Δημοτικό, του Λαζάρου
«Θεέ μου πόσο
παράξενοι είν οι δικοί μας τόποι/
θλιμμένα τα τραγούδια
μας, μα γελαστοί οι ανθρώποι»
Δ.Αποστολάκης-Χαίνηδες
παρά, στέκεσαι και κοιτάς τα παλιά σάβανα σου
και φεύγουν απ τα μάτια σου σμήνος τα νυχτοπούλια
μαύρα πουλάκια της φυγής, μαύρα πουλιά της μνήμης.
οπού ήρθαν λαουτιέρηδες κι ωραίοι βιολιτζήδες
και κουβαλούν ψηλά βουνά και κάμπους ανθισμένους
την ομορφιά του κόσμου μας Λάζαρε κουβαλούν.
κι ένας στην μέση τον χορό περήφανα έχει πιάσει
και κάθε τόσο χαστουκά την γης με την παλάμη
έλα να ακούσεις Λάζαρε, το κέφι να σου φτιάξει.
και τα λαγούτα σκέβρωσαν και τα βιολάκια επάψαν
κι ο χορευτής ο πρώτος τους λεβέντης και ασίκης
την γή δεν ξαναχτύπησε μήτε πήδους σκαρώνει.
και από πού μας ήρθες
και σε φοβούνται οι μουσικές;
κι αν τραγουδήσω τους σκοπούς εκείνου του άλλου κόσμου
θα μαραθούν τα ανθάκια σας και τα ψηλά βουνά σας.
Αφήσετε με το λοιπόν, κι αλλού να τραγουδήστε.
στίχους σαν θα σκαρώνετε και χορευτούς σκοπούς,
ανάμεσα στα όνειρα και στις χαρές του κόσμου,
τα δύο μου μάτια κάποτε να τρέχει ο λογισμός σας:
σύννεφα μές στους ουρανούς, πετρούλες μες τους κάμπους.
Λόγοι να τραγουδήσετε, λόγοι για να σιωπάτε.
Μαύρα πουλάκια της φυγής, μαύρα πουλιά της μνήμης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου