Μεγάλη Πέμπτη: Τὸ Ὑπερῶον
π. Λεβ Ζιλέ
Ἡ Μεγάλη Πέμπτη μᾶς εἰσάγει στὸ
Πασχάλιο μυστήριο, καὶ συγκεκριμένα στὸ πρῶτο μέρος του.
Στὴ Θεία Λειτουργία διαβάζουμε τὸ
ἀποστολικὸ ἀναγνωσμα ἀπὸ τὴν Ἀ΄ πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή, στὴν ὁποία ὀ ἀποστολος
Παῦλος περιγράφει τὴν παράδοση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας: «Ἀδελφοί, ἐγώ
παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὅ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοὺς Χριστὸς ἒν τῇ
νυκτί, ἧ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον…».
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀναγνωσμα ἀποτελεῖ παράθεση πολλῶν κειμένων μὲ θέματα τὸ Συμβούλιο τῶν Ἀρχιερέων, τὸ μύρο τῆς Βηθανίας, τὴν προετοιμασία τοῦ Πάσχα, τὸ πλύσιμο τῶν ποδιῶν τῶν μαθητῶν, τὴν παράδοση τοῦ Μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας, τὴν ἀγωνία στὴ Γεθσημανή, τὸ προδοτικὸ φιλὶ τοῦ Ἰούδα, τὴ σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ, τὴν ἀνακριση στὴν αὐλὴ τοῦ ἀρχιερέως, τὴν ἄρνηση τοῦ Πέτρου καὶ τέλος τὴν παράδοση τοῦ Κυρίου στὸν Ρωμαῖο διοικητή.
Ὑπάρχει ἐδῶ μία φράση καίριας
σημασίας πάνω στὴν ὁποία ἀξίζει νὰ στοχαστοῦμε: Εἶναι τὸ «γενόμενος ἒν ἀγωνίᾳ»,
ὅταν ὁ Ἰησοὺς αἰσθάνεται τὴν ἀνθρώπινη φύση Του νὰ κλονίζεται καὶ ὁ ἰδρώτας του
γίνεται «ὠσεῖ θρόμβοι αἵματος», ὅταν ὅλες οἱ ὀδύνες τοῦ Πάθους ἀνακεφαλαιώνονται
ἐνώπιόν Του («τὸ ποτήριον»). Δέν πρόκειται μόνο για τὰ σωματικὰ μαρτύρια
καὶ τὸν θάνατο, ἄν καί, ἑξαιτίας τῆς ἄπειρης εὐαισθησίας καὶ τῆς τελειότητας τῆς
ἀνθρώπινης φύσης Του, καὶ ἡ φυσικὴ ταλαιπωρία ἦταν ἀσύγκριτα πιό ὀδυνηρὴ ἀπὸ αὐτὴ
τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Πρόκειται κυρίως για τὴ μύχια, ἀπερίγραπτα ἐπώδυνη ἐπαφὴ μὲ
ὅλες τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Εἰσβάλλουν μέσα Του σάν μιά φρικτὴ λέπρα, σάν μιά
σήψη ποὺ Τὸν διαβρώνει καὶ Τὸν καίει – χωρὶς σὲ καμία περίπτωση νὰ Τὸν
σπιλώνει. Ἡ φιλαυτία μας, ἡ ἀπιστία μας, ἡ ἀκαθαρσία μας, ἡ σκληρότητά μας, τὸ
μίσος καὶ ἡ προδοσία, ὁ ὕπνος καὶ -σὲ λίγο- ἡ ἐγκατάλειψη τῶν ἵδιων τῶν φίλων
Του, ὅλα εἶναι ἐκεῖ, μπροστά Του, εἶναι γι’ Αὐτόν. Κατὰ μία ἔννοια βρίσκονται
μέσα Του, στὴ θέση τῆς ἄφατης εἰρήνης στὴν ὁποία διατηροῦνταν. Χωρὶς ἀμφιβολία
τίποτε δὲν ἀλλοιώνει τὴ μακάρια θέα καὶ ὑποστατικὴ ἔνωση μὲ τὸν Πατέρα, τὰ ὁποία
ἀπολαμβάνει ἠ θεία φύση Του. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ὄμως γεύεται μὲ ἀπειρη ἔνταση τὴν
ἐπαφὴ μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἐνοχή. Ὁ Ἰησοὺς δὲν εἶναι ἔνοχος, ἀλλὰ βιώνει ὅλη
τὴν ἐνοχὴ τοῦ κόσμου. Καὶ ἐπειδὴ βιώνει τὴν ἐνοχή, πρέπει νὰ βιώσει καὶ τὴν ἐμπειρία
τοῦ χωρισμοὺ ἀπὸ τὸν Πατέρα. Ἡ ἀπολυτη ἁγιότητα τοῦ Θεοὺ δὲν ἀνέχεται κανένα
ρύπο. Κάθε ἁμαρτία ἀπορρίπτεται ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἁγιότητα στὸ σκότος τὸ ἐξώτερον
καί, δεδομένου ὅτι ὁ Ἰησοὺς πῆρε ἐπάνω Τοῦ ὅλο τὸν ὄγκο τῆς ἁμαρτίας, γνωρίζει
καὶ ὀ Ἵδιος τὸν ὠκεανὸ τοῦ σκότους. Ὁ Υἱός, ἡ Εἰκόνα καὶ ὁ Λόγος τοῦ Πατρός,
νιώθει για μία καὶ μοναδικὴ φορὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση Του νὰ γίνεται ξένη πρὸς τὸν
Πατέρα, ἀντιθετη πρὸς τὸν Πατέρα, στὸ μέτρο ποὺ ταυτίζεται μὲ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὑπάρχει
ἐδῶ ἕνα ξερίζωμα πολὺ πιο ὀδυνηρὸ καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο. Καὶ σ’ αὐτὴ τὴν ἀγωνία,
καθένας μας ἔχει τὸ μερίδιό του…
Ἡ ἀκολουθία τῶν Δώδεκα Εὐαγγελίων,
ποὺ θεωρεῖται χαρακτηριστικὴ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ἀνήκει στὴν πραγματικότητα στὴ
Μεγάλη Παρασκευή. Θὰ μιλήσουμε λοιπὸν γι’ αὐτὴ στὸ ἐπόμενο κεφάλαιο.
Πρὶν ὄμως δοῦμε τί συμβαίνει μέσα
στὸ Ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, ἄς ρίξουμε μια ματιὰ στὸ δωμάτιο. Ὀ Κύριος στέλνει
μήνυμα στὸν ἰδιοκτήτη τοῦ δωματίου: «Πρὸς σὲ ποιῶ τὸ Πάσχα μετὰ τῶν Μαθητῶν
μου». Εἶναι μια φράση ποὺ ἀπευθύνεται πρὸς τὸν καθένα μας. Κάθε Πάσχα ὁ Ἰησοὺς ἐπιθυμεῖ
ἰδιαιτέρως νὰ ἔρθει μέσα μας καὶ νὰ γιορτάσει πνευματικὰ τὸ Πάσχα στὴ δικὴ μας
ψυχή. Ἀκόμη καὶ πέρα ἀπὸ τὴν Πασχαλινὴ περίοδο, κάθε φορὰ ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοὺς
κόβει καὶ μοιράζει στὴν τράπεζα Τοῦ τὸν Ἄρτο, ποὺ εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Σώματός
Του, καὶ προσφέρει τὸν Οἶνο, ποὺ εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Αἵματός Του, τελεῖ τὸν
Μυστικὸ Δεῖπνο στὸ δικὸ μας ἐσωτερικὸ Ὑπερῶο.
Ἂς προσθέσουμε ἐδῶ ὅτι κάθε ψυχὴ ἔχει,
κατὰ κάποιο τρόπο, τὰ δικὰ της μυστικὰ δωμάτια, ὅπου μαζεύονται ἡ σκόνη καὶ τὰ
σκουπίδια, δωμάτια ποὺ προτιμοῦμε νὰ μὴν ἀνοίγουμε σὲ κανέναν. Ὑπάρχει πάντα ὁ
κίνδυνος νὰ θεωροῦμε τὴ Θεία Εὐχαριστία μια «ἐπισκεψη φιλοφρόνησης» ἒκ μέρους
τοῦ Θεοῦ, ὁπότε φροντίζουμε νὰ Τὸν δεχθοῦμε «στὸ σαλόνι», ἐνῶ ἀντιθέτως τὰ ὑπόγεια
τῆς ψυχῆς καὶ οἱ ἀποθῆκες της εἶναι ὀ χῶρος ὅπου θὰ πρέπει νὰ Τὸν ὁδηγήσουμε.
Καὶ κάτι ἀκόμη. Πέρα ἀπὸ τὴν ἐορτὴ
τοῦ Πάσχα, πέρα ἀπὸ τὴν ὀρατὴ Εὐχαριστία, ἔχουμε κάθε μέρα καὶ κάθε στιγμὴ τὴ
δυνατότητα νὰ τελοῦμε στὸ μυστικὸ Ὑπερῶο τῆς ψυχὴς μας ἕνα Πάσχα ἀόρατο καὶ
σιωπηρό. Μποροῦμε, κάθε φορὰ ποὺ θὰ τὸ θελήσουμε, νὰ δεχθοῦμε μέσα μας τὸν
Κύριο καὶ νὰ Τοῦ ἐπιτρέψουμε νὰ γίνει, ἒν πνεύματι, ἡ τροφή μας. Καὶ γι’ αὐτὸν
τὸν ἐσωτερικὸ καὶ πνευματικὸ Μυστικὸ Δεῖπνο ὁ Ἰησοὺς λέει: «Πρὸς σὲ ποιῶ τὸ
Πάσχα…». Ποὺ εἶναι ὅμως τὸ δωμάτιο ποὺ θὰ Τὸν ὑποδεχθοῦμε; Εἶναι ὅλα ἔτοιμα;
Κανένα δωμάτιο τῆς ψυχής μου δὲν εἶναι ἀληθινὰ καθαρὸ καὶ διακοσμημένο για μια
τέτοια ἐπισκεψη. Ἑξάλλου δὲν θὰ ἔφτανε νὰ προετοιμάσω μια γωνιὰ μόνο τῆς ψυχῆς
μου, στριμώχνοντας τὴν ἀκαταστασία ποὺ ὑπάρχει στὰ ἄλλα μέρη τοῦ ἐαυτοῦ μου.
Πρέπει νὰ πλυθεῖ καὶ νὰ καθαριστεῖ ὁλοκληρη ἡ ψυχή. Δὲν ἔχω τὸ κουράγιο νὰ τὸ
κάνω. Ε, λοιπόν, Κύριε, ἔλα ἐσὺ μέσα μου νὰ ἐτοιμάσεις ἕνα Ὑπερῶο. Μεῖνε μαζί
μου καὶ πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο μιᾶς παροδικῆς ἐπίσκεψης. Γίνε ὁ μόνιμος οἰκοδεσπότης
τῆς ψυχής μου, ὁ κύριός της. Νὰ τά κλειδιὰ ποὺ ἀνοίγουν ὅλες τὶς πόρτες· τώρα ἐγώ
εἶμαι φιλοξενούμενος στὸ δικό Σου σπίτι.
Κι ἄν θέλεις νὰ ἔρθεις στὸν οἶκο
μου, Κύριε, μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές Σου, αὐτὸ σημαίνει ὄτι πρέπει νὰ σὲ δεχτῶ μέσα
μου κατὰ τρόπο «καθολικό». Δὲν μπορῶ νὰ σὲ χωρίσω ἀπὸ τὸ μυστικό Σου Σώμα.
Δεχόμενος Ἐσένα, δέχομαι πνευματικὰ ὅλη τὴν κοινότητα τῶν μαθητῶν Σου, ὅλη τὴν Ἐκκλησία.
Ἡ ψυχή μου πρέπει νὰ ἀνοίξει ἒν ἀγάπῃ καὶ νὰ ἐνωθεῖ μὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ
πιστεύουν σ’ Ἐσένα, ὅσους Σὲ ἀγαποῦν, ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι Σὲ ἐπικαλοῦνται.
Καὶ μακάρι νὰ γίνω ἕνα μὲ ὅλους αὐτούς, μὲ ὅσους ζοῦν «ἒν Σοί», μὲ ὅσους ἔχουν
κοιμηθεῖ «ἒν Σοί», μαζὶ μὲ τὴν ὑπερευλογημένη Μητέρα Σου, τοὺς ἀποστόλους, τοὺς
μάρτυρες, τοὺς ἁγίους τοῦ χθές, τοῦ σήμερα καὶ τοῦ αὔριο. Ἔλα μέσα μου, Κύριε,
«μετὰ τῶν Μαθητῶν Σου».
Πλησιάζεις νὰ μοῦ πλύνεις τὰ
πόδια, Κύριε. Δὲν μοῦ ἐπιτρέπεις νὰ διαμαρτυρηθῶ ἐνάντια στὴν περίσσια τῆς
ταπείνωσής Σου, ποὺ Σὲ κάνει νὰ γονατίζεις μπροστά μου καὶ νὰ μὲ πλένεις. Μοῦ λὲς
ὅτι, ἄν δὲν μοῦ πλύνεις τὰ πόδια, δὲν ἔχω μέρος κοντά Σου… Ὁ Ἰησοὺς μὲ αὐτὰ τὰ
λόγια, δύο πράγματα ὑπονοεῖ: πρῶτον, ὅτι πρέπει νὰ ἀφήνουμε νὰ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ
τὶς ἁμαρτίες μας, ἀπὸ τὴ σκόνη τοῦ δρόμου ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς μεγάλους λεκέδες:
«Κύριε, μὴ τοὺς πόδας μου μόνον, ἀλλὰ καὶ τᾶς χείρας καὶ τὴν κεφαλήν!», ὅπως εἶπε
καὶ ὁ Πέτρος. Καὶ δεύτερον, ὅτι το νὰ ἔχουμε μέρος κοντὰ Του σημαίνει νὰ
μετέχουμε στὴ δικὴ Του ταπείνωση καὶ στὸ δικὸ Του σκύψιμο, ὅταν πλένει τὰ πόδια
τῶν ἀνθρώπων. Ἀνήκω στοὺς φίλους Του, λοιπόν, ἄν Τὸν ἀφήνω νὰ μοῦ πλένει τὰ
πόδια καὶ ἄν πλένω ἐγῶ τὰ πόδια τῶν ἄλλων κατὰ τὸ παραδειγμα Του: «Εἰ οὒν ἐγώ ἔνιψα
ὑμῶν τοὺς πόδας, ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος, καὶ ὑμεῖς ὀφείλετε ἀλλήλων νίπτειν
τοὺς πόδας».
Τί σημαίνει πλένω τὰ πόδια τῶν ἀδελφῶν
μου; Πρὶν χύσω τὸ νερὸ στὰ πόδιά τους, πρέπει πρώτα νὰ πάρω τὴ μόνη στάση ποὺ τὸ
ἐπιτρέπει, τὴ στάση τῆς ἀπολυτης ταπείνωσης: Πρέπει νὰ κατεβῶ στὸ ἐπιπεδό τους
καὶ νὰ γονατίσω μπροστά τους. Μὲ λίγα λόγια πρέπει νὰ σκύψω. Τὸ σημεῖο αὐτὸ ἔχει
μεγάλη ἀξία για ὁλοκληρη τὴν πνευματικὴ μας ζωή: μποροῦμε νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸν
Θεό, εἶτε μέσα ἀπὸ στιγμὲς ἀνατασης, εἶτε μέσα ἀπὸ τὸ σκύψιμο στὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν
μας, εἶτε ἀνεβαίνοντας, εἶτε κατεβαίνοντας. Κάποιες ὦρες, δὲν ἔχουμε καθόλου
φτερά, ἡ ξηρότητα μᾶς πλημμυρίζει, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀνυψωθοῦμε πρὸς τὸν Θεό.
Τότε, ὅταν δὲν μποροῦμε νὰ Τὸν βροῦμε πιο πάνω ἀπό μας, ὅταν ἴσως δὲν μποροῦμε
νὰ Τὸν βροῦμε πια οὖτε μέσα μας, μποροῦμε νὰ Τὸν βροῦμε πιο χαμηλά. Μποροῦμε νὰ
σκύψουμε σὲ μια ἁμαρτία ἑνὸς ἀδελφοῦ μας, ἄς μὴν ποῦμε χειρότερη ἀπὸ τὶς δικὲς
μας (ἀφού, ὅταν τὰ μάτια μας εἶναι καθαρά, θὰ ξερουμε ὄτι οἱ δικὲς μας ἁμαρτίες
ἔχουν ἤδη φθάσει στὸν πάτο), ἀλλὰ φαινομενικὰ πιο «κραυγαλέα», πιο ὀρατή. Ἂς
σκύψουμε πάνω ἀπὸ ἕνα φυσικὸ πόνο ἑνὸς ἀδελφοῦ μας καί, βοηθώντας αὐτόν, θὰ βροῦμε
τὸν Θεό, τὴν ὤρα ἀκριβῶς ποὺ σκύβουμε.
Πλένω τὰ πόδια τῶν ἀνθρώπων
σημαίνει φέρνω δροσιὰ καὶ ἀνακούφιση σὲ ὅποιον ὑποφέρει. Σημαίνει ὄμως ἐπίσης ὅτι
προσπαθῶ νὰ ἐλευθερώσω τὸν ἁμαρτωλὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία του. Ἡ μέθοδος τοῦ
«πλυσίματος τῶν ποδιῶν», ὅταν ἐφαρμόζεται σὲ ἕναν ἁμαρτωλό, εἶναι πολὺ ξεχωριστὴ
καὶ πολὺ λεπτή. Δὲν τίθεται θέμα παρατηρήσεων ἢ διδασκαλίας. Ὁ τόνος τῆς ἀνωτερότητας
(νόμιμος κάποιες φορὲς) δὲν ἔχει θέση ἐδῶ. Πρέπει νὰ παρουμε ὤς πρὸς αὐτὸν
στάση ταπεινοῦ ὑπηρέτη. Πρέπει αὐτὴ ἡ ταπείνωση κι αὐτὴ ἡ φιλανθρωπία νὰ ἀσκήσουν
στὸν ἁμαρτωλὸ τέτοια πίεση, ὤστε νὰ τὸν σπρώξουν, χωρὶς ἀντίλογο, ἔξω ἀπὸ τὴν ἁμαρτία
του. Νὰ ἡ βαθιὰ καὶ δύσκολη προοπτικὴ τῆς νίψεως τῶν ποδιῶν…
Τὸ κεντρικὸ θέμα τοῦ Ὑπερώου
βρίσκεται στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο. Ὁ Κύριος Ἰησούς, πραγματικὰ παρῶν ταυτοχρόνως ὤς
μερίζων καὶ μεριζόμενος, μᾶς προσφέρεται διὰ τῆς Εὐχαριστίας. Τὸ ὅτι δεχόμαστε
μὲ τὸ Μυστήριο τὸν Ἄρτο τῆς Ζωής, τὸ Σώμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Σωτῆρος, τὸ
γνωρίζουμε ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ποὺ πλησιάζουμε τὴν Ἁγία Τράπεζα· αὐτὸ
δὲν χρειάζεται νὰ τὸ ἀναπτύξουμε ἐδῶ. Θὰ προσπαθήσουμε ὅμως νὰ ἀναδείξουμε
μερικὲς ἄλλες πτυχὲς τῆς Εὐχαριστίας ποὺ δὲν μᾶς εἶναι ἴσως τόσο οἰκεῖες.
Ἡ Εὐχαριστία, πρὶν νὰ γίνει
παρουσία τοῦ Χριστοὺ μέσα μας, εἶναι καταρχᾶς ἡ θυσία τοῦ Χριστοὺ γιά μᾶς. Μὲ ἀφορμὴ
τοῦτο τὸν ἐορτασμὸ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ἔχει ἰδιαίτερη ἀξία νὰ θυμηθοῦμε τὸν
σύνδεσμο ποὺ θέλησε νὰ ἐγκαταστήσει ὁ Κύριος μας ἀνάμεσα στὸ Δεῖπνο στὸ Ὑπερῶο
καὶ στὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα, καὶ ἀνάμεσα σ’ αὐτὸ τὸ Δεῖπνο καὶ στὸ Πάθος. Κάθε Εὐχαριστία
εἶναι κι ἕνα θυσιαστικὸ Δεῖπνο. Κάθε φορὰ ποὺ κοινωνοῦμε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια,
κοινωνοῦμε τὸ Πάθος Του, παίρνουμε μέρος στὴ θυσία Του. Θὰ πρέπει νὰ
καθαρίζουμε καὶ νὰ προσφέρουμε τὸ δικὸ μας προσωπο, τὶς ἐγωιστικὲς ἐπιθυμίες
μας, τὸ θέλημά μας, θὰ πρέπει νὰ βυθίζουμε στὴ δικὴ μας καρδιὰ τὸ κοφτερὸ
μαχαίρι τοῦ θύτη. Κάθε κοινωνία μας εἶναι μιά πνευματικὴ θυσία.
Ὑπάρχει ἀκόμη ἠ αἰώνια καὶ οὐράνια
Εὐχαριστία μὲ τὴν ὁποία μας ἐνώνει κάθε ἐπίγεια Εὐχαριστία μας.
Μία ἄλλη πτυχὴ τοῦ Μυστικοὺ
Δείπνου εἶναι ὅτι οἱ χριστιανοὶ δὲν συνειδητοποιοῦν -ἴσως ἀρκετὰ- ὄτι ἡ πλήρης
κοινωνία τοῦ Χριστοὺ δὲν εἶναι μόνον ἡ κοινωνία τῆς κεφαλῆς ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν
μελῶν τοῦ μυστικοῦ Σώματος. Ἡ Εὐχαριστία, ὤς συσσωμάτωση μὲ τὸ προσωπο τοῦ Ἰησοῦ,
ἀποτελεῖ καὶ συσσωμάτωση μὲ τὴν Ἐκκλησία, μὲ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὶς ἀδελφές
μας.
Τέλος, θὰ πρέπει νὰ θυμηθοῦμε ὅσα
εἴπαμε στὴν ἀρχὴ για τὸ Ὑπερῶο τῆς ψυχῆς μας. Πέρα ἀπὸ τὸ ὀρατὸ Πάσχα, πέρα ἀπὸ
τὴ μυστηριακὴ θυσία καὶ κοινωνία, ὑπάρχει ἕνα ἀόρατο Πάσχα, μιά θυσία καὶ μια
κοινωνία καθαρὰ πνευματικὲς ποὺ μποροῦμε πάντα νὰ προσφέρουμε καὶ νὰ δεχόμαστε
μέσα στὸ ἱερὸ τῆς ψυχής μας. Αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ Εὐχαριστία, τῆς ὁποίας εἴμαστε
ταυτόχρονα οἱ λειτουργοὶ καὶ οἱ ἀποδέκτες, μπορεῖ νὰ μᾶς ἀποδώσει σπουδαίους
καρπούς. Μποροῦμε, ἒν πνεύματι, νὰ τρεφόμαστε μὲ τὸν Ζωντανὸ Ἄρτο, ποὺ κατέβηκε
ἀπὸ τὸν οὐρανό… Κάθε στιγμὴ ὁ Ἰησούς, ὁ αἰώνιος Ἀρχιερεύς, μᾶς λέει ὅ,τι καὶ οἱ
λειτουργοὶ στὶς ἐπιγειες λειτουργίες: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης
προσέλθετε».
Ἡ Μεγάλη Πέμπτη μᾶς ὁδηγεῖ ἐπίσης
νὰ στοχαστοῦμε τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα. Ἡ προδοσία εἶχε ἤδη συντελεστεῖ, ὅταν ὁ Ἰούδας
συνεννοήθηκε μὲ τοὺς Ἰουδαίους νὰ τοὺς παραδώσει τὸν Διδάσκαλό του. Ἐπρεπε ὅμως
νὰ ἐκδηλωθεῖ μὲ μια ἰδιαίτερα ὀδυνηρὴ χειρονομία μέσα στὸ Ὑπερῶο, κατὰ τὴ
διάρκεια τοῦ τελευταίου Δείπνου.
«Ἀμήν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι εἵς ἒξ
ὑμῶν παραδώσει μέ… ἐκεῖνος ἐστιν ὦ ἐγῶ βάψας τὸ ψωμίον ἐπιδώσω, καὶ ἐμβάψας τὸ
ψωμίον δίδωσιν Ἰούδα Σίμωνος Ἰσκαριώτη. Καὶ μετὰ τὸ ψωμίον, τότε εἰσῆλθεν εἲς ἐκεῖνον
ὀ Σατανᾶς…». Ὁ Ἰούδας, φέροντας τὴν προδοσία μέσα στὴν καρδιά του, ἀποδέχεται τὸ
ψωμὶ ποὺ τοῦ προσφέρει ὁ Ἰησούς, κι ἐμεῖς βρίσκουμε τὴν πράξη του ἀποκρουστική.
Βεβήλωσε τὸ τραπέζι τοῦ Κυρίου του. Ἐμεῖς ὅμως πόσες φορὲς πήραμε μέρος στὸ
τραπέζι Του, χωρὶς νὰ καθαρίσουμε τὴν καρδιὰ μας ὅσο θὰ ἔπρεπε; Πόσες φορές, ἀφοὺ
πήραμε μέρος στὸ Δεῖπνο τοῦ Κυρίου, πέσαμε ἐκούσια στὴν ἁμαρτία; Ὁ Ἰούδας
προδωσε τὸν Κύριο μία φορά, θὰ λέγαμε «χοντρικά». Ἐμεῖς Τὸν προδίδουμε συνεχῶς
στὶς λεπτομέρειες. Αὐτὴ ὅμως δὲν εἶναι μικρότερη προδοσία.
Ὁ Ἰησοὺς λέει στὸν Ἰούδα: «Ὅ,τι εἶναι
νὰ κάνεις, κᾶνε τὸ γρήγορα». Ὁ Ἰούδας βγῆκε για νὰ ὁλοκληρώσει τὸ μοιραῖο ἔργο
του: «Ἦν δὲ νύξ», ἦταν ἡ ὤρα τοῦ σκότους ἔξω ἀπὸ τὸ Ὑπερῶον καὶ μέσα στὴν καρδιὰ
τοῦ προδότη. Αὐτὸς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, ποὺ στέλνει τὸν Ἰούδα νὰ ὁλοκληρώσει τὸ ἔγκλημά
του, εἶναι βαθυτερος καὶ πιο φιλάνθρωπος ἀπ’ ὅσο φαίνεται. Οἱ μαθητές, μᾶς λέει
τὸ τέταρτο Εὐαγγέλιο, πίστεψαν ὄτι ὁ Ἰησοὺς εἶχε ἀναθέσει στὸν Ἰούδα νὰ ἀγοράσει
κάτι ἢ νὰ δώσει χρήματα στοὺς φτωχοὺς λόγω τῆς ἐορτῆς. Κι αὐτὸ ἦταν ἀλήθεια, ἀλλὰ
μὲ μιά ἔννοια ποὺ οἱ μαθητὲς δὲν μποροῦσαν νὰ ὑποψιαστοῦν. Ὁ Ἰησοὺς ἔστελνε τὸν
Ἰούδα νὰ ἀγοράσει για τριάντα ἀργύρια τὸν Πασχάλιο Ἀμνό, διότι, παραδίδοντας τὸν
Διδάσκαλό του, προμήθευσε στὸν κόσμο τὸ θύμα τοῦ Πάσχα ποὺ θὰ γινόταν ἰλασμὸς
για κάθε ἁμαρτία. Ἡ γενναιοδωρία τοῦ Ἰησοὺ στὸ ἀπολυτρωτικὸ Τοῦ ἔργο ὑπερβαίνει
τὴ φρίκη κάθε προδοσίας.
Ἂς συνοψίσουμε σὲ μία προσευχὴ ὅλο
τὸ νόημα τῆς σημερινὴς ἡμέρας, τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ ψάλλεται μὲ
ἰδιαίτερη ἐπισημότητα σήμερα στὴ Λειτουργία, ἀλλὰ τὴν ἀπαγγέλλουμε καὶ κάθε φορὰ
πρὶν κοινωνήσουμε:
«Τοῦ Δείπνου Σου τοῦ Μυστικοὺ
σήμερον, Υἱὲ Θεού, κοινωνὸν μὲ παράλαβε. Οὒ μὴ γὰρ τοῖς ἐχθροῖς Σου τὸ
μυστήριον εἴπω, οὒ φίλημα Σοὶ δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας. Ἂλλ’ ὠς ὁΛηστὴς ὁμολογῶ
Σοί, μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλεία Σου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου