Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Ἐπιβάλλεται ἰδιαίτερη νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας; - π. Βασίλειος Βολουδάκης

Τὰ τελευταῖα τριάντα χρόνια ἔγινε μιὰ εὐλογημένη στροφὴ τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὶς πηγὲς τῆς Ὀρθοδόξου εὐλαβείας καὶ πίστεως. Μιὰ στροφὴ στοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ στὴν Θεοφώτιστη Θεολογία τους. Ἡ στροφὴ αὐτὴ ἔδειξε τὰ εὐεργετικά της ἀποτελέσματα, διότι βοηθάει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ πλάνες καὶ παραχαράξεις τῆς πίστεως, νὰ κατηχηθοῦν οὐσιαστικὰ καὶ βαθειὰ καὶ νὰ γνωρίσουν τὴν πνευματικὴ ζωὴ ὡς τὸν μοναδικὸ τρόπο γιὰ τὴν ἀπόκτησι τῆς ψυχικῆς ἀρτιότητος, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ ἀπαραίτητη προϋπόθεσι γιὰ τὴν ἕνωσι τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Ἀρχὴ ἀλλὰ καὶ ἡ Ὑπόστασι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ γι' αὐτὸ Πηγὴ τῆς Ζωῆς, τῆς Χαρᾶς καὶ τῆς Εὐφροσύνης του.
    Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς στροφῆς τοῦ λαοῦ μας πρὸς τὴν ἁγιοπατερικὴ Παράδοσι εἶναι καὶ ἡ ἐνημέρωσι τῶν πιστῶν χριστιανῶν ὡς πρὸς τὸ σκοπὸ τῆς Θ. Μεταλήψεως καὶ ἡ χειραγώγησί τους στὴ συχνὴ Θ. Κοινωνία, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸ πρόσφατο παρελθόν, κατὰ τὸ ὁποῖο οἱ πιστοὶ ἐδιδάσκοντο ἐσφαλμένα καὶ ἀντορθόδοξα ὅτι πρέπει νὰ κοινωνοῦν δύο ἢ τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο.



        Ἡ σωτηριώδης ὅμως πρακτικὴ τῆς συχνῆς Θ. Κοινωνίας ἔφερε στὸ προσκήνιο καὶ ἕνα ἐρώτημα ποὺ παλαιότερα δὲν ὑπῆρχε λόγος νὰ τεθῆ. Πρόκειται γιὰ τὸ ἐρώτημα: Ὑπάρχει ἰδιαίτερη νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας;
Ἡ αἰτιολογία τοῦ ἐρωτήματος αὐτοῦ εἶναι ἁπλῆ, ἀλλὰ κάποιες ἀπαντήσεις ποὺ δίδονται σ' αὐτὸ —ἐπειδὴ στεροῦνται διακρίσεως καὶ ποιμαντικῆς θεολογικῆς γνώσεως— διχάζουν τοὺς πιστοὺς καὶ δημιουργοῦν προσκόμματα στὴν κατὰ Θεὸν ἀνατροφὴ τῶν ἀνθρώπων. Γι' αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξετάσουμε μὲ νηφαλιότητα τὰ πράγματα. Καὶ πρῶτα τὴν αἰτιολογία τοῦ ἐρωτήματος. Ἔγραψα ὅτι εἶναι ἁπλῆ, διότι προκύπτει ἀπὸ δύο δεδομένα φαινομενικῶς ἀσυμβίβαστα. Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ εὐλαβὴς ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων νὰ νηστέψουν πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας. Ὁ αὐθόρμητος καὶ θεοκίνητος πόθος τους νὰ προετοιμασθοῦν μὲ ἰδιαίτερη νηστεία πρὶν κοινωνήσουν. Καὶ τὸ δεύτερο δεδομένο, ποὺ φαίνεται νὰ ἀντιτίθεται στὸ πρῶτο, εἶναι μία ἀπορία: Ἂν κάποιος νηστεύη ὅλες τὶς νηστεῖες, ὅπως ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία καὶ γιὰ νὰ κοινωνῆ κάθε Κυριακὴ πρέπει νὰ νηστέψη καὶ ἰδιαιτέρως, τότε πότε θὰ τρώη;
Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτιολόγησι τοῦ ἐρωτήματος περὶ τοῦ ἂν ὑπάρχη ἰδιαίτερη νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας. Ἂς ἐπιχειρήσουμε τώρα καὶ τὴν ἀπάντησι τοῦ ἐρωτήματος αὐτοῦ.

    Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ νηστεύουν ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κοινωνοῦν κάθε Κυριακή, δὲν ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας πλὴν τοῦ Σαββάτου, ὁπότε πρέπει νὰ καταλύουν λαδερὸ μεσημεριανὸ φαγητὸ καὶ τὸ βράδυ τροφὴ ἄνευ ἐλαίου. Ἐννοεῖται ὅτι κατὰ τὴν προηγηθεῖσα Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ ἐνήστευσαν, ἄνευ ἐλαίου, ἐκτὸς ἐὰν κατ' αὐτὲς συνέπεσε κατάλυσι οἴνου καὶ ἐλαίου λόγω κάποιας ἑορτῆς.
Ἰδιαίτερη νηστεία καὶ κατὰ τὶς λοιπὲς ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος ἀπαιτεῖται μόνον γιὰ τοὺς πιστοὺς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι γιὰ κάποιους λόγους δὲν νηστεύουν ὅλες τὶς καθιερωμένες νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τοῦτο, διότι ἂν δὲν προετοιμασθοῦν μὲ νηστεία τοὐλάχιστον πρὸ τῆς περιστασιακῆς Θ. Κοινωνίας τους, τότε πότε θὰ νηστέψουν;
    Ὅμως, τὸν τελευταῖο καιρὸ διαδίδεται καὶ μιὰ ἀκραία ἄποψι. Ὅτι ὅποιος κοινωνεῖ κάθε Κυριακὴ καὶ τηρεῖ ὅλες τὶς νηστεῖες τῆς
Ἐκκλησίας, μπορεῖ νὰ καταλύη ἐλεύθερα τὰ Σάββατα, ἀκόμη καὶ κρέας, καὶ τὸ μεσημέρι καὶ τὸ βράδυ! Ἡ ἄποψι αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή, οὔτε βρίσκει ἐρείσματα στὴν Ἱερά μας Παράδοσι. Καὶ πρῶτα ἀπ' ὅλα, πρὶν κάνουμε ἀναδρομὴ στὸ παρελθὸν γιὰ τὸ θέμα αὐτό, πρέπει νὰ σταθοῦμε μὲ σεβασμὸ στὴν Ἱερὰ Παράδοσι, ποὺ παραλάβαμε ζῶσα ἀπὸ τοὺς συγχρόνους ὄντως ἁγίους Γέροντας καὶ Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὴν παράδοσι τοῦ π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, τοῦ μαθητοῦ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου π. Φιλοθέου Ζερβάκου (ὁ ὁποῖος κατὰ τὸν παναληθέστατο χαρακτηρισμὸ τοῦ ἀειμνήστου π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου εἶναι ὁ «ἐν ἑαυτῷ δεικνὺς τὸ παλαιὸν τῆς Ἐκκλησίας σχῆμα»), τοῦ π. Δημητρίου Γκαγκαστάθη, τοῦ π. Σίμωνος Ἀρβανίτη, τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, τοῦ π. Πορφυρίου Μπαϊρακτάρη, τοῦ π. Ἰακώβου Τσαλίκη καὶ τόσων ἄλλων... Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, ἄλλοι ἐπιστήμονες καὶ ἄλλοι ὀλιγογράμματοι ἀλλὰ ὅλοι θεοφόροι συνεχισταὶ τῆς ἀνοθεύτου Πατρώας πίστεως καὶ εὐσεβείας, παρέδωσαν στὰ πνευματικά τους τέκνα τὴν τάξι τῆς μικρᾶς νηστείας πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας. Εἴτε τῆς νηστείας τοῦ Σαββάτου μὲ κατάλυσι μόνο οἴνου καὶ ἐλαίου, γιὰ ὅσους κοινωνοῦν τὴν Κυριακή, εἴτε τῆς νηστείας τῆς Πέμπτης μὲ κατάλυσι μόνο οἴνου καὶ ἐλαίου, γιὰ ὅσους κοινωνοῦν τὸ Σάββατο.
Ἡ τάξι αὐτὴ τῆς μερικῆς ἐγκρατείας πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας εἶναι καρπὸς σοφίας καὶ διακρίσεως τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Ὁποία, γνωρίζοντας πόσο μᾶς εἶναι δύσκολο νὰ ἔχουμε πνευματικὴ ἐγρήγορσι καὶ συναίσθησι τοῦ μεγάλου καὶ φρικτοῦ μυστηρίου μέσα στὶς τόσες περισπάσεις καὶ μέριμνες τῆς καθημερινότητος, μᾶς διευκολύνει μὲ τὴν περικοπὴ ὡρισμένων λιπαρῶν τροφῶν, ὥστε ἔχοντας μπροστά μας ἕνα νηστήσιμο φαγητό, μιὰ χειροπιαστὴ δηλαδὴ πραγματικότητα —ποὺ μᾶς θυμίζει προετοιμασία πνευματικὴ— νὰ συγκεντρώνουμε πιὸ εὔκολα τὸ μυαλό μας καὶ νὰ τὸ προσανατολίζουμε στὴ Θ. Κοινωνία.
    Ὅσοι διδάσκουν τοὺς πιστοὺς ὅτι δὲν εἶναι ἀπαραίτητη μιὰ μικρὴ ἐγκράτεια πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας δείχνουν ἐμμέσως ἀλλὰ σαφῶς ὅτι περιφρονοῦν τὴν Ποιμαντικὴ τῶν ἁγίων Πατέρων μας θεωρῶντας τοὺς ἑαυτούς τους ἀνωτέρους πνευματικὰ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Γέροντάς μας, οἱ ὁποῖοι ἀνάλωσαν τὴ ζωή τους στὴ διαποίμανσι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἅγιες καὶ θεοφώτιστες ὀδηγίες τους ἔγιναν «στόματα Θεοῦ» καὶ ἔσωσαν πλήθη πιστῶν, μεταβαλόντες τοὺς ἀναξίους σὲ ἀξίους23.
Μιὰ τέτοια ὅμως συμπεριφορὰ δείχνει ἔμπρακτα καὶ κάτι ἄλλο. Ὅτι στεροῦνται ποιμαντικῆς διακρίσεως, ὅσοι δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ ἀντιληφθοῦν πόσο εὔκολα παρασύρεται ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος καὶ ἐξοικειώνεται ἀπρεπῶς μὲ τὰ Θεῖα. Ἡ εὐλάβεια δὲν εἶναι κάτι ἁπλό, οὔτε εὔκολο. Ἀποκτᾶται μὲ τὸν κόπο τοῦ ἀνθρώπου καὶ μὲ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ καὶ διατηρεῖται μὲ πολὺ κόπο καὶ ἰδιαίτερη προσοχή. Εὐλάβεια δὲν εἶναι οὔτε ἡ φοβία οὔτε ἡ ἀθεοφοβία. Εἶναι ἡ βαθειὰ συναίσθησι ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι καὶ Πατέρας μὲ ἀγάπη μοναδικὴ γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο ἀλλὰ καὶ Θεὸς Παντοδύναμος καὶ Κριτὴς Δίκαιος. Αὐτὴ ἡ εὐλάβεια εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν ἐπωφελῆ προσέλευσι τοῦ πιστοῦ στὴ Θ. Κοινωνία καὶ γι' αὐτὸ πρέπει νὰ τὴν καλλιεργήσουμε καὶ στοὺς ἑαυτούς μας «καὶ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας».
Κάποιοι γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὴ νεωτεριστικὴ ἄποψί τους ἐπικαλοῦνται τὸ ὅτι «οἱ Ἱεροὶ Κανόνες δὲν ὁρίζουν ἰδιαίτερη νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας». Ὅμως ἡ ἐπίκλησι αὐτὴ δὲν εἶναι θεολογικὸ ἐπιχείρημα, ἀλλὰ ἀπόπειρα διακοπῆς τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας μας. Πρόκειται γιὰ ἔντεχνο ἐπιχείρημα, τὸ ὁποῖο οὔτε σοβαρὸ εἶναι, οὔτε ἐμφανίσθηκε γιὰ πρώτη φορά. Ἀντιθέτως εἶναι πολὺ παληὸ καὶ ἔχει ἤδη ἀντιμετωπισθῆ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας μας.
        Γιὰ νὰ μὴ μακρηγορήσουμε, θὰ ἀρκεσθοῦμε σὲ λίγες ἀλλὰ καταλυτικὲς μαρτυρίες ἁγίων Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι βρίσκονται καὶ χρονικῶς πολὺ κοντὰ στὴν Ἀποστολικὴ Παράδοσι.
    Καὶ πρῶτα θὰ ἀναφερθοῦμε στὴ μαρτυρία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Γράφει, λοιπόν, ὁ θεῖος αὐτὸς Πατήρ, «ὁ τὰ θεῖα σαφῶν» (ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ἡ Ἐκκλησία μας) ὅτι ὄχι μόνο ἐπιβάλλεται νηστεία πρὸ τῆς  Θ. Κοινωνίας ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν! Λέγει: «Σὺ δὲ πρὶν ἢ μεταλαβεῖν, νηστεύεις, ἵνα ὁπωσδήποτε ἄξιος φανῇς τῆς κοινωνίας· ὅταν δὲ μεταλάβῃς, δέον σε ἐπιτεῖναι τὴν σωφροσύνην, πάντα ἀπολλύεις. Καίτοι γε οὐκ ἔστιν ἴσον πρὸ τούτου νήφειν καὶ μετὰ ταῦτα»(!). Καὶ διευκρινίζει περισσότερο: «Δεῖ μὲν γὰρ ἐν ἑκατέρῳ σωφρονεῖν, μάλιστα δὲ μετὰ τὸ δέξασθαι τὸ νυμφίον· πρὸ τούτου μέν, ἵνα ἄξιος γένῃ τοῦ λαβεῖν, μετὰ δὲ ταῦτα, ἵνα μὴ ἀνάξιος φανῇς ὧν ἔλαβες».  Στὸ ἐρώτημα «Τὶ οὖν; νηστεύειν δεῖ μετὰ τὸ μεταλαβεῖν;», τὸ ὁποῖο προκύπτει ἀβίαστα καὶ γι' αὐτὸ τὸ θέτει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: «Οὐ λέγω τοῦτο, οὐδὲ καταναγκάζω. Καλὸν μὲν γὰρ καὶ τοῦτο· πλὴν οὐ βιάζομαι τοῦτο, ἀλλὰ παραινῶ μὴ τρυφᾶν εἰς ἀπληστίαν»24.
Ποιὸς ἆραγε μετὰ ἀπ' αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ «στόματος τοῦ ἁγίου Πνεύματος» μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλη ὅτι ἡ τρυφὴ (δηλαδὴ τὰ λιπαρὰ φαγητὰ καὶ ἰδίως τὸ κρέας) εἶναι ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν προετοιμασία τῆς Θ. Κοινωνίας; Ὅποιος ἀμφισβητεῖ αὐτό, ἀγνοεῖ βασικοὺς πνευματικοὺς νόμους καὶ τὶς ἐπιπτώσεις τῶν παραβάσεων τῶν νόμων αὐτῶν. Σὲ τέτοιους ἀμφισβητίες ἀπευθυνόμενος ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, τοὺς ἐρωτᾶ: «Οὐκ οἶσθα ὅσα ἀπὸ τρυφῆς ἐπεισέρχεται κακά; Γέλως ἄκαιρος, ρήματα ἄτακτα, εὐτραπελία ὀλέθρου γέμουσα, φλυαρία ἀνόητος, τὰ ἄλλα ἅ μηδὲ εἰπεῖν καλόν»25. Καὶ προσθέτει καὶ κάτι ἰδιαιτέρως σημαντικό, ποὺ πρέπει νὰ τὸ προσέξουμε ἐμεῖς οἱ ἄνδρες καὶ ἰδίως οἱ Πνευματικοί. Ὅτι ἡ τρυφὴ ἔχει χειρότερες ἐπιπτώσεις στοὺς ἄνδρες ἀπὸ ὅτι στὶς γυναῖκες: «Εἰ γὰρ γυναικὶ ἡ τρυφὴ θάνατος, πολλῷ μᾶλλον τῷ ἀνδρί· καὶ εἰ ἐν ἄλλῳ καιρῷ τοῦτο γενόμενον ἀπόλλυσι, πολλῷ μᾶλλον μετὰ τὴν τῶν μυστηρίων κοινωνίαν»26.
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ θεῖος Χρυσόστομος προσπαθεῖ μὲ κάθε τρόπο νὰ μᾶς πείση ὅτι ἀπαιτεῖται ἐγκράτεια καὶ μετὰ τὴν Θ. Κοινωνία, προκειμένου νὰ διατηρήσουμε τὴν πνευματικὴ “γεῦσι” τῆς Θ. Μεταλήψεως. Γιὰ τὴν πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας ἐγκράτεια δὲν προσπαθεῖ πολύ, ἁπλῶς τὴν ἀναφέρει, καὶ μάλιστα τὴν ἀναφέρει σὰν κάτι δεδομένο, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖ ὡς βάσι, γιὰ νὰ οἰκοδομήση τὶς ὁδηγίες ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦν οἱ πιστοὶ μετὰ τὴ Θ. Κοινωνία.
    Ὁ οὐρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος, ἐπίσης, εἶναι ἰδιαιτέρως κατηγορηματικός, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Ἱερεῖς: «Οὐ γὰρ δυνατὸν ἄνευ νηστείας ἱερουργίας κατατολμῆσαι· οὐ μόνον ἐν τῇ μυστικῇ νῦν καὶ ἀληθινῇ λατρείᾳ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ τυπικῇ τῇ κατὰ τὸν νόμον προαγομένῃ»27. Τὰ λόγια αὐτὰ ἀπευθύνονται ἐμμέσως καὶ πρὸς τοὺς πιστούς. Διότι, ἂν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἱερουργήση ὁ ἱερεὺς «ἄνευ νηστείας», πῶς θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ μεταλάβη ὁ λαϊκὸς τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, χωρὶς νὰ ἔχη προηγηθεῖ ἰδιαίτερη νηστεία, δεδομένου ὅτι ὁ Ἱερεὺς μὲ τὴν καθημερινή του ἐνασχόλησι μὲ τὰ θεῖα ἔχει λιγώτερη διάσπασι τοῦ νοός του ἐν σχέσει μὲ τοὺς λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι καθημερινὰ εἶναι ἐντελῶς «ἐμπεπλεγμένοι ταῖς τοῦ βίου πραγματίαις»;
    Ὁ Μ. Βασίλειος, ὅμως, δὲν ἀρκεῖται νὰ ἀπευθυνθῆ μόνο ἐμμέσως ἀλλὰ ἀπευθύνεται καὶ ἀμέσως πρὸς τοὺς λαϊκούς, λέγοντας: «Τίνων ἔπεσαν τὰ κῶλα ἐν τῇ ἐρήμῳ; Οὐ τῶν κρεωφαγίαν ἐπιζητούντων;» Καὶ συμπληρώνει: «Οὐ φοβῇ τὸ ὑπόδειγμα; Οὐ φρίσσεις τὴν ἀδηφαγίαν, μὴ που σε τῶν ἐλπιζομένων ἀγαθῶν ἀποκλείσῃ;»28.
    Γόνος τῆς μιᾶς καὶ μοναδικῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καὶ ὁ νεώτερος οἰκουμενικὸς Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀπαντᾶ καὶ αὐτὸς ἐμμέσως ἀλλὰ σαφῶς στοὺς συγχρόνους νεωτεριστὰς καταθέτοντας τὴ μαρτυρία του: «Καὶ μ' ὅλον ὁποῦ ἀπὸ τοὺς Θείους Κανόνας νηστεία πρὸ τῆς μεταλήψεως οὐ διορίζεται· οἱ δυνάμενοι δὲ νηστεύειν πρὸ αὐτῆς καὶ ὁλόκληρον ἑβδομάδα, καλῶς ποιοῦσιν»29. Αὐτὸ βεβαίως σημαίνει ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος θεωρεῖ αὐτονόητη τὴ μικρὴ νηστεία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας, ἐφ' ὅσον συνιστᾶ στοὺς πιστοὺς ὅτι ἐὰν μποροῦν εἶναι «καλὸν τὸ νηστεύειν καὶ ὁλόκληρον ἑβδομάδα» πρὸ τῆς Μεταλήψεως.
Γιατί, ὅμως, «ἀπὸ τοὺς Θείους Κανόνας νηστεία πρὸ τῆς μεταλήψεως οὐ διορίζεται»; Ἡ ἀπάντησι εἶναι ἁπλουστάτη: Διότι μέχρι τῶν ἡμερῶν μας ἐθεωρεῖτο αὐτονόητο ὅτι προκειμένου κάποιος νὰ κοινωνήση, πρέπει νὰ προετοιμασθῆ ἰδιαιτέρως μὲ ἐξομολόγησι, μὲ προσευχὴ, μὲ προσοχὴ καὶ μὲ μικρὴ νηστεία, ἐπὶ πλέον τῆς διατεταγμένης, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ «ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»30.
Οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι δὲν εἶχαν ἔρωτα γιὰ τὸν Θεὸ καὶ γι' αὐτὸ περιώριζαν τὴν πνευματική τους ἄσκησι στὰ κατώτατα ὅρια ποὺ προέβλεπαν οἱ γραπτὲς διατάξεις τοῦ Νόμου. Δὲν ἔνιωθαν ἀνάγκη τους τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα ἀλλὰ καταναγκαστικὸ ἔργο. Αὐτὴ ὅμως ἡ νοοτροπία δὲν ἔχει προϋποθέσεις αἰωνίου ζωῆς. Δείχνει ἄνθρωπο ποὺ προσπαθεῖ μὲ τεχνάσματα, τηρῶντας δῆθεν τὴ γραπτὴ ἐκκλησιαστικὴ τάξι, νὰ ἐπιτύχη μείζονα πνευματικὰ ἀποτελέσματα μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν λιγώτερο πνευματικὸ καὶ σωματικὸ κόπο! Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἕτοιμος, γιὰ νὰ κοινωνῆ τακτικά, ἀλλὰ εἶναι παντελῶς ἀνυποψίαστος γιὰ τὸ τὶ σημαίνει πνευματικὴ ζωή.
Ἀλλὰ νὰ εἰποῦμε καὶ κάτι πρακτικό, ποὺ ἐπιβεβαιώνεται ἱστορικά.
    Ἆραγε ὑπῆρχε κατὰ τὸ παρελθὸν ἡ μανία τῆς ἀκατάσχετης κρεωφαγίας, ὅπως παρατηρεῖται στὶς μέρες μας; Εἶχαν οἱ πρόγονοί μας σὲ ἡμερήσια βάσι τὴν κρεωφαγία, ὥστε νὰ χρειασθῆ νὰ γραφοῦν εἰδικοὶ Ἱεροὶ Κανόνες, οἱ ὁποῖοι νὰ συνιστοῦν ὅτι ἀπαγορεύεται ἡ κρεωφαγία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὅποιος ἀμφιβάλλει, ἂς ἐρωτήση τὴ γιαγιά του ἢ τὸν παπποῦ του γιὰ νὰ πληροφορηθῆ ἀπ' αὐτοὺς ὅτι κατὰ τὴν παιδικὴ καὶ νεανική τους ἡλικία ἔτρωγαν στὸ σπίτι τους κρέας μόνο 5-6 φορὲς τὸ χρόνο! Δηλαδὴ ἔτρωγαν μόνο στὶς μεγάλες γιορτές. Σ' αὐτὲς ἂς προσθέσουμε καὶ μερικὲς ἀκόμη ἔκτακτες κρεωφαγίες. Ποῦ ὑπάρχει σύγκρισι μὲ τὴ γνωστὴ δική μας κρεωμανία; Καὶ συνεπῶς, ποῦ θὰ εὕρισκε λογικὸ ἔρεισμα ἡ Ἐκκλησία μας, γιὰ νὰ θεσπίση Ἱ. Κανόνες, ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν κρεωφαγία πρὸ τῆς Θ. Κοινωνίας; Σὲ μιὰ κοινωνία, ποὺ καταλύει κρέας ἐλάχιστες φορὲς τὸ χρόνο, εἶναι ἐντελῶς παράλογο νὰ θεσπίσης διάταξι ποὺ... ἀπαγορεύει τὴν κρεωφαγία πρὸ τῆς Θ. Μεταλήψεως καὶ γι' αὐτὸ θὰ ἦταν ἀδιανόητο νὰ ἀπαιτούσαμε κάτι τέτοιο ἀπὸ τοὺς Ἱ. Κανόνες.
    Αὐτὸ ὅμως ποὺ κατὰ τὸ παρελθὸν ἦταν ἀδιανόητο, εἶναι ἐπιβεβλημένο νὰ γίνη στὶς μέρες μας, ὅπου τὰ πράγματα ἔχουν ἐξελιχθεῖ ἀντιστρόφως ἀνάλογα. Δηλαδή, εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ θεσπισθῆ μιὰ σαφῶς ἀπαγορευτικὴ διάταξι, καὶ γι' αὐτὸ ταπεινῶς προτείνουμε καὶ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας μας νὰ ἐπιληφθῆ τοῦ θέματος ὡς πρὸς τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ νὰ εἰσηγηθῆ σχετικῶς σὲ μιὰ μελλοντικὴ Πανορθόδοξη Σύνοδο.
Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Βολουδάκης 

Από το βιβλίο: “ΝΗΣΤΕΙΟΔΡΟΜΙΟΝ”

Δεν υπάρχουν σχόλια: