Από τους δύω τούτους, ο μεν Βαρθολομαίος, ήτον από
τους Δώδεκα Αποστόλους, ο οποίος εκήρυξε το Ευαγγέλιον εις τους Ινδούς, τους
ονομαζομένους Ευδαίμονας. Και αφ’ ου παρέδωκεν εις αυτούς το κατά Ματθαίον
Ευαγγέλιον, ύστερον εσταυρώθη παρά των απίστων εις την Ουρβανόπολιν, και
τελειόνοι ενδόξως τον δρόμον του μαρτυρίου του. Το δε άγιον αυτού λείψανον
εβάλθη εις ένα μολυβένιον σεντούκι, και ερρίφθη εις την θάλασσαν. Υπό δε της
θείας Προνοίας οδηγούμενον, επήγεν εις την νήσον της Σικελίας, Λιπάραν
ονομαζομένην, και εκεί ευγήκε. Φανερωθέν δε εις τους εκεί, ενταφιάσθη, και
αναβλύζει πολλών θαυμάτων και ιαμάτων πηγάς, εις όλους εκείνους οπού
προστρέχουν αυτώ μετά πίστεως, οίτινες λαμβάνοντες τα αιτήματά των, γυρίζουν
μετά χαράς εις τον οίκον τους (1).
Ο δε Άγιος Βαρνάβας, ήτον ένας από τους Εβδομήκοντα, ο οποίος έγινε του Αποστόλου Πέτρου συνέκδημος (2), όστις και Ιωσής ονομάζεται. Ερμηνεύεται δε το όνομα Βαρνάβας, υιός παρακλήσεως. Ούτος εκατάγετο μεν, από την φυλήν του Λευΐ, εγεννήθη δε, και ανετράφη, εις την νήσον Κύπρον, καθώς περί αυτού αι Πράξεις των Αποστόλων διαλαμβάνουσιν ούτω. «Ιωσής δε ο επικληθείς Βαρνάβας υπό των Αποστόλων, (ο εστι μεθερμηνευόμενον, υιός παρακλήσεως) Λευΐτης Κύπριος τω γένει» (Πραξ. δ’, 36).
Πρώτον δε εκήρυξε το Ευαγγέλιον του Χριστού εις την Ιερουσαλήμ, και Ρώμην, και Αλεξάνδρειαν. Κηρύττωντας δε και εις την Κύπρον, ελιθοβολήθη από τους εκεί Ιουδαίους και Έλληνας, και έπειτα παρεδόθη εις την φωτίαν. Τούτου τα άγια λείψανα εσύναξε Μάρκος ο Απόστολος και Ευαγγελιστής, και απέθεσεν αυτά μέσα εις ένα σπήλαιον, πηγαίνωντας δε εις την Έφεσον, ανήγγειλεν εις τον Παύλον την τελείωσίν του. Ο δε Παύλος τούτο μαθών, έκλαυσεν εις πολλήν ώραν. Ούτος ο Βαρνάβας λέγεται, ότι ενταφιάσθη μαζί με το άγιον Ευαγγέλιον του κατά Ματθαίον, το οποίον έγραψεν ο ίδιος με τας χείρας του. Ύστερον δε ευρέθη εις την Κύπρον το άγιον αυτό Ευαγγέλιον, μαζί με το λείψανον του Αποστόλου. Όθεν και προνόμιον έλαβεν η νήσος της Κύπρου, να μη υποτάσσεται εις κανένα Πατριάρχην, ή Μητροπολίτην, αλλά να ήναι αυτοκέφαλος, και οι ταύτης Επίσκοποι να χειροτονούνται από τον ίδιον Μητροπολίτην τους (3).Τελείται δε η Σύναξις των Αγίων τούτων Αποστόλων
εις τον σεπτόν Ναόν του Αγίου και κορυφαίου Αποστόλου Πέτρου, τον ευρισκόμενον
κοντά εις την αγιωτάτην Μεγάλην Εκκλησίαν.
(1) Περί της καταθέσεως του λειψάνου του Αγίου
Βαρθολομαίου, όρα πλατύτερον εις την εικοστήν πέμπτην του Αυγούστου.
(2) Ουχί του Πέτρου, αλλά του Παύλου μάλλον ο
Βαρνάβας εστί συνέκδημος. Ούτω γαρ είπε περί των δύω αυτών το Πνεύμα το Άγιον.
«Αφορίσατε δη μοι Βαρνάβαν και Σαύλον εις το έργον, ο προσκέκλημαι αυτούς»
(Πραξ. ιγ’, 2). Όρα και κεφ. ιδ’, 11 και ιε’, 2, 12 των Πράξεων και α’ Κορ. θ’,
6 και Γαλ. β’, 1.
Σημειούμεν ενταύθα, ότι μερικοί υπέλαβον ουκ
ορθώς, ότι ο Βαρνάβας ούτος, είναι ο ίδιος εκείνος Βαρσαβάς Ιωσής ο και Ιούστος
επικληθείς, ο προβληθείς υπό των Αποστόλων, ομού με τον Ματθίαν. Απατηθέντες
εις τούτο, με το να εύρον έν τισι κώδιξι γεγραμμένον τον Βαρσαβάν, αντί του
Βαρνάβα. Ο Βαρνάβας λοιπόν ούτος, ως μαρτυρεί Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Στρωματ.
Βιβλ. β’, και Ευσέβιος, Βιβλ. α’, κεφ. ιβ’ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, και ο
Επιφάνιος, Αιρέσ. κ’, αριθ. 4, ο Βαρνάβας, λέγω, ούτος ήτον γνώριμος και πρώην του
Παύλου. Επειδή μαζί με τον Παύλον εστάθη μαθητής του Γαμαλιήλ. Ούτος πολλάς και
άλλας Εκκλησίας εσύστησε, και μάλιστα την εν Μεδιολάνοις, της οποίας πρώτος
κατεστάθη Επίσκοπος. (Όρα την νεοτύπωτον Εκατονταετηρίδα, σελ. 137.)
(3) Η ακριβεστέρα ιστορία η περί τούτου, έστιν
αύτη. Εν τοις χρόνοις του βασιλέως Ζήνωνος, εν έτει υοζ’ [477], όταν ευτύχουν
οι Μονοφυσίται Ευτυχιανοί, επειδή ο Αντιοχείας Πέτρος ο Κναφεύς εσπούδαζε να
υποτάξη τους Κυπρίους, προφασιολογών, ότι από την Αντιόχειαν έλαβον οι Κύπριοι
την πίστιν και τον Χριστιανισμόν, τότε λέγω συνέβη να ευρεθή από τον Επίσκοπον
της Αμμοχώστου Ανθέμιτον δι’ αποκαλύψεως, το λείψανον του Αγίου τούτου
Αποστόλου Βαρνάβα, υποκάτω εις τας υπογείους ρίζας μιας ξυλοκερατίας, έχον εις
το στήθος του το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, γεγραμμένον ελληνιστί από τας ιδίας
χείρας του αυτού Βαρνάβα. Συνέβη δε τούτο δια δύω αιτίας. Πρώτον, δια να
καταισχυνθούν οι του Ευτυχούς οπαδοί από το θείον αυτό Ευαγγέλιον, καθότι αυτό
βεβαιοί την αληθή του Χριστού ανθρωπότητα, ακολούθως δε και τας δύω φύσεις
αυτού. Και δεύτερον, δια να επιστομισθή ο επηρεαστής των Κυπρίων Πέτρος. Είπε
γαρ ο θείος Βαρνάβας τω Ανθεμίτω. Εάν οι εχθροί λέγωσιν, ότι ο θρόνος
Αντιοχείας είναι Αποστολικός, ειπέ και συ, ότι και η Κύπρος εστίν Αποστολική,
καθότι έχει Απόστολον εις τον τόπον αυτής. Λαβών δε ο Ανθέμιτος το Ευαγγέλιον,
επήγεν εις Κωνσταντινούπολιν προς τον βασιλέα Ζήνωνα. Ος και ιδών αυτό, εχάρη
μεγάλως, και φυλάξας αυτό, επρόσταξε να αναγινώσκεται κάθε χρόνον τη Μεγάλη Παρασκευή,
κατά το χρονικόν του Ιωήλ. Όρα περί τούτου, και εις την υποσημείωσιν του ογδόου
Κανόνος της Τρίτης Οικουμενικής Συνόδου, εν τω ημετέρω Πηδαλίω. Σημείωσαι, ότι
εις τον Απόστολον τούτον Βαρνάβαν λόγον έχει Αλέξανδρος ο Μοναχός, προτραπείς
υπό του Πρεσβυτέρου και κλειδούχου του σεβασμίου αυτού Ναού, ου η αρχή·
«Μεγίστην λόγων υπόθεσιν προέθετο τοις πτωχοτάτοις ημίν». (Σώζεται εν τη
Μεγίστη Λαύρα, εν τω Κοινοβίω του Διονυσίου, εν τω τετάρτω Πανηγυρικώ της Ιεράς
Μονής του Βατοπαιδίου, και εν τη των Ιβήρων.)
Γράφει δε ο Τύρου Δωρόθεος, ότι ο Βαρνάβας ούτος,
προ του να λάβη τον υπέρ Χριστού θάνατον, παρήγγειλεν εις τον ανωτέρω Απόστολον
Μάρκον, ίνα όταν ενταφιάση το λείψανόν του, βάλη επάνω εις το στήθος του το
Ευαγγέλιον του Ματθαίου, και μαζί με εκείνο να τον ενταφιάση (σελ. 323 της
ιεράς Τελετουργίας). Ο δε Χρυσόστομος λέγει περί του Βαρνάβα, ότι είχεν όψιν
και θεωρίαν αξιοπρεπή. Δια τούτο και Δία αυτόν ωνόμαζον οι εν Λυκαονία όχλοι.
«Εκάλουν τέ φησι, τον μεν Βαρνάβαν, Δία, τον δε Παύλον, Ερμήν. Εμοί δοκεί και
από της όψεως αξιοπρεπής είναι ο Βαρνάβας» (Ομιλ. λ’ εις τας Πραξ.). Σημειοί δε
ο αυτός Χρυσόστομος, ότι ο Βαρνάβας και μόλον οπού ήτον Κύπριος, εχρημάτισεν
όμως Λευΐτης, φησί γαρ· «Και πώς Λευΐτης ων, Κύπριος ην; ότι λοιπόν και
μετοικούντες (εις Ιερουσαλήμ δηλ.) εχρημάτιζον Λευΐται» (Ομιλ. ια’ εις τας
Πραξ.).
Άγιος Νικόδημος
Αγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου