Ο ευλογημένος βίος ενός μαχητή πόλεως και καταζητούμενου αντάρτη. Μνήμη Νεόφυτου Πεγειώτη (1938-2009). Απόπειρα ημιτελούς βιογράφησης ενός άγνωστου μαχητή της ελευθερίας
Γιάννης Ν. Πεγειώτης
Ο Νεόφυτος Χριστοδούλου Πεγειώτης, γεννήθηκε στο χωριό
Δρούσια της Πάφου, στης 12 Δεκεμβρίου του έτους 1938. Οι γονείς του ήταν ο
Ττοουλής Πεγειώτης και η Αννεζού Χατζηφάνη. Από την πλευρά του πατέρα του
συνδεόταν με μεγάλη προοδευτική οικογένεια της Πέγειας, διασκορπισμένη στην
Πέγεια, τη Θελέτρα, το Νέο Χωρίο και τη Δρούσια. Από την πλευρά της μητέρας του
συνδεόταν με ευσεβή και ονομαστή οικογένεια της Δρούσιας με ισχυρό πυρήνα στο
χωριό, με υποδειγματική σύνδεση αγάπης και μια ομάδα μελών της στη Λεμεσό όπου
επίσης προέκοπτε εν αγάπη. Σε αυτή την οικογένεια μεγάλωσε και ήτο από τους
αγαπητούς, ένας εκ των ονομαστών Κυπρίων πολεμιστών της καταλήψεως των
Ιωαννίνων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, καθώς και ο ονομαστός δια την
ευσέβεια και την αρετή του ιερεύς της κοινότητας Δρούσιας, Παπά-Φάνης, αδελφός της
μαρτυρικής και υπομονετικής μητέρας του Νεόφυτου, Αννεζούς.Ηρωισμός και άμετρη καλοσύνη ήταν τα δυο χαρακτηριστικά που κληρονόμησε από τους δυο αυτούς επιφανείς προγόνους του, και τα κράτησε ως παρακαταθήκη εις την καρδία του.
Έμαθε τα πρώτα του γράμματα εις το Δημοτικό Σχολείο Δρούσιας κοντά σε ευσυνείδητους δασκάλους, ενώ κατηχήθηκε εκτενώς ως εξομολογείτο, από τον ιεροψάλτη αναγνώστη και κοσμοκαλόγηρο Αργύρη Πασαπόρτη, παλαιό μετανάστη εις την Αφρική και κατά μίαν μαρτυρία ιεραπόστολον, επανακάμψαντα εις την Δρούσια στα έτη του σαράντα. Από αυτόν εδιδάχθηκε περί προσευχής και εμυήθει εις τα ιερά αναγνώσματα. Συνήθεια που εδιατήρησε μέχρι τα τέλη του βίου του, αφού την ενίσχυσε εις το βουνό, ως αντάρτης, συνδεθείς πλέον αγαπητικώ τω τρόπω με την Καινή Διαθήκη.
Τον δεύτερο κύκλον του Δημοτικού Σχολείου παρακολούθησε στο Δημοτικό Σχολείον Νέου Χωρίου, κοντά εις τον οραματιστήν διδάσκαλον Μουσουλίταν, ο οποίος με ποικίλες εξορμήσεις εγνώριζεν εις τους μαθητές του τα προσκυνήματα , τις πόλεις και τις αρχαιότητες άπασας της Κύπρου. Οι ενθυμήσεις του από την περίοδο αυτήν ήτο πάμπολλες τις οποίες εδιηγήτο με χάρην, αγάπη και νοσταλγία.
Ως φιλότιμο μέλος οικογένειας αιπόλων του Ακάμα έζησε εις την γραφική χερσόνησο με πάμπολλους κόπους παρά τους πόδας της μητρός και του πατρός του, πλάι σε αδέλφια πραγματικά αγαπημένα και σε κλίμα αλληλοστήριξης. Εγνώριζεν όσον ολίγοι τα τοπωνύμια του Ακάμα, τους ανθρώπους του, τις αρετές και τα πάθη τους. Εδώ, μικρόν παιδί, θα γνωρίσει και τους περιλάλητους Καλύμνιους σφουγγαράδες, που έφθασαν με τα σπογγαλιευτικά τους ένεκα του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου και συνδέθηκαν με την οικογένεια Πεγειώτη, η οποία τους στήριξε και τους εβοήθησεν.
Κατόπιν, περί το έτος 1952 ή 53, ενεγράφει εις το Γυμνάσιον της Πόλεως Χρυσοχούς όπου ζει πλέον στο ενθουσιώδες κλίμα των ενωτικών προετοιμασιών και των κινητοποιήσεων της Πόλεως Χρυσοχούς. Με το ξέσπασμα του αγώνα μετέχει ως επικεφαλής στις μαχητικές μαθητικές διαδηλώσεις . Σύμφωνα δε με μαρτυρία συμμαθητού του, ήταν ο αξιοθαύμαστος μπροστάρης σημαιοφόρος των μαχητικών κινητοποιήσεων. Επιπρόσθετα μετέχει σε ποικίλες δραστηριότητες της τοπικής δράσεως της ΕΟΚΑ για τις οποίες γνωρίζουμε λιγοστά από τη μεγάλη του αδελφή. Ο ίδιος ομολόγησε μόνο μια φορά έξω από σπίτι στο Προδρόμι: «Εδώ έμενε ένας παππούς που ήρθε από το Κάϊρο και μας βοήθησε πολύ. Όταν τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν λάβαμε όλοι μέτρα για να αποφύγουμε τη σύλληψη, Όμως ο παππούς δε λύγισε, δεν πρόδωσε και γλυτώσαμε.» Γνωρίζουμε επίσης από έμμεση πληροφορία ότι οΤούρκος αστυνομικός Λισανής, στυγνός κατόπιν βασανιστής του Ευαγόρα Παλληκαρίδη είχε προειδοποιήσει τον πατέρα του, Ττοουλή, ότι ο Νεόφυτος είχε «κακές παρέες». Κακές παρέες ήταν το στέλεχος της ΕΟΚΑ Στυλιανού Γεώργιος και οι άλλοι δύο ηρωομάρτυρες του Νέου Χωρίου, Γεώργιος Αναστάση και Βάσος Παναγή.
Κατά την περίοδο αυτήν η οικογένεια του χειμάζεται από πειρασμική δυσκολία η οποία προοδευτικά θα οδηγήσει σε απαρφανισμό, μετά την αποχώρηση του πατέρα από την οικογενειακή εστία. Η δοκιμασία αυτή τον λυπεί ιδιαίτερα και σταδιακά θα τον επιφορτίσει με ποικίλες ευθύνες προστασίας της μητρός και των μικρότερων αδελφών του. Καθήκον που θα επιτελέσει αγόγγυστα επί δεκαετίες, ενώ με αυτοθυσία θα αποφεύγει να κατακρίνει τον πατέρα του, μέχρι την τελευταίαν στιγμή του βίου του.
Περί τα τέλη του 1956 αρχής του 1957 αποφασίζει να μεταβεί στη Λεμεσό. Η μετακίνηση αυτή είναι συνδεδεμένη με δυο εκδοχές. Το σίγουρο είναι το γεγονός ότι μετά την εκτέλεση του Λισανή, σύμφωνα με μαρτυρία της αδελφής του, οι Βρετανοί τον αναζητούν αλλά διαφεύγει. Αρχίζει να χρησιμοποιεί το Νεόφυτος Χριστοδούλου ως ονοματεπώνυμο, αντί το Νεόφυτος Πεγειώτης, γεγονός που θα τον σώσει, όταν θα καταζητηθεί και θα δυσκολέψει τους Άγγλους στην καταδίωξη του.
Στην Λεμεσό θα ενταχθεί και πάλιν στη δράση της ΕΟΚΑ, παράλληλα με τον αγώνα επιβίωσης και βιοπάλης σε μια πόλη εν πολλοίς άγνωστη του. Μετά από έρευνα έχουμε, σε ένα πρώτο περίγραμμα, σχηματοποιήσει τη δράση του, για την οποίαν δεν ομιλούσεν συχνά. Λιγοστά μας είχε πει, κυρίως προς φρονηματισμό και κατόπιν πιέσεως. Ήθελε να δημιουργεί την εικόναν του απλού μέλους, ενώ για κάποιες από τις αποστολές του δεν μίλησε ποτέ, ιδιαίτερα για τις παράτολμες ενέργειες του, για τις μεταφορές χειροβομβίδων, για τις συνεχείς κατασκευές βομβών, για τις μαχητικές ομάδες σαμποτέρ, το ρόλο του στη δημιουργία κρυπτών. Για τις πάμπολλες νυχτερινές, εν κρυπτώ ενέργειες, σιγούσε ευσυνειδήτως. Οτιδήποτε θα τον μετακινούσε από την ιδιότητα του άγνωστου μαχητή πόλεως σε δόξες και τιμές και υπέρ-προβολές το απέφευγε ενσυνείδητα. Όταν ολίγον καιρόν προ του θανάτου του, γείτονας του καφενείου και των ενοικιαζόμενων δωματίων του «Ψεύτη», θα του ομολογούσε κατ΄ιδίαν πως παρακολουθώντας μικρός αυτός από το παράθυρο, τα απέναντιορμητήρια, γνώριζε και θυμόταν νυχτερινές ενέργειες και εξόδους που σοβαροί μετρημένοι με τον αγαπητό του συναγωνιστή Αντρέα Κουζουπή, ωσάν σκιές με μεγίστη σοβαρότηταν ενεργούσαν, θα τον τραβούσε στην άκρη της καλοκαιρινής αυλής του νυχτερινού λαϊκού εστιατορίου- καφενείου. Θα ομιλούσαν για ώρες. Έκπληκτος από τη γνώση του νυχτερινού τότε παρατηρητή και συγκινημένος θα του ομολογούσε: «Κύριε Γιώργο, γι΄ αυτά ούτε τα παιδιά μου δεν γνωρίζουν».
Θα συνομιλούσαν ακόμη λίγο και εν κατακλείδι θα έλεγε στον συνομιλητή του, γιο του πωλητή παγωτού που ήτον παράτολμος μαντατοφόρος της ΕΟΚΑ.
Θα του έλεγε συγκινημένος, με τη γνωστή αρχοντιά του: «Εμείς γιε μου επράξαμε το καθήκον μας».
Στη Λεμεσό ο Νεόφυτος Πεγειώτης θα συνεργαστεί με τον Ανδρέα Κουζουπή ο οποίος θα τον μυήσει εις την τοπική δράση της ΕΟΚΑ τον Φεβρουάριο του έτους 1957. Μαζί θα εργαστούν εν συνέσει και αγάπη μέχρι τη σύλληψη του ομαδάρχη του Ανδρέα Κουζουπή, κατά τη διάρκεια του ανθρωπομαζώματος του έτους 1958. Αρχικό ορμητήριο τους, το σπίτι του Ευριπίδη Κυριακίδη, (Ψεύτη) ευρισκόμενο επί της Λεοντίου Α΄(τώρα Λεωφ. Μακαρίου του Γ΄). Εδώ ο Κυριακίδης διετήρει καφενείον- ενοικιαζόμενα δωμάτια που παρείχε την αναγκαία κάλυψη των επαναστατικών δραστηριοτήτων. Έναντι του μικρού ορμητηρίου σε μικράν σχετικά απόσταση ζούσε η αγαπητή γιαγιά Κυριακού ο κεντρικός κλάδος των εκ μητρός συγγενών του εις Λεμεσό. Πρόσωπον οσιακόν το οποίον έπαιξε σημαντικό, αθόρυβο ρόλο εις τον εν προκοπή και σύνεση βίον του εις την πόλη της νέας Αμαθούντας. Τον ενουθέταν δια του θυσιακού παραδείγματος της, τον συνέδεσε με όλους τους παροικούντες εξ αίματος συγγενείς τους, δια να βιώνει την αναγκαία αγάπη και συμπαράσταση. Τον προέτρεπε να συναντάτε και με την άλλη γιαγιά που ζούσε στην πόλη, την γιαγιά - Μαρία η οποία κατοικούσε εις το άκρον της πόλεως με τις κόρες και τα εγγόνια της . Εδώ κατοικούσαν και οι εξαδέλφες του, Νίκη και Φροσούλα, πρόσωπα με σημαντικό ρόλο στη διάσωση του, κατά την περίοδο της καταδίωξης του.
Καθ’ ολόκληρο το έτος 1957 θα εργαστούν ως ομάδα με τον Ανδρέα Κουζουπή, τον Νίκον Κουζουπήν και μια σειράν άλλων συνεργατών. Εις την αναφορά, τόσον του ιδίου όσον και ενός ακόμη της ομάδας σαμποτέρ, μνημονεύονται οι πιο κάτω μετέχοντες εις την ομάδα δολιοφθορέων καθώς και άλλοι συνεργάτες: Νίκος Κουζουπής, Ανδρέας Κουζουπής, Α. Κενεβέζος, Τάκης Προκοπίου. Πάμπος Παπαδόπουλος, Χαράλαμπος Θρασυβούλου. Λουκάς Κυπριανού, Ανδρέας Αυγουστή, Πάμπος Γεωργιάδης. Μελής Κανάκης, Πετράκης Αναστασίου και Ανδρέας Βαρναβίδης.
Από συζητήσεις που είχαμε, τόσο με τον ίδιο, όσο και παλαιότερα με τον ομαδάρχη του, εδιεφάνει η μυστική συνεργασία της ομάδας με τον διευθυντή του Κεραμείου Λεμεσού Γεώργιο Δημητριάδη, μυθικό κατασκευαστή όπλων για την ΕΟΚΑ, ακραία αποτελεσματικό και επινοητικό μηχανουργό. Κοντά του, ο Νεόφυτος Πεγειώτης θα εκπαιδευτεί ως θερμαστής κεραμείου, υπό την εποπτεία ειδικών εκπαιδευτών και σύντομα θα εξελιχθεί στον καλύτερον θερμαστή του νησιού, γεγονός που θα τον βοηθήσει στη στήριξη της χειμαζόμενης οικογένειας του, αλλά και θα τον θωρακίσει με ειδική τεχνογνωσία περί της εκρηκτικής συμπεριφοράς των υγρών και στερεών εύφλεκτων υλικών, γνωσιολογική θωράκιση, πολύτιμη για την ΕΟΚΑ. Ο Δημητριάδης θα επιτρέψει την κοπή βλημάτων στο εργοστάσιο, αφού θα ενεργοποιήσει θορυβώδεις μηχανές εν μέσω της νυχτός δια να αποκρύψουν τη συνεχή εργασία του κόφτη μετάλλων. Μετά από τη νύχτα αυτή ο Δημητριάδης θα παρατηρεί άγρυπνα τον νεαρό αγωνιστή και κατά την δύσκολη στιγμή της διαφυγής, θα τον ενισχύσει οικονομικά και θα τον προειδοποιήσει για τις δυσκολίες και τους κινδύνους της περιόδου κατά την οποίαν θα συνέχιζε την επαναστατική δράση ως καταζητούμενος μαχητής εντός της πόλεως.
Κατά την περίοδο της συνεργασίας με τον ομαδάρχη του Ανδρέα Κουζουπή θα διαχειριστούν μαζί ποικίλα ζητήματα συνδεδεμένοι με τη φύλαξη υλικών κατασκευής βομβών, τη μετακίνηση τους, την ασφαλή τους φύλαξη, τη μεταφορά χειροβομβίδων και οπλισμού.
Σε αυτή τη φάση θα συνεργαστούν με τον Νεοκλή και την Ελένη Χριστοφορίδου οι οποίοι θα τους παραχωρήσουν χώρο για τη φύλαξη των υλικών τους. Ο Νεοκλής κατάγεται από τη Δρούσια από τη ξακουστή στη Λαόνα οικογένεια Χριστοφορκά. Είναι ο υιός του αναδόχου του Νεόφυτου. Τους συνδέει βαθύς πνευματικός δεσμός που θα κρατήσει μέχρι το τέλος του βίου του. Ο Νεόφυτος Χριστοφορκάς είχε επιλέξει το 1939 να δώσει στον βαφτιστικό του το όνομα Νεόφυτος κληρονομώντας του τη μεγάλη του αρχοντιά και την αγάπη του ασκητή της Εγκλείστρας.
Ο Νεοκλής και η Ελένη, θα τους στηρίξουν ποικιλοτρόπως, μέχρι τη δημιουργία της εργομετρικά και ειδικά, πολύ-αναζητούμενης, κατασκευασμένης κρύπτης εύφλεκτων υλικών της οδού Ευριπίδου παρά την Β΄ Αστική Λεμεσού, σε ένα από τα δυο ενοικιαζόμενα δωμάτια που εκμισθώνει ο Νεόφυτος και οι συναγωνιστές του μετά από την ανάγκη δημιουργίας και νέου ορμητηρίου εκτός από αυτό της Λεοντίου Α΄.
Στην οδό Ευριπίδου θα εργαστούν με άκρα μυστικότητα νύχτα και ημέρα οι δυο δολιοφθορείς και κατασκευαστές βομβών. Ο ομαδάρχης Ανδρέας Κουζουπής και ο έμπιστος συναγωνιστής του Νεόφυτος Πεγειώτης. Στόχος η δημιουργία οπλισμένης με σκυρόδεμα κρύπτης, ελεγχόμενης θερμοκρασίας βάθους 1.5 μέτρων. Μια εργασία που θα κρατήσει μέρες και θα στεφθεί με επιτυχία μετά από μύριους κινδύνους. Και όλα αυτά χωρίς να δοθεί η παραμικρή υποψία στην καλή οικοδέσποινα και στους περίοικους.
Τα υλικά (χώματα, μπάζα) μετά το αργό σιγαλινό σκάψιμο θα μεταφέρονταν με το αυτοκίνητο του Κουζουπή. Ενώ θα μεταφέρουν με προσοχή εντός του δωματίου όλα τα αναγκαία για την οικοδόμηση και τη θωράκιση των τοιχωμάτων.
Όταν συν Θεώ θα οικοδομήσουν τα τοιχώματα θα μεταφέρουν τα υλικά από την κρύπτη του Νεοκλή και κυριολεκτικά θα ανακουφιστούν όταν εναποθέσουν από πάνω την πλάκα του περίτεχνου σφραγίσματος.
Νέες όμως περιπέτειες και κίνδυνοι θα τους αναμένουν...
Το έτος 1958 ήταν ένα έτος δοκιμασιών για την ΕΟΚΑ ολόκληρη, αλλά και ένα χρονικό στάδιο ανδρείας και αγωνίας, αγώνος και επαναστικής δράσης. Για το Νεόφυτο Πεγειώτη και τις συνεργαζόμενες ομάδες σαμποτέρ, συνδέσμων και παρακολουθήσεων ήταν το έτος της κορυφαίας των ενερεγειών του αγώνα, αλλά και έτος εσταυρωμένον. Έτος συλλήψεων, καταδιώξεων, βασανιστηρίων, προδοσίας, κατατρεγμών.
Μετά την τοποθέτηση των εκρηκτικών υλικών στην ειδική κρύπτη της οδού Ευριπίδου, ο ομαδάρχης Ανδρέας Κουζουπής, ο Νεόφυτος Πεγειώτης και οι συνεργάτες τους, θα επιδοθούν με προσοχή στην «κατασκευή βομβών, στη διάνοιξη κρυσφυγέτων, στη μεταφορά βομβών και την παρακολούθηση πρακτόρων του εχθρού.» (Απόσπασμα από την αναφορά του Νεόφυτου Πεγειώτη για το Λεύκωμα Ανταρτών).
Για την περίοδο της μαχητικής ενεργού του δράσης, μετά την μετακίνηση του από την μείζωνα περιοχή Πόλεως Χρυσοχούς και την εκεί επαναστατική ενεργοποίηση, συνακόλουθα και την ένταξη του εις τας ομάδας σαμποτέρ, τομέως Λεμεσού της ΕΟΚΑ, δεν ομιλούσε παρά μόνο σπάνια. Γνωρίζουμε ότι ορκίστηκε υπό του Ανδρέα Κουζουπή τον Φεβρουάριο του 1957 (αυτό αναφέρει εις την αναφορά του για το Αρχείο Αγωνιστών
ΕΟΚΑ 1955-59) και εργάσθει αόκνως άνευ καμιάς μεμψιμοιρίας μέχρι τον Αύγουστο του 1958, οπότε με αυστηρή εντολή του Αρχηγού της ΕΟΚΑ, ενετάχθει εις το Αντάρτικο, στον ηρωικό και μαχητικό τομέα Φασούλας-Παραμύθας.
Είχαν προηγηθεί πάμπολλες διαφυγές του, από τις ειδικές ομάδες ερευνών, οι οποίες τον στοχοποιούσαν ως ειδικόν και επικίνδυνον πυροτεχνουργό μετά την προδοσία και την ανατίναξη του κρυσφηγέτου της οδού Ευριπίδου, η οποία επισυνέβει, σύμφωνα με την μέχρι τώρα αρχειακή μας έρευνα, περί την 28ην του μηνός Απριλίου του 1958.
Συνομιλώντας με τον ομαδάρχη του προσφάτως αλλά και από αναμνήσεις διαλόγων τους, στα χρόνια του εβδόμηντα και αρχές του ογδόντα, εδιεφάνη η ύπαρξη αγαστής συνεργασίας και ανυπόκριτης αγάπης ανάμεσα στους δύο αγωνιστές. Όπως μας τονίσθει, ο Νεόφυτος ήτο πρόσωπο καλού χαρακτήρος, πολύ προσεχτικός και ψύχραιμος στις μετακινήσεις οπλισμού και χειροβομβίδων. Τον χαρακτήριζε καλοσύνη, σοβαρότης, και ετοιμότητα ψύχραιμου αντιδράσεως.
Εκείνα τα δύσκολα βράδυα των τελευταίων ημερών του Απριλίου του 1958 τα περιγράφει με δωρική λιτότητα σε αναφορά του: «Ευρέθει εις το σύνδεσμο μας, λίστα με ονόματα και διευθύνσεις. Το σπίτι μου ανατινάχθει από τους Άγγλους». Θεία προνοία και παρά τους οργανωμένους σχεδιασμούς των Άγγλων, εντός του κρυσφήγετου δεν ευρέθει αγωνιστής. Ο Νεόφυτος ετοιμάζετο να αποχωρήσει από τη βάρδια του στο Κεραμείο Λεμεσού, οπόταν συνάδελφος του, ενταγμένος σε άλλο τομέα δράσης της Ε.Ο.Κ.Α, τον ενημέρωσε και τον έσωσε χωρίς να γνωρίζει ότι ο αναζητούμενος ήταν ο λεπτός και υψηλός θερμαστής του Κεραμείου και του ανεκοίνωσε εμπιστευτικά: «Τζιαμέ στην οδόν Ευριπίδου, πιο κάτω από τη γειτονιάν μου, ανατίναξαν ένα σπίτιν τζιαι περιμένουν οπλισμένοι παντού να συλλάβουν αυτούς που εμίνησκαν τζιαμέ». Περίπου αυτή ήταν η αναγγελία σωτηρίας. Άμεσα ενεργώντας ο Νεόφητος προσήγγισε το διευθυντή του Κεραμείου και του ανεκοίνωσε εμπιστευτικά: «Μάστρε φεύκω τζιαι δεν θα ξαναέρτω στη δουλειά». Ο Δημητριάδης, άνδρας ρωμαλέος, έξυπνος και ψύχραιμος, άνοιξε το πορτοφόλι του και του έδωσε αμέσως ένα χαρτονόμισμα πέντε λιρών, λέγοντας του με ανδρεία: «Εκεί που ανεβαίνεις, τα πράγματα θα είναι δύσκολα, τζιαι θα σου χρειαστούν» Ακολούθησε μια ρωμεϊκη χειραψία και ο σκληρός μηχανουργός, ο λεβέντης απαράμμιλος κατασκευαστής όπλων, αγκάλιασε τον νεαρό του ευσυνείδητο υπάλληλο, το χαρισματικό μικρό, που θεωρούσε μεγάλη ευλογία την είσοδο του στο εργοστάσιο: Ήξερε να παίζει με τη φωτιά και το μαζούτ, να μετρά με απίστευτη ταχύτητα με γυμνό οφθαλμό τις θερμοκρασίες και με ασύλληπτη ακρίβεια. Αγκάλιασε τον ταπεινό χωριάτη κατασκευαστή βομβών που καταζητούμενος πλέον θα ανέβαινε το Γολγοθά μιας συνεχόμενης καταδίωξης που θα κρατούσε τέσσερεις μήνες με θριαμβευτικό νικητή το τεράστιο δίκτυο συνδέσμων της Ε.Ο.Κ.Α στη Λεμεσό, αλλά και τους αλληλέγγυους εχέμυθους και θυσιαστικούς Δρουσιώτες, συγγενείς του.
Στις 28 Απριλίου του έτους 1958 θα βγεί προσεχτικά στο δρόμο έξω από το Κεραμείο Λεμεσού. Καθώς νυχτώνει συνειδητοποιεί πως ολόκληρη η πόλη στρατοκρατήται. Έρευνες παντού. Ένας προσωπιδοφόρος στη Γλάδστωνος, αφού λυγίζει από τα βασανιστήρια οδηγεί τους Άγγλους στη μεγάλη κρύπτη. Ακολουθούν εξονυχιστικές έρευνες στο κέντρο της πόλης. Οι Άγγλοι ερευνούν με μεγάλη προσοχή τα ενοικιαζόμενα δωμάτια στην Ευριπίδου. Η Ε.Ο.Κ.Α χρησιμοποιεί εδώ δύο δωμάτια. Όταν βρίσκει την κρύπτη και τα υλικά μετά την τραγική υπόδειξη, ο υπεύθυνος αξιωματικός αξιολογεί με σοβαρότητα τα ευρήματα. Κατανοεί πως ευρίσκεται στην πηγή των πάμπολλων βομβιστικών επιθέσεων της πόλεως της Λεμεσού.
Οι εντολές είναι πλέον καθαρές. Με κάθε θυσία θα πρέπει να συλληφθεί ο Νεόφυτος Χριστοδούλου και οι όποιοι συνεργάτες του. Μια σειρά πολύτιμων πληροφοριών, έντονα επιθυμητών για το «Σπεσιαλ Μπραντς» αναπροσαρμόζουν τα σχέδια των Βρετανών. Με ταχύτατους ρυθμούς τον εντάσσουν στο «Wanted Men of Cyprus». Κινήσεις Βρετανών παντού. Σχέδια ενεργειών για να επιτύχουν τον αιφνιδιασμό...
Κάνει το σταυρό, σιγοψιθυρίζει τις παλαιές προσευχές και αποφασίζει με ψυχραιμία να κινηθεί μακρυά από το Κεραμείο, μακρυά και από τον Τούρκικο Τομέα της Πόλης. Με δυτική κίνηση διαφυγής απομακρύνεται από το Κεραμείο. Όταν τις επόμενες ημέρες οι Άγγλοι θα ανακαλύψουν το χώρο εργασίας του θα είναι αργά. Το πρώτο βράδυ θα κοιμηθεί σε σπίτι στελέχους της Α.Ν.Ε που γνώριζε. Οικία υπεράνω πάσης υποψίας, στην περιοχή Ζακακίου- Φασουρίου.
Το πρώτο βράδυ ανησυχεί. Ο πατέρας του νεαρού συνεργάτη τον καθησυχάζει. Αν και δεν ανήκει ο ίδιος στην Ε.Ο.Κ.Α του τονίζει: «Γιε μου να μη φοβάσαι. Θα μείνεις μέχρι να ξημερώσει. Μετά θα φύγεις με προσοχή καθώς όλος ο κόσμος θα παέννει στις δουλειές του». Θα δειπνήσει με την εργατική οικογένεια και το βράδυ μέχρι το ξημέρωμα θα σκεφτεί με ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Θα καταστρώσει σχέδιο.
Κατά τις πρώτες ημέρες θα αποφύγει την επαφή με συνεργάτες σε μια προσπάθεια να αξιολογήσει το εύρος και την έκταση της προδοσίας. Να ενημερωθεί για τις ενέργειες και τις έρευνες των Άγγλων. Θα πορευτεί με προσοχή στην περιοχή των σπιτιών των οικογενειών της γιαγιάς Μαρίας. Πρόσωπα μέγιστης εμπιστοσύνης, εχέμυθα, προσεχτικά, πρόσωπα της ρωμαλέας οικογένειας της μητρός του. Θα επιλέξει να μείνει στο σπίτι της αγαπητής του εξαδέλφης Νίκης. Η οικογένεια της Νίκης και του Μιχάλη Κλεάνθους θα στηρίξουν αυτή την περίοδο, δύο από τους πλέον αναζητούμενους αγωνιστές τον σαμποτέρ των Καμπέρας, Γιάγκο Καπόνα και το Νεόφυτο Πεγειώτη. Θα του παρασταθούν οι επίσης συγγενείς του, Μόδεστος Ιωάννου και η Φροσούλλα Μόδεστου και ο γιγαντώδης θείος του, Άριστος.
Σε ένα σπίτι υπεράνω υποψίας, με επιτυχή επαγγελματική κάλυψη που δεν ευνοεί τις έρευνες, σε περιοχή εκτός των χώρων που τα γραφεία ερευνών και οι πληροφορίες του Ειδικού κλάδου, και οι πληροφοριοδότες τον ήθελαν πιθανώς να κινηθεί και να αναζητήσει καταφύγιο.
Με το πέρασμα των ημερών η Ε.Ο.Κ.Α, αφού ξεκαθαρίζει τη διαρροή πληροφοριών, τις πιθανές πηγές και τους εν κινδύνω αγωνιστές συνειδητοποιεί μετά και από τις αστραπιαίες ενέργειες ενημέρωσης του Δημητριάδη αλλά και του συνεργάτη στη διαφυγή της πρώτης καθοριστικής νύχτας, ότι ο ικανός σαμποτέρ διαφεύγει των πολυήμερων ερευνών. Ο Αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α δίδει οδηγίες ούτως ώστε ο νεαρός διαφεύγων Νεόφυτος Πεγειώτης να ανακτήσει επαφή με την Οργάνωση.
Παρά τα αστυνομικά δελτία «νέου καταζητούμενου προσώπου» την ένταξη στο «Wanted Men of Cyprus», τις εξονυχιστικές έρευνες στην πατρική οικία στη Δρούσια, οι Άγγλοι δεν έχουν καν αναγνωρίσιμη φωτογραφία του και τον αναζητούν έχοντας σύγχηση για το πραγματικό του επίθετο. Η μητέρα του θα ειδοποιηθεί εγκαίρως και θα καταστρέψει όλες του τις φωτογραφίες.
Με την πάροδο των ημερών η Ε.Ο.Κ.Α, ο αθόρυβος μηχανισμός συνδέσμων του Τομέα Λεμεσού θα αναλάβει τη στήριξη του, αφού η Κεντρική Διοίκηση τον θεωρεί ακόμη πολύτιμο εντός της πόλεως, παρά τις ανησυχίες για τη στοχοποίηση και τη συνεχή καταδίωξη του. Για την τετράμηνη αυτή περιπέτεια της απόκρυψης και της δράσης του ως καταζητούμενου εντός της πόλης της Λεμεσού υπέβαλε λεπτομερή κατάλογο συνεργατών στο αρχείο Αγωνιστών: Ανδρέας και Ξένια Γιαννοπούλου, Ανδρέας Νικολαΐδης, Μιχάλης Νικολαΐδης, Άριστος Ιωάννου, Μιχάλης και Νίκη Κλεάνθους, Ανδρέας Μεταξάς και Χρυστάλλα Μεταξά, Μόδεστος Ιωάννου, Αντώνης Ιωάννου, Νεοκλής και Ελένη Χριστοφορίδου, Οικογένεια Ιωάννη Μηλιώτη, Φροσούλλα Μοδέστου, Σπύρος Θεοδώρου, Πάμπος Γεωργιάδης, Χριστοφής Παπαδόπουλος, Όμηρος Χριστοδουλίδης κ.α.
Στην τετράμηνη καταδίωξη του οι Βρεττανοί και ο διαβόητος «Ειδικός κλάδος» της Λεμεσού θα ενεργήσουν σωρείαν ερευνών. Θα τον πλησιάσουν αρκετές φορές, τρεις φορές σε απόσταση αναπνοής. Θα συλλέγουν πληροφορίες, θα προσεγγίσουν τις κρύπτες, αλλά θαυματουργικώ τω τρόπω, θα διαφεύγει. Δεκαετίες μετά θα μου αναφέρει παραδείγματα θαυματουργικής σωτηρίας του. Με έντονη πίστη στο Θεό, θα ιχνηλατεί λακωνικά τις σωτήριες επεμβάσεως. Με εκείνη τη ριζιμιά λαϊκή ευσέβεια της Λαόνας θα αρθρώνει το «Δόξα τω Θεω». Παρά το ολιγόλογο των αναφορών του θα θυμάται πάντα με ευγνωμοσύνη την οριακή προσέγγιση του βρετανικού ερευνητικού αποσπάσματος στην κρύπτη του στην οδό Αλεξάνδρου Πούσκιν Νο 4, στην οικία Ανδρέα Μεταξά. Θα ευγνωμονεί τον Ανδρέα Μεταξά και τις ηρωικές Χρυστάλλα Μεταξά και Ξένια Γιαννοπούλου.
Γι’ αυτά όμως στην παρουσίαση ενός αρχειακού ιστορικού δακτυλογράφου ενθύμιου ιστορίας συνταχθέντος υπό του Ανδρέα Μεταξά στο επόμενο κείμενο.
Η περίοδος της παραμονής του καταζητούμενου αγωνιστή της ΕΟΚΑ Νεόφυτου Πεγειώτη στην πόλη της Λεμεσού ήταν μια περίοδος δύσκολη και γεμάτη κινδύνους. Η πόλη της Λεμεσού ήταν γεμάτη ελλοχεύοντες κινδύνους. Ο «Ειδικός Κλάδος» συνέλλεγε συνεχώς πληροφορίες σε μια προσπάθεια προβολής μιας εικόνας κατίσχυσης της ΕΟΚΑ και επιτυχίας καίριων πληγμάτων εις βάρος της. Από την άλλη η ΕΟΚΑ αναδιοργανώνονταν και κτυπούσε με διασπορά ενεργειών σε ολόκληρη την Κύπρο. Προστάτευε τους καταζητούμενους με ασφαλείς και συχνές μετακινήσεις και τελικά αν τούτο κρινόταν αναγκαίο τους ανέβαζε στο βουνό αντάρτες με άκρα μυστικότητα.
Για την περίοδο αυτή γνωρίζουμε από διάσπαρτες πληροφορίες τη συνέχιση της δράσης του, τη φύλαξη επικίνδυνων υλικών, όπλων, περιστρόφων. Γνωρίζουμε πως στη δύσκολη αυτή περίοδο κρίθηκε αναγκαίο, σε κάποιες φάσεις, να έχει στην κατοχή του ένα περίστροφο για την προσωπική ασφάλεια του.
Ανάμεσα σε πολλές περιπέτειες του εν κρυπτώ βίου του εις την στρατοκρατούμενη Λεμεσό, ξεχώριζε δυο στιγμές με έντονη την παρουσία της θεϊκής προστασίας και εύνοιας. Στα κατάλοιπα του, βρέθηκε ένα άγνωστο ιστορικό ενθύμιο, υπογεγραμμένο από τους μακαριστούς Ανδρέα Μεταξά, Νεόφυτο Πεγειώτη και τον συναγωνιστή τους Σοφοκλή Ποταμίτη.
Το κείμενο αυτό, είναι ένας ύμνος στον αδελφικό αγώνα και την αδελφική φιλία, αλλά και μια ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης και τιμής για τις αγωνίστριες Χριστάλλα Μεταξά και Ξένια Γιαννοπούλου.
«ΕΟΚΑ 1955-59 ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΕΤΑΞΑΣ
Ως μαχητής δια την ελευθερία της πατρίδος μου ΚΥΠΡΟΣ από την Αγγλική Αυτοκρατορία αγωνιζόμουν με εντολές του αρχηγού της ΕΟΚΑ Γεωργίου Γρίβα Διγενή θα αναφέρω μόνον εν συντομία την ιστορική φιλοξενία που πρόσφερα στον Αγωνιστή καταζητούμενο Νεόφυτον Πεγιώτην τον οποίον μου έφεραν στο σπίτι μου οδός Αλεξάνδρου Πούσκη Νο 4, Λεμεσός τον Αύγουστο 1958 ο Σπύρος Θεοδώρου και ο Πάμπος Γεωργιάδης μέχρι να βγή στο Λιμέρι Αντάρτης. Σε βοηθητικό δωμάτιο του σπιτιού μου, το οποίον εχρησιμοποιούσα δια επείγουσες περιπτώσεις της οργανώσεως όπλα, πυρομαχικά και πρόχειρον διαμονή καταζητούμενων. Προηγουμένως ήτο ο Μελής Κανάκης.
Τριάντα μέρες από την διαμονή του Νεόφυτου, το μάτι και το αυτί των ….. έφθασε στα Αγγλικά Αρχηγεία. Ενα πρωί δύο στρατιωτικά αυτοκίνητα με αξιωματικούς και οπλίτες με πράκτορα Τούρκο έλαβαν θέση ετοιμότητας έναντι από το δωμάτιο που έμενε ο Νεόφυτος. Αμέσως αντιλήφθηκα την σοβαρότητα και τον κίνδυνο πηδώντας από οπίσθιον μέρος, έφυγα αναζητώντας τρόπο να βοηθήσω τον Νεόφυτο λέγοντας Παναγία μου φύλαξε μας. Πράγματι τα αδύνατα τοις ανθρώποις δυνατά εστί τω Θεώ. Η αγωνίστρια Χριστάλλα Μεταξά με τα μικρά παιδιά της βρέθηκεν αντιμέτωπη με τα όργανα του Αγγλικού Στρατού. Με πίστη στον Θεόν δια τον Τίμιον αγώνα μας με σύνεση κατά την φωνή του Αγγέλου στην Αγία Μαρίνα «Ω Σοφία των Σοφών και σύνεση των Συνετών ο θετίσω». Όταν της είπαν, που είναι ο άνδρας σου, τους είπε επήγε δουλειά. Στο σπίτι σας κρύβετε ανθρώπους της ΕΟΚΑ ήρθαμε να τους πάρουμε. Τους είπε δεν έχουμε κανένα σπίτι μας μπορείτε να κοιτάξετε. Επλησίασαν και έσπρωξαν τη πόρτα η οποία ήτο κλειδωμένη και μέσα ο Νεόφυτος. Άνοιξε της είπαν ή θα την σπάσουμε.
Μήν τη σπάσετε, τους λέει, ξέχασα το κλειδί στη μάνα μου δεν είναι μακριά να πάμε να το φέρουμε.
Της είπαν έμπα στο αυτοκίνητο μας να πάμεν φωνάζωντας της αδελφής της Ξένιας Γιαννόπουλου. «Κόρη κοίταξε τα μωρά θα πάω στη μάμα μας να φέρω το κλειδί», και την πήραν.
Βλέποντας η Ξένια ότι εκ Θεού θαύματος φύγανε όλοι, μίλησε στον Νεόφυτο που ήταν έτοιμος για οποιαδήποτε θυσία, άνοιξε και έφυγεν. Τον παρέλαβαν αργότερα ο Χριστάκης Παπαδόπουλος και τακτοποιήθη στο Λιμέρι με τον Σοφοκλή Ποταμίτη.
Γυρίζοντας οι Άγγλοι με την τολμηρήν Αγωνίστριαν Χρυστάλλα που ενημερώθη στη μητέρα της ότι όλα πάνε καλά ανοίγουν την πόρτα και αφού έλεξαν ρώτησαν γιατί έχει εδώ πιάτα, τραπέζι, ψωμί κλπ. Τους είπε τρώνε τα παιδιά δια να μή λερώνουν το επάνω σπίτι, και της είπαν ποιου είναι αυτή η βαλίτσα με ανδρικά ρούχα, τους είπε είναι του άνδρα μου. Τα ταίριασαν με ρούχα δικά μου και τα βρήκαν μικρότερα και αφού ζήτησαν τον λόγον, τους είπε του στένεψαν γι'αυτό και τα έχω κάτω. Έκαναν παντού έρευνα και της είπαν μόλις έρθει ο άνδρας σου να του πεις να ρθή στην Αστυνομία και τον θέλωμε επείγον, και έφυγαν.
Ενημερώθηκα δια όλα τα προκύψαντα μέσω του 'Αδωνι Δημητριάδη και ενημέρωσα την οργάνωση μου, σε λίγες ώρες επήρα μήνυμα από τον Αρχηγό Διγενή, μέσω του Νίκου Ζαντή να μην παρουσιαστώ πουθενά ούτε και να κυκλοφορήσω μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως και η γυναίκα μου να λέγει ήρθε του τόπα έφαγεν και έφυγεν. Με ζήτησαν αρκετές φορές και ετοιμαζόμουν για το Λιμέρι. Ήτο προς το τέλος που εδόθηκε η αμνηστία σ' όλους τους καταζητούμενους.
Ο αγώνας και η φιλία μου με τον Νεόφυτο υπήρξε αδελφική γι'αυτό δια ιστορικό ενθύμιο της αληθείας υπογράφομεν.
Ανδρέας Μεταξάς, Νεόφυτος Πεγιώτης, Σοφοκλής Ποταμίτης»
Αυτή ήταν η βιωτή των ανθρώπων της ΕΟΚΑ στη Λεμεσό. Μια βιωτή ήθους και θυσίας. Μια αγωνιώδης πορεία εις την οδό της Ελευθερίας ή θανάτου. Με το Χριστό να προνοεί, να διασώζει, να παρηγορεί. Το Χριστό μας, που τον ακολούθησαν και κατοπινά χωρίς θορύβους και καιροσκοπισμούς. Εν κρυπτώ ελεήμονες. Κάποιοι μάλιστα σε αρχοντική φτώχεια αλλά με απέραντη καλοσύνη.
Με μοναδική κληρονομιά απ΄τον αγώνα τις κακουχίες, τα προβλήματα υγείας, τους άδικους κατατρεγμούς, τόσο των ιδίων όσο και της οικογένειας τους.
Αυτή ήταν η ΕΟΚΑ της χαρμολύπης, η ΕΟΚΑ των Ελλήνων, των Ορθοδόξων Χριστιανών, αυτούς του νησιού. Των αγροτών που κατείλθαν στις πόλεις κομίζοντας τη λαϊκή παράδοση και τη λαϊκή ευσέβεια ως εφόδιο και οδοδείκτη. Με δίψα για μάθηση μελετώντας και στις δύσκολες στιγμές. Με ένα βιβλίο για μαξιλάρι, μοναδική παρηγοριά στις ώρες του κατατρεγμού. Με βαθιά γνώση των εννοιών και των οραμάτων της αυτοδιάθεσης των λαών, της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας, του δημοκρατικού διαλόγου, του λαϊκού επαναστατικού δικαιώματος για μετοχή σε δημοψήφισμα επιλογής του μέλλοντος του.
Στη μετεπαναστατική Κύπρο υπήρξαν πάμπολλοι αγωνιστές που ακολούθησαν την αρχοντική οδό του Φειδία Συμωνίδη, την οδό της ακραίας ανιδιοτέλειας. Αυτή την αλήθεια, την αρχοντική, τη ρωμέικη, θα ήταν καλό να τη σπουδάσουν και οι νέοι άνθρωποι του νησιού.
Κάτι τέτοιες κυπριακές χωριάτικες αλήθειες χάριζαν στην Ιστορία μας τους αδρώπους, που ιστορούσε ο μάστορης μας, ο Διαμαντής στον ποιητή μας Γιώργο Σεφέρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου