Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ; - Ιωάννης Σπιτέρης

ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ;

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα και στην Κύπρο, συχνά ακούστηκε το ερώτημα: «Είναι δυνατή η ενότητα των Χριστιανών;». Σ’ αυτή την τόσο δύσκολη ερώτηση θα προσπαθήσουμε να δώ-σουμε μια σύντομη απάντηση. Την είχα γράψει, πριν από χρόνια, για την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, που είχε θέσει τότε αυτήν την ερώτηση σε καθολικούς και ορθοδόξους.

Η απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση δεν μπορεί να είναι ούτε ένα «ναι», ούτε ένα «όχι», διότι η ενότητα της Εκκλησίας, πρωτίστως, δεν εξαρτάται από τους ανθρώπους, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Είναι ένα δώρο του Αγίου Πνεύματος που απορρέει από τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, ο οποίος γι’ αυτήν προσευχήθηκε κατά το τελευταίο Δείπνο: «Πάτερ άγιε, τήρησον αυτούς εν τω ονόματί σου, ω δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς. ίνα πά-ντες εν ώσι, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι» (Ιωάννης, 17, 20-21).

Οι προσπάθειες των ανθρώπων συνίστανται στο να διατηρήσουν και να αυξήσουν αυτή την ενότητα, που δεν αφορά μόνο τις διάφορες χριστιανικές ομολογίες, αλλά την ίδια την οντότητα της Εκκλησίας. Πράγματι, η ενότητα αποτελεί ένα ουσιαστικό συστατικό της Εκκλησίας και αποτελεί αντικείμενο πίστης. Γι’ αυτό στο «Πιστεύω» ομολογούμε «…πιστεύω εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».

Τι διασπάει την Εκκλησία;

Αυτό που διασπάται στην Εκκλησία δεν είναι η ενότητά της που παραμένει ακέραια, αλλά οι άνθρωποι που χωρίζονται μεταξύ τους, κι αυτό οφείλεται στον εγωισμό, τελικά στην αμαρτία που τους απομακρύνει από τον Θεό. Είναι ενδεικτική η γνωστή διδασκαλία του Δωροθέου Γάζης (4ος αι.) ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι είναι κοντά στον Θεό, τόσο περισσότερο είναι κο-ντά μεταξύ τους κι όσο απομακρύνονται από τον Θεό, τόσο απομακρύνονται μεταξύ τους. Το παράδειγμα που παρέθετε για να εξηγήσει αυτό το απόφθεγμα είναι πολύ γλαφυρό: Σκεφτείτε - δίδασκε στους μοναχούς του – έναν κύκλο. Στην περιφέρεια βρίσκονται οι άνθρωποι και στο κέντρο ο Θεός. Όσο περισσότερο προχωρούν οι άνθρωποι προς το κέντρο, τόσο περισσότερο συναντώνται μεταξύ τους. Κι όσο περισσότερο απομακρύνονται από το κέντρο, τόσο περισσότερο απομακρύνονται και μεταξύ τους.

Τι οδηγεί πιο κοντά τους χριστιανούς;

Είναι προφανές λοιπόν ότι η ενότητα των χριστιανών θα πραγματοποιηθεί μόνον όταν θα υπάρχει μεταξύ των χριστιανών βαθιά μετάνοια. Μόνον όταν στο πρόσωπο του άλλου δεν διακρίνουμε τον εχθρό μόνο γιατί είναι διαφορετικός, αλλά τον αδερφό, τότε μόνο μπορούμε να μιλάμε για πραγματική αδελφική συνύπαρξη μεταξύ των ανθρώπων, προϋπόθεση για να υπάρξει και η ενότητα μεταξύ των χριστιανών.

Οι δογματικές διαφορές συχνά δραματοποιούνται από ορισμένους κύκλους, διογκώνονται και πολλαπλασιάζονται απλώς για να δικαιολογήσουν τον φανατισμό τους, τον φονταμενταλισμό και την αδυναμία της κατανόησης του άλλου.

Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα: «Μπορεί να πραγματοποιηθεί η ενότητα των χριστιανών;», θα μπορούσε να είναι: Ας αρχίσουν οι χριστιανοί να ξανασυναντήσουν το πραγματικό πρόσωπο του Θεού Πατέρα, να αισθανθούν πραγματικά μεταξύ τους παιδιά του Θεού, να καθαρίσουν την καρδιά τους από τον εγωισμό και την αλαζονεία που τους δίνει την ψευδαίσθηση ότι μόνο αυτή κατέχουν την αλήθεια και όλη την αλήθεια, ότι οι υπόλοιποι είναι βουτηγμένοι στην πλάνη. Όταν αγαπάμε με αυτή την πραγματική αγάπη που προέρχεται από τον Θεό, τότε θα βρούμε τον τρόπο να διαλευκάνουμε και τα θεολογικά προβλήματα.

Προς το παρόν τι οφείλουμε να κάνουμε;

Ωσότου όμως φθάσουμε σ’ αυτή την ευλογημένη στιγμή, μπορούμε και πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον, αναγνωρίζοντας αμοιβαία τις αξίες των παραδόσεών μας. Ο σκοπός του θεολογικού διαλόγου δεν είναι να «υπογράψει» την ένωση των Εκκλησιών, καθώς αυτό όπως ανα-φέραμε είναι Δώρο Θεού. Άλλωστε και εκκλησιολογικά μόνο μία κοινή Οικουμενική Σύνοδος θα μπορούσε να πραγματοποιήσει κάτι τέτοιο. Ο σκοπός του διαλόγου είναι να μελετηθούν Βιβλικά, Πατερικά και Θεολογικά οι διαφορές μας, να καταλάβουμε τις ιστορικές αιτίες που τις προκάλεσαν και να αναλύσουμε ποιο είναι το εύρος τους, αλλά και να αντιληφθούμε βάσει της Αποκάλυψης του Θεού, πώς θα είναι εφικτή μία τέτοια προσέγγιση.

Βέβαια, εάν δυστυχώς αποδειχθεί πως δεν είναι ακόμα ώριμη μία τέτοια προσέγγιση, πρέπει ταπεινά να ομολογήσουμε πως, προς το παρόν, οι διαφορές αυτές παραμένουν αγεφύρωτες και να περιμένουμε με την προσευχή και την μεταστροφή της καρδιάς το πότε θα είναι δυνατό να ξαναρχίσουμε τον αδερφικό διάλογο, τουλάχιστον για όσο αφορά τις δογματικές διαφορές μας. Στο μεταξύ θα πρέπει να αναγνωρίσουμε με θάρρος και ειλικρίνεια αυτά τα στοιχεία που μας ενώνουν, τα οποία είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν, να τα υπογραμμίσουμε, και σ’ αυτά να βασιζόμαστε, σεβόμενοι ο ένας για τον άλλον. Άλλωστε ο αμοιβαίος σεβασμός, εκτός από χριστιανική αναγκαιότητα, είναι ζήτημα πολιτισμού και ανθρωπιάς.

+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος Ρωμαιοκαθολικών
Πρώην Κερκύρας

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Όμορφο κείμενο! Ευχαριστούμε!

Διαβάζοντάς το προβληματιζόμουν αν οι σκέψεις αυτές έχουν γίνει στην αντίθετη κατεύθυνση; Δηλ. γιατί δεν υπήρχαν αυτές οι προϋποθέσεις διαλόγου ή/και καταλλαγής αμφοτέρωθεν κατά την εποχή που λάμβαναν χώρα οι δογματικές διαστάσεις φτάνοντας στη διακοπή της κοινωνίας. Ίσως περνώντας τα ιστορικά στοιχεία από αυτό το φίλτρο να μπορούσαμε να εντοπίσουμε γενεσιουργά αιτία της σημερινής κατάστασης.

Στέκομαι και στη φράση του συγγραφέα που λέει:
"Ο αμοιβαίος σεβασμός είναι ζήτημα πολιτισμού και ανθρωπιάς". Ο πολιτισμός είναι ανθρώπινο δημιούργημα και μάλιστα τυγχάνει να περιλαμβάνει τη θρησκευτικότητα (άρα ορθοδοξία, καθολικισμός, ισλαμισμός, βουδισμός κ.ο.κ. όλα μπαίνουν σε ένα τσουκάλι). Ενώ ουσιαστικά ο Θεός, που προσπαθεί να εκφράσει η θρησκευτικότητα, συνέχει τα πάντα. Νομίζω ότι είναι αφάνταστα ατυχής αυτή η έκφραση και ίσως μια από τις πιο ουσιώδεις διαφορές της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του δυτικού πνεύματος.

Ανώνυμος είπε...

«ὁ λόγος γιὰ τὴν ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν» εἶναι θεολογικὰ ἀδόκιμος, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, δὲν ἔχει ποτὲ σχισθῆ»
Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ.Ἱερόθεος.

Δέν τίθεται λοιπόν θέμα ἕνωσης ἀλλά μᾶλλον ἐπιστροφῆς καί ἐπειδή θεωρῶ πώς τό ἐν λόγω πνευματικό θέμα χρήζει περαιτέρω ἐρμηνείας καί ἐμβάθυνσης, παραθέτω ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου κ.Ἱεροθέου «Ὀσμὴ Γνώσεως» Ἐκδόσεις «Τέρτιος», Κατερίνη 1985, σελ. 99-102, γιά τήν ὀρθὀτερη καί πληρέστερη κατανόηση τοῦ χωρίου: «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου, ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰωάν. ιζ´ 11).

Λόγω μεγέθους τό παραθέτω σέ δύο μέρη.

Μέρος α΄
«Στὴν προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ, τμῆμα τῆς ὁποίας ἀποτελεῖ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν μαθητῶν-Χριστιανῶν. Ὁ Χριστὸς παρακαλεῖ τὸν Πατέρα Του νὰ τηρῆ τοὺς μαθητὰς ἐν τῷ ὀνόματί Του «ἵνα ὦσιν ἓν». Τὸ χωρίον αὐτὸ χρησιμοποιεῖται συχνὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐπιδιώκουν τὴν ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν», ἀλλὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὶς περισσότερες φορές, ἂν ὄχι πάντοτε, κακοποιεῖται καὶ διαστρεβλώνεται. Διότι ἐδῶ ὁ Κύριος δὲν παρακαλεῖ γιὰ τὴν μελλοντικὴ ἑνότητα τῶν «Ἐκκλησιῶν», ἀλλὰ γιὰ τὴν ἑνότητα «ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Χριστοῦ», ποὺ δίδεται στοὺς ἁγίους καὶ εἶναι παροῦσα πραγματικότητα μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ τὴν βαθειὰ σημασία τοῦ αἰτήματος τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ θὰ προσπαθήσουμε νὰ δοῦμε στὰ ἀμέσως ἑπόμενα.

Ἑρμηνεία τοῦ «ἵνα ὦσιν ἓν»
Γιὰ νὰ μπορέση κανεὶς νὰ ἑρμηνεύση καλὰ τὸ χωρίο αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ δῆ μέσα στὰ πλαίσια ὁλόκληρης τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς, ποὺ εὑρίσκεται στὸ δέκατο ἕβδομο (ιζ´) κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου. Παρατηρεῖ κανεὶς ὅτι ὅπου ὑπάρχει ἡ φράση «ἵνα ὦσιν ἓν» συνδέεται ἀμέσως μὲ τὸ «καθὼς ἡμεῖς», μὲ τὸ «ἐν ἡμῖν», μὲ τὴν δόξα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ σύνδεσι αὐτὴ μᾶς δίδει τὴν πραγματικὴ ἑρμηνεία τοῦ χωρίου αὐτοῦ ποὺ μελετᾶμε.
Συγκεκριμένα. Ἡ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀληθινή, ὅταν συνδέεται μὲ τὸ «καθὼς ἡμεῖς», ὅταν δηλαδὴ εἶναι Τριαδική. Ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε ξεκάθαρα: «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς σὺ πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί». Στὴν Ἁγία Τριάδα ὑπάρχει ἀλληλοπεριχώρηση τῶν ἀγαπωμένων Προσώπων. Ὁ Πατὴρ ζεῖ μέσα στὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁ Υἱὸς μέσα στὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μέσα στὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό. Ὑπάρχει στὴν Ἁγία Τριάδα ἑνότητα Προσώπων, ἀγάπη καὶ διαφύλαξι τῆς ἐλευθερίας κάθε Προσώπου.
Ἔτσι καὶ ἡ ἑνότητα μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἐξωτερική, μία σύνδεσι ἐξωτερικὴ τῶν σωμάτων, ἀλλὰ ἐσωτερική. Ἡ ὑπόστασι τοῦ ἑνὸς ἀπὸ ἀγάπη νὰ εἰσέρχεται στὴν ὑπόστασι τοῦ ἄλλου. Ἀκόμη ἡ ἑνότητα εἶναι ἀληθινή, ὅταν ὑπάρχει ἐν Χριστῷ. «Καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν», εἶπε ὁ Κύριος. Ἡ κοινωνία μὲ τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεὸ ἐξασφαλίζει τὴν γνησιότητα τῆς ἀνθρωπίνης ἑνότητος. Ἐπίσης ἡ γνήσια ἑνότητα ὑπάρχει μὲ τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ: «καὶ ἐγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς ἵνα ὦσιν ἓν… θέλω ὅπου εἰμι ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμήν…».
Ὅλα αὐτὰ δείχνουν ὅτι ὅταν οἱ ἄνθρωποι βιώνουν τὴν δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν ἀνθρώπινη φύσι τοῦ Χριστοῦ, ὅταν εἶναι συνδεδεμένοι μὲ τὸν Χριστό, τότε εἶναι καὶ μεταξύ τους ἑνωμένοι.
Ἑπομένως στὴν Ἀρχιερατικὴ προσευχὴ δὲν γίνεται λόγος γιὰ μία ἐξωτερικὴ ἑνότητα, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα ἐξωτερικῶν προσπαθειῶν καὶ γνωρισμάτων καὶ ποὺ εἶναι προσδοκία τοῦ μέλλοντος, ἀλλὰ γιὰ ἑνότητα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ δόθηκε τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καὶ εἶναι παροῦσα πραγματικότης.»
Συνεχίζεται...
Θεόδωρος Σ.

Ανώνυμος είπε...

Μέρος β΄
Συνέχεια ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου κ.Ἱεροθέου «Ὀσμὴ Γνώσεως» Ἐκδόσεις «Τέρτιος», Κατερίνη 1985, σελ. 99-102

