Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

Η ΜΕΘΗ ΤΟΥ ΑΛΚΟΟΛ - Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου (῾Ρωμ. 13,11 – 14,4)

Η ΜΕΘΗ ΤΟΥ ΑΛΚΟΟΛ

Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις» (῾Ρωμ. 13,13)

Τί γλυκὰ καὶ οὐράνια εἶνε, ἀδελφοί μου, ὅ­σα μᾶς συμβου­λεύει σήμερα, Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, ὁ ἀ­πόστολος Παῦλος! (῾βλ. Ρωμ. 13,11 – 14,4).
Μᾶς φιλοτιμεῖ ν᾽ ἀγωνιστοῦμε, γιατὶ αὔριο εἶνε Καθαρὰ Δευτέρα. Μᾶς καλεῖ νὰ προ­πονη­θοῦμε, ὅπως οἱ ἀθληταί, τώρα ποὺ ἑτοιμαζόμαστε νὰ μποῦμε στὸ στάδιο τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μᾶς κάνει νὰ σκεφτοῦμε μὲ σοβαρότητα, ὄχι πιὰ ὡς νεοφώ­τιστοι ἀλλὰ ὡς Χριστιανοὶ προχωρημένοι κάπως στὴν ἐ­πίγνωσι τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι ποὺ συναισθά­νονται καλύτερα τώρα ποιός εἶνε ὁ σκο­πὸς τῆς ζωῆς μας ἐπάνω στὴ γῆ. Μᾶς ὑ­πενθυμίζει ὅτι ὁ χρόνος τρέχει, ὅτι τὸ νούμε­ρο ἐτῶν μας μεγάλωσε. Δὲν εἴμαστε οὔτε νήπια οὔ­­­τε παιδιά· ἡ ἡλικία μας μᾶς ὁδηγεῖ σὲ ἄλλες πιὸ ὥριμες σκέψεις. Μᾶς ἀπομένουν πλέον λιγώτερα χρόνια ζωῆς.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλησιάζουμε πρὸς τὸ τέρμα, πρὸς τὸν τάφο, εἶνε ἀνάγκη νὰ ἑτοιμαστοῦ­με· νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο, κάθε ἁμαρτία, καὶ νὰ ν­τυθοῦμε μὲ κα­τάλληλη στολή, μὲ τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δυστυχῶς, ἀντὶ μέρα μὲ τὴ μέρα νὰ ἐλαττ­ώνουμε τὸ φορτίο τῶν ἁ­μαρ­τιῶν μας, ἐμεῖς προσπαθοῦμε τὸ φορτίο νὰ γίνεται μεγαλύ­τερο καὶ βαρύτερο. Στὰ ὅ­σα βαστάζουμε μέχρι τώρα, ἐμεῖς προσθέτουμε καὶ ἄλλες ἁ­μαρτίες.
Μεταξὺ τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ διαπράττον­ται τὶς ἡμέρες αὐτὲς πάνω στὴν ἔξαψι τῶν ἐμ­πα­θῶν ἐπιθυμιῶν καὶ πονηρῶν μεταμφιέσεων, πάνω στὸ φα­γοπότι καὶ τὴν κατανάλωσι οἰνοπνεύματος, εἶ­νε καὶ ἡ μέθη. Ἐκεῖ καταλήγουν οἱ διασκεδάσεις καὶ τὰ ξενύχτια τώρα τὶς ἀ­πό­κριες. Γι᾽ αὐτὸ ὁ μέγας Παῦ­λος φωνάζει σή­μερα στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα· «Ὡς ἐν ἡ­μέ­ρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις…»· νὰ περπατήσουμε, λέει, τὸ δρόμο τῆς ζωῆς μας ὅ­πως οἱ ἄνθρωποι στὸ φῶς τῆς ἡμέρας καὶ ὄ­χι κάνοντας αἴσχη ποὺ κρύβει τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας, ὄχι δηλαδὴ συμμετέχοντας σὲ καρνα­βαλικὲς πομ­πὲς καὶ μεθύσια, ὄχι μὲ πορνεῖες καὶ ἀσέλγειες…· καὶ συνεχίζει μὲ ἄλλες ἁμαρτίες ὁ ἀπόστολος (ἔ.ἀ. 13,13). Πλῆθος τὰ νοήματα στοὺς λίγους στίχους τῆς περικοπῆς αὐ­τῆς ἀπὸ τὴν πρὸς ῾Ρωμαί­ους ἐπιστολή, καὶ με­γάλος ὁ κατάλογος τῶν ἁμαρτημάτων ποὺ γίνονται τὶς ἡμέρες αὐτές. Ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ θὰ προτιμήσω νὰ πῶ λίγα λόγια γιὰ τὴ μέθη· για­τὶ τὸ πάθος τοῦ ἀλκοολισμοῦ ἔχει καταντήσει ἕνα χρόνιο νόση­μα στὴν πατρίδα μας.

* * *

Ὅπως πᾶμε κινδυ­νεύουμε ὅλοι νὰ καταν­τήσουμε ἀλκοολικοί. Μεθοῦν οἱ ἄντρες· ὄχι μόνο οἱ ἀγράμματοι ἐργατικοί, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ γραμματισμένοι καὶ ἐ­πιστήμονες, αὐτοὶ ποὺ θά ᾽πρεπε νὰ δίνουν καλὸ παράδειγμα στὸ λαό. Μεθοῦν τώρα καὶ οἱ γυναῖκες. Μέχρι τώρα οἱ πελάτες στὶς ταβέρνες ἦταν κατὰ κανόνα ἄντρες· τώρα, ὅπως μαθαίνω, ἐκεῖ συχνάζουν καὶ γυναῖκες· καὶ πίνουν καὶ μεθοῦν καὶ μετὰ δὲν ξέρουν τί λένε καὶ τί κάνουν. Ὅ­πως βαδίζουμε θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ καὶ οἱ μπέμπηδες θὰ πηγαίνουν στὰ καπηλειά.
Ἀλλὰ ἡ μέθη, τὸ μεθύσι μὲ οἰνοπνευματώδη ποτά, δὲν εἶνε μικρὸ ἁμάρτημα ὅ­πως νομίζουν πολλοί· εἶνε ἁμάρτημα σοβα­ρό, πολὺ σοβαρό. Ἂς ἀπαντήσουμε λοιπὸν στὸ ἐρώτη­μα· τί εἶνε μέθη;
● Εἶνε μιὰ προσωρινὴ τρέλλα. Σωστὰ λέει λαός, ὅτι «ὁ τρελλὸς εἶδε τὸ μεθυσμένο καὶ φοβήθηκε». Περισσότερο δηλαδὴ νὰ φο­βᾶ­σαι τὸ μεθυσμένο παρὰ ἕνα τρελλό. Ὅπως ὁ τρελλὸς δὲν ἐξουσιάζει τὸ μυαλό του, ἔτσι καὶ ὁ μέθυσος δὲν ἐξουσιάζει τίποτε. Δὲν ἐ­ξουσιάζει τὸ στόμα του· λέει ὅ,τι τοῦ ἔρθῃ. Τὸ στόμα του γίνεται ἕνας σω­λήνας τοῦ διαβόλου· βλαστήμιες, αἰσχρολογίες, βωμολοχί­ες, δηλαδὴ χυδαιολογίες, φλυαρίες, ἀσυναρτησίες, ὅλα αὐτὰ ἀκούγονται ἀπὸ τὸ στόμα ἑ­νὸς μεθυσμένου. Δὲν ἐξουσιάζει τὴ γλῶσσα του, δὲν ἐξουσιάζει οὔτε τὰ χέρια του οὔτε τὰ πόδια του· ἀλλοῦ θέλει νὰ ­πάῃ καὶ ἀλλοῦ πορεύεται. Μοιάζει μὲ καράβι ποὺ δὲν ἔχει τιμό­νι καὶ ἡ τρικυμία τὸ παρασύρει ὅ­που θέλει. Ἡ τρέλλα του τὸν κάνει γελοῖο μπροστὰ σὲ ὅ­λους, γίνεται θέατρο γιὰ μικροὺς καὶ μεγάλους.
● Ἡ μέθη καταστρέφει τὴν ὑγεία. Ὁ μέθυσος μοιάζει μὲ σφουγγάρι ποὺ μέ­ρα – νύχτα εἶ­νε βουτηγμένο μέσα στὸ κρασί. Ἀλλὰ τὸ οἰνόπνευμα εἶνε δη­­λητήριο, ποὺ καταστρέφει τὰ πάντα· στομάχι, νεφρά, συκώτι, καρδιά, νεῦ­ρα, ὅλα τὰ χτυπάει ἀλύπητα ἡ μέθη. Αὐτὴ φέρ­νει πρὶν τὴν ὥρα τους τὰ γηρατειὰ καὶ τὸν πρόωρο θάνατο. Γερνάει πρόωρα ὁ ἀλκοολικός· τὰ χέρια του τρέμουν ὅπως τοῦ γέρου. Καὶ πεθαί­νει· πόσους ἀλήθεια δὲν στέλνει κάθε χρόνο στὸν τάφο τὸ κα­ταραμένο τοῦτο πάθος; Ἡ μέθη λοι­πὸν δὲν εἶνε μόνο τρέλλα, εἶ­νε καὶ καταστροφὴ τῆς ὑγείας καὶ θάνατος.
● Εἶνε ἀκόμη καταστροφὴ τοῦ σπιτιοῦ τοῦ μεθύσου, τοῦ ἰδίου καὶ τῶν ἀ­πο­γόνων του. Ὁ μέθυσος, ἂν εἶνε οἰκογενει­­άρχης, σκάβει ὁ ἴδιος τὸ λάκκο τοῦ σπιτιοῦ του. Τὸ οἰκιακὸ περιβάλλον τοῦ μεθυσμένου εἶνε μία κόλασι. Ἐκεῖ τὰ παιδιὰ μάταια περιμένουν τὸν πατέρα νὰ τοὺς φέρῃ ψωμί, ἀφοῦ αὐτὸς ξοδεύει καὶ τὴν τελευταία δραχμή του στὸ καπηλειό. Ἐκεῖ ἡ γυναίκα του ἀγρυπνεῖ περιμένοντας πότε νὰ ἔρθῃ ὁ ἄντρας της. Τί εἶπα, νὰ ἔρθῃ; Ὄχι! δὲν ἔχει πόδια νὰ ἔρθῃ ὁ ἴδιος· θὰ τῆς τὸν φέρουν ἄλλοι, γιατὶ αὐτὸς δὲν ἔχει δύνα­μι νὰ περπατήσῃ. Ὁ μέθυσος γίνεται ὁ χειρό­τερος δάσκαλος διαφθορᾶς στὰ παιδιά του· ἀπὸ τὸ στόμα μεθυσμένου πατέρα ποτέ δὲν θ᾽ ἀκούσῃ τὸ παιδὶ λόγια σεμνά· ἀκούει μόνο λόγια ἄπρεπα, ποὺ θὰ τὸ κάνουν ἀδιάντροπο στὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία.
● Ἀλλὰ ὁ μέθυσος εἶνε καὶ συμφορὰ τῶν ἀ­πογόνων του, τοῦ ἔθνους του, τοῦ κόσμου. Ἡ ἐπιστήμη βεβαιώνει, ὅτι πατέρες μέθυσοι γεννοῦν παιδιὰ ἀσθενικά, ἐλαττωματικὰ ἢ ἀνάπηρα· τυφλά, κουτσά, ἐλαττωμένης διανοητικότητος, ἠλίθια, τρελλά….· τέτοια δυσ­τυχῶς εἶνε τὰ παιδιὰ τῶν μεθύσων γονέων. Ἀκόμη ὁ ἀλκοολικὸς καὶ μέθυσος πατέρας ἐ­πιβαρύνει διὰ τῶν ἀπογόνων του μακροπρόθεσμα τὸ μέλλον τῆς φυλῆς του. Πεθαίνει αὐ­τός, ἀλλὰ οἱ συνέπειες τοῦ πάθους του συνεχίζονται· τὸ κακὸ δὲν σταματᾷ στὸν τάφο του· ἐξακολουθεῖ καὶ μετὰ θάνατό του νὰ βασανίζῃ τὸν κόσμο. Εἶνε πολὺ πιθανὸ τὰ παιδιά του –εἴτε κληρονομήσουν ἕναν ἐξασθενημένο ὀργανισμὸ εἴτε ἐ­πηρεασθοῦν ἀπὸ τὸ κακὸ παράδει­γμά του– νὰ γίνουν καὶ αὐτὰ μέθυσοι καὶ νὰ ἔχουν ἄλλες παραβατικὲς τάσεις.
● Καὶ αὐτὰ μὲν τὰ κακὰ προκαλεῖ ἐδῶ στὴ γῆ ἡ μέθη. Ἀλλ᾽ ὅπως κάθε ἁμάρτημα ἔτσι καὶ ἡ μέθη ἔχει συνέπειες καὶ στὴν ἄλλη ζωή· καὶ ἐκεῖ οἱ μέθυσοι θὰ ὑποστοῦν τὸ μεγαλύτερο δυστύχημα. Ἡ πόρτα τοῦ παραδείσου θὰ εἶνε κλειστὴ γι᾽ αὐτούς· καὶ ἀντιθέτως θὰ ἀ­νοίξῃ μιὰ ἄλλη μαύρη πόρτα, ἡ πόρτα τῆς κολάσεως. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λένε ῥητῶς καὶ θεοπνεύστως ἐκφράσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης· «Μέθυσοι» «βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν» (Α΄ Κορ. 5,11. Γαλ. 5,21). Ἐὰν κάποιος σοῦ ἔλεγε, Μὴν πιῇς κρασὶ γιὰ μιὰ ἑβδομάδα κ᾽ ἐγὼ θὰ σοῦ δώσω ἕνα ἑκατομμύριο, ἀσφαλῶς θὰ πί­εζες λίγο τὸν ἑαυτό σου γιὰ νὰ κερδίσῃς τὸ ἑ­κατομμύριο. Ὁ Χριστὸς ὅμως σοῦ ὑπόσχεται ὄχι ἕνα ἑκατομμύριο ἀλλὰ ἕναν ὁλόκληρο παράδεισο. Περιόρισε λοιπὸν λίγο τὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ ἀμειφθῇς πολὺ καλύτερα.
Τί τὰ λὲς αὐτὰ σ᾽ ἐμᾶς; θὰ πῆτε· πές τα στοὺς μέθυσους. Αὐτοὶ ὅμως δὲν ἐκ­κλησι­άζονται· ἐκκλησία ἔχουν τὴν τα­βέρνα, μετάλη­ψι θεωροῦν τὸ ποτήρι τους, γιὰ θεὸ λατρεύουν τὸ Βάκχο. Ὅλοι ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ τοὺς διαφωτίσουμε. Γι᾽ αὐτὸ τὰ λέμε ἐδῶ.
Καὶ ὅσες γυναῖκες ἔχουν τὸ βαρὺ σταυρὸ νὰ ἔχουν σύζυγο μέθυσο, ἂς προσευχηθοῦν στὸ Θεὸ καὶ ἂς προσπαθήσουν μὲ κάθε μέσο –θὰ βροῦν τρόπους– νὰ τὸν κάνουν νὰ κόψῃ τὴν ὀ­λέθρια συνήθεια. Ἰδίως οἱ μητέρες ἂς προσέξουν νὰ μὴ δίνουν στὰ παιδιά τους κρα­σί· τὸ κρασὶ ὄχι μόνο δὲν τὰ ὠφελεῖ, ἀλλὰ καὶ τὰ συνηθίζει ἀπὸ τώρα στὴν κακὴ χρῆσι· ἐὰν μεγαλώνοντας γίνουν ἀλκοολικοὶ καὶ μέθυσοι, ποιός θὰ φταίῃ;

* * *

Ἀγαπητοί μου, τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ ἁγία καὶ μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἂς νηστέψουμε ὅλοι· ὄχι μόνο ἀπὸ κρέας, τυρί, ἀβγὸ καὶ γάλα, ἀλ­λὰ καὶ ἀπὸ κρασί. Κυρίως ὅμως ἂς νηστέψουμε ἀπὸ κατάκρισι καὶ γενικὰ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Ἂς ζήσουμε μὲ πίστι, ταπείνωσι, ἀγάπη, κατάνυξι, ἐγκράτεια. Τότε ὁ Θεὸς θὰ μᾶς εὐ­­λο­γήσῃ, θὰ μᾶς χαρίσῃ κάθε καλό, καὶ ἰδί­ως τὴν βασιλεία τῶν οὐρα­νῶν, τὴν ὁποία ἔχει ἑ­τοιμάσει ὄχι γιὰ τοὺς μεθύσους ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἐγκρατεῖς καὶ τοὺς ἁγίους· ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: