Γ΄ Στάσις Χαιρετισμῶν
Τό λαμπρότερο ἔνδυμα
(ἐκ τοῦ Οἴκου «Νέαν ἔδειξε
κτίσιν»)
«Χαῖρε, στολή τῶν γυμνῶν παρρησίας»
Ἕνα
ἀκόμη εὐῶδες ἄνθος στήν ἀνθοδέσμη τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας μας εἶναι καί αὐτός
μέ τόν ὁποῖον ἀρχίσαμε τή ἀποψινή ὁμιλία μας. Ὁ ἱερός ὑμνογράφος μέ τόν λόγο αὐτό
χαιρετίζει μέ ἀγαλλίαση ἐκείνην πού
γίνεται στολή τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων πού δέν ἔχουν θάρρος μπροστά στόν Ἅγιο
Θεό.
Γιά ποιά στολή ὁμιλεῖ ὁ ἱερός ὑμνωδός; Ποιό
περίλαμπρο ἔνδυμα ἐννοεῖ;
*****
«Χαῖρε, στολή τῶν γυμνῶν παρρησίας»
Ὅπως
ἀντιλαμβανόμαστε ὁ ὑμνογράφος, μιλώντας γιά στολή, δέν ἀναφέρεται σέ ἐνδύματα
πού καλύπτουν τήν γυμνότητα ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων. Ὁ συγκεκριμένος λόγος ἔχει σχέση
μέ τή θεοΰφαντη ἐκείνη στολή μέ τήν ὁποία μᾶς ἐκόσμησεν ὁ Ἅγιος Θεός εὐθύς ὡς μᾶς
ἐδημιούργησε.
Ὅπως
διαβάζουμε στό βιβλίο τῆς Γενέσεως οἱ πρωτόπλαστοι μέσα στόν Κῆπο τῆς Ἐδέμ «ἦσαν
καί οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδάμ καί ἡ γυνή αὐτοῦ καί οὐκ ἠσχύνοντο» (Γεν. β´25).
Δέν ἐντρέπονταν διότι ἦσαν γυμνοί κατά τό σῶμα, διότι ἦταν ἐνδυδεμένοι κατά τήν
ψυχή. Ἔνδυμα τῶν προατόρων μας τότε ἦταν ἡ ἁγνότητα καί ἡ ἁγιότητα. Ἡ στολή αὐτή
ἦταν ἀνώτερη καί εὐγενέστερη ἀπό κάθε ἄλλο ἔνδυμα. Αὐτή ὅμως ἡ στολή - τῆς ἁγνότητας καί τῆς ἁγιότητας- τούς ἐξασφάλιζε καί ἕνα ἄλλο ἔνδυμα. Τό ἔνδυμα
τῆς παρρησίας πρός τόν Θεόν.
Αἰσθάνονταν
τήν πατρική Του στοργή νά τούς ἐνθαρρύνει καί νά τούς δίνει πολλή παρρησία, ἔτσι
ὥστε νά ἐμφανίζονται ἐνώπιόν Του καί νά τόν ἐπικαλοῦνται. Ἡ ἀναμάρτητη ἐκείνη
κατάσταση στήν ὁποία βρίσκονταν, τούς ἔδινε τό δικαίωμα νά φωνάζουν, «ἀββᾶ ὁ
Πατήρ». Νά ἀποκαλοῦν τόν Θεό Πατέρα σάν ἀληθινά
παιδιά Του. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἀπευθυνόμενος στούς πιστούς λέγει: «Ἀγαπητοί
ἐάν ἡ καρδία ἡμῶν μή καταγινώσκῃ ἡμῶν», ἐάν ἡ συνείδησή μας δέν μᾶς κατηγορεῖ,
ἀποκτοῦμε παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καί ὁτιδήποτε τοῦ ζητοῦμε στήν προσευχή μᾶς
τό δίνει. ( Α´Ἰω. γ´21-22).
Δυστυχῶς
ὅμως ἡ ἁμαρτία πού μεσολάβησε ἀφήρεσε ἀπό τόν ἄνθρωπο τή λαμπρή ἐκείνη στολή.
Γυμνός ἤδη ἀπό τήν ἠθική ὀμορφιά τῆς ἀναμαρτησίας καί τῆς ἀρετῆς, ἀπογυμνώθηκε
καί ἀπό ὅλο τό ψυχικό του μεγαλεῖο. Ἀπό τή δόξα του. Καί ὅπως ἦταν φυσικό ἀπογυμνώθηκε
καί ἀπό τήν παρρησία πού εἶχε πρός τόν Θεόν. Τό κακό καί ἡ πονηρία εἰσχώρησαν
βαθιά μέσα στήν ψυχή του. Τώρα πλέον οἱ πρωτόπλαστοι δέν ἔχουν πρόσωπο νά ἀτενίσουν
τόν Δημιουργό τους. Μετά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς καί τήν αἴσθηση τῆς
γυμνότητάς τους «ἤκουσαν τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ
τό δειλινόν, καί ἐκρύβησαν» (Γεν. γ´9). Καί ὅταν ὁ Θεός ἐκάλεσε τόν Ἀδάμ καί
τόν ἐρώτησε: «ποῦ εἶ»; Ποῦ εἶσαι Ἀδάμ; Ποῦ εἶναι ἡ δόξα σου; Ἐκεῖνος ἀπάντησε:
«γυμνός εἰμι, καί ἐκρύβην». Εἶμαι γυμνός, φοβήθηκα καί κρύφτηκα. Πῶς ἀπέκτησες
αὐτή τήν αἴσθηση τῆς γυμνότητας; Ὅσο τηροῦσες τήν ἐντολή μου δέν ἤξερες τί θά
πεῖ γυμνότητα. Ἡ παράβαση τῆς ἐντολῆς ἔφερε στή ψυχή σου τήν πονηρία.
Πράγματι,
ἀδελφοί μου, ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀπογύμνωση τῆς
προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁγνότητα καί τήν ὀμορφιά της. Εἰσάγει τήν
πονηρία καί τή διαφθορά. Φέρει τή γυμνότητα τῆς ψυχῆς. Ἀπ᾽αὐτόν τόν γυμνισμό εὔκολα
φθάνει κανείς καί στόν σωματικό γυμνισμό
καί σέ κάθε ἀσχημία.
****
Εὐτυχῶς
ὅμως, ὅταν ἦρθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐπενέβη ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἡ ἀρχαγγελική
φωνή πού ἀκούστηκε στή Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας: «χαῖρε, Κεχαριτωμένη» φθάνει
μέχρι σήμερα στά αὐτιά ἡμῶν τῶν «γυμνῶν παρρησίας». Στό ἄκουσμα τῆς φωνῆς τοῦ Ἀγγέλου
ὁ γυμνός ἀπό τή θεϊκή χάρη κόσμος ἀνακουφίζεται. Ἡ Κυρία Θεοτόκος φέρνει στόν
κόσμο τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἐπαναφέρει τόν ἄνθρωπο στή δόξα καί τήν
περίωπτη θέση στήν ὁποία τόν ἔταξε ἀπό τήν ἀρχή ὁ Δημιουργός.
Ἡ
χαρά αὐτή τῶν ἀνθρώπων γίνεται μεγαλύτερη ὅταν ἀκούεται ἡ φωνή «ἐξενέγκατε τήν
στολήν τήν πρώτην καί ἐνδύσατε αὐτόν» (Λουκ. ιε´22). Ἡ φωνή πού διακήρυξεν ὅτι ὁ
Θεός δέχεται τόν ἄσωτο καί ἁμαρτωλό ἄνθρωπο πού μετανοεῖ καί ἐπιστρέφει στόν
Πατέρα. Καί ἡ στολή αὐτή ἡ «πρώτη» τήν ὁποία χαρίζει ξανά ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο εἶναι
τόσο συνυφασμένη μέ τόν Χριστόν, ὥστε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θά μᾶς εἰπεῖ: «ὅσοι εἰς
Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. γ´27). Ἐφορέσατε ὡς λαμπρό ἔνδυμα
τόν Χριστόν. Ὁ Χριστός μέ τό ἅγιο Βάπτισμα σᾶς ἔδωκε ὡς στολή τήν ἁγιότητά Του
καί σᾶς περιέβαλε μέ χάρη καί δόξα. Γι᾽αὐτό καί σεῖς ἀφοῦ πλέον γδυθήκατε τόν παλαιό διεφθαρμένο ἄνθρωπο μαζί μέ τίς
πράξεις του «καί ἐνδυσάμενοι τόν νέον», τόν Χριστόν, ἀκολουθεῖτε τόν
χριστιανικό τρόπο ζωῆς, καί ἀποφεύγετε τήν ἁμαρτία ἡ ὁποία λερώνει τή θεοΰφαντη
στολή.
****
«Χαῖρε, στολή τῶν γυμνῶν παρρησίας»
Ἀδελφοί,
ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι συνήθως δίνουμε πολλή σημασία στήν ἐξωτερική ἐμφάνιση. Ὅμως ἡ
δόξα καί ἡ τιμή δέν βρίσκεται ἐκεῖ. Βρίσκεται στή ψυχή. Τή στολή τῆς ψυχῆς
βλέπει καί τιμᾶ ὁ Θεός. Τίς ἀρετές δηλ., τήν ἁγιότητα τοῦ βίου. Γι᾽αὐτό, ἄς τόν
παρακαλοῦμε διά τῶν πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νά λαμπρύνει τή στολή τῆς
ψυχῆς μας καί νά μᾶς σώζει.
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
Ἐκφωνήθηκε στόν Ἱερό
Καθεδρικό Ἁγίου Ἰωάννου Λευκωσίας,
Παρασκευή 17.03.2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου