Φεύγω γύρω στις 6 το πρωί για τον
ναό.
Εκεί που περπατούσα,
σταματά απότομα στη μέση του
δρόμου
ένα αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια,
ανοίγει η πόρτα και κατεβαίνει
τρέχοντας ένας νεαρός
και έρχεται προς τα πάνω μου.
"Χριστέ μου, λέω,
δικός σου είμαι ό,τι θέλεις ας
γίνει".
Ο νεαρός που θα ήταν περίπου 25
χρόνων,
πολύ ταλαιπωρημένος,
φαινόταν πως είναι ναρκομανής,
πέφτει κάτω στον δρόμο,
αγκαλιάζει τα πόδια μου
και αρχίζει να φωνάζει
"Σώσε με, Πάτερ μου,
σώσε με από τη βρωμιά μου,
Μα να προσπαθώ να τον σηκώσω,
να τον σταματήσω
να μην φωνάζει τόσο δυνατά,
με τίποτα δεν άφηνε τα πόδια μου.
Βγήκε η γειτονιά στον δρόμο,
βλέποντας από τα παράθυρα τι
γίνεται,
σου λέει κάτι κάνουν τον παπά.
Τους είπα να φύγουν στα σπίτια
τους,
σήκωσα το παιδί,
το αγκάλιασα,
του χάιδεψα το κεφάλι
και το φίλησα στο μέτωπο.
Αυτό πάλι μου φίλησε το χέρι
και με έσφιγγε γύρω γύρω από τη
μέση
μη αφήνοντάς με.
Μου είπε:
"Με λένε ...
Αν μπορείς, Πάτερ μου
(τι ευγένεια, αν μπορώ,
πρώτη φορά μου είπαν αν μπορώ)
να προσεύχεσαι για μένα".
Εγώ του είπα το μόνο που μπορούσα
να σκεφτώ εκείνη την ώρα:
"... σε αγαπάει ο Χριστός
μας
δεν είσαι μόνος".
Και στο τέλος γυρνά και μου λέει:
"Σε ευχαριστώ, Πάτερ μου,
που με φίλησες κανείς δεν με
φιλάει,
εκτός από αυτούς
από τους οποίους βγάζω χρήματα
(...). Σαν να μου σήκωσες το βάρος μου".
Μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε.
"Αχ και να ήμουν σαν τον
Άγιο Παΐσιο,
να μπορούσα να το βοηθήσω"
μου είπε ο παπάς και κλείσαμε το
τηλέφωνο...
By Web
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου