1. Ἡ
προσέγγιση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν, μέ βάση τά πατερικά κείμενα, καί τήν ἀναφορική
τους σχέση πρός τίς ἀρχές τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς καί τῆς ὀντολογίας, ἀπαιτεῖ ὁρισμένες
ἀξιωματικές ἀρχές, ὡς πρός τή σημασία καί τή λειτουργικότητα τῶν ἀξιῶν αὐτῶν
στά πλαίσια τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας.
Ἐξαρχῆς θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι
τά πατερικά κείμενα, ὡς κείμενα ἐκκλησιαστικά καί μόνο, δέν ἐκφράζουν μία ἰδεολογία,
οὔτε περιγράφουν κάποια θρησκευτικά μορφώματα, ἀπό τά ὁποῖα προσπαθοῦν νά ἀντλήσουν
τήν αὐθεντία τους ἤ νά διεκδικήσουν τήν ἀναγκαιότητά τους στό χῶρο καί στό
χρόνο.
Τά πατερικά κείμενα εἶναι πρώτιστα κείμενα βιωματικά καί ἐμπειρικά, μέ τά ὁποῖα περιγράφεται – «σημαίνεται» ἕνα συγκεκριμένο μοντέλο ζωῆς καί ὕπαρξης. Ἕνα μοντέλο ζωῆς, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τό ἀντικατόπτρισμα τῆς σχέσης τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν καί πρός τόν κάθε ἄνθρωπο, τόν συνάνθρωπο, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὡς «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» δημιούργημα, καί ὁ ὁποῖος μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους ἔχει ἕναν προορισμό μέσα στήν ἱστορική πορεία τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας καί πραγματικότητας.
Ὁ προορισμός αὐτός εἶναι τελείως διαφορετικός ἀπό αὐτόν πού ὑποδεικνύεται στά διάφορα κοινωνικά μοντέλα ἤ οἰκονομικά πρότυπα. Εἶναι ἕνας προορισμός, στόν ὁποῖον ὁ ἄλλος, ὁ ξένος, ὁ πλησίον ἀνυψώνεται στό ἐπίπεδο τοῦ ἀδελφοῦ καί μέ τόν τρόπο αὐτό γίνονται ὅλοι μαζί «κοινωνοί τοῦ ἐγώ καί τοῦ ἐμεῖς» καί συγχρόνως «τέκνα καί υἱοί Θεοῦ».Αὐτός ὁ νέος «κοινωνικός»
προορισμός εἶναι πού δίδει καί στίς λεγόμενες κοινωνικές ἀξίες, στό χῶρο τῆς
πατερικῆς γραμματείας, διαχρονικά ἕνα ἄλλο νόημα, περισσότερο ἀνοικτό, εὐρύ καί
δυναμικό, ἐπειδή δέν τίς περιορίζει στά στενά ὅρια ἕνας ἀξιακοῦ συστήματος ἠθικῆς
καί συμπεριφορᾶς, ἀλλά τίς προσδίδει ἕνα ὑπαρξιακό καί ὀντολογικό περιεχόμενο
καί τίς συσχετίζει μέ τήν ἴδια τήν ζωή καί τόν προορισμό αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Ἡ ἀξία λοιπόν, ἀκόμη καί ὡς
κοινωνική, στήν πατερική σκέψη, προσδιορίζεται ὄχι ἀπό μία χρηστική
λειτουργικότητα, ἡ ὁποία κινεῖται στά ὅρια τοῦ συμφέροντος, ὅπου ὑποκρύπτει καί
μία ὠφελιμιστική ἰδιοτέλεια καί εὐδαιμονιστική ἐπιδίωξη, ἀλλά καθορίζεται ἀπό
τήν ἀρχή τῆς ἀναφορικότητας. Ἔχει δηλαδή μία λειτουργικότητα σχεσιακή, ἀφοῦ
περιγράφεται καί συγχρόνως ὁριοθετεῖται ἀπό τή σχέση τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλον,
γεγονός τό ὁποῖο συνεπάγεται, ὅτι ὁ ἄλλος καί ὄχι ἐγώ μόνος καί ἀποκλειστικά ἀποτελεῖ
τό ἀξιακό μου κριτήριο γιά τό σκοπό καί τή σημασία τῆς ζωῆς καί τόν προορισμό τῆς
ἀνθρώπινης κοινωνίας.
2. Ἡ
ἀνατρεπτική αὐτή θεώρηση καί λειτουργικότητα τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν, θεμελιώνεται
στή βιβλική θεώρηση τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὅπου οἱ διακρίσεις δέν
χωροῦν καί ἡ κοινωνική διάσπαση περιθωριοποιεῖται. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὅμως ὅλες
οἱ κοινωνικές ἀξίες διαφοροποιοῦνται τόσο στό χῶρο, ὅσο καί στό χρόνο, ἀφοῦ ἡ
συλλογικότητα ἐκτοπίζει τόν ἀτομισμό καί ἡ κοινωνικότητα διαφοροποιεῖται ἀπό
κάθε μορφή κοινωνικοῦ ἀπομονωτισμοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ κοινωνικές ἀξίες ἀποκτοῦν
μία ἄλλη δυναμική καί ἕνα ἄλλο περιεχόμενο, ἐνῶ ἡ ἀναγωγή τους στό ἐπίπεδο τῆς
θρησκευτικότητας τούς δίνει τή δυνατότητα νά κινοῦνται μέσα στό πνεῦμα τῆς
φιλάνθρωπης ἀλληλεγγύης, τῆς ἰσότητας καί τῆς ἰσοτιμίας, καί πάντοτε ἀνεξάρτητα
ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀνταποδοτικότητας.
Γιά νά γίνει κατανοητή αὐτή ἡ
διαφοροποίηση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν στό χῶρο τῆς θρησκευτικότητας θά μοῦ ἐπιτρέψετε
νά χρησιμοποιήσω δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, ἕνα ἀπό τό χῶρον τοῦ
βουδδισμοῦ καί τό ἄλλο ἀπό τά ἀρχαῖα κινεζικά θρησκεύματα, προκειμένου στή
συνέχεια νά καταστῇ ἐμφανής καί ἡ συμβολή τῆς χριστιανῆς θεώρησης τῶν ἀξιῶν αὐτῶν,
ὄχι τόσο στό ἐπίπεδο τῆς ἀντιθετικότητας ἤ τῆς ἀπολογητικῆς, ὅσο κυρίως στό ἐπίπεδο
τῆς διαφορετικῆς νοηματοδότησης καί κατανόησης τῆς λειτουργικότητας τῶν
κοινωνικῶν αὐτῶν ἀξιῶν.
Στό βουδδισμό γιά παράδειγμα ἡ ἰδέα
τῆς φιλανθρωπίας, συσχετίζεται ἄμεσα πρός τήν ἰδέα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀρετῆς, ὡς
γνωρίσματα ὅμως μόνον τῶν τελείων καί ὁλοκληρωμένων ἀνθρώπων. Ὑπ’ αὐτή τήν προοπτική
ἡ ἀγάπη στό βουδδισμό λαμβάνει ἔντονο ἀρνητικό, παθητικό καί στάσιμο χαρακτῆρα,
ἐνῶ χρησιμεύει ὡς συνετό μέσο πρός διατήρηση τῆς ψυχικῆς ἠρεμίας καί ἐπιβεβαίωσης
τῆς τελειότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου