Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Γιά τήν καλή ἐπιτέλεση τῶν ἔργων μας
Ἦταν
ὄμορφη ἡ ζωή τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Ἡ ὡραιότερη περίοδος στή δισχιλιόχρονη ἱστορία
της. Τότε οἱ χριστιανοί ζοῦσαν σάν μιά οἰκογένεια.
Δέν κράτησε ὅμως γιά πολύ ἡ ὡραία ἐκείνη κατάσταση. Ἄρχισαν τά παράπονα. Οἱ Ἑβραῖοι πού μιλοῦσαν ὡς μητρική γλώσσα τήν ἑλληνική, παραπονέθηκαν, πώς οἱ ἐντόπιοι, ἀδικοῦσαν τίς χῆρες καί τά ὀρφανά τους στό μοίρασμα τῶν τροφῶν καί τῶν βοηθημάτων. Τότε οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι κάλεσαν τούς πιστούς καί τούς πρότειναν νά ἐκλέξουν οἱ ἴδιοι ἀπό ἀνάμεσά τους ἑπτά ἄνδρες μέ κύρος, πού νά εἶναι ἀποδεκτοί ἀπό ὅλους, ἀνθρώπους μέ χάρη Θεοῦ. Σ᾽ αὐτούς τούς ἐκλεγμένους ἀπό λαό ἄνδρες οἱ Ἀπόστολοι θά ἀνέθεταν τήν διεξαγωγή τῆς ἀναγκαίας ἐκείνης διακονίας. Ἐδῶ γεννιέται τό ἐρώτημα: ἀφοῦ τό ἔργο τῶν ἑπτά διακόνων θά ἦταν ἡ ἑτοιμασία τοῦ φαγητοῦ καί ἡ διανομή τῶν βοηθημάτων,δηλαδή ἕνα ἔργο ἁπλό, καθαρά ὑλικό, χειρωνακτικό, ἦταν ἀνάγκη οἱ ἄνθρωποι αὐτοί χαρισματικοί, νά εἶναι πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου, καί σοφίας; Αὐτή ἡ Ἀποστολική ἀπόφαση μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά δοῦμε ἀφ’ ἑνός μέν ὅτι τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ ὁ καθένας εἶναι ἱερό, ἀφ’ ἑτέρου δέ τό πῶς θά ἐπιτελοῦμε τά ἔργα μας κατά τόν καλύτερο τρόπο.
*****
«Ἐπισκέψασθε, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν ... οὕς καταστήσομεν ἐπί τῆς
χρείας ταύτης»
Μᾶς
κάνει ἐντύπωση, ἀδελφοί, ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι τήν φροντίδα γιά τή δίκαιη
διανομή καί τῶν βοηθημάτων καί τῶν τροφῶν μεταξύ τῶν πτωχῶν χριστιανῶν, τήν
χαρακτηρίζουν ὡς «χρείαν», δηλαδή ἀνάγκη. Τό ἴδιο αὐτό ἔργο ὁ ἱερό Λουκᾶς στόν
πρῶτο στίχο τοῦ σημερινοῦ μας ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τό ὀνομάζει «διακονίαν»,
δηλαδή ὑπηρεσία. Ἄν ὅμως τότε, στήν περίπτωση ἐκείνη, ἡ φροντίδα γιά τή δίκαιη
διανομή τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν μεταξύ τῶν πτωχῶν χριστιανῶν ἦταν μιά ἀναγκαία ὑπηρεσία,
ἕνα ἔργο ἀπαραίτητο γιά τήν ὁμαλή καί ἀπρόσκοπτη διαβίωση τῶν χριστιανῶν, ὑπάρχουν
καί σήμερα πολλές ἄλλες «χρεῖες», πολλές «διακονίες», πολλά ἔργα τά ὁποῖα ἀποβλέπουν
στήν ἐξυπηρέτηση ὅλου τοῦ σώματος τῆς κοινωνίας. Καθένας πού ἐργάζεται καί ἀσκεῖ
κάποιο ἐπάγγελμα εἴτε χειρωνακτικό, εἴτε διανοητικό, εἴτε καθαρά ὑλικό, εἴτε
πνευματικό, ἐξυπηρετεῖ κάποια ἀνάγκη τῶν συνανθρώπων του. Ἀσκεῖ κάποια
διακονία, προσφέρει κάποια ἐξυπηρέτηση. Προσφέρει στούς ἄλλους τή διακονία
τοῦ δικοῦ του ἔργου. Ταυτόχρονα ὅμως δέχεται καί ὁ ἴδιος τήν ἐξυπηρέτηση τοῦ ἔργου
πού ἐκεῖνοι ἐπιτελοῦν. Ὁ γεωργός προσφέρει σέ ὅλο τό λαό καί τούς ἄρχοντες τούς
καρπούς τῶν κόπων του. Ὁ δάσκαλος μεταδίδει στούς μαθητές του γνώση καί τούς
παιδαγωγεῖ, ὥστε νά μορφώσουν ἐνάρετο χαρακτήρα καί νά ἐπιτύχουν τόν σκοπό τῆς
ζωῆς τους. Ὁ γιατρός φροντίζει τήν ὑγεία τῶν πολιτῶν. Τά ὄργανα τῆς τάξεως ἀγρυπνοῦν
γιά νά ἐξασφαλίσουν τήν ἥσυχη καί ἀσφαλῆ διαβίωση τῶν πολιτῶν, μάλιστα τώρα
πού οἱ ἐκτροπές καί οἱ ἐπιβουλές τῆς περιουσίας καί τῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν
πληθαίνουν καθημερινά. Κάθε τίμιο ἔργο λοιπόν, κάθε τίμιο ἐπάγγελμα ἀνταποκρίνεται
σέ κάποια ἀνάγκη τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου. Εἶναι ἑπομένως «διακονία» τήν ὁποία
κάθε ἐργαζόμενος ἐπιτελεῖ πρός ὄφελος τῶν ἄλλων, ὅπως καί ὁ ἴδιος ἐπωφελεῖται ἀπό
τή διακονία ἐκείνων. Κάθε τίμιο ἔργο ἑπομένως εἶναι ἕνα κοινωνικό λειτούργημα
καί κάθε ἐργαζόμενος εἶναι ἕνας κοινωνικός λειτουργός.
Ἀντιλαμβανόμαστε
λοιπόν ὅτι κάθε τίμιο ἔργο περιβάλλετα τόν μανδύα τῆς ἱερότητος. Κάθε ἔργο ἀπό
τό πιό ἁπλό καί συνηθισμένο, μέχρι τό πιό μεγάλο καί περιφανές, εἶναι ἱερό.
*****
Ἐδῶ
ὅμως φθάσαμε στό σπουδαιότερο σημεῖο τοῦ θέματός μας. Ἐκεῖνος πού ἔχει συναίσθηση,
ὅτι τό ἔργο του εἶναι κοινωνικό λειτούργημα, πού σκοπό ἔχει τήν ἐξυπηρέτηση τῶν
ἀδελφῶν του καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, δέν θά πρέπει ἀποβλέπει στόν πλουτισμό καί
τόν χρηματισμό καί τίς ὕποπτες μεθοδεύσεις αὐξήσεως τῶν ἐσόδων του ἀδιαφορώντας
γιά τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἀνάγκη τή διακονία του, ἀλλά ὀφείλει τό ἔργο του
νά τό ἐπιτελεῖ μέ εὐσυνειδησία καί ὑπευθυνότητα. Μάλιστα νά αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη τῆς θείας βοήθειας, τοῦ θείου φωτισμοῦ
γιά νά τό ἐπιτελέσει κατά τόν καλύτερο καί ἀρτιώτερο τρόπο.
Ὅσο
πιό βαθειά εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ἱερότητος τοῦ ἔργου μας, τόσο περισσότερο θά
συναισθανόμαστε ὅτι οἱ δυνάμεις μας, σωματικές καί διανοητικές, εἶναι ἀνεπαρκεῖς
καί ἑπομένως ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη νά ζητοῦμε τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐνίσχυση
τῆς θείας χάριτος.
Ἤδη
ἀπό τά χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τότε πού βγῆκε ὁ ἰσραηλιτκός λαός ἀπό τήν
δουλεία τῆς Αἰγύπτου, ὁ Ἰοθόρ, ὁ πενθερός τοῦ Μωϋσῆ τοῦ συνέστησε νά πάρει ἀνθρώπους
βοηθούς στό ἔργο τῆς διοίκησης τοῦ λαοῦ. Αὐτοί ὅμως οἱ βοηθοί ἔπρεπε νά εἶναι «ἄνδρες
δυνατοί, θεοσεβεῖς, δίκαιοι, μισοῦντες ὑπερηφανίαν» (Ἐξόδ. ιη´21). Νά εἶναι δηλαδή
ἀπαλλαγμένοι ἀπό ἐλαττώματα καί κακίες ἀφ᾽ ἑνός, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ νά στολίζονται οἱ
ψυχές τους ἀπό βαθειά θεοσέβεια. Διότι μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος διακατέχεται ἀπό
τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί ἡ ψυχή του διψᾶ γιά τήν ἀπονομή δικαιοσύνης καί ὅταν
συναισθάνεται τό βάρος καί τήν εὐθύνη τοῦ καθήκοντος, μόνο τότε θά φωτίζεται
καί θά ἐνισχύεται ἀπό τόν Θεό νά ἐκτελεῖ πιστά καί θεάρεστα τό ἔργο του. Γι᾽ αὐτόν
ἀκριβῶς τό λόγο ζητεῖται ἀπό τούς Ἀποστόλους ἐκεῖνοι πού θά φρόντιζαν τή
διανομή τῶν τροφῶν καί τῶν βοηθημάτων νά εἶναι «πλήρεις πνεύματος ἁγίου καί
σοφίας». Μόνο τέτοιοι ἄνθρωποι θά διέκριναν μέ ἀκρίβεια αὐτό πού ἔπρεπε νά
κάνουν σέ κάθε περίπτωση. Καί μόνο αὐτοί θά εἶχαν τήν δύναμη καί τήν παρρησία
νά ἐπιβάλουν τό ὀρθό καί δίκαιο μέ σωστό καί ἀδιάβλητο τρόπο.
Ἀντιλαμβανόμαστε
λοιπόν ὅτι ἐάν γιά τούς διανομεῖς βοηθημάτων ἀπαιτοῦνταν τέτοια προσόντα, πόσο
μᾶλλον γι᾽ αὐτούς πού ἐργάζονται σέ ἔργα πνευματικώτερα, ὅπως εἶναι ἡ διαπαιδαγώγηση
τῶν νέων, ἡ ἀπομονή τῆς δικαιοσύνης, ἡ τίμια διαχείρηση τοῦ δημοσίου χρήματος, ἡ
διεξαγωγή δημοσίου λειτουργήματος καί ἐξυπηρέτηση τῶν συμπολιτῶν μας ἀπό τή
θέση πού βρισκόμαστε ὁ καθένας καί τόσα ἄλλα.
Ὅλα
ὅμως αὐτά πῶς θά γίνονται ὅταν δέν ὑπάρχει πλούσιος ὁ φωτισμός τοῦ Θεοῦ καί ὁ ἐργάτης
δέν ἐνισχύεται ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ;
*****
«Ἐπισκέψασθε, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν ... οὕς καταστήσομεν ἐπί τῆς
χρείας ταύτης»
Ἀδελφοί, σήμερα ὅλοι
παραπονούμεθα ὅτι τίποτε δέν στέκει ὄρθιο, ὅτι κανείς δέν ἐργάζεται μέ εὐσυνειδησία
καί ἄλλα παρόμοια. Ὅμως ἀντί νά παραπονούμεθα, ἄς στρέψουμε «ἔνδον τούς προβολεῖς»,
ἄς ἀνακρίνουμε χωρίς στρεψοδικίες καί ἐλαφρυντικά τόν ἑαυτό μας. Νά τοῦ ζητήσουμε
εὐθύνες καί νά τοῦ ἐπιβάλουμε μόνοι μας ἐπιτίμιο διορθώσεως γιά τίς «ἀμέλειες
καί ἀπραξίες τῶν καθηκόντων μας, γιά τά ἐλλειπῆ καί ἀλλότρια πρός τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ ἐλατήριά μας». Καί νά πάρουμε σταθερή ἀπόφαση νά ἐργασθοῦμε τό ἔργο μας
τίμια μέ κάθε ἐπιμέλεια, μέ τήν συναίσθηση ὅτι ἐπιτελοῦμε διακονία, λειτούργημα,
ζητώντας καθημερινά τόν φωτισμό καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ἐπιτέλεση τῶν καθηκόντων
μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου