Άλλαξε τη μπόλια της η μητέρα μου κι ετοιμάστηκενα πάει στην εκκλησία.Καθαρή σαν αστέρι,παρόλα τα μαύρα της, κατεβαίνει τα πέτρινασκαλοπάτια κοιτάζοντας την ευγένεια του ήλιουκαι τις άσπρες πορτοκαλιές. Δεν ξέρει η μητέρα μουτι είναι ο ήλιος. Τον φαντάζεται αγάπηπου ανατέλλει στον ουρανό — δεν ξέρει η μητέρα μου.Δεν ξέρει αν ήτανε Σάββατο χτες,δεν ξέρει αν αύριο είναι Δευτέρα.Ωστόσο τις μέρες τις γνωρίζει καλά.Η Κυριακή μυρίζει βασιλικόκι η φωνή της καμπάνας είναι γλυκιά.Δεν ξέρει πώς γίνεται. Γύρω της όλαφαίνονται φρέσκα, δείχνουν αλλιώς.Νικηφόρος Βρεττάκος
(Αποσπάσματα από «Τα ποιήματα» του Νικηφόρου
Βρεττάκου, τόμος Α’, 2η έκδοση, Αθήνα 1984)
1 σχόλιο:
Αχ Θεέ μου ...
Δημοσίευση σχολίου