Ἀγαπητέ μου Ἀναστάσιε,
Ἡ Τέχνη σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις της (ζωγραφική, ἀρχιτεκτονική,
μουσική, γλυπτική κ.ἄ.) εἶναι τέχνη, διότι ἐκφράζει τήν ζωή, τό βίωμα, τήν
φιλοσοφία, τόν πολιτισμό, τήν θεολογία κ.ἄ.
ἑνός Λαοῦ. Ἔτσι, ὁ Παρθενώνας π.χ. ἐκφράζει τήν δημοκτρατία τοῦ
Περικλέους καί οἱ πυραμῖδες τῆς Αἰγύπτου τό πολίτευμα τῶν Φαραώ.
Ἐπειδή ἔρχονται Χριστούγεννα, ἡ εἰκονογραφία τῆς
Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου ἐκφράζεται βασικά μέ δύο τεχνοτροπίες, δηλ. μέ ἐκείνην
τῆς Ὀρθοδόξου ἁγιογραφίας καί ἐκείνης τῆς Δυτικῆς (Ρωμαιοκαθολικῆς).
Ἡ Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία τῆς Γεννήσεως ἐκφράζει τήν Ὁρθόδοξη Θεολογία.
Βλέπουμε ἀπό τίς εἰκόνες αὐτές τῆς Γεννήσεως, ὅτι ἔχουν τό ἴδιο μοτίβο καί ὅτι κυριαρχεῖ τό φῶς ὄχι μόνο στά πρόσωπα ἀλλά καί στόν περιβάλοντα χῶρο. Θά περιοριστῶ μόνον, γιά λόγους οἰκονομίας τοῦ χώρου, στόν σχολιασμό στόν γεννηθέντα Χριστό.
Ὁ Χριστός τοποθετεῖται ὄχι σέ φάτνη παρόλο πού ὁ Εὐαγγελιστής
Λουκᾶς γράφει «καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτοτόκον, καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν
καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ» (Λουκ. β,7) ἀλλά σέ τάφο ὡς νεκρός – «τεθνηκὼς
δεδεμένος τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας κειρίαις» (Ἰωάννης ΙΑ, 44) ἀλλά ζωντανός
γιά νά δηλωθεῖ «ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει
Δαυΐδ» (Λουκ. Β,11) διότι ὁ Χριστός γι’αὐτό ἐνανθρώπησε γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπον
ἀπό τό μεγαλύτερο ἐχθρό του πού εἶναι ὁ θάνατος ὡς ἀποτέλεσμα τῆς παρακοῆς τῶν
πρωτοπλάστων. Ἐπίσης, εὐρίσκεται μέσα σέ σκοτεινό σπήλαιο γιά νά δειχθεῖ ὅτι ἡ
γέννηση τοῦ Θεανθρώπου εἶναι «Μυστήριον ξένον ὁρῶ καί παράδοξον» (Θ΄ ὡδή), ἀλλά καί σέ πόση σήψη εἶχε περιέλθει ὁ
κόσμος.
Ἡ Ὀρθόδοξη Τέχνη (εἰκονογραφία, μουσική, ὑμνογραφία,
ναοδομία) εἶναι θεολογική καί ἐκκλησιαστική καί λαυτρευτική καί γιά τόν λόγον αὐτόν
εἶναι μυσταγωγική, ἀναγωγική γιά νά βοηθηθοῦμε νά φθάσουμε στόν Θεό.
Ἡ δυτική εἰκονογραφία ἐκφράζει τήν Δυτικήν (Ρωμαιοκαθολική) Θεολογία.
Peter Paul Rubens, 1634
David_Gerard_Vienna 1510
Λεπτομέρεια Gentile da Fabriano, 1423
Corrado Giaquinto (1703-1765, Italy)
Ἡ Δυτική Θεολογία μέ τόν Κάρολο τόν Μέγα καί τήν
Σύνοδο τῆς Φρανκφούρτης 1798 κυρίως ἀρχίζει σιγά - σιγά νά διαφοροποιεῖται ἀπό
τήν κοινή Θεολογία καί Τέχνη τῆς ἑνωμένης τότε Ἐκκλησίας γιά νά δείξει ἔτσι τήν
ἀντίθεσή της πρός τήν Ἀνατολή, λίγο ἀργότερα μέ τήν Σχολαστική Θεολογία
(κυριαρχεῖ στήν θεολογία ἡ σκέψη, ἡ διανόηση, ἡ φιλοσοφία γιά τήν κατανόηση τοῦ
Θεοῦ, πρᾶγμα ξένο πρός τήν Ὀρθόδοξη Θεολογία μας) καί τέλος μέ τήν Ἀναγέννηση
δηλ. τόν Οὐμανισμό (Humanismus = ἀνθρωπισμός) ὅπου μέτρον πάντων ἀκόμη καί Θεοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
Ἡ τέχνη τῆς ἁγιογραφίας σιγά - σιγά παύει νά εἶναι
ἐκκλησιαστική καί γίνεται φυσιοκρατική, κοσμική καί διακοσμιτική, γιαυτό καί μέ
τήν Σύνοδο τοῦ Τριδέντου τοῦ 16ου αἰ. εἰσάγονται καί τἀ ἀγἀλματα στούς ἱερούς
ναούς.
Ἔτσι, στήν εἰκονογραφία τῆς γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου ἐν προκειμένῳ παρουσιάζονται ὅλα ἀνθρώπινα, δηλ. ὅπως ὁ κάθε ζωγράφος κατανοεῖ τό γεγονός τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καί, θά ἔλεγε κανείς, ὅτι ἄν ὑπῆρχε φωτογράφος κάπως ἔτσι θά ἦταν ἡ γέννηση Του. Τοῦτο ὅμως ΔΕΝ σημαίνει ὅτι ἡ τέχνη αὐτή δέν ἔχει ἀπαράμιλλον κάλλος καί ὀμορφιά.
Καλά καί εὐλογημένα καί ἅγια καί εὐφρόσυνα
Χριστούγεννα.
π. Νικόλαος
Μεσσαλᾶς








Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου