Η Μελβούρνη, προσφάτως, ανακηρύχθηκε «καλύτερη πόλη του κόσμου», για άλλη μια φορά. Έχει, όμως, τη δική του βαρύτητα το ότι η Μελβούρνη κερδίζει, σε παναυστραλιανό επίπεδο, τον τίτλο της «πόλης των μεταναστών».
Και αυτό, γιατί ένας στους τρεις κατοίκους της έχει γεννηθεί στο εξωτερικό και ένας στους πέντε κατοίκους της που έχει γεννηθεί στην Αυστραλία είναι ασιατικής καταγωγής και, πιο συγκεκριμένα, κινεζικής ή ινδικής, κυρίως.
Μαζί με τις αλλαγές στην εθνοτική σύνθεση της κοινωνίας της Μελβούρνης, τα τελευταία πέντε χρόνια άλλαξαν και πολλά άλλα χαρακτηριστικά της.
Με δεδομένο ότι οι νέοι μετανάστες, λόγω της θέσης τους στην κοινωνία, είναι περισσότερο συντηρητικοί, η κοινωνία της Μελβούρνης γίνεται πιο συντηρητική, μέρα με τη μέρα, αναφέρουν κοινωνιολόγοι.
Απόδειξη αυτού, το γεγονός ότι οι άνω των 25 ετών έγγαμοι είναι περισσότεροι στη Μελβούρνη, απ' όσο αναλογούν ποσοστιαία στον συνολικό πληθυσμό της χώρας.
Παράλληλα, οι de facto σχέσεις έχουν χάσει πολύ… έδαφος στην πρωτεύουσα της πολιτείας της Βικτώριας, σε σχέση, πάντα, με την υπόλοιπη χώρα. Εν τω μεταξύ, ακόμα και το ποσοστό διαζυγίων είναι μειωμένο στη Μελβούρνη, σε σχέση με αυτό της υπόλοιπης Αυστραλίας.
Αναλυτικότερα, το ποσοστό διαζυγίων στη Μελβούρνη για τους άνω των 25 ετών κυμαίνεται στο 12,2%, ενώ γενικότερα, στην Αυστραλία, για την ίδια ηλικιακή ομάδα, στο 13,7%.
Μια άλλη αλλαγή που σχετίζεται πάλι με τη μεταναστευτική ταυτότητα των κατοίκων της πόλης, είναι το γεγονός ότι το 72% των ενήλικων κατοίκων της έχει τελειώσει την πέμπτη τάξη του Γυμνασίου ενώ, σε παναυστραλιανό επίπεδο, το ανάλογο ποσοστό είναι 60%.
Ο συσχετισμός του υψηλού ποσοστού αλφαβητισμού των κατοίκων της Μελβούρνης με την αύξηση του αριθμού των μεταναστών κατοίκων της δικαιολογείται απόλυτα, αφού οι μετανάστες και τα παιδιά τους θεωρούνται, παραδοσιακά, ιδιαίτερα φιλόδοξοι όσον αφορά την απόκτηση κάποιου τίτλου σπουδών.
Ακόμα και το γεγονός ότι η Μελβούρνη κατοικείται από μεγαλύτερο ποσοστό νέων ανθρώπων, παρά ηλικιωμένων έχει να κάνει με τη μεταναστευτική ταυτότητα του πληθυσμού της.
Έτσι, ενώ το ποσοστό των κατοίκων -ηλικίας 20 έως 44 ετών- της Αυστραλίας κυμαίνεται στο 34%, στην Μελβούρνη το αντίστοιχο ποσοστό είναι 38%. Το ποσοστό των κατοίκων ηλικίας 45 και άνω φτάνει το 40% σε παναυστραλιανό επίπεδο, ενώ στην Μελβούρνη κυμαίνεται στο 37%. Και τα παραπάνω ποσοστά οφείλονται σε μία απλή πραγματικότητα.
Στο ότι 433.628 μετανάστες αποκαλούν, τα τελευταία δέκα χρόνια, τη Μελβούρνη, «σπίτι» τους.
Οι εκπλήξεις της περυσινής απογραφής δεν σταματούν εδώ. Ενώ το ποσοστό των κατοίκων, στην υπόλοιπη Αυστραλία, που έχουν ιδιόκτητο σπίτι έπεσε στο 68% , στη Μελβούρνη ανέβηκε και κυμαίνεται στο 71%, με το 28% των κατοίκων της πόλης να είναι ενοικιαστές.
Είναι λογικό, όταν αλλάζει η εθνοτική ταυτότητα μιας κοινωνίας, να αλλάζει και η θρησκευτική της πολυμορφία.
Έτσι, ενώ κάποτε το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού δήλωναν προτεστάντες ή αγγλικανοί στο θρήσκευμα, τώρα το 30% των μουσουλμάνων της Αυστραλίας ζει στη Μελβούρνη, το 27,2% των κατοίκων της είναι καθολικοί, ενώ το ποσοστό των προτεσταντών κυμαίνεται στο 22,8% -στην υπόλοιπη Αυστραλία φτάνει στο 35,4% του πληθυσμού- και των Αγγλικανών δεν ξεπερνά το 10,8%.
Οι μεγάλες αλλαγές που κατέγραψε η απογραφή στον δημογραφικό χάρτη της πόλης άρχισαν, ήδη, να γεννούν αντιδράσεις.
Μια απ' αυτές, ήταν η αντίδραση του καθηγητή κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Μόνας, Μπομπ Μπίρελ, που είναι ευρύτερα γνωστός για τις ξενοφοβικές απόψεις του.
Το γεγονός ότι, σε μερικά προάστια της πόλης, το ποσοστό των μεταναστών πρώτης ή δεύτερης γενιάς ξεπερνά αυτό των αγγλοσαξόνων «ανησυχεί» τον δρ Μπίρελ, γιατί, όπως δήλωνε χθες, δημιουργεί προβλήματα στην υποδομή της πόλης και στο δίκτυο παροχής υπηρεσιών της Πολιτείας, καθώς αυξάνεται η ζήτηση στις περιοχές αυτές.
Ο δρ Μπίρελ προέβη στα σχόλια αυτά, στηριζόμενος στο ότι, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από την απογραφή, σε προάστια όπως το Σπρίνγκβεϊλ, οι «αυστραλογεννημένοι» δεν ξεπερνούν το 30% του συνολικού αριθμού των κατοίκων και ένας στους πέντε κατοίκους της περιοχής έχει γεννηθεί στο Βιετνάμ ενώ ένας στους δέκα στην Ινδία.
Την ίδια περίπου δημογραφική εικόνα έχει και το προάστιο Κλέιτον, στο οποίο κατοικούν και πολλοί ομογενείς.
Σ' αυτό το προάστιο, οι «αυστραλογεννημένοι» κάτοικοι δεν ξεπερνούν ούτε το 25%, ενώ το υπόλοιπο 75% του συνολικού αριθμού των κατοίκων του αποτελείται, κυρίως, από άτομα που έχουν γεννηθεί στην Κίνα, την Ινδία και τη Μαλαισία.
Μπορεί η αυξημένη παρουσία μεταναστών σε πολλά προάστια της Μελβούρνης να «ανησύχησε» τον δρ Μπίρελ, δεν φαίνεται όμως να «ενοχλεί» έναν συνάδερφό του, τον καθηγητή Άντριου Μάρκους.
Μετά τα σχόλια του Μπίρελ, ο Μάρκους δήλωσε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας, γιατί η εγκατάσταση των μεταναστών σε περιοχές που βρίσκονται άλλοι ομογενείς τους δεν είναι καινοφανής και, όπως και στο παρελθόν, έτσι και τώρα, όποια προβλήματα δημιουργηθούν στις παροχές υπηρεσιών θα λυθούν συν τω χρόνω.
Και αυτό, γιατί ένας στους τρεις κατοίκους της έχει γεννηθεί στο εξωτερικό και ένας στους πέντε κατοίκους της που έχει γεννηθεί στην Αυστραλία είναι ασιατικής καταγωγής και, πιο συγκεκριμένα, κινεζικής ή ινδικής, κυρίως.
Μαζί με τις αλλαγές στην εθνοτική σύνθεση της κοινωνίας της Μελβούρνης, τα τελευταία πέντε χρόνια άλλαξαν και πολλά άλλα χαρακτηριστικά της.
Με δεδομένο ότι οι νέοι μετανάστες, λόγω της θέσης τους στην κοινωνία, είναι περισσότερο συντηρητικοί, η κοινωνία της Μελβούρνης γίνεται πιο συντηρητική, μέρα με τη μέρα, αναφέρουν κοινωνιολόγοι.
Απόδειξη αυτού, το γεγονός ότι οι άνω των 25 ετών έγγαμοι είναι περισσότεροι στη Μελβούρνη, απ' όσο αναλογούν ποσοστιαία στον συνολικό πληθυσμό της χώρας.
Παράλληλα, οι de facto σχέσεις έχουν χάσει πολύ… έδαφος στην πρωτεύουσα της πολιτείας της Βικτώριας, σε σχέση, πάντα, με την υπόλοιπη χώρα. Εν τω μεταξύ, ακόμα και το ποσοστό διαζυγίων είναι μειωμένο στη Μελβούρνη, σε σχέση με αυτό της υπόλοιπης Αυστραλίας.
Αναλυτικότερα, το ποσοστό διαζυγίων στη Μελβούρνη για τους άνω των 25 ετών κυμαίνεται στο 12,2%, ενώ γενικότερα, στην Αυστραλία, για την ίδια ηλικιακή ομάδα, στο 13,7%.
Μια άλλη αλλαγή που σχετίζεται πάλι με τη μεταναστευτική ταυτότητα των κατοίκων της πόλης, είναι το γεγονός ότι το 72% των ενήλικων κατοίκων της έχει τελειώσει την πέμπτη τάξη του Γυμνασίου ενώ, σε παναυστραλιανό επίπεδο, το ανάλογο ποσοστό είναι 60%.
Ο συσχετισμός του υψηλού ποσοστού αλφαβητισμού των κατοίκων της Μελβούρνης με την αύξηση του αριθμού των μεταναστών κατοίκων της δικαιολογείται απόλυτα, αφού οι μετανάστες και τα παιδιά τους θεωρούνται, παραδοσιακά, ιδιαίτερα φιλόδοξοι όσον αφορά την απόκτηση κάποιου τίτλου σπουδών.
Ακόμα και το γεγονός ότι η Μελβούρνη κατοικείται από μεγαλύτερο ποσοστό νέων ανθρώπων, παρά ηλικιωμένων έχει να κάνει με τη μεταναστευτική ταυτότητα του πληθυσμού της.
Έτσι, ενώ το ποσοστό των κατοίκων -ηλικίας 20 έως 44 ετών- της Αυστραλίας κυμαίνεται στο 34%, στην Μελβούρνη το αντίστοιχο ποσοστό είναι 38%. Το ποσοστό των κατοίκων ηλικίας 45 και άνω φτάνει το 40% σε παναυστραλιανό επίπεδο, ενώ στην Μελβούρνη κυμαίνεται στο 37%. Και τα παραπάνω ποσοστά οφείλονται σε μία απλή πραγματικότητα.
Στο ότι 433.628 μετανάστες αποκαλούν, τα τελευταία δέκα χρόνια, τη Μελβούρνη, «σπίτι» τους.
Οι εκπλήξεις της περυσινής απογραφής δεν σταματούν εδώ. Ενώ το ποσοστό των κατοίκων, στην υπόλοιπη Αυστραλία, που έχουν ιδιόκτητο σπίτι έπεσε στο 68% , στη Μελβούρνη ανέβηκε και κυμαίνεται στο 71%, με το 28% των κατοίκων της πόλης να είναι ενοικιαστές.
Είναι λογικό, όταν αλλάζει η εθνοτική ταυτότητα μιας κοινωνίας, να αλλάζει και η θρησκευτική της πολυμορφία.
Έτσι, ενώ κάποτε το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού δήλωναν προτεστάντες ή αγγλικανοί στο θρήσκευμα, τώρα το 30% των μουσουλμάνων της Αυστραλίας ζει στη Μελβούρνη, το 27,2% των κατοίκων της είναι καθολικοί, ενώ το ποσοστό των προτεσταντών κυμαίνεται στο 22,8% -στην υπόλοιπη Αυστραλία φτάνει στο 35,4% του πληθυσμού- και των Αγγλικανών δεν ξεπερνά το 10,8%.
Οι μεγάλες αλλαγές που κατέγραψε η απογραφή στον δημογραφικό χάρτη της πόλης άρχισαν, ήδη, να γεννούν αντιδράσεις.
Μια απ' αυτές, ήταν η αντίδραση του καθηγητή κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Μόνας, Μπομπ Μπίρελ, που είναι ευρύτερα γνωστός για τις ξενοφοβικές απόψεις του.
Το γεγονός ότι, σε μερικά προάστια της πόλης, το ποσοστό των μεταναστών πρώτης ή δεύτερης γενιάς ξεπερνά αυτό των αγγλοσαξόνων «ανησυχεί» τον δρ Μπίρελ, γιατί, όπως δήλωνε χθες, δημιουργεί προβλήματα στην υποδομή της πόλης και στο δίκτυο παροχής υπηρεσιών της Πολιτείας, καθώς αυξάνεται η ζήτηση στις περιοχές αυτές.
Ο δρ Μπίρελ προέβη στα σχόλια αυτά, στηριζόμενος στο ότι, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από την απογραφή, σε προάστια όπως το Σπρίνγκβεϊλ, οι «αυστραλογεννημένοι» δεν ξεπερνούν το 30% του συνολικού αριθμού των κατοίκων και ένας στους πέντε κατοίκους της περιοχής έχει γεννηθεί στο Βιετνάμ ενώ ένας στους δέκα στην Ινδία.
Την ίδια περίπου δημογραφική εικόνα έχει και το προάστιο Κλέιτον, στο οποίο κατοικούν και πολλοί ομογενείς.
Σ' αυτό το προάστιο, οι «αυστραλογεννημένοι» κάτοικοι δεν ξεπερνούν ούτε το 25%, ενώ το υπόλοιπο 75% του συνολικού αριθμού των κατοίκων του αποτελείται, κυρίως, από άτομα που έχουν γεννηθεί στην Κίνα, την Ινδία και τη Μαλαισία.
Μπορεί η αυξημένη παρουσία μεταναστών σε πολλά προάστια της Μελβούρνης να «ανησύχησε» τον δρ Μπίρελ, δεν φαίνεται όμως να «ενοχλεί» έναν συνάδερφό του, τον καθηγητή Άντριου Μάρκους.
Μετά τα σχόλια του Μπίρελ, ο Μάρκους δήλωσε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας, γιατί η εγκατάσταση των μεταναστών σε περιοχές που βρίσκονται άλλοι ομογενείς τους δεν είναι καινοφανής και, όπως και στο παρελθόν, έτσι και τώρα, όποια προβλήματα δημιουργηθούν στις παροχές υπηρεσιών θα λυθούν συν τω χρόνω.
Πηγή: Nooz.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου