ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ ΛΟΥΚΑ
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ (Λουκ. 17, 12-19)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας στην Αγ. Ειρήνη Πρέβεζας, στις 15/1/2006)
Ο πόνος ενώνει
Το σημερινό Ευαγγέλιο μας μιλά για δέκα λεπρούς που η αρρώστια τούς είχε ενώσει και είχαν αποτελέσει μία καλή παρέα. Και μάλιστα στην καλή αυτή παρέα υπαγόταν και ένας Σαμαρείτης. Που θεωρείτο εχθρός του έθνους τους. Ή κάτι ακόμη χειρότερο. Έτσι ήταν οι Σαμαρείτες για τους Εβραίους. Ούτε «καλημέρα» δεν έλεγαν όταν συναντιόντουσαν.
Όμως οι δέκα λεπροί είχαν γίνει μια γροθιά. Τι σημαίνει αυτό; Ήξεραν να έχουν κατανόηση, αγάπη και συμπόνια ο ένας στον άλλο. Να ένας πνευματικός πλούτος. Κάποια μέρα, άκουσαν ότι περνά από εκεί ο Χριστός. Έτρεξαν όλοι μαζί και στάθηκαν μακριά. Γιατί στάθηκαν μακριά; Αξίζει να το προσέξουμε. Και σίγουρα θα πούμε: «Μα τι θαυμάσιοι άνθρωποι ήταν αυτοί οι δέκα λεπροί». Γιατί ήταν θαυμάσιοι; Η όψη τους ήταν αποκρουστική. Όταν την έβλεπες, αισθανόσουν τον εσωτερικό σου κόσμο να ταράζεται τόσο πολύ, που για μέρες δεν είχες όρεξη ούτε να φας, ούτε να κοιμηθείς, ούτε να γελάσεις, ούτε τίποτε. Τέτοια ήταν η εξωτερική τους αθλιότητα!
Στάθηκαν λοιπόν μακριά, από ευλάβεια στον Χριστό και σεβασμό στους άλλους ανθρώπους. Πράγματα που μερικές φορές δεν τα προσέχουμε. Δεν φερόμαστε στους άλλους, μικρότερους η μεγαλύτερους, με σεβασμό, αγάπη, τιμή.
Είναι δύσκολο το «ευχαριστώ»;
Και ενώ ήταν μακριά, άρχισαν να φωνάζουν: «Ιησού, Υιέ Δαυΐδ, ελέησον ημάς». Το «ελέησον», σημαίνει «λυπήσου μας». Ο Χριστός δεν χρειάστηκε να τους πει «τι θέλετε να κάνω»; Κατάλαβε αμέσως και τους είπε: «Πηγαίνετε να σας δουν οι ιερείς». Γράφει η Παλαιά Διαθήκη, ότι όταν ένας λεπρός γίνει καλά, ή αν κάποιος έχει την υποψία ότι είναι λεπρός, να πάει να τον δει ο ιερέας και αυτός να γνωματεύσει, αν υπάρχει ή όχι πρόβλημα.
Οι λεπροί, ξεκίνησαν αμέσως. Η ενέργειά τους αυτή δείχνει ότι είχαν πίστη. Δέν είπαν: «Μπα! Τι μας λέει; Περίπατο θα κάνουμε. Πρώτα να γίνουμε καλά και μετά θα ξεκινήσουμε». Μήπως τους είχαν δίπλα τους τους ιερείς; Εκείνη την εποχή, οι ιερείς ήταν στην Ιερουσαλήμ. Έπρεπε να κάνουν δρόμο. Ξεκίνησαν οι λεπροί και στη μέση του δρόμου διαπίστωσαν ότι είχαν γίνει καλά. Ὁ ένας έβλεπε τον άλλο να έχει γίνει καλά. Δεν ήταν πια οι ταλαίπωροι άνθρωποι με την φρικτή αρρώστια. Μα όταν το είδαν, άρχισαν οι διχογνωμίες:
-Γίναμε καλά! Πάμε σπίτια μας!
-Βρε δεν είναι σωστό. Να γυρίσουμε να πούμε ένα «ευχαριστώ» σ’ αυτόν που μας γιάτρεψε.
-Έλα καϋμένε. Θα κάνουμε τώρα τόσο δρόμο για το «ευχαριστώ»; Έχουμε καιρό για χάσιμο; Τον συναντάμε άλλοτε και του το λέμε...
Το βρήκαν λογικό οι εννέα και τράβηξαν για τα σπίτια τους. Μα ένας από αυτούς –Σαμαρείτης ήταν- δεν τους μιμήθηκε. Γύρισε, έψαξε, βρήκε τον Χριστό και του είπε: «Ευχαριστώ. Ευχαριστώ». Τον ρώτησε ο Κύριος:
-Καλά, δεν είσαστε δέκα; Οι άλλοι που είναι; Δεν μπορούσαν κι’ αυτοί, να κάνουν μια μικρή παρέκκλιση, να έλθουν εδώ, να με βρουν, να μου πουν «ευχαριστώ» και μετά να πάνε στη δουλειά τους;
Έχουμε ένα κακό εμείς οι άνθρωποι... Όταν μας λείπει κάτι, χαλάμε τον κόσμο να το βρούμε. Όταν το βρούμε όλα καλά. Και ποιό είναι το πιο κακό από όλα; Μια νοοτροπία που κυβερνά τα συναισθήματά μας, τις πράξεις μας και τις ενέργειές μας. Ποιά νοοτροπία; Ας το αναλύσουμε λίγο.
Λέει ένα σλόγκαν της σύγχρονης εποχής: «πάνω από όλα η υγεία». Όμως, δεν είναι έτσι. Εκείνων των δέκα τους έλλειπε η υγεία καί έψαχναν να την βρουν. Όταν την βρήκαν και την διαπίστωσαν –χειροπιαστή πραγματικότητα- είναι φυσικό να γέμισαν χαρά, χαρά, χαρά. Απέραντη χαρά. Όμως δεν σκέφθηκαν σοβαρά: «ποιός μας την έδωσε»; «Πιο είναι το πρώτο μας χρέος»; Αγνόησαν τα ερωτήματα αυτά. Πήραν άλλους δρόμους. Έτσι οι άνθρωποι αυτοί έδειξαν πνευματική φτώχεια. Γιατί ο πλούτος ο πνευματικός είναι: Αγάπη, αναγνώριση, τιμή, ευγνωμοσύνη σ’ εκείνον που μας έκανε «ένα κουκουτσάκι» καλό. Και αν πάνω από όλα είναι, όπως νομίζουν, η υγεία, πως θα έπρεπε να φερθούν σ’ αυτόν που τους έδωσε το «πάνω από όλα»; Αφού λοιπόν δεν εκδήλωσαν την ευγνωμοσύνη τους, απέδειξαν ότι ήταν απελπιστικά φτωχοί. Εσωτερικά βέβαια, πνευματικά.
Να μας πιάνει αγωνία
Επανερχόμαστε στο «πάνω από όλα η υγεία». Αλλά η σωστή η ρεαλιστική τοποθέτηση λέει: Το σώμα έχει μια προθεσμία. Το πόδι, το μάτι, το χέρι έχουν μια προθεσμία. Έρχονται τα γηρατειά, και τίποτε πια δεν δουλεύει καλά. Κάποια στιγμή όλα τα μέλη μας θα ακυρωθούν. Θα παύσουν να έχουν στο σύνολό τους αξία για τον άνθρωπο. Μια μέρα θα ρίξει πάνω στο σώμα ο παπάς μια φτυαριά χώμα και λίγο λάδι και θα πει: «γη ει και εις γην απελεύση». «Τελείωσε η αποστολή σου». Αλλά για τον άνθρωπο δεν τελείωσε η αποστολή του. Ανοίγει από εκεί και πέρα άλλος δρόμος, άλλες προοπτικές, άλλη ζωή. Αιώνια ζωή. Μα όταν γι’ αυτή την αιώνια ζωή, ο άνθρωπος δεν κάνει τις πρέπουσες φροντίδες και μέριμνες;
Όταν δεν την σκέπτεται όσο πρέπει καλά; Όταν την βάζει σε δεύτερη μοίρα από το σώμα; Ο άνθρωπος αυτός έχει μυαλό σωστό; Δεν έχει! Ή έχει λίγο. Λιγότερο από ότι πρέπει.
Γι’ αυτό είπε ο Χριστός: «Ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ»; Λίγο ήταν αυτό που πήραν; Γιατί το είπε και το έγραψαν οι ευαγγελιστές; Γιατί το διαβάζουμε; Για να ανοίγουν τα μάτια του νου και της καρδιάς μας και να καταλαβαίνουμε ποιό είναι το πρώτο και ποιό είναι το δεύτερο. Τι πρέπει να προτιμάμε και τι να κάνουμε. Και όταν διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε μυαλό, σκέψη και νοοτροπία όπως μας την υποδεικνύει το φως του κόσμου ο Χριστός, να μας πιάνει αγωνία για τον εαυτό μας.
Υπακοή. Όχι ερωτήσεις
Ήταν κάπου ένα λεπροκομείο. Τότε που η λέπρα ήταν ανίατη. Ανάμεσα στους ασθενείς, ξεχώριζε κάποιος, γιατί όλη μέρα σκοτωνόταν να βοηθά τους άλλους. Είχε λίγο γερό σώμα. Από το πρωί μέχρι το βράδυ, δούλευε. Τον ρώτησαν:
-Με όλα αυτά που κάνεις, κουράζεσαι τόσο πολύ! Είσαι και της Εκκλησίας από ότι φαίνεται...
-Για την αγάπη του Θεού τα κάνω όλα. Πιστεύω ότι όσο ζω, πρέπει να κάνω και εγώ κάτι, για τους ανθρώπους που πονούν σαν και μένα.
-Καλά. Αφού πιστεύεις στο Θεό, όταν θα σταθείς μπροστά του, δεν του κάνεις καμιά ερώτηση;
-Σαν τι ερώτηση νά κάνω εγώ του Θεού;
-Να του πεις: «Θεέ μου, το διαπίστωσες, ότι είχα τόσο καλή διάθεση, να σκοτώνομαι, να κάνω του κόσμου τις δουλειές και τις θυσίες για τους άλλους... Γιατί λοιπόν δεν μου έδινες υγεία, να έκανα ακόμη περισσότερα»;
-Δεν πρόκειται να ρωτήσω τέτοια πράγματα τον Θεό!
-Γιατί;
-Διότι ἡ σχέση μου και η θέση μου με τον Θεό, δεν είναι να του κάνω ερωτήσεις, ούτε να του ζητάω τον λόγο. Η δική μου σχέση και θέση απέναντι του Θεού, είναι να τον ακούω και να κάνω εκείνο που μου λέει. Και αν με ρωτά, τότε να του απαντώ. Με ταπείνωση, με αγάπη, με πίστη και με υπομονή.
Ερώτημα: Όποιος σκέπτεται κάπως έτσι, δεν πιο υγιής από εκείνον που είναι υγιέστατος στο σώμα;
Δεν είναι προτιμότερο νά σκεπτόμαστε περισσότερο και πιο σωστά, για την αιώνια ύπαρξή μας και για τον Θεό, από όσο σκεπτόμαστε για το πόδι, το μπράτσο, το στομάχι μας; Είναι χίλιες φορές προτιμότερο να είναι ο άνθρωπος σωστός στην ψυχή και στα μυαλά, παρά σε μερικά μέλη του σώματος του. Τι θέλουμε να πούμε; Να προσέχουμε, εμείς που νομίζουμε πως βλέπουμε τα πράγματα πιο καλά. Πολλούς που τους καταδικάζουμε και τους θεωρούμε άξιους για περιφρόνηση, μπορεί να είναι πιο καλοί από μας. Έχουμε δουλειά να κάνουμε. Να ανοίξουμε τα μάτια μας να βλέπουμε πιο καλά και πιο σωστά, για πόσα πρέπει νά ευχαριστούμε τον Κύριο. Και πόσο να τον ευχαριστούμε.
Βέβαια άνθρωποι είμαστε. Μας αρέσει να έχουμε υγεία, δύναμη, πλούτο. Μακάρι να δώσει ο Θεός να έχουμε όλοι. Είναι πολύτιμα αγαθά για την παρούσα ζωή. Μόνο να μη ξεχνάμε ποτέ ότι ο Θεός με το στόμα της μεγάλης προφήτιδας και διδασκάλου και ευεργέτιδος όλου του κόσμου, της Αγίας Μαρίας, της Μητέρας του Κυρίου λέγει: «καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς».
Άμα δεν πάνε καλά στα μυαλά, τους σαρώνει ο Θεός εκείνους που είναι και υγιείς και δυνατοί και πλούσιοι. Στη θέση τους βάζει ταπεινούς. Ούτε τον κόσμο, αλλά ούτε και τη ζωή μου θα κυβερνήσω εγώ, έστω και αν έχω υγεία, δύναμη, πλούτο. Τον κόσμο, τον κυβερνά ο Θεός.
Η μεγαλύτερη σοφία είναι να στέκω απέναντι του Κυρίου, στη θέση που πρέπει και σωματικά και με τα μυαλά και με το περιεχόμενο της καρδιάς μου. Αμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου