Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
(Λουκ. 16, 19-31)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας που
έγινε το 1988)
Καλά τους τα λέει…
Μερικές φορές, όταν ακούμε το
Ευαγγέλιο ψάχνουμε να βρούμε για ποιούς «τα λέει». Και συνήθως βγάζουμε το
συμπέρασμα ότι τα λέει για τους άλλους. Και ότι αυτά δεν έχουν σχέση με μας.
Αλλά αυτό είναι λάθος. Διότι το Άγιο Ευαγγέλιο απευθύνεται σε όλους. Δεν απευθύνεται
στον Ιάκωβο, στον Πέτρο, στον Ματθαίο, αλλά σε όλους μας.
Ένας από τους αγίους πατέρας
λέγει: «Εκείνος, που έχει αληθινά πνεύμα Θεού, που έχει μέσα του φωτισμό του
Αγίου Πνεύματος όταν διαβάζει το Άγιο Ευαγγέλιο, όλα ανεξαιρέτως τα λόγια του,
θα τα εφαρμόσει στον εαυτό του και έτσι θα βρει μεγάλη ωφέλεια». Γι' αυτό όταν
ακούμε τον Λόγο του Θεού και κάνουμε την σκέψη, ότι αναφέρεται σε κάποιον
άλλον, η συνείδησή μας δεν λειτουργεί σωστά.
Ας δούμε με λίγα λόγια τα
διδάγματα του σημερινού Ευαγγελίου.
Αυτό θα πει σκληροκαρδία
Ήταν ένας πλούσιος, που ντυνόταν
με την τελευταία λέξη της μόδας και «καθ’ ημέραν» γλεντούσε. Καλότρωγε και
καλόπινε. Έξω από το σπίτι του, ερχόταν ένας φτωχός, ρακένδυτος και γεμάτος
πληγές. Και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι
του. Δηλαδή από εκείνα που πετούσε ο πλούσιος στα σκουπίδια. Και δεν του έδιναν
τίποτα. Και πήγαιναν τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές του.
Αλλά ήρθε η ώρα και πέθανε και ο
πλούσιος και ο φτωχός. Και βρέθηκαν στην άλλη ζωή, αλλά με διαφορετικές
συνθήκες. Ο μεν φτωχός, στην αγκαλιά του Αβραάμ, στον Παράδεισο, ο δε πλούσιος
στις φλόγες της κολάσεως. Εκεί, ο πλούσιος νοσταλγεί όχι όλη την χαρά του
φτωχού Λαζάρου στην αγκαλιά του Αβραάμ, αλλά μια σταγόνα από αυτή την χαρά. Ας
πούμε λίγα λόγια γι’ αυτά τα υπέροχα για μας μηνύματα του Αγίου Ευαγγελίου. Θα
πούμε βέβαια: «πώς είναι δυνατόν να μην είναι υπέροχα, αφού μιλάει η αληθινή
σοφία ο Χριστός;»
Φορούσε λοιπόν ο πλούσιος
«πορφύραν και βύσσον». Τα ακριβότερα υφάσματα ραμμένα με την τελευταία λέξη της
μόδας. Κάθε ημέρα είχε γλέντι στο σπίτι του, σπουδαία φαγητά, κρασιά και
προσκεκλημένους. Γλεντούσε την ζωή του.
Αυτή ήταν μια εικόνα. Αυτό ήταν
το ορατό, αλλά υπήρχε και κάτι το αόρατο μεν αλλά αληθινό, ή μάλλον πιο αληθινό
από τα ορατά. Ποιό ήταν; Η σκληροκαρδία του. Δεν φαίνεται η καρδιά, ούτε τι
έχει μέσα, αλλά ο καθένας το έβλεπε καθαρά. Γιατί ένας φτωχός ήταν έξω από το
σπίτι του πάντοτε, προσπαθώντας να πάρει κάτι από τα σκουπίδια του και αυτός
δεν συγκινιόταν καθόλου να του δώσει κάτι.
Σχολιάζει κάποιος από τους
Αγίους: Μερικές φορές, κάποιος από τους υπηρέτες του πλουσίου έκλεβε κάτι, από
το τραπέζι για να πάει να το δώσει στον φτωχό. Ναι, το έκλεβε. Και κάτι
χειρότερο: Έξω από το σπίτι του πλουσίου ήταν μαζεμένα σκυλιά. Τα σκυλιά είχαν
γίνει φίλοι με τον φτωχό, με το «ανθρώπινο σκυλί» που έψαχνε τα σκουπίδια και
πήγαιναν κοντά του και έγλειφαν τις πληγές του. Τι θέλει να πει αυτό;
Ο πλούσιος, ήταν πιο σκληρός από
τα άλογα ζώα. Και έβλεπε τον άνθρωπο, πιο άσχημα από ο,τι έβλεπε τα ζώα, τα
σκυλιά. Ας κάνουμε μια σκέψη σ’ αυτό το σημείο: Οι πλούσιοι της σημερινής
εποχής συνήθως έχουν σκυλιά και γατάκια μέσα στο σπίτι τους. Πόσες ώρες
κάθονται και παίζουν με τα σκυλιά και τα βγάζουν περίπατο! Και κάνουν δαπάνες
και τι δαπάνες για τα σκυλιά! Και όλα αυτά την στιγμή που δεν δίνουν όχι στον
φτωχό που προσπαθεί να μαζέψει κάτι από τα σκουπίδια για να φάει, αλλά ούτε του
Αγγέλου τους νερό! Δεν φαίνεται η σκληροκαρδία με τα μάτια, ούτε την ακούμε με
τα αυτιά. Αλλά την αισθανόμαστε με την καρδιά. Λοιπόν υπάρχει.
Για φανταστείτε ακόμη την
αθλιότητα του κόσμου. Ένα τσούρμο ανθρώπους, εκείνοι που τρώγανε και πίνανε
μαζί με τον πλούσιο, τι θα του έλεγαν, όπως λένε κάθε φορά τέτοιου είδους
άνθρωποι στους πλούσιους φίλους τους: «Α! είσαι σπουδαίος άνθρωπος. Μα τι
γούστο είναι αυτό. Τι ωραίο ρούχο. Τι ωραίο ράψιμο. Πώς τα καταφέρνεις έτσι;
Εσύ είσαι το υπόδειγμα της κοινωνικότητος». «Μωρέ μπράβο του», κουβεντιάζουν
μεταξύ τους, «είναι άνθρωπος που ξέρει να ζήσει. Είναι άνθρωπος έξυπνος. Μα γι’
αυτό έχει επιτύχει στην ζωή του. Γι’ αυτό τα έχει καταφέρει, γι’ αυτό έχει την
τσέπη του γεμάτη. Είναι άξιος άνθρωπος».
Και ο πλούσιος αυτός άνθρωπος,
που τόσο εύκολα αισθάνεται η καρδιά μας την σκληροκαρδία του, πλέει μέσα στα
πελάγη των επαίνων και της αποδοχής της κοινωνίας. Να τι είναι και η γνώμη και
η αποδοχή της κοινωνίας. Αλλά, αδελφοί μου, η κρίση του Θεού είναι διαφορετική.
Η ψυχή υπάρχει, καταλαβαίνει,
μιλάει
Απέθανε ο πλούσιος και τον έθαψαν
οι άνθρωποι με μεγαλοπρέπεια. Στην κηδεία του θα έβγαλαν πολλούς λόγους. Και
μετά; Μετά πήγε στην κόλαση. Τον έβαλε ο Θεός εκεί που ήταν τόπος αντάξιος της
σκληροκαρδίας του.
Απέθανε και ο φτωχός Λάζαρος και
τον πήραν οι Άγγελοι του Θεού και τον πήγαν στον κόλπο του Πατριάρχου Αβραάμ.
Αλλά για κοιτάξετε, τι λέει η
Αγία Γραφή: «πέθανε ο πλούσιος, πέθανε και ο Λάζαρος». Είχε πεθάνει χρόνια και
χρόνια ο Πατριάρχης Αβραάμ. Μπορούσε κανείς να ψάξει να βρει πουθενά τα κόκκαλα
του Πατριάρχου Αβραάμ, που από τότε είχε πεθάνει πριν δύο χιλιάδες χρόνια;
Μπορεί κανείς να βρει τα κόκαλα κάποιου ανθρώπου, που πέθανε πριν από εκατό
χρόνια; Σπάνιο των σπανίων.
Το σώμα λοιπόν μηδέν, αλλά η ψυχή
τους υπάρχει. Και όχι μόνο υπάρχει, αισθάνεται, ακούει, βλέπει, καταλαβαίνει,
γίνεται διάλογος. Τον ακούτε τον πλούσιο τι λέει; «Πάτερ Αβραάμ, πες στον
Λάζαρο να μου φέρει μια σταγόνα νερό από αυτή τη δροσιά μέσα στην οποία πλέει.
Να καταψύξει τη γλώσσα μου, ‘γιατί οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη’».
Λίγο πολύ, μας λέει, ότι δεν είχε
βάλει ακόμα μυαλό, γιατί δύσκολα μπαίνει το μυαλό σε κείνους, που τόχουν
διαστρέψει και διαστρέφουν την ψυχή τους. Έβλεπε το Λάζαρο, που μπορεί, μερικές
φορές να τον είχε στείλει να του κάνει κάνα θεληματάκι. Και λέει: «πες στο
φτωχαδάκι να μου κάνει και τώρα το θεληματάκι και να μου φέρει μια σταγόνα
νερό».
Αλλά ο Πατριάρχης Αβραάμ του
απαντά: «Δεν είναι δυνατόν. Είναι χάσμα η απόσταση». Ποιά απόσταση; Τι λέτε πως
είναι η απόσταση μεταξύ παραδείσου και κολάσεως; Είναι κανένα χαντάκι; Είναι
καμιά τάφρος; Τι είναι; Είναι η απόσταση μεταξύ των ανθρώπων, που αγαπούσαν το
Θεό και των ανθρώπων που καταπατούσαν το θέλημα του Θεού. Η απόσταση μεταξύ
εκείνων που δούλευαν με συνείδηση, με αγάπη, με καλοσύνη και εκείνων που όλες
αυτές τις αρετές τις θεωρούσαν γελοιότητα και βλακεία. Και για προσέξατε. Στη
ζωή του ο πλούσιος δεν έδινε ψίχαλο. Δεν κράταγε να δώσει. Τα περισσεύματά του
τα πετούσε στα σκουπίδια. Και στη Δευτέρα Παρουσία, στη μέλλουσα ζωή, ζητάει
σταγόνα νερό και δεν του δίνει κανείς. Τι μας λέει αυτό το πράγμα; Εύκολο είναι
το συμπέρασμα.
Μαρτυρία ουρανού ή μαρτυρία
τάφου;
Ας έλθουμε, τώρα, στο δεύτερο
σημείο που πρέπει να το προσέξουμε ιδιαίτερα. Έρχονται άνθρωποι και λένε: «Ωχ
καημένε, δεν υπάρχει μέλλουσα ζωή, δεν υπάρχει μετά θάνατον τίποτα. Τα είδε
κανείς; Ας έρθει κάποιος από εκεί, ένας πεθαμένος, να μας το πει ότι υπάρχει,
να το καταλάβουμε, να αγωνιστούμε. Να αγωνίζεσαι τζάμπα; Δηλαδή να χαραμίσεις
τη ζωή σου τσάμπα, περιμένοντας τη Βασιλεία του Θεού; Πέντε και στο χέρι, παρά
δέκα και καρτέρει».
Αλλά η πραγματικότητα είναι
εντελώς αντίθετη όπως μας λέγει ο Κύριός μας σ’ αυτήν την παραβολή.
- Πάτερ Αβραάμ, πέμψον Λάζαρον.
Απαντάει ο Πατριάρχης Αβραάμ:
- Έχουν τον Μωυσή και τους
Προφήτες, αν θέλουν ας τους ακούσουν. Γιατί να τον στείλω;
- Γιατί, απαντάει ο πλούσιος, έχω
πέντε αδέρφια, ζουν όπως ζούσα εγώ, και άμα συνεχίσουν αυτή τη ζωή, θα πάνε
στην κόλαση. Αλλά, αν πάει κάποιος να τους τα πει, κάποιος από τους πεθαμένους,
θα μετανοήσουν.
Λέει ο Αβραάμ:
- Έχουν τον Μωυσή και τους
Προφήτες. Ας τους ακούσουν.
Τι σημαίνει αυτό; Έχουν την Αγία
Γραφή, έχουν το λόγο του Θεού. Είναι εγκυρότερα. Γιατί είναι εγκυρότερα; Ποιός
μιλάει μέσα στο Ευαγγέλιο; Ο Χριστός. Γιατί μιλάει; Για ένα σωρό θέματα της
πνευματικής ζωής. Τι μνημονεύει; Ένα πλήθος από θαύματα. Ποία θαύματα; Ανάσταση
νεκρών. Μια φορά; Είναι περισσότερες από δέκα οι αναστάσεις νεκρών, που
μνημονεύει μέσα η Αγία Γραφή. «Ας την ακούσουν», λέει ο Αβραάμ και «ας την
διαβάσουν».
Ας μάθουμε αδελφοί να διαβάζουμε
το Άγιο Ευαγγέλιο και ας προσπαθούμε να καταλαβαίνουμε κάθε φορά πού μας
οδηγεί. Αμήν.-
Πηγή: Ι. Μ. Προφ. Ηλιού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου