Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΜΠΑΡΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ
Ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς ἀπέστειλε
τήν κάτωθι ἐπιστολή συμπαραστάσεως στόν ἐμπερίστατο Μητροπολίτη Μαυροβουνίου
καί Παραθαλασσίας κ.κ. Ἀμφιλόχιο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Σερβίας προτείνων τήν
προσφυγή στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων.
᾿Εν
Πειραιεῖ τῇ 10ῃ Ἰανουαρίου 2020
Πρός
Τόν Σεβασμιώτατον
Μητροπολίτην Μαυροβουνίου καί
Παραθαλασσίας
Κύριον κ. ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΝ
Mitropolija, 81250 Cetinje
MONTENEGRO
"""""""""""""""""""""""""""
euo@mitropolija.me
Σεβασμιώτατε καί πολυτίμητε Δέσποτα,
Ἐκ προσώπου τοῦ εὐαγοῦς Κλήρου καί
τοῦ φιλοχρίστου λαοῦ τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἐκφράζομεν τήν ἀμέριστον
συμπαράστασιν μας πρός τήν δοκιμαζομένην καί θεόσωστον Ὑμετέραν Κανονικήν Δικαιοδοσίαν
καί τό Σεπτόν Πατριαρχεῖο Σερβίας, εἰς τήν φίλην χώραν τοῦ Μαυροβουνίου, διά τήν
ἀήθη καί προκλητικήν ἐπίθεσιν τῆς Κυβερνήσεως τοῦ Πρωθυπουργοῦ κ. Ντοῦσκο Μάρκοβιτς
καί τοῦ Προέδρου κ. Μίλο Τζουκάνοβιτς μέ τήν ἐπιψήφισι τοῦ ληστρικοῦ Νόμου διαρπαγῆς
τῶν Ἱ. Ναῶν, Μονῶν καί Ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων τῆς Ὑμετέρας Μητροπόλεως Μαυροβουνίου
καί Παραθαλασσίας.
Ἀποτελεῖ οὐσιαστικό διωγμό τοῦ 72% τῶν 620.000 κατοίκων τοῦ Μαυροβουνίου
πού ἀνήκουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἐπιδιώκει νά κατασχέσει τά περιουσιακά στοιχεῖα
τῆς Μητροπόλεώς Σας καί τοῦ Σεπτοῦ Πατριαρχείου Σερβίας στό Μαυροβούνιο, γιά τήν
ἐνίσχυσι μιᾶς παρασυναγωγῆς ἑνός καθηρημένου πρώην κληρικοῦ τοῦ Miras Dedeic, πού αὐτοπροσδιορίζεται
ὡς δῆθεν «Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τοῦ Μαυροβουνίου». Παρέλκει νά ἀναφερθεῖ ὅτι τό
θρᾶσος, ἡ ἀναίδεια καί ἡ ἀθεοφοβία τοῦ παρασυναγώγου ψευδοκληρικοῦ καί τῶν
συνεργατῶν του δυστυχῶς ἐνισχύθηκε ἀπό τήν ἄκριτο καί ἄκυρο χορήγησι Αὐτοκεφαλίας
εἰς τήν ἀντικανονική δομή τῆς Οὐκρανίας. Θετικό ὅμως γεγονός ὡστόσο ἀποτελεῖ, ἡ
οὐσιώδης παρέμβασι τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου
πού διέλυσε τούς πονηρούς καί δολίους σχεδιασμούς γεωπολιτικῆς καί γεωστρατηγικῆς
γνωστῶν εὐρωατλαντικῶν κύκλων, δίδων συνέντευξιν στήν Ἐφημερίδα «Kurir» τοῦ Βελιγραδίου στήν ὁποία
διεκήρυξε τήν ἀναγνώρισι ὡς μόνης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Μαυροβουνίῳ τῆς καθ’ Ὑμᾶς
Θεοσώστου Μητροπόλεως, στηλιτεύων τήν παρασυναγωγή τοῦ κ. Dedeic (CPC) καί τούς ὄπισθεν αὐτοῦ
κρυπτομένους.
Μέ τόν ψηφισθέντα Νόμο, ὁ ὁποῖος ἐτέθη
σέ ἰσχύ δημοσιευθείς τήν 27/12/2019 στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως τοῦ
Μαυροβουνίου, οἱ θρησκευτικές κοινότητες καλοῦνται νά ἀποδείξουν ὅτι κατέχουν
τίς ἰδιοκτησίες τους πρίν τό 1918 ὅταν τό Βασίλειο τοῦ Μαυροβουνίου ἑνώθηκε μέ
τά βασίλεια τῶν Σέρβων, Κροατῶν καί Σλοβένων, τοῦ προκατόχου τῆς μετέπειτα
Γιουγκοσλαβίας, ἡ ὁποία πλέον ἔχει διαλυθεῖ, ἄλλως θά κρατικοποιεῖται ὡς ἐθνική
κληρονομία τοῦ Κράτους. Ὁ συγκεκριμένος Νόμος σχεδιάστηκε γιά νά πλήξει μόνο
τήν καθ’ Ὑμᾶς Ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν διότι οἱ Μουσουλμάνοι τοῦ Μαυροβουνίου δέν
κινδυνεύουν ἐπειδή ἡ περιουσία τους ὑφίσταται ὡς Βακούφια στό ἔννομο status τοῦ
Μαυροβουνίου καί ἑπομένως ὅλος αὐτός ὁ δολιότατος σχεδιασμός στρέφεται κατά τῆς
Κανονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Συναλγοῦντες μεθ’ Ὑμῶν καί
συνευχόμενοι πρός τόν Δομήτορα τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας Σωτῆρα Χριστό, διά τήν ὑπέρβασι
τῆς κακοτρόπου καί ἀήθους Κυβερνητικῆς ἐπιθέσεως, πού ἐπιδιώκει τήν ἀπομείωσι τῆς
κανονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Μαυροβούνιο καί τήν ἀποκοπή τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ
τοῦ Μαυροβουνίου ἀπό τήν πνευματική του μήτρα καί Μητέρα τήν Ἁγιωτάτη Ἁγιοσαββιτική
Ἐκκλησία, θέτομεν τίς ταπεινές ἡμῶν δυνατότητες εἰς τήν Ὑμετέραν διάθεσιν
προτείνοντες ὅπως προσφύγετε εἰς τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων
Δικαιωμάτων, διότι προδήλως καί κατάφωρα παραβιάζεται ἡ Εὐρωπαϊκή Σύμβασις
(ΕΣΔΑ) Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων καί εἰδικώτερα τό πρόσθετον Πρωτόκολλον αὐτῆς καί
ἀσφαλῶς προσβάλλεται τό Εὐρωπαϊκό κεκτημένο καί ὁ εἰς τά κράτη δικαίου ἀναγνωριζόμενος
τρόπος κτήσεως κυριότητος διά τῆς «χρησικτησίας». Συνεπῶς τό κράτος τοῦ
Μαυροβουνίου πού ἐπιδιώκει τήν ἔνταξί του στήν ΕΕ ὀφείλει νά σέβεται τήν ΕΣΔΑ
καί νά ἀναγνωρίζει ὡς νόμιμο τρόπο κυριότητος τήν ἔκτακτη ἤ τακτική
χρησικτησία, διότι τό Σεπτόν Πατριαρχεῖον Σερβίας καί ἡ Θεόσωστος Μητρόπολις Αὐτοῦ
Μαυροβουνίου καί Παραθαλασσίας εἶναι πανάρχαια Καθιδρύματα αἰῶνες πρίν
δημιουργηθεῖ τό σύγχρονο Κράτος τοῦ Μαυροβουνίου καί ἀποτελεῖ νομικόν ἀστεϊσμόν
νά καλοῦνται νά ἀποδείξουν ὅτι κατεῖχαν τίς ἰδιοκτησίες τους πρό τοῦ 1918.
Θέτω τίς ταπεινές μου γνώσεις εἰς
τήν Ὑμετέραν διάθεσιν ὑπομιμνήσκων ὅτι παρομοίαν ἐπίθεσιν εἶχεν δεχθεῖ καί ἡ
καθ’ ἡμᾶς Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μέ τούς ἐπαισχύντους καί ἀνηθίκους
Νόμους 1700/1987 καί 1811/1988 τούς ὁποίους καί κατετροπώσαμεν διά τοῦ ΕΔΑΔ μέ
τήν ἱστορική Ἀπόφαση 10/1993/405/483-484/9.12.1994 «Ἱερῶν Μονῶν κατά τῆς Ἑλλάδος»
μέ τήν ὁποία ἐδικαιώθησαν οἱ προσφυγοῦσες 5 Ἱ. Μονές στίς ὁποῖες ἐπεδικάσθη τό ἰλιγγιῶδες
ποσόν τῶν 3.000.000.000.000 δραχμῶν ἤ 8.800.000.000 Εὐρώ καί ἀναγκάσθηκε τό Ἑλληνικό
Δημόσιο νά θέσει στό χρονοντούλαπο τῆς Ἱστορίας τούς κακοτρόπους Νόμους
δημεύσεως τῆς Ἐκκλησιαστικῆς-Μοναστηριακῆς περιουσίας.
Εἰδικώτερον παραθέτω παλαιοτέραν
μου καταχώρησι πού ἀναφέρεται στή Νομολογία τοῦ ΕΔΑΔ στήν μνημονευθεῖσα Ἀπόφαση:
«11. Ὅσον ἀφορᾶ τή χρησικτησία τό Δικαστήριο ἐπισημαίνει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά:
«60. Δέν εἶναι ἐφικτό γιά τό Δικαστήριο νά ἀναλάβει νά ἐξακριβώσει τό ἴδιο
ποιές ἀπό τίς ἐπίδικες ἐκτάσεις γῆς μποροῦν νά θεωρηθοῦν κατά τό Ἑλληνικό
Δίκαιο ὅτι ἀνήκουν στήν πραγματικότητα στό Δημόσιο. Παρατηρεῖ ὡστόσο ὅτι οἱ Ἱερές
Μονές πού εἶναι πανάρχαια ἰδρυτικά μέρη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καί ἱδρύθηκαν
πολύ πρίν δημιουργηθεῖ τό Ἑλληνικό Κράτος, ἔχουν ἀνά τούς αἰῶνες συσσωρεύσει
σημαντική ἀκίνητη περιουσία. Χωρίς ἀμφιβολία, ἔγγραφοι τίτλοι κυριότητος πού ἀποκτήθηκαν
κατά τή διάρκεια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ἔχουν
χαθεῖ ἤ καταστραφεῖ. Προκειμένου περί αὐτῶν τῶν γαιῶν, τίς ὁποῖες κατεῖχαν γιά
τόσο μακρό χρονικό διάστημα, ἔστω καί χωρίς νόμιμο τίτλο, ἡ χρονική διάρκεια τῆς
κατοχῆς πού ἀπαιτεῖται ὥστε νά θεμελιωθεῖ χρησικτησία τόσο ἔναντι τοῦ Δημοσίου ὅσο
καί ἔναντι τρίτων εἶχε μετά βεβαιότητος συμπληρωθεῖ κατά τή στιγμή πού ὁ Νόμος
1700/87 ἐτέθη σέ ἰσχύ. Στό σημεῖο αὐτό τό Δικαστήριο προσδίδει ἰδιαίτερη
σημασία στήν κτήση κυριότητος διά χρησικτησίας διότι δέν ὑπάρχει κτηματολόγιο
στή Ἑλλάδα καί διότι ἦταν ἀδύνατη ἡ μεταγραφή τίτλων πρό τοῦ 1856 καί ἡ
μεταγραφή κληροδοσιῶν καί κληρονομιῶν πρό τοῦ 1846. 12. Εἶναι σημαντικό τό ὅτι
τό Δικαστήριο στήν ἄνω περίπτωση κατατάσσει τά ὑπό τοῦ δημοσίου λεγόμενα
«διακατεχόμενα» καί ἐπιλύει τήν ἀμφισβήτηση, ὑπέρ τῶν ἀπόψεων τῶν Ἱερῶν Μονῶν ὅτι
ἡ χρησικτησία ἐκάλυψε τούς ἀπωλεσθέντας ἐκ τῶν περιστάσεων καί τῆς διαδρομῆς τοῦ
χρόνου τίτλους κυριότητος (ἔγγραφα στοιχεῖα). 13. Τό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων
Δικαιωμάτων ξεκκαθαρίζει ὅτι τά χωρίς «νομίμους τίτλους» δηλ. τά
«διακατεχόμενα» κατά τήν ἄποψη τοῦ Δημοσίου, εἶναι τά νεμόμενα ἀπό τήν Ἐκκλησία
καί τίς Ἱερές Μονές, μέ τά προσόντα τῆς ἐκτάκτου ἤ τακτικῆς χρησικτησίας ἀκίνητα.
14. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι τό Δημόσιο δέν ἰσχυρίσθηκε στό Δικαστήριο τά ὅσα
λέγει τό ἴδιο καί τό Νομικό Συμβούλιο τοῦ Κράτους περί ἁπλοῦ δικαιώματος
«καρπώσεως» μέ τίς μνησθεῖσες, γνωμοδοτήσεις του, ἀλλά περί κατεχομένων ἀπό τήν
Ἐκκλησία (Ί. Μονές) χωρίς τίτλους ἀκινήτων καί ἀναγνωρίζει ὅτι οἱ Ἱερές Μονές
«κατεῖχαν ὡς ἁπλοί νομεῖς»! Καί στόν ἰσχυρισμό αὐτό τό Δικαστήριο ἀπαντᾶ μέ
πλήρη σαφῆ, εἰδική καί ἐμπεριστατωμένη σοφῆ αἰτιολογία καί δικαιώνει τίς Ἱερές
Μονές. 15. Ἀκόμα περισσότερο, πρέπει νά σημειώσουμε, ὅτι δέν ἰσχυρίστηκε τό Ἑλληνικό
Δημόσιο (ἤ Κυβέρνηση) τά ὅσα, τό Ὑπουργεῖο Γεωργίας, ἰσχυρίσθη, περί
«διακατοχικῶν δικαιωμάτων»! Ἡ ἐφεύρεση αὐτοῦ τοῦ ὅρου συνιστᾶ παραβίαση καί
πάλι τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος καί τῆς συμβάσεως τῆς Ρώμης καί τοῦ προσθέτου
πρωτοκόλλου αὐτῆς. 16. Αὐτές εἶναι μερικές ἀπό τίς ἐπισημάνσεις γιά τήν
σημαντική αὐτή ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ἡ ἀπόφαση
αὐτή ἀποτελεῖ σταθμό στή νομολογία τοῦ Δικαστηρίου καί εἶναι ἡ πρώτη πού ἀσχολεῖται
μέ μία ὁλόκληρη Ἐκκλησία κράτους-μέλους τῆς Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης, μέ αὐτό τό ἀντικείμενο.
Εἶναι, πάντως, ἄξιο παρατηρήσεως ὅτι τό Δικαστήριο μέ καταπλήσσουσα
διεισδυτικότητα, παρατηρητικότητα, νομική ἀξιοσύνη καί ἐπιστημοσύνη, βαθύνεια,
εὐθυκρισία καί ἀντικειμενικότητα, ἀναλύει σέ ὅλες τίς λεπτομέρειες, τίς
συνέπειες καί τίς ὑποκρυπτόμενες μεθοδεύσεις, δολιότητες, καί σκοπιμότητες, τίς
διατάξεις τοῦ ν. 1700/87 γιά νά κατάληξη στό πόρισμά του ὅτι ὁ νόμος αὐτός
παραβιάζει τήν διεθνῆ σύμβαση τῆς Ρώμης καί τό πρῶτο πρωτόκολλο αὐτῆς. Μέ τήν ἀνωτέρω
ἀπόφαση κλείεται ὁριστικά καί ἀμετάκλητα τό κεφάλαιο τῆς ἀμφισβήτησης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
περιουσίας ἀπό συστάσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους μέχρι σήμερα, ὅπως ἐνώπιον τοῦ
Δικαστηρίου ἰσχυρίστηκε, ἡ Ἑλληνική Πολιτεία, κατά παράβαση κάθε ἔννοιας
δικαίου καί ἠθικῆς».
Ὅθεν πάνυ εὐλαβῶς προτείνω ὅπως
προσφύγετε στό ΕΔΑΔ γιά νά ἀκυρωθεῖ καί νά καταπέσει ἡ αἰσχίστη αὐτή νομοθεσία,
δημεύσεως καί διαρπαγῆς τῆς περιουσίας τῆς Ἁγιωτάτης Ὑμῶν Ἐκκλησίας, διότι ὑφίσταται
ἤδη ἡ σχετική νομολογία καί τό δεδικασμένο καί διατίθεμαι νά συμβάλλω μέ κάθε
τρόπο.
Κατασπαζόμενος τήν Ὑμετέραν
Σεβασμιότητα διατελῶ,
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου