἂ’ψη ὁ Θεός μου.
Ἡ Ρωμηοσύνη ἐν νά χαθῇ,
ὅντας ὁ κόσμος λείψῃ.»
Αἰωνία Σου ἡ μνήμη μεγάλε Ἱεράρχα τῶν Πατρῶν,
ἐθνεγέρτα Γερμανέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: