Κυριακή τῆς Τυροφάγου
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Σφετερισμός ἐξουσίας
«Σύ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην»
(Ρωμ. ιδ΄4)
«Σύ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην»
Ποιός
εἶσαι σύ πού κατακρίνεις καί ἀποδοκιμάζεις ξένο δοῦλο; Μ’ αὐτή τήν αὐστηρή ἐρώτηση
ἐλέγχει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τούς χριστιανούς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πέφτουν στό ἁμάρτημα
τῆς κατάκρισης.
Ἀφορμή
τοῦ ἔδωκεν ἡ διαφορετική ἀντίληψη πού εἶχαν οἱ χριστιανοί τῆς πρώτης ἐκκλησίας
ὡς πρός τίς τροφές. Ὅσοι εἶχαν ἰσχυρή πίστη θεωροῦσαν ὅλες τίς τροφές καλές καί
εὐλογημένες ἀπό τόν Θεό. Ἄλλοι ὅμως ὑπεστήριζαν ὅτι ὁρισμένες ἀπ’ αὐτές δέν
πρέπει νά χρησιμοποιοῦνται. Ἐπικράτησε λοιπόν κάποια ἔνταση μεταξύ τους. Ὑπῆρχε
διαφωνία καί οἱ μέν κατέκριναν τούς δέ. Γιά νά τούς διορθώσει λοιπόν ὁ θεῖος Ἀπόστολος μεταξύ ἄλλων τούς γράφει ὅτι δέν ἔχουν
δικαίωμα νά κατακρίνουν. Ἡ σύσταση αὐτή ἰσχύει γιά ὅλους τούς πιστούς. Καί γιά ἐμᾶς.
Νά
δοῦμε λοιπόν τί εἶναι κατάκριση, γιατί
συνιστᾶ βαρύ ἁμάρτημα καί πῶς θά θεραπευθοῦμε ἀπ’ αὐτή τήν ὀλέθρια συνήθεια.
****
«Σύ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην»
Ἄν θέλαμε νά δώσουμε
ἕνα σύντομο ὁρισμό τῆς κατάκρισης, θά λέγαμε πώς: κατάκριση εἶναι ἡ ἁμαρτωλή
καί ἔνοχη συνήθεια πολλῶν νά σχολιάζουν, νά κρίνουν καί νά ἐπικρίνουν τή ζωή
καί τίς πράξεις τῶν ἄλλων. Καί μάλιστα νά προβαίνουν σ’ αὐτή τήν ἐνέργεια ἀπό ἔλλειψη
συμπάθειας· ἄσπλαγχνα καί μάλιστα νά εὐχαριστοῦνται, ὅταν κατακρίνουν.
Κατάκριση ἐπίσης εἶναι τό νά διηγεῖται κάποιος καί νά κοινολογεῖ ἕνα σφάλμα,
μιά παρεκτροπή ἑνός ἀνθρώπου, ὥστε νά τήν μάθουν καί οἱ ἄλλοι. Ὅπως ἐπίσης τό
νά συζητοῦν κάποιοι μιά ἐνέργεια στήν ὁποία προέβη κάποιος μέ ἐμπάθεια, νά τήν
μεγαλοποιοῦν, νά τῆς δίνουν διαστάσεις γιά νά ἐξευτελίσουν ἐκεῖνον πού τήν ἔκαμε. Ἡ κατάκριση συνήθως γίνεται ἀπό ἐπιπολαιότητα,
ἀπό ἄγνοια καί πλάνη. Ἄλλοτε ὅμως γίνεται καί ἀπό ζήλεια καί φθόνο ἤ ἀντιπάθεια.
Ἴσως γίνεται καί ἐξ αἰτίας «παλιῶν λογαριασμῶν» ἤ καί διαφορῶν
πού ὑπάρχουν μεταξύ ὁρισμένων προσώπων. Μπορεῖ ὅμως νά πέσει κανείς στό ἁμάρτημα
τῆς κατάκρισης ἀπό στενοκαρδία, ἀπό ἐγωϊσμό, ἀπό αἴσθημα ὑπεροχῆς πού αἰσθάνονται
μερικοί ἄνθρωποι. Αὐτοί δέν μποροῦν νά ἀνεχθοῦν ἄλλον ἄξιο καί ἱκανό, νά τούς
ἐπισκιάζει. Γι’ αὐτό τόν βλέπουν μέ περιφρόνηση καί μέ κατάκριση προσπαθοῦν νά
τόν μειώσουν.
Κάτι
τέτοιο συνέβη μέ τούς Γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἐπέκριναν καί
κατέκριναν συστηματικά τόν Κύριο, διότι
δέν ἤθελαν νά παραδεχθοῦν τήν ἀξία Του.
****
Ὅταν
λοιπόν κατακρίνουμε τούς ἀδελφούς μας πού σφάλουν προδίδουμε τήν δική μας ἀναισθησία ὡς πρός τά ἰδικά μας ἁμαρτήματα.
Ὁ ἀδελφός μας ἁμαρτάνει, ἐμεῖς τί κάνουμε; Ἀναμάρτητοι εἴμαστε, ἁγιοσύνες παρουσιάζουμε
στή ζωή μας; Δέν εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ἔνοχοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων;
«Ἄνθρωπε, λέγει ὁ Ἀπ.Παῦλος, ἐσύ πού κατάκρίνεις τόν ἄλλο στήν οὐσία τόν ἑαυτό
σου κατάκρίνεις, διότι καί σύ τά ἴδια κάμνεις» (Ρωμ. β΄1). Ἡ τάση, λοιπόν, ἀδελφοί
μου, πού ἔχουμε νά κατακρίνουμε τούς ἄλλους προδίδει ἔλλεψη αὐτογνωσίας καί βαριά μορφή ἀναισθησίας
τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν καί πτώσεων, καί
γι’ αὐτό καί συνιστᾶ ἁμάρτημα βαρύ.
Ἐπίσης
ἡ κατάκριση προδίδει σκληρότητα πρός
τόν συνάνθρωπο, τόν ἀδελφόν μας. Μπορεῖ νά ἔπεσε κάποιος κυριευμένος ἀπό
τήν ἀδυναμία του, τυφωλμένος, ἄν θέλετε ἀπό τό πάθος του, μπερδεμένος στίς
πλεκτάνες τοῦ διαβόλου σέ μιά δύσκολη ὥρα καί ἔκαμε τό κακό. Ἔπεσε. Ἁμάρτησε. Ἔγινε
ἴσως σκάνδαλο, ἀναστάτωσε τήν κοινωνία. Δέν τοῦ φθάνει λοιπόν αὐτή ἡ πτώση
του, τό κακό του, τό ἔγκλημά του, οἱ τύψεις, ἡ θλίψη καί ὁ πόνος του, ἀλλά
πρέπει νά πέσει ἐπάνω του καί ἡ δική μας κακογλωσσιά; Ἄν ἕνας τυφλός ἤ ἔστω
μεθυσμένος παραστρατήσει καί πέσει καί τσακιστεῖ; Δέν θά τόν συμπονέσεις; Δέν θά τρέξεις νά τόν
βοηθήσεις νά σηκωθεῖ; Νά βρεῖ καί πάλι τό δρόμο του; Αὐτό θά κάμεις. Γιατί ὅμως δείχνεσαι τόσο ἄπονος καί σκληρός
καί στήνεις δικαστήριο νά δικάσεις καί νά καταδικάσεις τόν ἔνοχο; Βαρύ τό ἁμάρτημα
τῆς κατάκρισης, διότι εἶναι γεμᾶτο σκληρότητα καί ἀπανθρωπία. Ἀλλά
ἡ
κατάκριση μαρτυρεῖ καί μεγάλη ἔλλειψη τοῦ
φόβου τοῦ Θεοῦ. Ἡ κρίση, ἀνήκει στόν Θεό. Αὐτός πού πέφτει, τοῦ Θεοῦ δοῦλος
εἶναι. Στόν Θεό θά δώσει λόγο. Ὁ Θεός μόνο ἔχει δικαίωμα νά τόν κρίνει. Ἐσύ κι ἐγώ
δέν ἔχουμε τέτοιο δικαίωμα, ἀδελφέ μου. Δέν μποροῦμε νά σφετεριζόμαστε τό
δικαίωμα τοῦ Θεοῦ. Πῶς θά ἁρπάξουμε θεία ἐξουσία καί μέ ἄμετρη ἀθεοφοβία θά κρίνουμε
καί κατακρίνουμε τούς συνενόχους μας ἀνθρώπους; Πῶς λοιπόν μπαίνουμε στή μέση
καί γινόμαστε ἀντί τοῦ Θεοῦ, κριτές τοῦ
συνδούλου ἀδελφοῦ μας; Λοιπόν μήν ἁρπάζουμε τήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ καί μή καταδικάζουμε
τούς ἀδελφούς μας, γιατί αὐτό εἶναι μεγάλη ἀνομία καί ἡ ἀμαρτία μας μεγάλη.
****
Πῶς
θά θεραπευθεῖ ἀλήθεια αὐτή μας ἡ ἀρρώστια; Πρῶτον
μέ τό νά στραφοῦμε στόν ἑαυτό μας. Ἀλλά ὄχι γιά νά θωπεύσουμε τόν ἐγωϊσμό μας,
νά βρίσκουμε τάχα ἀρετές καί νά καυχώμαστε ὅπως ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς πού
κατέκρινε τόν Τελώνη. Νά στραφοῦμε στόν ἑαυτό μας γιά νά ἀνακαλύψουμε τά πάθη
καί τίς κακίες μας, νά μετρήσουμε τίς πτώσεις καί τά σφάλματά μας, νά
συναισθανθοῦμε τή δική μας βαριά ἐνοχή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά τίς πολλές μας ἁμαρτίες.
Δεύτερον νά καλλιεργήσουμε στήν ψυχή
μας τήν ἀγάπη. Αὐτή εἶναι τό σωτήριο φάρμακο στήν ὑπερνίκηση τοῦ πάθους τῆς
κατάκρισης. Ἀγάπη θερμή πρός τόν πλησίον μας, πρός αὐτόν τόν ἀδελφό μας πού
πέφτει καί ἀμαρτάνει καί τόν ὁποῖο ἡ φιλοκατήγορη γλώσσα μας τρέχει νά τόν
καταδικάσει. Ἄν ἤσουν ἐσύ στή θέση τοῦ ἀδελφοῦ πού ἔπεσε δέν θά ἤθελες νά σοῦ
δείξουν ἀγάπη καί συμπάθεια καί νά σέ βοηθήσουν νά σηκωθεῖς καί νά σταθεῖς στά
πόδια σου; Ἀγάπη χρειάζεται καί ὁ συναμαρτωλός ἀδελφός μας πού ἔπεσε, ὄχι κατάκριση
καί καταδρομή. Ἀγάπη χρειαζόμαστε κι ἐμεῖς. Διότι μόλις ἀγαπήσουμε θά παύσουμε
νά κατακρίνουμε.
Τρίτο δραστικότατο φάρμακο γιά τή θεραπεία
τοῦ κακοῦ τῆς κατάκρισης εἶναι ἡ καλλιέργεια τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή
μας. Ἄς σκεφθοῦμε, ἀδελφοί, ὅτι τήν ὥρα πού κατηγοροῦμε καί κατακρίνουμε ἐκτοπίζουμε
τόν Θεό ἀπό τή δικαστική του ἕδρα καί ἁρπάζουμε ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι τή
θεία Του ἐξουσία. Καί τότε ἔμφοβοι καί ἔντρομοι θά παύσουμε νά κατακρίνουμε.
***
«Σύ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην»
Ἀδελφοί!
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή μᾶς ὑποδέχεται τώρα. Γιά νά τήν περάσουμε ὅπως
θέλει ὁ θεός μαζί μέ τά κακά πού πρέπει νά ἀποβάλουμε εἶναι καί ἡ φοβερή ἀμαρτία
τῆς κατάκρισης. Ἄν κατακρίνουμε οὔτε νηστεία, οὔτε ἀγρυπνία, οὔτε ἐλεημοσύνη μᾶς
σώζουν. Ἄς φύγουμε τήν κατάκριση γιά νά
βροῦμε ἔλεος Θεοῦ. Εὐσπλαγχνικοί καί οἰκτίρμονες στούς ἀδελφούς μας, γιά νά
φανεῖ εὐσπλαγχνικός καί οἰκτίρμων καί σέ μᾶς ὁ δίκαιος καί Ἅγιος Θεός Πατέρας
μας.
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου