Σκίσε γης και κρύψε με!
18 χρονών κοριτσάκι.
Όμορφο σαν τριαντάφυλλο κι αγνό σαν το χιόνι.
Ορφανό από μανούλα.
Την έχασε σαν ήταν μικρή.
Μοναδική της θύμηση η αγάπη της κι οι συμβουλές της να
μείνει για πάντα κοντά στο Χριστό.
Δεν ήταν ωστόσο, αυτό το χειρότερο.
Κόντεψε να σαλέψει ο νους της, σαν κατάλαβε πως ο πατέρας
την έβλεπε μ' άλλο μάτι.
Σαν να μην ήταν κόρη του.
Σαν να ήταν μια ξένη κοπέλα, που την ήθελε μόνο για να
κορέσει τ' ανομολόγητα πάθη του.
Σκιάχτηκε.
Για κακή της τύχη, ένας βοσκός την είδε και το 'πε στον
πατέρα που, μανιακός έψαχνε να τη βρει.
Στη θωριά της ο νους του σαλεύει και το χέρι οπλίζεται.
Και της ρίχνει σαϊτιά.
Και τη λαβώνει.
Εκείνη τρέχει μ' όλες τις τίς δυνάμεις για να σωθεί.
Το αίμα βάφει πορφυρά τα χνάρια της.
Κι όταν λαβωμένη κι αποκαμωμένη λυγίζει και πέφτει, ανοίγει
τα χέρια στον ουρανό και βγάζει κραυγή βοήθειας στον μοναδικό, τον αληθινό
Πατέρα της.
"Μη μ' αφήσεις στα χέρια του!
Σκίσε γης και κρύψε με!"
Βλέπει το παράξενο θέαμα ο πατέρας κι αντί να ρθει στα
συγκαλά του και να καταλάβει το φοβερό που 'χε σχεδιάσει, σήκωσε το μαχαίρι κι
απόκοψε τους νεανικούς μαστούς από τη ρίζα.
Τους πέταξε στο βουνό.
Αλλά ούτε και τότε μέρεψε.
Σήκωσε ξανά το μαχαίρι και κόβοντας το κεφάλι τού κοριτσιού,
το έριξε στη θάλασσα.
Και πέταξε η αμόλυντη ψυχή του στα ουράνια ντυμένη
"πορφύραν ἐξ αἵματος τὴν στολήν".
Υπ.
1 σχόλιο:
Υπέροχο. Ευχαριστώ. Ωραίο ποιητικό συναξάρι. Διαβάστε το και ξαναδιαβάστε με ένα δάκρυ ευχής κάθε φορά. Αθανάσιος Κοτταδάκης
Δημοσίευση σχολίου