Όσα μας είπε λίγο προτού «φύγει» ένας
εργάτης του Ευαγγελίου στην Αφρική ο αείμνηστος γέρων Καμπάλας και Ουγκάντας
Ιωνάς
___
Στην Ουγκάντα, εκεί που ξεκίνησε
η Ορθόδοξη Ιεραποστολή πριν 100 χρόνια
Αναχώρησε για την αιώνια πατρίδα
στις πέντε Σεπτεμβρίου, ο Μητροπολίτης Καμπάλας και Ουγκάντας Ιωνάς. Έφυγε από
ανακοπή καρδιάς μετά από πολύμηνη μάχη με την επάρατη νόσο σύμφωνα με
ανακοίνωση της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Η καρδιά του σταμάτησε πια να εργάζεται
για το σώμα του, και τώρα ασχολείται να αιματοδοτεί, με πρεσβείες στον
Δημιουργό του, την Ιεραποστολή που αγάπησε. Ήταν αγωνιστής όπως όλοι οι
πρόγονοί του στην Ουγκάντα. Ήταν από μεγάλη γενιά. Ευλογήθηκα από μια τιμητική
συγκυρία και μίλησα μαζί του, πριν λίγο καιρό κι έμαθα από πρώτο χέρι ότι οι
παππούδες του ήταν οι πρωτεργάτες της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουγκάντας.
Ιστορικά ονόματα, όπως ο πατήρ Οβαδίας και ο πατήρ Ρουβήμ Σπάρτας ήταν
οικογένειά του.
Μου υποσχέθηκε ότι θα μου μιλούσε γι’ αυτούς και μια μέρα συναντηθήκαμε με τα σύνεργα της ηχογράφησης. Οι κοινοί γνωστοί, συμφωνούμε ότι τα έντονα Αφρικανικά χαρακτηριστικά του προσώπου του, το δυναμικό του παρουσιαστικό, μαγνήτιζαν το βλέμμα, αλλά και η έμφυτη ευγένεια και η πνευματική καλοσύνη του ήταν δύσκολο να κρυφτεί.
Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Καμπάλας υπήρξε επί 29 χρόνια ακοίμητος εργάτης και αγωνιστής για τη διάδοση του Ευαγγελίου στην Αφρική, συνεχίζοντας το έργο των πρώτων Ιεραποστόλων στην Ουγκάντα, ιδρύοντας ναούς, σχολεία, νοσοκομεία και μοναστήρια.Γεννήθηκε το 1945 στην Ουγκάντα.
Φοίτησε στην Εκκλησιαστική Σχολή της Κρήτης (1964-1968). Για την εποχή εκείνη
ήταν κατόρθωμα που άγγιζε το θαύμα να σπουδάσει ένας Ουγκαντέζος στη Θεολογική
και τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1968-1978). Διάκονος
χειροτονήθηκε το 1981 και Πρεσβύτερος το 1982. Την 27η Ιουλίου 1992
χειροτονήθηκε Επίσκοπος Μπουκόμπα και στις 12 Μαΐου 1997 εξελέγη Μητροπολίτης
Καμπάλας και πάσης Ουγκάντας. Το ιστορικό τοπίο της εποχής και του τόπου που
γεννήθηκαν οι παππούδες του είναι μακριά από τις παραδοσιακές μας εικόνες για
την εκκλησιαστική ζωή. Ακριβώς γι’ αυτό θα πρέπει να εκτιμήσουμε πώς κατάφερε
μια χούφτα ανθρώπων με ανήσυχο πνεύμα να διανύσει δρόμο απάτητο σε σκληρές
συνθήκες για να ανακαλύψει μια ολότελα νέα και άγνωστη Εκκλησία που τ’ όνομά
της διάβασε σε μια σελίδα ενός βιβλίου. Το όνομα αυτό ήταν “ Ορθόδοξη
Εκκλησία”.
Ήταν αγέννητος, ο Γέρων Ιωνάς, όταν οι Ισλαμιστές άρχιζαν να κατεβαίνουν στην Υποσαχάρια Αφρική, την περίοδο πού ήδη είχαν εγκατασταθεί οι Ρωμαιοκαθολικοί αλλά και οι Προτεστάντες μισσιονάριοι στην πάμφτωχη Ουγκάντα. Οι διαμάχες μεταξύ των δύο Χριστιανικών ομάδων, στο ποιοι έπρεπε να επικρατήσουν, μετά την εισβολή των Ισλαμιστών, άρχισαν να απογοητεύουν τους Αφρικανούς οι οποίοι έβλεπαν ότι οι εκκλησιαστικοί λευκοί προκαλούσαν μάχες με νεκρούς, για να επικρατήσουν στο κήρυγμα του Ευαγγελίου, γεγονός ανακόλουθο με όσα κήρυττε το Ευαγγέλιο. Η μαρτυρική Ουγκάντα, του 1919, ήταν «σαν έτοιμη από καιρό» να ανακαλύψει την Ορθοδοξία.
Μάνα εκκλησία
Ο γέροντας της Καμπάλας Ιωνάς μού
μίλησε με καμάρι για τους μαχητές προγόνους του:
«Ένας από τους πρωτεργάτες της Ορθοδοξίας στην Ουγκάντα ήταν ο παππούς μου, ο πατήρ Οβαδίας. Κάποτε ένας αδελφός της οικογένειας του Οβαδία πήγε να σπουδάσει σε μια ιεραποστολή των Προτεσταντών. Τότε ανακάλυψε εντελώς αναπάντεχα κάποια βιβλία τα οποία βρίσκονταν στη βιβλιοθήκη. Διαβάζοντας έμαθε ότι υπάρχει μια εκκλησία που ονομάζεται Ορθόδοξη. Στην ίδια βιβλιοθήκη διάβασε κι ένα βιβλίο ιστορικό για την Ελλάδα και ενθουσιάστηκε. Έψαξε στο λεξικό για να καταλάβει τι σημαίνει Ορθόδοξη εκκλησία και κατάλαβε ότι σημαίνει “Μάνα Εκκλησία”. Μίλησε για όλα αυτά στους συγγενείς του. Το μυαλό τους συγκεντρώθηκε να ψάξουν να βρουν, πώς μπορούν να συναντήσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία. Βρισκόμαστε στο 1919 όταν ξεκίνησε αυτή η προσπάθειά τους. Μετά από μια δεκαετία μελέτης απ’ όποια πηγή μπόρεσαν να αντλήσουν, αποφάσισαν ότι δεν επιθυμούν να είναι Ρωμαιοκαθολικοί, ούτε Προτεστάντες αλλά αυτοκηρύχθηκαν Ορθόδοξοι. Η σκέψη τους, το πνεύμα τους, είχε ήδη βαπτιστεί, είχε μπει μέσα στο νόημα της Ορθοδοξίας. Πληροφορήθηκαν ότι υπήρχε ένας λευκός Ορθόδοξος Επίσκοπος και μάζεψαν χρήματα αν και ήταν φτωχοί άνθρωποι και τον προσκάλεσαν να τους μιλήσει για τη Μάνα Εκκλησία».
Από
ιστορικά ντοκουμέντα μαθαίνουμε πως το 1930 έφθασε στην Ουγκάντα ο τάχα
Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Δανιήλ-Ουΐλιαμ Αλέξανδρος, ο όποιος, συγκέντρωσε τους
ιθαγενείς, τους δίδασκε περί Ορθοδοξίας, και τους βάφτισε. Χειροτόνησε μάλιστα
και ιερείς. Μετά την αναχώρησή του στη Νότιο Αφρική, οι δήθεν Ορθόδοξοι, μαζί
με τους ιερείς τους, δεν άργησαν να έρθουν σε επαφή με Έλληνες Ορθοδόξους
εμπόρους που τους πληροφόρησαν ότι δήθεν ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Δανιήλ είναι
«Ουνίτης», ανήκει στους Ρωμαιοκαθολικούς. Ευτυχώς για τους καλοπροαίρετους
αγωνιστές ιθαγενείς, οι Έλληνες της Καμπάλας τούς πρότειναν να επικοινωνήσουν
με αλληλογραφία με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Ο μητροπολίτης Ιωνάς γνώριζε τα
γεγονότα από τις διηγήσεις των παππούδων του και προσθέτει σημαντικές
λεπτομέρειες:
«Ευτυχώς κάποιος Έλληνας έμπορος που ζούσε και εργαζόταν εκεί γνώριζε την ομάδα αυτή και κάλεσε τον Ουνίτη επίσκοπο σπίτι του να βαπτίσει μια από τις κόρες του. Στην τελετή του βαπτίσματος, ο Έλληνας αντιλήφθηκε ότι οι ύμνοι και το τελετουργικό ήταν άγνωστα σ’ αυτόν. Αμέσως κατάλαβε πως ο Επίσκοπος αυτός δεν είναι Ορθόδοξος. Το αποκάλυψε στην ομάδα των Ιθαγενών και στη συνέχεια τους έδωσε τη διεύθυνση ενός Ιερέως με το όνομα Σαρίκας Νικόδημος για να επικοινωνήσουν με έναν όντως Ορθόδοξο ιερέα. Ο Ιερέας αυτός καταγόταν από την Κύπρο, αλλά ήταν διορισμένος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να εξυπηρετεί τον Ελληνισμό στην Αφρική. Ζούσε στο MOSHI-TANGANIKA της Τανζανίας μεταξύ 1914-1919. Επισκεπτόταν τα χωριά και τις καλύβες των Ιθαγενών και βάπτιζε τους κατηχουμένους. Όταν ο πατήρ Νικόδημος έλαβε το γράμμα της ομάδας του πατρός Οβαδία σηκώθηκε γρήγορα και ταξίδεψε στην Ουγκάντα. Ήταν το 1932.
Όταν έφτασε έφερε μαζί του και
μερικά φυλλάδια καθώς είχε καταλάβει από το γράμμα, ότι είχε μπόλικη δουλειά να
κάνει και τους έδωσε να μελετήσουν αυτά τα φυλλάδια. Έμεινε μαζί τους σχεδόν 2
μήνες και κατόπιν πήρε δύο παιδιά μαζί του για να ταξιδέψουν για το κλιμάκιό
του στην Αρούσα. Ο ένας από τους δύο έγινε ιερέας με το όνομα Ειρηναίος, ενώ το
άλλο παιδί πέθανε γρήγορα από καρκίνο. Όταν επέστρεψε ο πατήρ Ειρηναίος
Μαγκίμπι μετά από την παραμονή του περίπου 5 χρόνια στη Αλεξάνδρεια παρέδωσε
όλη τη διδασκαλία που έμαθε για την Ορθοδοξία. Εντωμεταξύ η ομάδα του πατρός
Οβαδία δεν είχε μείνει άπραγη. Οι ίδιοι είχαν μελετήσει και μεταφράσει σχεδόν
όλα τα μυστήρια και τη Θεία Λειτουργία από τα αγγλικά στην επίσημη γλώσσα της
Ουγκάντα, τη Λουγκάντα.
Εξελέγη
από το πατριαρχείο Αλεξανδρείας τότε να αναλάβει την Ουγκάντα ο Μητροπολίτης
Νικόλαος Βαρελόπουλος. Είχε πολλή αγάπη και τους βάφτισε, τους έχρισε, τους
χειροτόνησε. Το έργο ήταν πολύ δύσκολο. Ο παππούς μου ως ιερέας τον βοηθούσε.
Μαζί του ήταν και ο συνάδελφός του ο οποίος ήταν πολύ έξυπνος και πρώτος στην
τάξη τους με το όνομα Ρουβήμ Σπάρτας. Το Σπάρτας είναι παρατσούκλι το οποίο το
πήρε από τα ελληνικά βιβλία που διάβαζε. Είχε θαυμάσει ότι οι Σπαρτιάτες ήταν
πολύ σοβαροί άνθρωποι και δυνατοί. Ξέρετε, κι ο ίδιος ήταν πολύ σοβαρός και με
ισχυρό χαρακτήρα. Ήταν επαναστάτης».
Ο
συνεχής αγώνας των προγόνων του, οι σπουδές στην Ελλάδα, η καθοριστική γνωριμία
με τον Αλβανίας Αναστάσιο
Εκείνη την εποχή η Ουγκάντα ήταν
αποικία των Άγγλων οι οποίοι είχαν επιβάλει με νόμο στους Ιθαγενείς να μιλούν
αγγλικά. Είχαν εκδώσει και κυκλοφορούσαν ένα λεξικό για τους Ουγκαντέζους. Όμως
ο πατήρ Σπάρτας έκανε μεγάλο αγώνα να διατηρηθεί η τοπική γλώσσα των προγόνων
του και να μην επέλθει φθορά της γλώσσας τους. Ο Γέρων μητροπολίτης της
Καμπάλας έγειρε το κεφάλι του με πίκρα και συμπλήρωσε:
«Μετά απ’ όλη την προσπάθεια του Σπάρτα, οι Άγγλοι τον συνέλαβαν και τον έβαλαν φυλακή, γιατί δίδασκε τη γλώσσα του τόπου αλλά και τ’ αγγλικά τα οποία όμως δεν είχαν επιτρέψει να ομιλούνται, παρά μόνο όπως εκείνοι ήθελαν. Κατά συνέπεια χωρίς τον Σπάρτα έμεινε μόνος του ο παππούλης μου ο Οβαδίας όπου έπρεπε να καλύψει τη δουλειά. Εντωμεταξύ η ομάδα των Ορθοδόξων είχε επεκταθεί και στην Κένυα. Ο ιερέας παππούς μου πήγαινε να τους αποκαλύψει ότι είχε ανακαλύψει εδώ στην Ουγκάντα. Ο Σπάρτας έμεινε στη φυλακή 5 χρόνια και αφού βγήκε ήταν ακόμα δυνατός στην ψυχή. Δούλεψε πολύ. Δημιουργήθηκαν πολλές κοινότητες Ορθοδόξων, οι οποίες όμως διαλύθηκαν εξαιτίας έλλειψης των ιερέων.
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν τελείως
αφιερωμένοι στο να διαδώσουν την Ορθοδοξία. Με ποδήλατο έφευγαν από την
Ουγκάντα για τον Βορρά 300 χιλιόμετρα μακριά και έμεναν εκεί 2-3 μήνες. Τον
καιρό που ο Σπάρτας ήταν στη φυλακή ο παππούς έπαιρνε το ποδήλατό του και μου
έλεγε “πάω στην Κένυα και θα μείνω εκεί 3 με 4 μήνες, να φροντίζεις τη γιαγιά
σου”.
Ο σεβασμιώτατος πατήρ Ιωνάς ήταν
18 ετών όταν τον επέλεξε ένας μεγάλος Ιεραπόστολος της Αφρικής ο πατήρ
Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος να ταξιδέψει στην Ελλάδα για να σπουδάσει. Είχε
καταλάβει τα ταλέντα του νεαρού και την φιλομάθειά του. Μιλά με σεμνότητα για
αυτή την επιλογή προς το πρόσωπό του:
«Ήρθα
από την Ουγκάντα στην Ελλάδα, επειδή με επέλεξε ο πατήρ Χρυσόστομος
Παπασαραντόπουλος. Με έστειλε στην Κρήτη στον αείμνηστο πατέρα Ειρηναίο
Γαλανάκη, ο οποίος με έβαλε στο αυτοκίνητο και πήγαμε στο μοναστήρι της Αγίας
Τριάδος Τζαγκαρόλων στο Ακρωτήρι. Εκεί θα έμενα και θα σπούδαζα στην
εκκλησιαστική σχολή. Εκεί σπούδασα και τα Ελληνικά, τα θεολογικά και διάβασα
πάρα πολλά βιβλία όπως έκανε και ο παππούς μου. Με αυτή την επαφή με τα βιβλία
ήθελα να γίνω κλασσικός συγγραφέας και όταν ήρθα στην Αθήνα γράφτηκα στη
φιλοσοφική σχολή. Εντωμεταξύ ήμουν πολύ κοντά με τον Αναστάσιο, αρχιεπίσκοπο Αλβανίας,
γιατί στο παρελθόν, όταν είχε χειροτονηθεί παπάς, κατέβηκε στην Ουγκάντα, εγώ
ήμουν ο ψάλτης του στον ιερό ναό του Αγίου Νικολάου, καθεδρικό ναό στην
Καμπάλα.
Στην Ελλάδα, συνεχώς πήγαινα στο γραφείο του, καθώς τότε ήταν διευθυντής της ιεραποστολικής διακονίας. Ήξερε τον παππού μου τον Οβαδία και την ιστορία μας και γίναμε φίλοι. Όταν τελείωσα τη φιλοσοφική σχολή, εγκατέλειψα την επιθυμία μου να γίνω συγγραφέας. Σκεφτόμουν "ποιος θα διαβάζει τα βιβλία μου;". Έτσι με υποτροφία μπαίνω στο δεύτερο έτος της θεολογικής. Τελικά μετά από πολλή ζύμωση αισθάνθηκα ότι
πρέπει να ολοκληρώσω τον σκοπό που με έφερε στην Ελλάδα. Υπήρξαν άνθρωποι που μου πρότειναν να μη φύγω από την Ελλάδα καθώς είμαι Έλληνας πλέον. Τους απαντούσα ότι ήρθα να πάρω "μάνγκο" και πρέπει να τα πάω κάτω στην Ουγκάντα να τα φάνε».
Σε αυτό το σημείο, ο
σεβασμιότατος διευκρινίζει ότι τα μάνγκο, φρούτα που αφθονούν στη γη της
Ουγκάντας, θεωρούνται ωφέλιμοι καρποί και χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη
ως παρομοίωση για τα οφέλη τους. Και συνεχίζει:
«Κατέβηκα στην πατρίδα μου και ο
Αναστάσιος παρακολουθούσε πού βρίσκομαι και τι κάνω. Κάποια στιγμή πήραμε ένα
γράμμα του στο Ιεραποστολικό κέντρο μας ότι έρχεται στην Αφρική και ζητάει από
την εκκλησία μας στην Ουγκάντα να πάω στην Κένυα για να τον βοηθήσω. Εκεί με
χειροτόνησε ο ίδιος ως διάκονο. Το 1982 πήρα το οφίκιο του αρχιμανδρίτου, από
τον ίδιο, στην Ελλάδα. Θυμάμαι εκείνες τις μέρες με έστειλε στη Κύπρο για να
μιλήσω στον κόσμο για την ιεραποστολή μας στην Κένυα και αρχίσαμε τον αγώνα.
Δούλεψα στην Κένυα 10 χρόνια δίπλα του γιατί ήταν και καθηγητής πανεπιστημίου
και δεν μπορούσε να το αφήσει αυτό. Πηγαινοερχόταν Ελλάδα Αφρική συνέχεια.
Πηγαίναμε στην Τανζανία, πηγαίναμε στην Ουγκάντα μαζί για μια δεκαετία. Μετά
τον κάλεσαν να πάει στην Αλβανία. Μου πρότεινε να πάμε μαζί. Αρνήθηκα γιατί η
σκέψη μου ήταν στην Ουγκάντα.
Έτσι έμεινα στην Κένυα. Παρέδωσα
σιγά σιγά την εξουσία και έφυγα για την Κρήτη στον πατέρα Ειρηναίο και του
διηγήθηκα όλα αυτά που είχα περάσει και έμεινα κοντά του 3 μήνες. Εκεί αποφάσισα
ότι πρέπει να επιστρέψω στην Ουγκάντα. Μετά από 2 εβδομάδες έγινε Ιερά Σύνοδος
και ο π. Αντώνιος Ρωμαίος, φίλος του Αναστασίου, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε
να πάω στην Τανζανία. Στην Κένυα με χειροτόνησαν Επίσκοπο. Έχτισα το
αρχιεπισκοπείο και την πρώτη εκκλησία. Ήταν δύσκολα αλλά η χάρη του Θεού με
βοήθησε. Έμεινα εκεί για πέντε χρόνια. Από το 1997 είμαι ο Καμπάλας και πάσης
Ουγκάντας μέχρι και σήμερα. Η χαρά μας η μεγάλη είναι ότι η εκκλησία μας τώρα
προχωράει. Αυτά τα πρόσωπα όλα που σας ανέφερα, ο Θεός τα είχε διαλέξει τον
καθένα να έχει τον δικό του σκοπό και τελικά τώρα βλέπουμε ότι η εκκλησία μας
και στην Ουγκάντα προχωράει. Υπάρχουν και Ρωμαιοκαθολικοί παπάδες που μου
γράφουν ότι θέλουν να έρθουν στην Ορθόδοξη εκκλησία, αλλά τους φοβάμαι γιατί
είναι πονηροί.»
* * *
Ολοκλήρωσε τη διήγηση μιας
όμορφης ζωής με την προφητική του απάντηση στο τελευταίο ερώτημα για το πώς
βλέπει τη συνέχεια της Ορθοδοξίας στη χώρα του εκατό χρόνια μετά την πρώτη αρχή
το 1919:
«Ξέρω ότι οι άνθρωποι θα έρχονται
ομαδικώς στην Ορθόδοξη εκκλησία στην Ουγκάντα όπως γίνεται τώρα στην Αμερική. Η
Ουγκάντα πέρα από την έρημο Σαχάρα, νότια της ερήμου είναι η χώρα που ξεκίνησε
το ιεραποστολικό έργο στην Αφρική. Ο άνεμος της Ιεραποστολής και ο ενθουσιασμός
ξεκίνησε από την πατρίδα μου και θα πηγαίνει στα νέα σημεία της γης».
Κι ενώ μπορούσε να βολευτεί για
μια ζωή στην ευμάρεια της Ελλάδας, ο Γέρων Ιωνάς παίρνει τα μάνγκο του και
βιάζεται να τα μοιράσει στα παιδιά του στην Ουγκάντα. Θα πάει κοντά στον
αδύνατο λαό του, ελεύθερα με τη θέλησή του. Θα γίνει ταλαίπωρος όπως οι
ταλαίπωροι αδελφοί του. Από αγάπη. Μέχρι τέλος. Όπως ο παππούς του ο Οβαδίας
και ο Σπάρτας που σήμερα αναπαύεται μαζί τους.
___________
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
Ορθόδοξη Αλήθεια, 22.09.2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου