Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025

Τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα - Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα

Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«Θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν, ἄσπιλον ἑαυτὸν τηρεῖν ἀπὸ τοῦ κόσμου» (Ἰακ. 1,27)

Θρησκεία! Τί εἶνε θρησκεία; Ὅπως τὸ ἡλιοτρόπιο στρέφεται πάντα πρὸς τὸν ἥλιο καὶ ἡ μαγνητικὴ βελόνη πρὸς βορρᾶν, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή μας εἴτε στὴ χαρὰ εἴτε στὴ θλῖψι στρέφεται πρὸς τὸν Θεό. Θρησκεία εἶνε ἡ τάσις, ἡ ῥοπή, ἡ ἕλξι τῆς ψυχῆς πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν Θεό. «Ἀπὸ τῶν περάτων τῆς γῆς πρὸς σὲ ἐκέκραξα» καὶ «Ἐδίψησέ με ἡ ψυχή μου… ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» καὶ «Ὃν τρόπον ἐπι ποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρὸς σέ, ὁ Θεός» (Ψαλμ. 60,3· 62,2· 41,2).
Ἡ θρησκεία δὲν εἶνε ἐπινόησι τῶν παπάδων, οὕτε ἐφεύρεσι ἐκμεταλλευτῶν· γιὰ νὰ μιλήσουμε κάπως ψυχολογικά, ἡ θρησκεία δὲν εἶνε κάτι τὸ ἐπίκτητο, κάτι νεώτερο ποὺ μπῆκε ἐκ τῶν ὑστέρων στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, ὡς ἀποτέλεσμα οἰκονομικῶν δῆθεν συνθηκῶν ὅπως διατείνονται οἱ ὑλισταί· ἡ θρησκεία εἶνε ἔμφυτο συναίσθημα, εἶνε φυτεμένη ἐξ ἀρχῆς στὴν καρδιά, ὅπως εἶνε καὶ τὸ μητρικὸ καὶ πατρικὸ φίλτρο. Τὸ αἴσθημα τῆς μητρότητος εἶνε φυσικό· κανείς δὲν δίδαξε τὴ μητέρα ν᾽ ἀγαπάῃ τὸ παιδί της. Καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ἐκδίδονται χίλιες διαταγὲς ποὺ ν᾽ ἀπαγορεύουν στὶς μητέρες νὰ ἀγαποῦν τὰ παιδιά τους, καμμιά μάνα δὲν θὰ τὶς ἐφαρμόσῃ.
Σὲ ῥωσικὸ μυθιστόρημα γράφτηκε ὅτι ὁ Ταμερλᾶνος, ποὺ μὲ τὶς ὀρδές του κατέκλυσε τὴν Ἀσία, εἶχε δώσει διαταγὴ σὲ ἀπόστασι 10 μέτρων νὰ μὴν πλησιάζῃ κανείς στὴ σκηνή του. Μιὰ νύχτα ὅμως μιὰ γυναίκα ῥακένδυτη καὶ ἀσθμαίνουσα ἔφτασε στὸ στρατόπεδο, δρασκέλισε τὴν ἀπαγορευτικὴ γραμμὴ καὶ παρουσιάστηκε μπροστά του. –Ποιά εἶσαι σὺ ποὺ ἀγνόησες τὴ διαταγή μου; –Εἶμαι μία μάνα. –Κ᾽ ἐγὼ τί εἶμαι; –Ἐσὺ εἶσαι ὁ θάνατος, ἐγὼ εἶμαι ἡ ζωή· καὶ ἡ ζωὴ νικᾷ τὸ θάνατο· ἦρθα λοιπὸν νὰ σοῦ ζητήσω νὰ χαρίσῃς τὴ ζωὴ στὸν αἰχμάλωτο γυιό μου…
 Ἰσχυρὸ τὸ μητρικὸ συναίσθημα, ἀλλὰ τὸ θρησκευτικὸ εἶνε τὸ ἐντονώτερο, σφοδρότερο, πλατύτερο καὶ ὑψηλότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο. Βρίσκεται στὴν κορυφὴ τῶν ἀνθρωπίνων συναισθημάτων καὶ ματαίως οἱ ὑλισταὶ πασχίζουν νὰ τὸ ξερριζώσουν ἀπὸ τὴν καρδιά· ὁ ἄνθρωπος ὁρμεμφύτως θὰ στρέφεται πάντα πρὸς τὸν Δημιουργό του. Σωστὰ τὸ διατύπωσε ὁ Ὅμηρος· «πάντες θεῶν χατέουσ᾽ ἄνθρωποι», ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὸ Θεό (Ὀδήσ. γ΄48).
Γι᾽ αὐτὸ ἅμα ἄνθρωπος ἅμα θρησκεία, μόλις ἐμφανίζεται ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίζεται καὶ ἡ θρησκεία. Αὐτὸ εἶνε συμπέρασμα παρατηρήσεων ψυχολόγων καὶ ἄλλων ἐρευνητῶν, ποὺ ἔφθασαν μέχρι καὶ σὲ παρθένα μέρη τῆς Ἀφρικῆς καὶ διαπίστωσαν ὅτι δὲν ὑπάρχει λαὸς χωρὶς θρησκευτικὸ συναίσθημα, χωρὶς τὴ ῥοπὴ πρὸς τὸν ὕψιστο Δημιουργό.
Τὸ ζήτημα εἶνε· πῶς αὐτὴ ἡ ἔμφυτη ἀνάγκη θὰ δι ατηρηθῇ καθαρή; τί γίνεται μὲ τὴν καθαρότητα τῆς πίστεως; Ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος στὸ χωρίο «Θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ αὕτη ἐστίν…» δίνει στὴ θρησκεία ἕνα προσδιορισμό· προσθέτει δύο λέξεις, «καθαρὰ καὶ ἀμίαντος» (Ἰακ. 1,27), οἱ ὁποῖες ἔχουν περίπου τὴν ἴδια ἔννοια. Κάνει δηλαδὴ διάκρισι μεταξὺ θρησκείας καθαρᾶς - ἀμιάντου καὶ θρησκειῶν ἀκαθάρτων.
Ὑπάρχουν λοιπὸν καὶ θρησκεῖες ἀκάθαρτες. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Τὸ θρησκευτικὸ συν αίσθημα στὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἀνθρωπότητος ἔρρεε σὰν καθαρὸς πο ταμός, ὡς μονοθεΐα, ὡς λατρεία τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἀλλ᾽ ὅταν συνέβη ἡ πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων, τότε μαζὶ μὲ τὴ διαφθορὰ τῶν ἄλ λων εὐ γενῶν συναισθημάτων, ἐπῆλθε καὶ ὁ ἐκφυλισμὸς τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος. Τότε ἡ θρησκεία ἀναμίχθηκε μὲ στοιχεῖα ἀκάθαρτα καὶ μιαρά, καὶ ἔτσι ἐμφανίστηκαν στὸν κόσμο θρησκεῖες ποὺ προκαλοῦν ἀπο στροφὴ καὶ ἀγανάκτησι. Δὲν θέλω νὰ σύρω τὸν πέπλο ποὺ τὶς καλύπτει καὶ νὰ δείξω ἀκαθαρσίες τῶν διαφόρων θρησκειῶν ποὺ θὰ σκανδαλίσουν ψυχὲς ἁγνές. Ἀπὸ τὸ πάνθεο τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν σᾶς ὑπενθυμίζω μόνο τὴ λατρεία τοῦ Βάαλ τῶν Ἀσσυρίων καὶ Βαβυλωνίων, ποὺ ὅταν εἰσῆλθε στὴ λατρεία τῶν Ἰουδαίων τὴν ἤλεγξε αὐστηρὰ ὁ προφήτης Ἠλίας. Τί ἦ ταν ὁ Βάαλ; Ἦταν ἕνα ξόανο, ἕνα κούφιο ἄγαλμα ἀπὸ μπροῦτζο, μὲ ἀνοιχτὲς παλάμες· τὸ γέμιζαν μὲ εὔφλεκτες ὗλες, τοὺς ἔβαζαν φωτιά, ὁ μπροῦτζος κοκκίνιζε, καὶ τότε οἱ μανάδες ἀπέθεταν πάνω στὶς πυρακτωμένες παλάμες τὰ νήπιά τους νὰ καοῦν σὰν λιβάνι ἐν μέσῳ θορύβου ἀπὸ τύμπανα, γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τὸ εἴδωλο. Ὤ ἀπὸ τί μιαρότητες μᾶς ἔσωσε ὁ Χριστός! Καὶ αὐτὰ δὲν γίνονταν μόνο ἐκεῖ στὴν Ἀνατολή, γίνονταν καὶ στὴν Ἑλλάδα· στὴν Κόρινθο π.χ. λατρευόταν ἡ Ἀφροδίτη μὲ χίλιες ἱέρειες - πόρνες. Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὰ Βάκχεια, τὰ Κρόνια, τὰ Πύθια καὶ ἄλλες εἰδωλολατρικὲς γιορτές; Γεγονὸς εἶνε ὅτι τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα κατέπεσε καὶ ἔτσι παρουσιάστηκαν θρησκεῖες μιαρὲς καὶ ὁ ἅγιος Ἰάκωβος κάνει τὴν διάκρισι ποὺ εἴπαμε.
Ἡ «καθαρὰ καὶ ἀμίαντος θρησκεία» εἶνε ὁ Χριστιανισμός, καὶ σήμερα στὴν ἀκραιφνῆ μορφή του εἶνε ἡ ἀθάνατη Ὀρθοδοξία! Γιατί ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶνε «καθαρὰ καὶ ἀμίαν τος»; Διότι· καθαρὸς εἶνε ὁ «ἀρχηγὸς καὶ τελειωτὴς» τῆς πίστεώς μας (Ἑβρ. 2,10· 12,2), ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. «Ἐκάλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετὴ αὐτοῦ, καὶ τῆς αἰνέσεως αὐτοῦ πλήρης ἡ γῆ» (Ἀβ. 3,3). Ἔπειτα καθαρὴ εἶνε ἐκείνη ποὺ τὸν ἐγέννησε· ἐκείνη εἶνε «καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν» (Παρακλ. καν.) καὶ ἀπείρως καθαρώτερος ἐκεῖνος ποὺ αὐτὴ κράτησε στὶς ἀγκάλες της. Εἶνε ὁ μόνος ποὺ στάθηκε ἐν μέσῳ κόσμου ἁμαρτωλοῦ καὶ τόλμησε νὰ διακηρύξῃ «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο. Οὔτε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του βρέθηκε κανεὶς νὰ τοῦ προσάψῃ τὴν παραμικρὴ κατηγορία. Καὶ αὐτὸς ὁ Πιλᾶτος, κατόπιν ἐρεύνης, ἀποφάνθηκε ὅτι «Οὐδὲν εὗρον ἐν τῷ ἀνθρώπῳ τούτῳ» (Λουκ. 23,4. Ἰω. 18,38· 19,4· βλ.. Πράξ. 3,13).
Καθαρὴ εἶνε ἡ διδασκαλία του, μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἔδειξε τὴν δίδυμη κορυφή· καθαρότητα τοῦ ἤθους καὶ κα θαρότητα τῆς λατρείας. Εἶπε· «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5,8) καὶ «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν Πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. 4,24). Τὰ λόγια του αὐτὰ θαύμασαν καὶ ἐχθροί· τὸ πρῶτο τὸ θαύμασε ὁ Βολταῖρος, τὸ δεύτερο τὸ θαύμασε ὁ Ρενὰν ποὺ πρόσθεσε ὅτι, καὶ ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες ὑπάρχουν νοήμονα ὄντα, δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ ἔχουν ἄλλη θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ ἀπεκάλυψε ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὸ φρέαρ Συχάρ.
Τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶνε ὄχι μόνο ὅτι ἔδειξε τὶς ὕψιστες κορυφές, ἀλλὰ καὶ ὅτι ἔδωσε τὴ βοήθεια στὸν ἀνάπηρο ἄνθρωπο ν᾽ ἀνεβῇ σ᾽ αὐτές.
* * *
 «Καθαρὰ καὶ ἀμίαντος θρησκεία» ὁ Χριστιανισμός. Ἀλλὰ ὀφείλουμε νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι σὺν τῇ παρόδῳ τοῦ χρόνου ὑπέστη μία φθορά· τὸ ἁγνὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα δι᾽ ἀναμίξεως μὲ κοσμικὰ στοιχεῖα, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, κατέπεσε. Ἡ Ὀρθοδοξία βέβαια μέχρι σήμερα λάμπει μὲ τὴν καθαρότητα τῆς διδασκαλίας της, μὲ τοὺς βίους τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων της, μὲ τὸν λατρευτικὸ πλοῦτο της. Ὁ ἥλιος της ὅμως ἔχει ἀμαυρωθῇ. Ὄχι διότι ὁ ἥλιος ἔπαθε κάτι, ἀλλὰ διότι μεταξὺ ἡλίου καὶ γῆς παρεμβλήθηκαν σκοτεινὰ σύννεφα.
Πέσαμε σὲ ὁμίχλη. Καὶ ὁμίχλη εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, οἱ ὁποῖοι μὲ τὶς ἀτέλειές μας, λόγῳ ἀταξίας βίου καὶ σκανδάλων, σκιάζουμε τὸν ἥλιο τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ δὲν ἀφήνουμε τὶς ζωογόνες ἀκτῖνες του νὰ φωτίσουν κάθε ψυχή.
Δύο σύννεφα διακρίνω, ἀδελφοί μου, σήμερα στὸν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ὁποῖα πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νὰ διαλυθοῦν.
Τὸ πρῶτο σύννεφο εἶνε ἡ ἔλλειψι ἀγάπης, τὸ μὴ «ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν». Τυπικῶς ἐκπληρώνουμε τὰ θρησκευτικά μας καθήκοντα, ἀλλ᾽ ὡς πρὸς τὴν ἄσκησι φιλανθρωπίας εἴμαστε ἐλλιπεῖς· πιστεύω ὅτι τὸ σύννεφο αὐτὸ μπορεῖ εὐκολώτερα νὰ διαλυθῇ. Τὸ δεύτερο ὅμως σύννεφο δύσκολα διαλύεται. Ποιό εἶν᾽ αὐτό;
Τὰ τελευταῖα 30-40 χρόνια ἡ Ἐκκλησία μας εἰσῆλθε σὲ ζόφο. Ἄνθρωποι ἀνάξιοι τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς εἰσῆλθαν στὶς τάξεις τοῦ κλήρου καὶ ἔχουν σκανδαλίσει τὸ λαό. Ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, δὲν δικαιολογοῦμε φαρισαϊκῶς τὸν ἑαυτό μας. Ἀλλὰ οἱ κληρικοὶ αὐτοί (διάκονοι, πρεσβύτεροι, ἐπίσκοποι) ἔχουν ὑπερβῆ τὰ ὅρια τῶν ἀνεκτῶν ἀδυναμιῶν, τῶν συγγνωστῶν ἁμαρτημάτων, καὶ μὲ τὴ διαγωγή τους θαμπώνουν τὴ λάμψι καὶ μειώνουν τὴν αἴγλη τῆς ἐκκλησίας μας, τῆς φορτώνουν βάρη καὶ δυσχεραίνουν τὸν δρόμο της. Ὁ μολυσμὸς αὐτὸς δημιουργεῖ νέφος ζοφερό. Καὶ εἶνε ἀπόλυτη ἀνάγκη αὐτὸ νὰ διαλυθῇ.
Τὸ ἔργο τοῦτο εἶνε ἀπὸ τὰ δυσκολώτερα ποὺ ἔχει νὰ ἐκτελέσῃ ἡ ἱερὰ σύνοδος. Τὴν κάθαρσι τῆς Ἐκκλησίας κηρύττουν οἱ ἅγιοι τῆς πίστεώς μας. Τὴν κηρύττει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων, ὁ ὁποῖος προτοῦ νὰ ἐ πιδοθῇ στὴ φιλανθρωπία καθάρισε τὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπὸ σαράντα ἀναξίους ἐπισκόπους. Τὴν κάθαρσι φωνάζει ἐπίσης ἡ ἱερὸς Χρυσόστομος, ποὺ ἔφθασε μέχρι τὴν Ἔφεσο καὶ καθαίρεσε δεκατρεῖς ἀναξίους ἐπι σκόπους. Κάθαρσι φωνάζει καὶ ὁ μέγας Βασίλειος, ποὺ ἔγραψε ἐπιστολὴ στὴν ὁποία προτρέπει· «Ἐπικαθαρίσατε τὴν Ἐκκλησίαν τοὺς ἀναξίους αὐτῆς ἀπελαύνοντες…» (Ἐπιστολὴ 54, Χωρεπισκόποις, P.G. 32, 401· ΒΕΠΕΣ τόμ. 55, σσ. 89,31 -35).
Κάθαρσι πρὸ παντὸς ζητάει ὁ λαός.
* * *
Πιστεύω ὅτι τὰ δύο αὐτὰ σύννεφα, τῆς ἀστοργίας καὶ τῆς φαυλότητος, θὰ διαλυθοῦν καὶ πάλι ὁ ἥλιος θὰ φωτίσῃ τὸν κόσμο καὶ ἡ Ἐκκλησία μας θὰ γίνῃ ἡ μάνα ποὺ εἶπε ὁ ποιητὴς Κ. Κρυστάλλης·
 Ὦ Ἐκκλησία – «Θρησκεία! γλυκειὰ μάνα,
Τί ὄμορφη δίνεις ἐσὺ λαλιὰ καὶ στὴν καμπάνα
καὶ πόσο ἐκείνη ἡ λαλιὰ σαλεύει στὴν καρδιά μας!
Πόσες, ἐκεῖνος ὁ Σταυρὸς ἀπ’ τὰ καμπαναριά μας,
στὴν ἀντηλιάδα χύνοντας τόσες χρυσὲς ἀχτῖδες,
χύνει βαθειά μας στὴν ψυχὴ γλυκὲς χρυσὲς ἐλπίδες!».

Δεν υπάρχουν σχόλια: