Και πάλι πλούσιος αλλά όχι άφρων. Είναι η περίπτωσι ενός ανθρώπου ο οποίος
είναι μεν πλούσιος και έχει πολλά αγαθά, γνωρίζει, όμως, ότι αυτά είναι
πρόσκαιρα και φθαρτά. Επιπλέον είναι και γνώστης του Νόμου. Τον ακολουθεί πιστά
από τα μικρά του χρόνια αλλά μέσα του υπάρχει μια αμφιβολία ότι μπορεί αυτό να
είναι ό τι το αρκετό για να περάσει στην αιωνιότητα. Αυτή η αμφιβολία τον
παρακινεί να ρωτήσει. Ίσως για να επιβεβαιώσει από τα λόγια Εκείνου ότι αρκεί η
τήρησι του Νόμου για να αναμετρηθεί με «την άλλη ζωή».
Η απάντησι του Χριστού ακούγεται παράξενη τόσο από τον πλούσιο της
περικοπής αυτής όσο και από τους Μαθητές Του. Εκστατικοί παρακολουθούν τον
Κύριο να ζητά από τον άνθρωπο εκείνο να εγκαταλείψει τον πλούτο του, να ελεήσει
με αυτόν τους φτωχούς, να αποκτήσει θησαυρό στους ουρανούς και να Τον
ακολουθήσει. Τους φαίνεται ή καλύτερα μας φαίνεται σκληρός ο λόγος. Και αμέσως
θα αναρρωτηθούμε: Μα αν είναι έτσι τότε ποιος μπορεί να σωθεί παρά ελάχιστοι;
Πώς ο Χριστός ήρθε για να σώσει κάθε άνθρωπο; Σκληρός ο λόγος πράγματι. Αλλά ο
Νόμος του Θεού, αδελφοί μου, δόθηκε ως ζωή. Εμείς, με την προσκόλλησι στο
γράμμα που μας βολεύει, σκοτώσαμε τη ζωή αυτή και δεν μπορούμε να διαφύγουμε
από τις δαιδαλώδεις πλεόν απαιτήσεις του.
Δηλαδή η τήρησι και εφαρμογή του
Νόμου έτσι ξερά, σαν να είναι μια ιδεολογία ή ένα αξιακό και ηθικό σύστημα,
προφανώς και δεν δημιουργεί στον άνθρωπο τη βεβαιότητα της σωτηρίας, προφανώς
και δεν είναι έτσι έτοιμος να κατακτήσει την αιώνια ζωή. Δεν υποβιβάζει ο
Χριστός τον Νόμο. Το αντίθετο μάλιστα. Του δίνει ζωή για να μη είναι οι αράδες
του νεκρά φθινοπωρινά φύλλα.
Μας αρέσει τους περισσότερους κατά βάθος ο νόμος ακόμη και με την έννοια
που έχει προσλάβει στις μέρες μας. Μέσα του εγκλωβίσαμε τα δυο άκρα της
αλήθειας μας. Δεν μπορούμε να υπερβούμε ό, τι ήδη έχουμε υπολογισμένο, ό, τι
είναι οριοθετημένο στην καθημερινότητά μας, ό, τι είναι χειροπιαστό.
Εγκαταλείποντας, σύμφωνα με την προτροπή του Ιησού την ύλη που τον περιόριζε, ο
πλούσιος θα ήταν ανάλαφρος να οδεύσει προς την αθανασία, την απεριόριστη, εκεί
όπου δε χωρά το υλικό στοιχείο. Με λίγες λέξεις: αισθανόμαστε ασφάλεια να
υπακούουμε στους περιορισμούς κάποιων επιταγών. Έτσι γινόμαστε αρεστοί στο
κοινωνικό μας περιβάλλον. Και αρνούμαστε να παραδεχτούμε ότι αυτό μόνο του δεν
είναι ικανό να μας σώσει από τον θάνατο. Ποιος μπορεί τότε να σωθεί; Ό, τι
είναι αδύνατο για τον άνθρωπο είναι δυνατό για τον Θεό. Δεν συγκρίνονται έτσι
Πλάστης και πλάσμα αλλά είναι αναγκαίο να πιστέψει ο άνθρωπος ότι χρειάζεται τη
βοήθεια του Θεού και ότι χρειάζεται το έλεος του Θεού και την αποδοχή του στη
Βασιλεία Του. Δεν αρνούμαστε αλλά ζούμε.
Δεν αρνούμαστε την αμαρτία μόνο αλλά προχωρούμε στην αγάπη.
Αδελφοί μου, οδεύουμε προς το Σπήλαιο της Βηθλεέμ και ολοένα προχωρώντας
μέσα στη νηστεία των ημερών αφήνουμε κάτι από τον εαυτό μας, κάτι από το θέλημά
μας αναγνωρίζοντας ότι απαλλαγμένοι από αυτά θα μπορούμε να γίνουμε δεκτικοί
του Θείου ελέους. Όλα μας εγκαταλείπουν κι αν ακόμη εμείς αρνηθούμε να τα
εγκαταλείψουμε για χάρη της σωτηρίας μας. Στον Ιησού Χριστό, όμως, κρύβεται και
ταυτόχρονα αποκαλύπτεται ο πλουτισμός της απαλλαγής μας από τη φθορά. Τόσο οι
άνθρωποι του γράμματος του Νόμου όσο και ο κόσμος που δεν επιλέγει τον λιμένα
της Εκκλησίας φτωχαίνει πνευματικά αλλά και αδυνατεί να σταθεί όταν ό, τι
θεωρούσε σταθηρό υποχωρεί με πάταγο. Ο Χριστός μας ζητά τον πλούτο της γης για
να αγοράσουμε το μερίδιο στους ουρανούς. Αυτό είναι η αγάπη. Ας
αγοραπωλήσουμε!
δ. Γρηγόριος Φραγκάκης
Πηγή: Απογευματινή Κωνσταντινουπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου