Τὸ ζήτημα τῆς ἐνδυμασίας
«Μὴ μεριμνᾶτε …τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε.…περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε;» (Ματθ. 6,25,28)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου
Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. Ματθ. 6,22-33), ἀγαπητοί μου, μιλάει γιὰ τὸν ἄνθρωπο,
γιὰ τὶς ἀνάγκες του· τὶς πνευματικές, ἀλλὰ καὶ τὶς ὑλικὲς – σωματικές. Γιατὶ ὁ
ἄνθρωπος δὲν εἶνε ὅπως οἱ ἀσώματοι ἄγγελοι· εἶνε καὶ σάρκα, χρειάζεται ὀξυγόνο,
τροφή (φαγητὸ καὶ ποτό), στέγη, ἐνδυμασία. –Καὶ γι᾽ αὐτά, θὰ πῆτε, ἐνδιαφέρεται
ὁ Θεός; Βεβαίως. Καὶ ἀπόδειξις εἶνε, ὅτι ἡ θεία πρόνοια φρόντισε νὰ ὑπάρχουν
αὐτὰ ἐδῶ στὴ Γῆ, ἐνῷ στὴ σελήνη καὶ σὲ ἄλλους πλανῆτες δὲν ὑπάρχουν. Ἐδῶ
διατηρεῖ ἀτμόσφαιρα, γεμίζει τοὺς κάμπους στάχυα, συλλέγει νερὸ σὲ δεξαμενές,
παράγει φυτικὲς ὗλες (βαμβάκι, λινάρι) γιὰ τὴν ἐνδυμασία μας… Χωρὶς αὐτὰ
μποροῦσε νὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ Γῆ; Μόνο ἐδῶ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀναγκαῖες
συνθῆκες γιὰ τὴ ζωή. Καί, μὲ τὰ σύγχρονα μέσα καλλιεργείας ἀλλὰ καὶ μὲ μιὰ
δικαία κατανομὴ τῶν ἀγαθῶν, αὐτὴ ἡ Γῆ μπορεῖ νὰ θρέψῃ διπλάσιο καὶ τριπλάσιο
πληθυσμό!
Ἐνδιαφέρεται λοιπὸν ὁ Θεός. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δὲν πιστεύουν στὴν θεία πρόνοια καὶ βασανίζονται. Αὐτὸ δὲν τὸ θέλει ὁ Κύριος. Νὰ φροντίζουμε γιὰ τὶς ἀνάγκες μας ναί, ἀλλὰ ὄχι μὲ ἀγωνία. Σήμερα ὁ κόσμος ἀγωνιᾷ γιὰ ὅλα· γιὰ τὴν εἰρήνη, τὴν ἐνέργεια, τὸ κλίμα, τὴ ζωή, τὴν ὑγεία, τὴ διατροφή, τὴν περιουσία, τὴν ἐνδυμασία του· τί θὰ φᾶμε, τί θὰ πιοῦμε, τί θὰ ντυθοῦμε!…· νά ἡ ἀγωνία του.
Γιὰ τὸ φαγητό, τὸ πιοτὸ καὶ τὶς καταχρήσεις, ποὺ γίνονται, καὶ γιὰ τὰ ἄλλα δὲν θὰ πῶ τώρα. Θὰ πῶ μόνο λίγα λόγια γιὰ τὴν ἐνδυμασία μὲ ἀφορμὴ τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου «Μὴ μεριμνᾶτε …τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε» καὶ «περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε;» (Ματθ. 6,25,28). Τί θὰ φορέσουν οἱ ἄνθρωποι!
* * *
Ἡ ἐνδυμασία, ἀγαπητοί μου, –κανείς δὲν τὸ ἀρνεῖται– εἶνε μία ἀνάγκη.
◊ Ὁ ἄνθρωπος εἶνε ὁ μόνος ἀπ᾽ ὅλα τὰ ζῷα
ποὺ γυμνὸς πέφτει ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του καὶ «γυμνὸς» κατεβαίνει στὸν
τάφο. Ὅλα τ᾽ ἄλλα γεννιῶνται ντυμένα μονίμως μὲ τὸ δέρμα τους· βλέπεις τὸ ζῷο
καὶ βρέχεται, ἀλλὰ ἔχει τὸ «ἀδιάβροχό» του· ἂς πέφτῃ νερό, δὲν τὸ πειράζει. Τὸν
ἄνθρωπο ὅμως ὁ Πλάστης τὸν ἔκανε μὲ δέρμα λεπτό, γιὰ νὰ εἶνε αὐτὸ τρόπον τινὰ
τὸ ῥαντὰρ ποὺ μὲ τοὺς πόρους του τὸν «εἰδοποιεῖ» γιὰ τὶς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος
(ψῦχος, θερμότης, ὑγρασία, ξηρασία…). Ἀφήνω ὅμως τὸ θέμα αὐτό, στὸ ὁποῖο ἐκ
πρώτης ὄψεως φαίνεται νὰ μειονεκτῇ ὁ ἄνθρωπος ἐν συγκρίσει μὲ τὰ ζῷα –ἐνῷ ἀντιθέτως
πλεονεκτεῖ καὶ φαίνεται ἐδῶ θαυμάσια ἡ σοφὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ γι᾽ αὐτόν. Ὁ ἄνθρωπος
λοιπὸν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἐνδυμασία, γιὰ νὰ προφυλάσσεται ἀπὸ τὶς δυσμενεῖς ἀτμοσφαιρικὲς
μεταβολές. Αὐτὴ εἶνε ἡ μία χρησιμότης τοῦ ἐνδύματος, ἡ ὁποία καλύπτει μία
φυσικὴ ἀνάγκη.
Ἡ ἄλλη χρησιμότης καλύπτει τὴν ἠθικὴ
ἀνάγκη, ποὺ ἀνέκυψε στὴ ζωὴ τῶν πρωτοπλάστων μετὰ τὴν πτῶσι καὶ τὴν ἔξωσι ἀπὸ
τὸν παράδεισο. Στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς τους ἦταν γυμνοὶ διότι ἦταν ἀθῷοι. Ἦταν ὅπως
τὰ νήπια, ποὺ παίζουν στὴν αὐλὴ μαζὶ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ χωρὶς νὰ
πονηρεύωνται, ἀθῷα σὰν ἀγγελούδια, ἀλλὰ μόλις μεγαλώσουν λίγο ἀρχίζει ἡ πονηρία.
Καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὅσο ἦταν ἀθῷος, δὲν ἔνιωθε ντροπὴ ποὺ ἦταν γυμνός· ὅταν ὅμως ἁμάρτησε
καὶ μπῆκε στὴν ψυχή του ἡ πονηριά, τότε μόνος του ἔνιωσε τὴν ἀνάγκη νὰ
σκεπαστῇ (βλ. Γέν. 3,7). Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν ὑπάρχει τὸ ῥοῦχο, γιὰ νὰ προστατεύῃ τὴν
αἰδῶ, τὴ ντροπή.
Ἀλλὰ τί ἔκανε ὁ ἄνθρωπος; Πῆρε τὸ ἔνδυμα,
ποὺ εἶνε φυσικῶς καὶ ἠθικῶς ἀναγκαῖο, –ἐδῶ εἶνε τὰ δύο ἐγκλήματα τῆς μόδας– καὶ
τὸ ἔκανε ἢ μέσον ἐγωκεντρικῆς ἐπιδείξεως, ἢ πέτρα γενετησίου σκανδάλου, ἢ καὶ
τὰ δύο μαζί.
Τὸ ἔνδυμα γίνεται πρῶτον μέσον ἐγωκεντρικῆς
ἐπιδείξεως. Ἀντὶ ὁ θνητὸς νὰ καλύψῃ τὰ μέλη του μὲ λίγο ἁπλὸ ὕφασμα,
κατασκευάζει ὑφάσματα βαρύτιμα καὶ ἐνδύματα πολυτελῆ ποὺ κοστίζουν ποσὰ ἀμύθητα.
Στὸν πειρασμὸ αὐτὸν ὑποκύπτουν περισσότερο οἱ γυναῖκες· τρέχουν σὲ καταστήματα
νεωτερισμῶν, ἀναζητοῦν μοδίστρες στὸ ἐσωτερικὸ ἀλλὰ καὶ στὸ ἐξωτερικό, ῥάβουν
καὶ ἀλλάζουν ἀμέτρητες τουαλέττες, προκαλοῦν καὶ ἐρεθίζουν μὲ τὴ σπατάλη τοὺς ἐνδεεῖς,
ποὺ μένουν γυμνοὶ λόγῳ φτώχειας. Ἡ πολυτέλεια καὶ ἡ σπατάλη γύρω ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία
εἶνε ἁμαρτία καὶ ματαιότης. Καμμιά γυναίκα, λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα, ὅσο ὄμορφα
καὶ ἂν ντυθῇ, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ φτάσῃ τὴν ὀμορφιὰ ποὺ ἔχουν «τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ»
(βλ. Ματθ. 6,28-29). Τὰ ντύνει ὁ Θεὸς μὲ στολὲς ἀνώτερες ἀπὸ αὐτὲς ποὺ φοροῦν
πριγκίπισσες καὶ βασίλισσες.
Τὸ ἔνδυμα δεύτερον γίνεται πέτρα
γενετησίου σκανδάλου, μέσο σεξουαλισμοῦ. Ἀντὶ ἡ γυναίκα νὰ σκεπάσῃ τὸ σῶμα
της, βγάζει τὸ ῥοῦχο της καὶ βάζει φωτιὰ νὰ κάψῃ τὸν κόσμο. Ὁ σατανᾶς ἀπὸ καιρὸ
πῆρε ψαλίδι, πλησίασε τὴ γυναῖκα καὶ ἄρχισε νὰ τῆς κονταίνῃ τὰ μαλλιά, τὰ
μανίκια, τὰ φουστάνια. Κατήντησε ἔτσι νὰ περπατάῃ σήμερα σχεδὸν γυμνὴ στὸ
δρόμο, στὴν πλατεῖα, στὰ μέσα συγκοινωνίας, στὶς πλάζ, μέχρι καὶ στὰ σχολεῖα καὶ
στὰ δικαστήρια… Γύμνια παντοῦ, ἀκόμη –ὦ Θεέ μου– καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία! ἐκεῖ
ποὺ καὶ οἱ ἄγγελοι κατακαλύπτουν τὰ πόδια καὶ τὰ πρόσωπά τους ! Αὐτὸ εἶνε ἀπαράδεκτο.
Ὄχι μόνο οἱ γυναῖκες ἀλλὰ καὶ οἱ ἄντρες
πρέπει νὰ ἐκκλησιάζωνται σεμνά. Πῆγα σὲ μιὰ ἐκκλησία καὶ εἶδα κάποιον μὲ
κοντομάνικο. –Ἔλα ᾽δῶ, παιδάκι μου, τοῦ λέω· ποῦ εἶνε τὸ σακκάκι σου; –Τό ᾽χω
στὸ σπίτι. –Νὰ φύγῃς, νὰ πᾷς νὰ τὸ φορέσῃς καὶ νά ᾽ρθῃς. Πῆγε πράγματι στὸ
σπίτι καὶ ἦρθε μὲ τὸ σακκάκι του. Εἶνε ντροπὴ νὰ ἐκκλησιάζωνται μὲ τὰ
κοντομάνικα. Πρέπει νὰ πέσῃ κόσκινο.
Στὸ Εὐαγγέλιο διαβάζουμε, ὅτι κάποιος
νέος ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ δαίμονος ἔσχιζε τὰ ῥοῦχα του καὶ παρουσιαζόταν γυμνός
(βλ. Λουκ. 8,27)· εἶχε τὸ δαιμόνιο τοῦ γυμνισμοῦ. Ὁ διάβολος τὸν ἔβαζε νὰ σχίζῃ
τὰ ῥοῦχα του. Ἀλλ᾽ ὅταν ὁ Χριστὸς ἔβγαλε τὸ δαιμόνιο, τότε καθόταν κοντὰ στὸ
Χριστὸ «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν» (βλ. ἔ.ἀ. 8,35). Κοντὰ στὸ διάβολο ἦταν
γυμνός, κοντὰ στὸ Χριστὸ ἦταν «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν»· ἔτσι λέει τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα δαιμόνια ποὺ
ταράζει τὴν ἐποχή μας εἶνε τὸ δαιμόνιο τοῦ γυμνισμοῦ. Αὐτὸ θὰ εἶνε ὁ τάφος τῆς ἀνθρωπότητος.
Εἴμαστε στὴν ἀρχὴ ἀκόμα. Τί θὰ δοῦν τὰ ματάκια μας, εἶνε ἀπερίγραπτο.
Θὰ μοῦ πῇς· –Εἶσαι αὐστηρός! Σοῦ ἀπαντῶ.
Ποιά θεωρεῖς πιὸ ἐξελιγμένη (δηλαδὴ πιὸ διεφθαρμένη) πόλι; Τὸ Παρίσι; Μπορεῖ ἐκεῖ
ἡ γυναίκα νὰ κυκλοφορῇ γυμνὴ στὰ καμπαρέ, στὰ κέντρα διασκεδάσεως καὶ παντοῦ νὰ
γίνωνται ὄργια. Ἀλλ᾽ ὅταν πᾷς στὴ μεγάλη ἐκκλησία τους, στὴν Παναγία τῶν
Παρισίων, ἐκεῖ καὶ ἡ βασίλισσα νὰ πάῃ, καὶ ἡ κόρη τοῦ προέδρου τῆς δημοκρατίας
νὰ πάῃ, ἂν δὲν εἶνε σκεπασμένη, ὁ θυρωρὸς τῆς ἐκκλησίας δὲν θὰ τὴν ἀφήσῃ νὰ
περάσῃ μέσα. Μάλιστα, ἀγαπητέ μου. Τί μοῦ λὲς λοιπὸν ὅτι ἐγὼ εἶμαι αὐστηρός;
Στὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν μεγαλύτερο σεβασμὸ ἀπὸ ἐμᾶς ἐδῶ, ποὺ ἄντρες – γυναῖκες
μπαίνουν στοὺς ναοὺς κατ᾽ αὐτὸ τὸν τρόπο.
–Τί νὰ κάνουμε; θὰ μοῦ πῇς. Νὰ βάλουμε
τάξι. Ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος στὴ Φλώρινα ἔχω ἑκατὸ περίπου ἐκκλησίες. Σὲ καμμιά γυναῖκα
δὲν ἐπιτρέπω νὰ περάσῃ μέσα γυμνή. Κι ὅταν ἔρχωνται προσκυνηταὶ ἀπὸ μακριά, τὸ
ξέρουν καὶ συμμορφώνονται· παίρνουν μαζί τους τὴ ζακέττα γιὰ νὰ μποῦν. Δὲν τὸ
λέω γιὰ νὰ καυχηθῶ. Κανένας δὲν μπαίνει μέσα ἄσεμνα, οὔτε ἄντρας οὔτε γυναίκα.
Μέχρις ὅτου ὅμως γίνῃ ἐνημέρωσις, κρίνω μὲ ἐπιείκεια. Κάποτε δὲν θὰ πρέπῃ νὰ ἐπικρατήσῃ
τάξις καὶ εὐπρέπεια; Νὰ μείνουμε μέσ᾽ στὴν ἐκκλησία «ὅσοι πιστοί» (θ. Λειτ.), ἄντρες
– γυναῖκες, νὰ λατρεύουμε τὸ Θεὸ «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» (Ἰω. 4,23-24).
* * *
Τελείωσα, ἀδελφοί μου. Διάβασα κάτι στὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος
εἶνε προφήτης. Τί εἶπε λοιπὸν ὁ προφήτης αὐτός, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, πρὶν ἀπὸ
διακόσα χρόνια; Ἂν δὲν θέλετε ν᾽ ἀκούσετε ἐμένα, ἀκοῦστε αὐτόν, τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό.
Κάποιος τὸν ῥώτησε· –Πότε θὰ γίνῃ ἡ συντέλεια τοῦ αἰῶνος; πότε θὰ φτάσῃ τὸ
τέλος τοῦ κόσμου; Πολλὰ εἶνε τὰ σημάδια. Ἔρχεται σκούπα ἠλεκτρική, ποὺ θὰ σαρώσῃ
τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ποιά εἶνε τὰ σημάδια ποὺ ἔρχονται; τί εἶπε αὐτὸς ὁ ἅγιος;
–Ὅταν δῆτε τὶς γυναῖκες γυμνὲς στὸ δρόμο, τότε πλησιάζει τὸ τέλος τοῦ κόσμου.
Σᾶς εἰδοποιῶ, ἀγαπητοί μου, ἱερεῖς καὶ
λαϊκοί· κλεῖστε τὶς πόρτες τῶν ναῶν, καθαρισθῆτε, μετανοῆστε, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσῃ
ὁ Θεός, ὁ μέγας Θεὸς τῶν Χριστιανῶν· ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου