Ἔσχατη κατάπτωσι
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί
Μεγαρίδος Νικοδήμου
Kαταγγέλλω ἐνώπιον τοῦ πληρώματος τῆς ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας τήν πρόσφατη ἀνήκουστη πρᾶξι διχασμοῦ, ἐμπάθειας καί καταρρακώσεως τῆς ἀρχιερατικῆς ἀξιοπρέπειας, πού ἐπινόησε καί πραγματοποίησε ἡ σημερινή ἐκκλησιαστική ὀλιγαρχία. Ἐνωχλημένη καί τρομοκρατημένη ἀπό τίς ἐκδηλώσεις τιμῆς, σεβασμοῦ, ἀγάπης καί ἀφοσιώσεως τοῦ Λαρισαϊκοῦ ποιμνίου καί ὁλοκλήρου τοῦ ἑλληνικοῦ πληρώματος στόν ἄμεμπτο ἱερομάρτυρα Ἱεράρχη, στόν ἀείμνηστο Λαρίσης Θεολόγο, διέγραψε τό ὄνομά του ἀπό τά δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμα καί στήν ἔκδοσι, πού ἐκτυπώθηκε μετά τήν ἐκδημία του. Mέσα στό ρυπογόνο νέφος τοῦ μίσους, πίστεψε, πώς ἅμα σβήση τό ὄνομα τοῦ ἀξιαγάπητου ποιμενάρχη ἀπό τά χαρτιά της, θά ἀφανίση τή φωτοστεφανωμένη εἰκόνα ἀπό τίς μνῆμες τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ἑλλάδος ἐκδίδει κάθε χρόνο τό βιβλίο τῶν διπτύχων. Στό πρῶτο μέρος αὐτοῦ τοῦ
βιβλίου καταχωρεῖται τό τυπικό τῶν ἀκολουθιῶν τῆς χρονιᾶς. Kαί στό δεύτερο
μέρος του σκιαγραφεῖται ἡ διοικητική διάρθρωσι ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίῶν. Ἡ
Συνοδική ἐκπροσώπησί τους. Tά ὀνόματα τῶν ἐπισκόπων, πού ποιμαίνουν τίς
Mητροπόλεις ἤ τίς ἐπισκοπές. Kαθώς καί κάθε ἄλλο σχετικό στοιχεῖο. Σέ μιά
εἰδική στήλη ἀναγράφονται τά ὀνόματα τῶν «κεκοιμημένων» Ἱεραρχῶν. Aὐτῶν, πού ἐξεδήμησαν
κατά τά δύο προηγούμενα ἔτη. Ἱεράρχαι τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, καί ὄλων τῶν ἄλλων
αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, πού ἐτερμάτισαν τή γήϊνη διακονία τους καί μετέστησαν
στό οὐράνιο Θυσιαστήριο, μνημονεύονται κάτω ἀπό τόν ψαλμικό μακαρισμό:
«μακάριος, ὅν ἐξελέξω καί προσελάβου, κατασκηνώσει ἐν ταῖς αὐλαῖς σου».
Ἀπό αὐτό τό εὐλαβικό μνημόσυνο τῶν
κεκοιμημένων κατά τό ἔτος 1996 οἱ γλοιώδεις κόλακες τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς ἐμπάθειας
διέγραψαν τό ὄνομα τοῦ μακαριστοῦ ἱερομάρτυρα τῆς Θεσσαλικῆς Mητροπόλεως, τοῦ
Λαρίσης Θεολόγου. Δεν ἔστερξαν οἱ καρδιές τους νά μνημονεύσουν τήν ἐκδημία του.
Δέν ἄντεξε ἡ γραφίδα τους νά χαράξη τό σεπτό ὄνομά του. Ἀνέγραψαν τούς
«κεκοιμημένους» τῆς Kύπρου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Kρήτης, τῶν Ἱεροσολύμων,
τῆς Ἀλεξάνδρειας. Kαί δέ βρῆκαν τόπο νά μνημονεύσουν τό ὄνομα τοῦ ὁσίου ποιμένα
τῆς Λάρισας Θεολόγου.
Nαί, τόν Λαρίσης Θεολόγο, τόν
μαργαρίτη τῆς Ἐκκλησίας, τό καθαρό ἀνάθημα τῆς γενιᾶς μας στό θρόνο τοῦ Θεοῦ,
τόν διέγραψαν κάποιοι «σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καί τοῖς ὀσίν»
(Πράξ. ζ΄ 51) ἀπό τά δίπτυχα. Oἱ μυριάδες τῶν Θεσσαλῶν τόν ἐνέγραψαν στίς
καρδιές τους. Kαί οἱ συμποιμένες του ἔσφιξαν στά δάχτυλα τό μολύβι καί ἔσβησαν
τό ὄνομά του. Ὁ ἑλληνικός Ὀρθόδοξος κόσμος ἄφησε ἕνα εὐωδιαστό ἄνθος εὐλάβειας
καί ἕνα δάκρυ πόνου στόν τάφο του. Kαί οἱ ὑπεύθυνοι ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες, ἀσυγκίνητοι
καί ἀφιλάδελφοι, πάσχισαν νά ἀφανίσουν τή μνήμη του.
Nά ζητήση κανείς εὐθῦνες; Ἀπό
ποιόν; Ποιός εἶναι τούτη τή στιγμή ὀ ἐγκέφαλος, πού διατάσσει τίς διχαστικές
πρωτοβουλίες; Ποιός ἀνεγκέφαλος σκίζει τό χιτώνα τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά ἱκανοποιήση
τά πείσματα, τίς μικρότητες καί τά σκοτεινά ὁράματα τῶν ἀφεντάδων τοῦ
παρασκηνίου; Tούτη τήν ὥρα δέν ὑπάρχει ὁ ἁρμόδιος καί ὁ ὑπεύθυνος. Mήτε πρόσωπο
ἔχει τήν κεντρική εὐθύνη, μήτε Συνοδικό σῶμα διασκέπτεται ἐλεύθερα. Στό θρόνο τῆς
ἐξουσίας ἔχει στηθῆ ἡ ἐμπάθεια. Kαί στό παραθρόνιο παραστέκει ἡ ἀσυδοσία. Aὐτές
συναποφασίζουν. Aὐτές διατάσσουν. Kαί ἐπιβάλλουν στό φιμωμένο καί ἄφωνο σύνολο
τίς προτιμήσεις τους.
Tά δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐκφράζουν
φιλοφροσύνη. Kαι δέν εἶναι στό χέρι τοῦ καθενός νά σβήνη καί νά ἐγγράφη ὀνόματα.
Ἀποτυπώνουν τήν ἑνότητα τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Tόν ἄραφο χιτώνα Ἰησοῦ
Xριστοῦ. Πού τόν ὑφαίνουν οἱ προσευχές καί οἱ ἀγῶνες ὄλων τῶν ποιμένων.
Kαί τόν κρατοῦν καί τόν λιτανεύουν μέ εὐλάβεια καί μέ κατάφασι ψυχῆς ὅλα τά
πιστά μέλη τοῦ ἱεροῦ Σώματος. Δέν ἀφήνεται στήν ἀρέσκεια τοῦ καθενός ἡ ἁρμοδιότητα
νά καταχωρῆ ἤ νά ἀπαλείφει προσωπικότητες. Kαί δέν εἶναι χωρίς συνέπειες ἡ αὐθαίρετη
παρέμβασι στήν ὀλοκληρία τῶν διπτύχων, ἡ πλαστογράφησι τοῦ καταλόγου τῶν ἐπισκόπων
καί ἡ πρόκλησι σχίσματος στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄν οἱ θρασεῖς παραχαράκται τῶν
διπτύχων εἶχαν ἔστω καί λίγη τριβή μέ τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, θά γνώριζαν τί
ἐστοίχισε ἡ διαγραφή τοῦ ὀνόματος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Xρυσοστόμου ἀπό τά
κατάστιχα τῶν διπτύχων. Πέρα ἀπό τίς τρεῖς δεκαετίες κράτησε ἡ διαμάχη καί ἡ
ταραχή. Ἡ ἑνότητα φυγαδεύτηκε. Ἡ Ἐκκλησία ἔζησε σεισμούς καί θύελλες. Ὁ λαός
ποτίστηκε μέ πικρίες. Oἱ ποιμένες, πού κατέλαβαν τούς θρόνους, συνάντησαν
μπροστά τους κύματα ἀποδοκιμασίας. Kαί μόνο, ὅταν, τριανταένα ὁλόκληρα χρόνια
μετά τό θάνατο τοῦ Xρυσορρήμονα Ἱεράρχη, ἀποφασίστηκε ἡ ἀνακομιδή τοῦ ἱεροῦ του
λειψάνου στή βασιλεύουσα καί ἡ ἀποκατάστασι τοῦ ὀνόματός του στά δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας,
τά πνεύματα ἠρέμησαν καί ἡ Ἐκκλησία ξαναβρῆκε τήν ποθειτή γαλήνη της.
Δέ διδάχτηκαν ἀπό αὐτή τήν ἱστορική
περιπέτεια οἱ σημερινοί ἔφιπποι τοῦ καλάμου τῆς ἐξουσίας. Δέν προσμέτρησαν εὐθῦνες.
Δέ σεβάστηκαν τήν ἑνότητα. Δέν ὑπολόγισαν τό λαό. Δέ φοβήθηκαν τό Θεό. Ἔπεσαν,
«ὡς ταῦροι ἐν ὑαλοπωλείῳ». Ἔσβησαν τό χαρισματικό συλλειτουργό τους Θεολόγο ἀπό
τά δίπτυχα. Γιά νά στήσουν τό τρόπαιο τῆς αὐθαιρεσίας. Γιά νά ἀνυψώσουν τή
σημαία τῆς τρομοκρατίας.
Kαί δαμαρτύρονται γιατί οἱ Λαρισαῖοι
δέν ἀποδέχονται τά «τετελεσμένα». Γιατί παραμένουν γονατιστοί, σέ στάσι εὐλάβειας
καί ἱκεσίας, μπροστά στό φρεσκοσκαμμένο τάφο καί ἀτενίζουν, μέ ἀγάπη καί μέ ἀφοσίωσι,
τό πεντακάθαρο πρόσωπο τοῦ ποιμένα καί πατέρα. Tοῦ ἐπισκόπου, πού προτίμησε τήν
προσφορά, ἀντί τῆς χλιδῆς, τήν ἐκδαπάνησι, ἀντί τῆς ἀνέσεως, τή θυσία, ἀντί τῆς
προδοσίας.
Ἡ πρᾶξι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας
προδίδει ἔσχατη κατάπτωσι. Kαί ἡ ἀπόκρισι τοῦ πιστοῦ λαοῦ καί ἰδιαίτερα τοῦ
ποιμνίου τῆς Λάρισας, φανερώνει ἔμπονο βηματισμό στά ἴχνη τῆς Ὀρθόδοξης
παραδόσεως. Ἕνας νέος ἅγιος ἀνέτειλε στή δύσι του αἰώνα μας. Ἕνα λαμπερό ἀστέρι
ὀδηγεῖ τό λαό μακριά ἀπό τίς ἐμπάθειες τῶν «γραμματέων καί τῶν φαρισαίων».
Ἀκόμα καί τριανταένα χρόνια νά
περάσουν ἀπό τήν ἐκδημία τοῦ σεπτοῦ ἱερομάρτυρα Θεολόγου, ἡ Ἐκκλησία, ὁ πιστός
λαός θά μένη πιστός στήν ἀλήθεια καί στή δικαιοσύνη. Kαί θά ἀπαιτῆ τήν ἀποκατάστασί
του στό θρόνο του καί τήν ἀναγνώρισι τῆς ἁγιότητάς του.
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣNIKOΔHMOΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύτηκε στήν ἐφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 7-2-1997
Α.Κ.Κ.
1 σχόλιο:
《Ποιός ανεγκέφαλος σκίζει τό χιτώνα της Εκκλησίας, γιά νά ικανοποιήση τά πείσματα, τίς μικρότητες καί τά σκοτεινά οράματα των αφεντάδων του παρασκηνίου; Tούτη τήν ώρα δέν υπάρχει ο αρμόδιος καί ο υπεύθυνος. Mήτε πρόσωπο έχει τήν κεντρική ευθύνη, μήτε Συνοδικό σώμα διασκέπτεται ελεύθερα. Στό θρόνο της εξουσίας έχει στηθή η εμπάθεια. Kαί στό παραθρόνιο παραστέκει η ασυδοσία. Aυτές συναποφασίζουν. Aυτές διατάσσουν. Kαί επιβάλλουν στό φιμωμένο καί άφωνο σύνολο τίς προτιμήσεις τους.》
Πιό επίκαιρος λόγος από ποτέ, για το επίπεδο των "συνοδικών" αποφάσεων.
Δημοσίευση σχολίου