«Αὐτὴ τὴν ἑνότητα βίωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες
Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ φυσικὰ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἀφοῦ καθαρίσθηκαν ἀπὸ τὶς φθοροποιὲς ἐνέργειες τῶν παθῶν, ἀφοῦ ἀπέβαλαν μὲ τὴν Χάρι τοῦ Χριστοῦ τὴν σκότωση τοῦ νοῦ, ἔφθασαν στὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Φθάσαντες δὲ στὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ ἑνώθηκαν καὶ μεταξύ τους. Ἡ δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδας τοὺς περιέλαμψε, τοὺς ἠλλοίωσε, τοὺς μεταμόρφωσε, ὅποτε δὲν ἐνεργοῦσαν σὰν ἀτομικὲς ὑπάρξεις, ἀλλ’ ὡς ἐνεργήματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ἔτσι ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν κοινὴ διδασκαλία, ἀφοῦ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀπέκτησαν κοινὴ ζωή. Εἶναι φορεῖς τῆς Παραδόσεως. Καὶ ξέρουμε καλὰ ὅτι ἡ Παράδοσι δὲν εἶναι μία «ἱστορικὴ γνῶσι» καὶ «ἱστορικὴ μνήμη», ἀλλὰ ἡ ἀδιάλειπτη ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρεςδὲν παρέλαβαν κάπως ἐξωτερικὰ καὶ διανοητικὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς προγενεστέρους Πατέρας, οὔτε ἔμαθαν τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὶς συγγραφὲς τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ἔχουν ἐπικοινωνία μὲ τοὺς προηγουμένους αὐτῶν, ἐπειδὴ συμμετέχουν στὴν ἄκτιστη δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴν ἀνθρώπινη φύσι τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τονίσαμε.
Ἡ διδασκαλία τους δὲν εἶναι φιλοσοφικὸς στοχασμός, ἀλλὰ ἀποκάλυψι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ εἶναι ἡ βασικὴ διαφορὰ μεταξὺ τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων. Οἱ πρῶτοι, ὡς μὴ ἔχοντες θεωρία Θεοῦ,φιλοσοφοῦσαν, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, ὡς ἔχοντες θεωρία Θεοῦ, θεολογοῦσαν• μιλοῦσαν αὐθεντικά, ὡς φορεῖς τῆς Παραδόσεως. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας διατυπώνεται σὲ κάθε χρονικὴ περίοδο ἀπὸ τοὺς ἁγίους, χωρὶς νὰ ἀλλοιώνεται καὶ χωρὶς νὰ διαφοροποιεῖται ἀπὸ ὅλη τὴν διδασκαλία τῶν προηγουμένων Πατέρων.Ὅταν ἔχουμε διαφοροποίησι, τότε ἔχουμε παρέκκλισι. Ἄρα αἵρεσι.

Ἕνωση τῶν «Ἐκκλησιῶν»
Τονίσαμε προηγουμένως ὅτι τὸ αἴτημα αὐτὸ τοῦ Κυρίου χρησιμοποιεῖται συχνὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐπιδιώκουν τὴν ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν». Κατ’ ἀρχὰς ὁ λόγος γιὰ τὴν ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν» εἶναι θεολογικὰ ἀδόκιμος, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, δὲν ἔχει ποτὲ σχισθῆ. Μόνον οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀποσχισθῆ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Γιὰ τὴν κίνησι ὅμως μὲ σκοπὸ τὴν ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν» αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ διατυπώσουμε δύο σημεῖα, ἐν σχέσει μὲ τὴν πραγματικὴ σημασία τοῦ χωρίου ποὺ μελετᾶμε.
Τὸ πρῶτο σημεῖο εἶναι ὅτι δὲν πρέπει νὰ γίνεται λόγος γιὰ μία ἁπλῆ ἕνωσι τῶν «Ἐκκλησιῶν» σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἕνωσι μερικῶν συνεργαζομένων θρησκευτικῶν σωματείων, ἀλλὰ γιὰ ἑνότητα πίστεως, γιὰ ἑνότητα ἐν Χριστῷ. Ὅσοι μὲ τὴν ἄσκησι καὶ τὴν μετάνοια βιώνουν τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἑνώνονται καὶ μεταξύ τους. Στὸ σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται καὶ ἡ δυσκολία. Διότι ξέρουμε καλὰ ὅτι οἱ Παπικοὶ ταυτίζουν τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια μὲ τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ διδάσκουν ὅτι οἱ ἄνθρωποι μετέχουν τῶν κτιστῶν ἐνεργειῶν. Ἐνῶ διδασκαλία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, ἀπὸ τὴν πείρα τους, εἶναι ὅτι μετέχουμε τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ.
Τὸ δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι στὸν διάλογο γιὰ τὴν ἕνωσι πρέπει νὰ συμμετέχουν σύγχρονοι ἅγιοι Πατέρες, ποὺ θεωροῦν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχουν προσωπικὲς ἐμπειρίες θεώσεως, ποὺ ἔχουν ἔτσι κοινωνία μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους Πατέρας καὶ ἑπομένως ἐκφράζουν ἀλάνθαστα τὴν συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτὴν τὴν ἕνωσι καὶ αὐτὸν τὸν διάλογο ἡ Ὀρθοδοξία ὄχι μόνον δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθῆ, ἀλλὰ τὴν ἔχει συνεχὲς αἴτημα προσευχῆς.»
Θεόδωρος Σ.

Chatzigeorgiou George είπε...

Ο Πάπας είναι μέγας αιρεσιάρχης που κρατάει εκατομμύρια ανθρώπους ομήρους του διαβόλου και τους οδηγεί στην απώλεια. Ο παπισμός είναι τεράστια ΑΙΡΕΣΗ. Μέσα στην αίρεση του παπισμού βρίσκονται δεκάδες αιρέσεις. Δυστυχώς η κορωνίδα των παθών που είναι η υπερηφάνεια και μάλιστα η εωσφορική υπερηφάνεια οδήγησε την δύση στην πνευματική καταστροφή. Πρώτα με τον παπισμό, στην συνέχεια με τον προτεσταντισμό και τέλος με τον διαφωτισμό και την άρνηση της μεταφυσικής που οδήγησε στον θάνατο του θεού. Οι προτεστάντες μίσησαν τον παπισμό, τις πλάνες και κακοδοξίες του και αντί να επιστρέψουν στην εκκλησία και στην ορθοδοξία που είναι η αποκεκαλυμμένη αλήθεια του θεού δημιούργησαν δικές τους πλάνες. Στην συνέχεια ήρθε η αναγέννηση και ο διαφωτισμός, η ανάπτυξη των φυσικών επιστήμων και ο θάνατος του θεού κατά τον Νίτσε. Ποιόν Θεό όμως μίσησε ο δυτικός κόσμος; Φυσικά τον Θεό του μεσαίωνα που προερχόταν από τις παπικές πλάνες. Ο Παπισμός είναι εφεύρεση των δαιμόνων που περιέχει πλήθος αιρέσεων όπως το actus purus, το φιλιόκβε, η μαριολατρεία, το καθαρτήριο πυρ, τα συγχωροχάρτια , το πρωτείο, το αλάθητο, η άσπιλος σύλληψις της Θεοτόκου, ο δεσποτισμός του πάπα Ρώμης, η αντικανονική χειροτονία και ύψωσις του κλήρου, η υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, η κακοποίηση των μυστηρίων του βαπτίσματος, χρίσματος ευχελαίου και θείας κοινωνίας, η ικανοποίση της θείας δικαιοσύνης από πλευράς του μετανοούντος στο μυστήριο της μετανοίας και ιεράς εξομολόγησης, η λανθασμένη αντίληψη και ερμηνεία του προπατορικού αμαρτήματος και αμέτρητες άλλες. Ο παπισμός δεν έχει χάρη Αγίου πνεύματος, μυστήρια και αποστολική διαδοχή. Είναι ΑΙΡΕΣΗ. Η ορθοδοξία είναι η μόνη αλήθεια και η μία και μοναδική εκκλησία που δημιούργησε ο Χριστός μας. Είναι μία, Αγία, καθολική και Αποστολική. Δεν έχει διαιρεθεί και τεμαχιστεί όπως κηρύττουν κάποιοι επηρεασμένοι από την θεωρία των κλάδων. Ο Χριστός μας διαιρείται; Όχι βέβαια. Η εκκλησία του Χριστού είναι μία, Αγία, καθολική και Αποστολική. Έξω από την εκκλησία βασιλεύει ο Άδης των αιρέσεων και των σχισμάτων. Όμως η εκκλησία αγωνίζεται να βοηθήσει τους ανθρώπους που βρίσκονται εξω απο αυτήν να επιστρέψουν εν μετανοια. Δεν χρειάζεται φανατισμός, φωνές, κραυγές, κλπ. Προσευχή χρειάζεται για να βοηθήσει ο Θεός να επιστρέψουν οι εκτός εκκλησίας αδελφοί μας στην εκκλησία του Χριστού.