Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου (῾Ρωμ.
13,11 – 14,4)
Η ΜΕΘΗ ΤΟΥ ΑΛΚΟΟΛ
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π.
Αυγουστίνου Καντιώτου
«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως
περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις» (῾Ρωμ. 13,13)
Τί γλυκὰ καὶ οὐράνια εἶνε, ἀδελφοί μου, ὅσα μᾶς συμβουλεύει σήμερα,
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, ὁ ἀπόστολος Παῦλος! (῾βλ. Ρωμ. 13,11 – 14,4).
Μᾶς φιλοτιμεῖ ν᾽ ἀγωνιστοῦμε, γιατὶ αὔριο εἶνε Καθαρὰ Δευτέρα. Μᾶς καλεῖ νὰ προπονηθοῦμε,
ὅπως οἱ ἀθληταί, τώρα ποὺ ἑτοιμαζόμαστε νὰ μποῦμε στὸ στάδιο τῆς ἁγίας καὶ
μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μᾶς κάνει νὰ σκεφτοῦμε μὲ σοβαρότητα, ὄχι πιὰ ὡς νεοφώτιστοι
ἀλλὰ ὡς Χριστιανοὶ προχωρημένοι κάπως στὴν ἐπίγνωσι τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι ποὺ
συναισθάνονται καλύτερα τώρα ποιός εἶνε ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας ἐπάνω στὴ γῆ. Μᾶς
ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ χρόνος τρέχει, ὅτι τὸ νούμερο ἐτῶν μας μεγάλωσε. Δὲν εἴμαστε
οὔτε νήπια οὔτε παιδιά· ἡ ἡλικία μας μᾶς ὁδηγεῖ σὲ ἄλλες πιὸ ὥριμες σκέψεις.
Μᾶς ἀπομένουν πλέον λιγώτερα χρόνια ζωῆς.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλησιάζουμε πρὸς τὸ τέρμα, πρὸς τὸν τάφο, εἶνε ἀνάγκη νὰ ἑτοιμαστοῦμε·
νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο, κάθε ἁμαρτία, καὶ νὰ ντυθοῦμε μὲ κατάλληλη
στολή, μὲ τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δυστυχῶς, ἀντὶ μέρα μὲ τὴ μέρα νὰ ἐλαττώνουμε τὸ
φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐμεῖς προσπαθοῦμε τὸ φορτίο νὰ γίνεται μεγαλύτερο
καὶ βαρύτερο. Στὰ ὅσα βαστάζουμε μέχρι τώρα, ἐμεῖς προσθέτουμε καὶ ἄλλες ἁμαρτίες.
Μεταξὺ τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ διαπράττονται τὶς ἡμέρες αὐτὲς πάνω στὴν ἔξαψι τῶν ἐμπαθῶν
ἐπιθυμιῶν καὶ πονηρῶν μεταμφιέσεων, πάνω στὸ φαγοπότι καὶ τὴν κατανάλωσι οἰνοπνεύματος,
εἶνε καὶ ἡ μέθη. Ἐκεῖ καταλήγουν οἱ διασκεδάσεις καὶ τὰ ξενύχτια τώρα τὶς ἀπόκριες.
Γι᾽ αὐτὸ ὁ μέγας Παῦλος φωνάζει σήμερα στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα· «Ὡς ἐν ἡμέρᾳ
εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις…»· νὰ
περπατήσουμε, λέει, τὸ δρόμο τῆς ζωῆς μας ὅπως οἱ ἄνθρωποι στὸ φῶς τῆς ἡμέρας
καὶ ὄχι κάνοντας αἴσχη ποὺ κρύβει τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας, ὄχι δηλαδὴ
συμμετέχοντας σὲ καρναβαλικὲς πομπὲς καὶ μεθύσια, ὄχι μὲ πορνεῖες καὶ ἀσέλγειες…·
καὶ συνεχίζει μὲ ἄλλες ἁμαρτίες ὁ ἀπόστολος (ἔ.ἀ. 13,13). Πλῆθος τὰ νοήματα στοὺς
λίγους στίχους τῆς περικοπῆς αὐτῆς ἀπὸ τὴν πρὸς ῾Ρωμαίους ἐπιστολή, καὶ μεγάλος
ὁ κατάλογος τῶν ἁμαρτημάτων ποὺ γίνονται τὶς ἡμέρες αὐτές. Ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ θὰ
προτιμήσω νὰ πῶ λίγα λόγια γιὰ τὴ μέθη· γιατὶ τὸ πάθος τοῦ ἀλκοολισμοῦ ἔχει
καταντήσει ἕνα χρόνιο νόσημα στὴν πατρίδα μας.
* * *
Ὅπως πᾶμε κινδυνεύουμε ὅλοι νὰ καταντήσουμε ἀλκοολικοί. Μεθοῦν οἱ ἄντρες·
ὄχι μόνο οἱ ἀγράμματοι ἐργατικοί, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ γραμματισμένοι καὶ ἐπιστήμονες,
αὐτοὶ ποὺ θά ᾽πρεπε νὰ δίνουν καλὸ παράδειγμα στὸ λαό. Μεθοῦν τώρα καὶ οἱ γυναῖκες.
Μέχρι τώρα οἱ πελάτες στὶς ταβέρνες ἦταν κατὰ κανόνα ἄντρες· τώρα, ὅπως
μαθαίνω, ἐκεῖ συχνάζουν καὶ γυναῖκες· καὶ πίνουν καὶ μεθοῦν καὶ μετὰ δὲν ξέρουν
τί λένε καὶ τί κάνουν. Ὅπως βαδίζουμε θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ καὶ οἱ μπέμπηδες θὰ
πηγαίνουν στὰ καπηλειά.
Ἀλλὰ ἡ μέθη, τὸ μεθύσι μὲ οἰνοπνευματώδη ποτά, δὲν εἶνε μικρὸ ἁμάρτημα ὅπως
νομίζουν πολλοί· εἶνε ἁμάρτημα σοβαρό, πολὺ σοβαρό. Ἂς ἀπαντήσουμε λοιπὸν στὸ ἐρώτημα·
τί εἶνε μέθη;
● Εἶνε μιὰ προσωρινὴ τρέλλα. Σωστὰ λέει λαός, ὅτι «ὁ τρελλὸς εἶδε τὸ μεθυσμένο
καὶ φοβήθηκε». Περισσότερο δηλαδὴ νὰ φοβᾶσαι τὸ μεθυσμένο παρὰ ἕνα τρελλό. Ὅπως
ὁ τρελλὸς δὲν ἐξουσιάζει τὸ μυαλό του, ἔτσι καὶ ὁ μέθυσος δὲν ἐξουσιάζει
τίποτε. Δὲν ἐξουσιάζει τὸ στόμα του· λέει ὅ,τι τοῦ ἔρθῃ. Τὸ στόμα του γίνεται ἕνας
σωλήνας τοῦ διαβόλου· βλαστήμιες, αἰσχρολογίες, βωμολοχίες, δηλαδὴ
χυδαιολογίες, φλυαρίες, ἀσυναρτησίες, ὅλα αὐτὰ ἀκούγονται ἀπὸ τὸ στόμα ἑνὸς
μεθυσμένου. Δὲν ἐξουσιάζει τὴ γλῶσσα του, δὲν ἐξουσιάζει οὔτε τὰ χέρια του οὔτε
τὰ πόδια του· ἀλλοῦ θέλει νὰ πάῃ καὶ ἀλλοῦ πορεύεται. Μοιάζει μὲ καράβι ποὺ δὲν
ἔχει τιμόνι καὶ ἡ τρικυμία τὸ παρασύρει ὅπου θέλει. Ἡ τρέλλα του τὸν κάνει
γελοῖο μπροστὰ σὲ ὅλους, γίνεται θέατρο γιὰ μικροὺς καὶ μεγάλους.
● Ἡ μέθη καταστρέφει τὴν ὑγεία. Ὁ μέθυσος μοιάζει μὲ σφουγγάρι ποὺ μέρα –
νύχτα εἶνε βουτηγμένο μέσα στὸ κρασί. Ἀλλὰ τὸ οἰνόπνευμα εἶνε δηλητήριο, ποὺ
καταστρέφει τὰ πάντα· στομάχι, νεφρά, συκώτι, καρδιά, νεῦρα, ὅλα τὰ χτυπάει ἀλύπητα
ἡ μέθη. Αὐτὴ φέρνει πρὶν τὴν ὥρα τους τὰ γηρατειὰ καὶ τὸν πρόωρο θάνατο.
Γερνάει πρόωρα ὁ ἀλκοολικός· τὰ χέρια του τρέμουν ὅπως τοῦ γέρου. Καὶ πεθαίνει·
πόσους ἀλήθεια δὲν στέλνει κάθε χρόνο στὸν τάφο τὸ καταραμένο τοῦτο πάθος; Ἡ
μέθη λοιπὸν δὲν εἶνε μόνο τρέλλα, εἶνε καὶ καταστροφὴ τῆς ὑγείας καὶ θάνατος.
● Εἶνε ἀκόμη καταστροφὴ τοῦ σπιτιοῦ τοῦ μεθύσου, τοῦ ἰδίου καὶ τῶν ἀπογόνων
του. Ὁ μέθυσος, ἂν εἶνε οἰκογενειάρχης, σκάβει ὁ ἴδιος τὸ λάκκο τοῦ σπιτιοῦ
του. Τὸ οἰκιακὸ περιβάλλον τοῦ μεθυσμένου εἶνε μία κόλασι. Ἐκεῖ τὰ παιδιὰ
μάταια περιμένουν τὸν πατέρα νὰ τοὺς φέρῃ ψωμί, ἀφοῦ αὐτὸς ξοδεύει καὶ τὴν
τελευταία δραχμή του στὸ καπηλειό. Ἐκεῖ ἡ γυναίκα του ἀγρυπνεῖ περιμένοντας
πότε νὰ ἔρθῃ ὁ ἄντρας της. Τί εἶπα, νὰ ἔρθῃ; Ὄχι! δὲν ἔχει πόδια νὰ ἔρθῃ ὁ ἴδιος·
θὰ τῆς τὸν φέρουν ἄλλοι, γιατὶ αὐτὸς δὲν ἔχει δύναμι νὰ περπατήσῃ. Ὁ μέθυσος
γίνεται ὁ χειρότερος δάσκαλος διαφθορᾶς στὰ παιδιά του· ἀπὸ τὸ στόμα
μεθυσμένου πατέρα ποτέ δὲν θ᾽ ἀκούσῃ τὸ παιδὶ λόγια σεμνά· ἀκούει μόνο λόγια ἄπρεπα,
ποὺ θὰ τὸ κάνουν ἀδιάντροπο στὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία.
● Ἀλλὰ ὁ μέθυσος εἶνε καὶ συμφορὰ τῶν ἀπογόνων του, τοῦ ἔθνους του, τοῦ
κόσμου. Ἡ ἐπιστήμη βεβαιώνει, ὅτι πατέρες μέθυσοι γεννοῦν παιδιὰ ἀσθενικά, ἐλαττωματικὰ
ἢ ἀνάπηρα· τυφλά, κουτσά, ἐλαττωμένης διανοητικότητος, ἠλίθια, τρελλά….· τέτοια
δυστυχῶς εἶνε τὰ παιδιὰ τῶν μεθύσων γονέων. Ἀκόμη ὁ ἀλκοολικὸς καὶ μέθυσος
πατέρας ἐπιβαρύνει διὰ τῶν ἀπογόνων του μακροπρόθεσμα τὸ μέλλον τῆς φυλῆς του.
Πεθαίνει αὐτός, ἀλλὰ οἱ συνέπειες τοῦ πάθους του συνεχίζονται· τὸ κακὸ δὲν
σταματᾷ στὸν τάφο του· ἐξακολουθεῖ καὶ μετὰ θάνατό του νὰ βασανίζῃ τὸν κόσμο. Εἶνε
πολὺ πιθανὸ τὰ παιδιά του –εἴτε κληρονομήσουν ἕναν ἐξασθενημένο ὀργανισμὸ εἴτε ἐπηρεασθοῦν
ἀπὸ τὸ κακὸ παράδειγμά του– νὰ γίνουν καὶ αὐτὰ μέθυσοι καὶ νὰ ἔχουν ἄλλες
παραβατικὲς τάσεις.
● Καὶ αὐτὰ μὲν τὰ κακὰ προκαλεῖ ἐδῶ στὴ γῆ ἡ μέθη. Ἀλλ᾽ ὅπως κάθε ἁμάρτημα ἔτσι
καὶ ἡ μέθη ἔχει συνέπειες καὶ στὴν ἄλλη ζωή· καὶ ἐκεῖ οἱ μέθυσοι θὰ ὑποστοῦν τὸ
μεγαλύτερο δυστύχημα. Ἡ πόρτα τοῦ παραδείσου θὰ εἶνε κλειστὴ γι᾽ αὐτούς· καὶ ἀντιθέτως
θὰ ἀνοίξῃ μιὰ ἄλλη μαύρη πόρτα, ἡ πόρτα τῆς κολάσεως. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λένε ῥητῶς
καὶ θεοπνεύστως ἐκφράσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης· «Μέθυσοι» «βασιλείαν Θεοῦ οὐ
κληρονομήσουσιν» (Α΄ Κορ. 5,11. Γαλ. 5,21). Ἐὰν κάποιος σοῦ ἔλεγε, Μὴν πιῇς
κρασὶ γιὰ μιὰ ἑβδομάδα κ᾽ ἐγὼ θὰ σοῦ δώσω ἕνα ἑκατομμύριο, ἀσφαλῶς θὰ πίεζες
λίγο τὸν ἑαυτό σου γιὰ νὰ κερδίσῃς τὸ ἑκατομμύριο. Ὁ Χριστὸς ὅμως σοῦ ὑπόσχεται
ὄχι ἕνα ἑκατομμύριο ἀλλὰ ἕναν ὁλόκληρο παράδεισο. Περιόρισε λοιπὸν λίγο τὸν ἑαυτό
σου καὶ θὰ ἀμειφθῇς πολὺ καλύτερα.
Τί τὰ λὲς αὐτὰ σ᾽ ἐμᾶς; θὰ πῆτε· πές τα στοὺς μέθυσους. Αὐτοὶ ὅμως δὲν ἐκκλησιάζονται·
ἐκκλησία ἔχουν τὴν ταβέρνα, μετάληψι θεωροῦν τὸ ποτήρι τους, γιὰ θεὸ
λατρεύουν τὸ Βάκχο. Ὅλοι ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ τοὺς διαφωτίσουμε. Γι᾽ αὐτὸ τὰ
λέμε ἐδῶ.
Καὶ ὅσες γυναῖκες ἔχουν τὸ βαρὺ σταυρὸ νὰ ἔχουν σύζυγο μέθυσο, ἂς προσευχηθοῦν
στὸ Θεὸ καὶ ἂς προσπαθήσουν μὲ κάθε μέσο –θὰ βροῦν τρόπους– νὰ τὸν κάνουν νὰ
κόψῃ τὴν ὀλέθρια συνήθεια. Ἰδίως οἱ μητέρες ἂς προσέξουν νὰ μὴ δίνουν στὰ
παιδιά τους κρασί· τὸ κρασὶ ὄχι μόνο δὲν τὰ ὠφελεῖ, ἀλλὰ καὶ τὰ συνηθίζει ἀπὸ
τώρα στὴν κακὴ χρῆσι· ἐὰν μεγαλώνοντας γίνουν ἀλκοολικοὶ καὶ μέθυσοι, ποιός θὰ
φταίῃ;
* * *
Ἀγαπητοί μου, τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ ἁγία καὶ μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἂς νηστέψουμε ὅλοι· ὄχι μόνο ἀπὸ κρέας, τυρί, ἀβγὸ καὶ γάλα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κρασί. Κυρίως ὅμως ἂς νηστέψουμε ἀπὸ κατάκρισι καὶ γενικὰ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Ἂς ζήσουμε μὲ πίστι, ταπείνωσι, ἀγάπη, κατάνυξι, ἐγκράτεια. Τότε ὁ Θεὸς θὰ μᾶς εὐλογήσῃ, θὰ μᾶς χαρίσῃ κάθε καλό, καὶ ἰδίως τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τὴν ὁποία ἔχει ἑτοιμάσει ὄχι γιὰ τοὺς μεθύσους ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἐγκρατεῖς καὶ τοὺς ἁγίους· ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου