Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

O ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ ΩΣ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ - π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη

 

O  ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ
ΚΑΙ  Ο  ΘΕΣΜΟΣ  ΤΗΣ  ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ  ΩΣ  ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ  ΔΙΑΚΟΝΙΑ   (1921-2016)

του  Πρωτοπρεσβυτέρου
Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ. - Δρος Φ.
Καθηγητού του Προτύπου Γυμνασίου Πατρών
 
       Πριν από δύο ημέρες συμπληρώθηκαν οκτώ έτη από την οσιακή κοίμηση και την προς Κύριον εκδημία του μακαρίας μνήμης πολυσεβάστου, πολιού και κατά Χριστόν σοφού λευΐτου, αλλά και επιφανούς πρωθιερέως της εν Πάτραις Αποστολικής Εκκλησίας, π. Γεωργίου Παπασταύρου, ο οποίος στις 28 Μαρτίου του 2016 προστέθηκε ως άλλος Ααρών και «αληθής Ισραηλίτης», «προς τον λαόν» και «προς τους πατέρας αυτού». O αοίδιμος π. Γεώργιος, διατηρώντας μέχρι τέλους την ιδιότητα του τακτικού εφημερίου της περιωνύμου ενορίας της Παντανάσσης της πόλεώς μας, εκπλήρωσε το κοινό ανθρώπινο χρέος και αναχώρησε πλήρης ημερών από τον φθαρτό και παροδικό κόσμο μας,  μετατιθέμενος μόνιμα και παντοτινά στην αιώνια, ποθεινή και αληθινή Πατρίδα σε ηλικία ενενήντα πέντε ετών, για να συνεχίσει εκεί, εν αφθαρσία πλέον, αδιαλείπτως και αενάως ως «ουρανοπολίτης» και «Αγγέλων συνόμιλος», την ιερουργία του Μυστηρίου της Ευχαριστίας του Θεού στο νοερό Θυσιαστήριο, δεόμενος υπέρ του «σύμπαντος κόσμου» ενώπιον του «υψηλού και επηρμένου» θρόνου του Κυρίου Σαββαώθ.

1. Καταγωγή, Γέννηση και Σπουδές (1921-1946)
 
       Ο π. Γεώργιος είλκε την καταγωγή  του από τον νομό Ηλείας και μάλιστα από την εύανδρο κωμόπολη την Κρεστένων της επαρχίας Ολυμπίας, όπου και γεννήθηκε το έτος 1921 ως το όγδοο κατά σειρά τέκνο του Αθανασίου και της Ευσταθίας Παπασταύρου. Όντας «ένας ευλογημένος άνθρωπος από την κοιλιά της μάνας του», καθώς «είχε γεννηθεί σ’ ένα σπίτι …, το οποίο μοσχομύριζε Χριστό και λιβάνι» (Μητρ. Πατρών Χρυσόστομος), ο μικρός Γεώργιος γαλουχήθηκε από πολύ νωρίς  στην εκκλησιαστική μας παράδοση από την ευλαβή του οικογένεια, κυρίως όμως παιδαγωγήθηκε πνευματικώς στο περιβάλλον της ενορίας του αγίου Γεωργίου της γενέτειράς του, όπου από πολύ μικρή ηλικία διακονούσε στο ιερό Βήμα και ιδιαιτέρως στο ιερό αναλόγιο, ώστε να διαμορφώσει με το πέρασμα του χρόνου την οριστική του κλίση προς τα ιερά γράμματα και την εκκλησιαστική διακονία. Το γεγονός μάλιστα ότι διέθετε φυσική ευφυΐα, επιμέλεια και έντονη φιλομάθεια, του επέτρεψε να καταρτιστεί στιβαρά και να οπλιστεί κατάλληλα, ώστε, αφού φοίτησε με επιτυχία στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο των Κρεστένων, συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, της οποίας κατέστη πτυχιούχος το έτος 1946.
 
2. Εκπαιδευτικό έργο, Ιεροψαλτική και Κηρυκτική διακονία, Γάμος και Ιερωσύνη (1946-1957)

      Τα έτη 1949 και 1950 κατατάχθηκε στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού και υπηρέτησε τη θητεία του αρχικά στην Καλαμάτα και κατόπιν στην Αθήνα, όπου συνέχισε επισήμως πλέον την ιεροψαλτική, αλλά και, με άδεια της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, εγκαινίασε την κηρυκτική του διακονία. Κατά το διάστημα αυτό προσελήφθη αρχικά ως λαμπαδάριος και κατόπιν ως πρωτοψάλτης στον Ι.Ν. Μεταμορφώσεως Μοσχάτου, ενώ γνωρίστηκε και συνδέθηκε στενά επίσης κατά το διάστημα αυτό με τον συστρατιώτη του και μεγάλο πρωτοψάλτη Μανώλη Χατζημάρκο. Λίγο πριν από την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας ωστόσο διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως θεολόγος καθηγητής αρχικά στη Γαβαλού Αιτωλοακαρνανίας και κατόπιν τοποθετήθηκε στα Μαζέϊκα (Κλειτορία) Καλαβρύτων, όπου του ανατέθηκε από τον τότε επιχώριο μητροπολίτη Αγαθόνικο να ψάλλει και να κηρύττει σε ολόκληρη τη ορεινή αχαϊκή επαρχία. Μικρό διάστημα όμως μετά την εγκατάστασή του στα Μαζέϊκα και παρόλο που επιθυμούσε τη μετάθεσή του στο νομό Ηλείας και μάλιστα στα Κρέστενα για να συμπαρασταθεί στους ηλικιωμένους γονείς του, προσκλήθηκε στην Πάτρα από τον τότε Γενικό Επιθεωρητή Εκπαιδεύσεως και του ανατέθηκε η περιοδεία στα σχολεία της πόλεως με σκοπό να κηρύττει στους μαθητές. Ωστόσο, κατά τη Μ. Τεσσαρακοστή του έτους 1952, που κενώθηκε το δεξιό αναλόγιο του Ι.Ν. Αγ. Αθανασίου Πύργου λόγω της αναχωρήσεως του Αθανασίου Καραμάνη για τη Θεσσαλονίκη, κατόρθωσε, έπειτα από παρέμβαση του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου στον Επιθεωρητή Εκπαιδεύσεως, να διοριστεί ως πρωτοψάλτης στον Άγιο Αθανάσιο, εκτελώντας παράλληλα εκεί και χρέη λαϊκού ιεροκήρυκα, αλλά και να τοποθετηθεί ως θεολόγος καθηγητής στα Κρέστενα, όπου παρέμεινε μέχρι το έτος 1957.
        Δύο χρόνια αργότερα και ενώ διέμενε φροντίζοντας παράλληλα τους γονείς του και δίδασκε στα Κρέστενα, αλλά και διακονούσε ως πρωτοψάλτης στον Πύργο, γνώρισε και τον Σεπτέμβριο του 1954 σύναψε γάμο με τη εκλεκτή του σύζυγο, φιλόλογο καθηγήτρια και μετέπειτα ευλαβέστατη πρεσβυτέρα κ. Μαρία, το γένος Τρύφωνος Κουφοπούλου, καταγόμενη από την Αμαλιάδα. Επειδή φαίνεται πως ο Θεός τον προετοίμαζε μεθοδικά για το μέγα λειτούργημα της ιερωσύνης, τον προίκισε, εκτός από την πλούσια θεολογική παιδεία και την πολύτιμη ιεροψαλτική πείρα, με μια σπουδαία σύζυγο, ένα πρόσωπο προορισμένο προβλεπτικώς για την απαιτητική διακονία της πρεσβυτέρας, δηλαδή για την πολύτιμη και πολυεπίπεδη θυσιαστική αρωγή στην ιερή αποστολή που θα αναλάμβανε αργότερα ο σύζυγός της. Πράγματι, η μακαριστή πλέον από το έτος 1993 «πρεσβυτέρα Μαρία, [υπήρξε] ένας ευλογημένος πνευματικός άνθρωπος, στο πρόσωπο της οποίας ο π. Γεώργιος βρήκε μία αληθινή σύζυγο και έναν αληθινό θησαυρό» (Μητρ. Πατρών Χρυσόστομος), εφόσον, όχι μόνον συγκατατέθηκε ένθερμα στην χειροτονία του, αλλά και αναδείχθηκε ως σύζυγος ιερέως ευσεβής, φιλόθεη και συνετή, διακρινόμενη για την αρετή, την ευγένεια και το θυσιαστικό της πνεύμα, η οποία μάλιστα με την υπομονή και την καρτερία που επέδειξε, απέβη «ὁμόζυγος» αληθινή, «ἀλείπτις» άριστη, βακτηρία πολύτιμη και επιστηριγμός μεγάλος στο έργο του, ώστε να «θαρσεῖ ἐπ᾿ αὐτῇ ἡ καρδία τοῦ ἀνδρός αὐτῆς».
       Βιώνοντας βαθιά ο μακαριστός π. Γεώργιος τον μυστηριακό χαρακτήρα του ιερού θεσμού του γάμου και της οικογένειας ως θυσιαστική διακονία και συμμετοχή στο έργο της περί τον κόσμο και τον άνθρωπο Πρόνοιας του Θεού, δημιούργησε με την σύζυγό του κ. Μαρία, αλλά και κυβέρνησε με εξόχως υποδειγματικό τρόπο την πολυπληθή «κατ’ οίκον Εκκλησίαν» του, ώστε, εκτός από σπουδαίος κληρικός αργότερα να αναδειχθεί παράλληλα και «άριστος οικογενειάρχης, ιδανικός σύζυγος, πετυχημένος πατέρας, με πολυτεκνία και καλλιτεκνία», εφόσον αξιώθηκε να αποκτήσει και να απολαύσει «ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλω τῆς τραπέζης» του συνολικά εννέα (9) εκλεκτά τέκνα, τέσσερις υιούς και πέντε θυγατέρες. Τα τέκνα του π. Γεωργίου είναι ο πολυσέβαστος και φίλτατος αδελφός, Αρχιμ. π. Τιμόθεος (κατά κόσμον Τρύφων), Θεολόγος, Πτυχιούχος Καθηγητής Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής και Ιεροκήρυξ της Ι. Μητροπόλεως Πατρών, ο Αρχιμ. π. Αθανάσιος, Θεολόγος και Ιεροκήρυξ της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς, ο Παναγιώτης, Συνταξιούχος Θεολόγος Καθηγητής, Διευθυντής Γυμνασίου, Πρωτοψάλτης του Ι.Ν. Αγ. Νεκταρίου Πατρών και Καθηγητής Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής, ο Δημήτριος, Συνταξιούχος Θεολόγος Καθηγητής, η Ευσταθία, χήρα Νέστορος Πέππα, Δημοδιδασκάλισσα, η Αναστασία, σύζυγος Κωνσταντίνου Ζαφειράκη, Ομότιμη Καθηγήτρια Τ.Ε.Ι., η Αικατερίνη, Καθηγήτρια Μαθηματικός, η Ελένη, σύζυγος Δημητρίου Καραμάνη, Συνταξιούχος υπάλληλος Δ.Ε.Η., καθώς και η Βαρβάρα, σύζυγος Ευαγγέλου Γογγολίδου, Θεολόγος. 
          Γνωρίζοντας ο π. Γεώργιος πως η ιερωσύνη δεν είναι κοσμικό αξίωμα που οδηγεί τον άνθρωπο σε μια σταδιοδρομία επαγγελματικής αποκαταστάσεως ή κοινωνικής καταξιώσεως, αλλά συνιστά επίπονο και κοπιώδες ιερό έργο που προσφέρεται κατά θεία παραχώρηση για τη διακονία της εν Χριστώ σωτηρίας του ανθρώπου, δεν εισήλθε στις τάξεις του ιερού κλήρου από ανάγκη, αλλά από αγάπη και έντονη τη φλόγα της προσφοράς στην Εκκλησία. Έτσι, ενώ ήταν ήδη διορισμένος ως θεολόγος καθηγητής, αλλά και η σύζυγός του φιλόλογος καθηγήτρια, αποδέχθηκε σε ηλικία 36 ετών την πρόσκληση του Θεού για την ένταξή του στην ποιμαίνουσα τάξη της Εκκλησίας, παραιτούμενος από την εκπαιδευτική του ιδιότητα και αφού πρώτα έλαβε την συγκατάθεση και την ευλογία του περίφημου πνευματικού του π. Αχιλλείου Παπαθανασοπούλου. Η κένωση της εφημεριακής θέσεως στην Αγία Βαρβάρα Πατρών, λόγω της μεταθέσεως του π. Ευαγγέλου Μήτση στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, και η πρόταση από το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της ενορίας στον θεολόγο Γεώργιο για την αποδοχή της, οδήγησε στη χειροτονία του. Τον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης έλαβε από το αοίδιμο πρώην μητροπολίτη Πατρών και ήδη εκλεγμένο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο στις 18 Αυγούστου 1957 στον Μητροπολιτικό Ναό της Ευαγγελίστριας, ενώ τον δεύτερο από τον τοποτηρητή του θρόνου των Πατρών, μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ευστάθιο είκοσι ημέρες αργότερα, στις 8 Σεπτεμβρίου στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό της Παντανάσσης και τοποθετήθηκε για να επιτελέσει το έργο του ως τακτικός εφημέριος στην ενορία της Αγίας Βαρβάρας Πατρών. Στην ενορία της Αγίας Βαρβάρας παρέμεινε σχεδόν είκοσι έτη μέχρι το καλοκαίρι του 1976, οπότε μετατέθηκε από τον μακαριστό μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο στη μεγαλώνυμο ενορία της Παντανάσσης, την οποία εποίμανε επί σαράντα έτη θεοφιλώς και θεαρέστως μέχρι την κοίμησή του το φθινόπωρο του 2016, ενώ τη διοίκησε και ως Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου μέχρι το έτος 2014, συνεργαζόμενος, ως κληρικός με ορθόδοξο εκκλησιαστικό ήθος, εν υπακοή και απολύτως αρμονικά με όλους ανεξαιρέτως τους διατελέσαντες κατά το διάστημα της ιερατικής του διακονίας μητροπολίτες της Εκκλησίας των Πατρών, δηλαδή τους μακαριστούς Κωνσταντίνο και Νικόδημο, όπως και τον νυν μητροπολίτη μας κ. Χρυσόστομο.
 
   
3. Η εφημεριακή διακονία στην Αγία Βαρβάρα (1957-1976) και στην Παντάνασσα (1976-2016)
 
     Κατά τα εξήντα σχεδόν έτη της ιερατικής του διακονίας (1957-2016), ο αοίδιμος π. Γεώργιος αναδείχθηκε ταπεινός διάκονος και άξιος λειτουργός του ιερού Θυσιαστηρίου, διακριτικός εξομολόγος πνευματικός, έξοχος διδάσκαλος του Ευαγγελίου «εν πράξει και λόγω», αλλά και πολύ και εν κρυπτώ ελεήμων, αναδεικνυόμενος με το πολυσχιδές έργο του σε ακάματο σκαπανέα στο «γεώργιον» του Χριστού, κατορθώνοντας να καταστεί παράλληλα εξίσου φιλόστοργος πατέρας και επιδέξιος οδηγός, τόσο για την φυσική του οικογένεια, όσο και για πνευματική οικογένεια που απέκτησε, δηλαδή για όλα ανεξαιρέτως τα μέλη των ενοριών της Αγίας Βαρβάρας και ιδιαιτέρως της Παντανάσσης. Ο αείμνηστος Γέροντας διέθετε πρωτίστως το χάρισμα να αισθάνεται και να συλλαμβάνει τον παλμό, αλλά και να κατανοεί τις ανάγκες του λογικού του ποιμνίου, ώστε να δραστηριοποιείται ανάλογα και κατάλληλα ως πνευματικός του πατέρας σε εκείνους κυρίως τους τομείς του εκκλησιαστικού έργου που θα θεράπευαν τις δυσκολίες και θα αναπλήρωναν τις ελλείψεις του, χωρίς ωστόσο να το υποβιβάζει με εκκοσμικευμένου χαρακτήρα υποχωρήσεις και να προσαρμόζει την εκκλησιαστική παράδοση στην κοσμική νοοτροπία, αλλά, λειτουργώντας υγιώς ποιμαντικά, να προσπαθεί να μεταμορφώσει θεραπευτικά και σταδιακά το φρόνημα του λαού που του εμπιστεύθηκε η Εκκλησία και να τον οδηγήσει σε σωτήριες πνευματικές ατραπούς. Έτσι, ενώ στην ενορία της Αγίας Βαρβάρας, μόχθησε πολύ, εκτός από την πνευματική υποστήριξη του ποιμνίου του και για την οικοδόμηση του Ναού του Αποστόλου Παύλου, αλλά και για τον ευπρεπισμό του μικρού ακόμη ενοριακού ναού της Αγίας Βαρβάρας - την ανακαίνιση και επέκταση του οποίου συνεχίζει εργαζόμενος αόκνως έως άρτι ο λαμπρός του διάδοχος, Πρωτ. π. Γερασιμάγγελος Στανίτσας - , στην ενορία της Παντανάσσης, που δεν υπήρχαν άμεσες στεγαστικές ή άλλες υλικοτεχνικές ανάγκες, αφοσιώθηκε στο ακραιφνώς πνευματικό του έργο, λειτουργικό, αγιαστικό, προσευχητικό, εξομολογητικό, ομιλητικό και συγγραφικό με σκοπό την οικοδόμηση ψυχών αθανάτων, θεραπεύοντας «με επιτυχία και σοφία, πέρα από τις επιφορτισμένες οικογενειακές υποχρεώσεις», όλους τους τομείς του ποιμαντικού έργου. Σύμφωνα με τη μαρτυρία των ενοριτών του μάλιστα, κατά την επιτέλεση του έργου του ο π. Γεώργιος «υπήρξε άδολος, ακάματος, ζηλωτής κληρικός. Στον Ι. Ν. Αγίας Βαρβάρας και στη συνέχεια στον Ι. Ν. Παντανάσσης, άφησε έκδηλα τα σημάδια της πνευματικής του προσφοράς και εργασίας».
 

I
. Ιερουργός και λειτουργός των ιερών Μυστηρίων
 
       Επειδή ακριβώς ο αοίδιμος π. Γεώργιος εισήλθε ενσυνείδητα στην ιερωσύνη, βίωνε αδιάλειπτα και αναζωπύρωνε καθημερινώς το χάρισμα που έλαβε από την Εκκλησία, γι’ αυτό και «υπήρξε άριστος λειτουργός του Κυρίου Ιησού Χριστού και άσκησε το έργο του με ταπείνωση και ευσέβεια», αλλά και αναδείχθηκε ως ορθόδοξος κληρικός, ακριβής τηρητής της πατερικής παραδόσεως, επικεντρώνοντας την ποιμαντική του μέριμνα στο κατ’ εξοχήν έργο του ιερέως, που είναι η ορθή και κατανυκτική επιτέλεση της θείας λατρείας, η οποία και αποτελεί την υγιή βάση κάθε επιμέρους ποιμαντικής εργασίας, αλλά και την πηγή του αγιασμού και της εν Χριστώ παιδαγωγίας για τον άνθρωπο, εφόσον έχει ως σκοπό να μεταμορφώσει πνευματικά όσους από τους πιστούς συμμετέχουν ταπεινώς και αξίως στην επιτέλεση των ιερών μυστηρίων και ακολουθιών, με προεξάρχουσα τη θεία Ευχαριστία. Η τέλεση της Λειτουργίας του Θεού ειδικώς, συνιστούσε για τον π. Γεώργιο μέγα και φοβερό μυστηριακό γεγονός, μέσω του οποίου οι ενσυνειδήτως συμμετέχοντες πιστοί μεταρσιώνονταν πνευματικά, αισθανόμενοι στην πράξη εκείνο του υμνωδού, ότι «ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης Σου ἐν Οὐρανῷ ἑστᾶναι νομίζομεν». Στη δημιουργία αυτής της υψηλής πνευματικής ατμόσφαιρας συνέβαλε και το γεγονός, πως ο μακαριστός Γέροντας υπήρξε ως λειτουργός ιεροπρεπής, σύμμετρος στις κινήσεις του και γαλήνιος, επιζητώντας διαρκώς την τάξη, τη σιωπή και την ησυχία στο ιερό Βήμα και τον κυρίως Ναό, ενώ κατά την επιτέλεση της αναιμάκτου Θυσίας, διεκρίνετο για τη λιτότητα και την καθαρότητα των καλλιεπών εκφωνήσεών του, αλλά και για τη διαρκή προσευχητική του εγρήγορση, προσφέροντας αξίως τα Τίμια Δώρα «ὑπὲρ τῶν»  δικών του «ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων». Γι’ αυτό και ως προεστώς της ευχαριστιακής συνάξεως στην Παντάνασσα κυρίως, διακατεχόταν πάντοτε από μεγάλη συστολή και θείο φόβο, καθώς ήταν συγκεντρωμένος απόλυτα και ευχόταν διαρκώς μυστικώς, ενώ διατηρούσε την πνευματική του ησυχία εγρηγορούσα, παρόλο που ευρίσκετο συνήθως σε βαθιά κατάνυξη και έντονη περισυλλογή, συνεπαρμένος πνευματικά από τα τελούμενα. Σύμφωνα μάλιστα με τη μαρτυρία του συμπρεσβυτέρου και διαδόχου του στην Αγία Βαρβάρα, ο π. Γεώργιος «ως λειτουργός ήταν γλυκύς, κατανυκτικός και συγκινούσε τους πιστούς. Ήταν ακριβής στο τυπικό, δεν βιάζονταν στην θ. λατρεία, είχε ωραία άρθρωση, δεν έκανε παραφωνίες, έψελνε σωστά με την καρδιά, κατανυκτικά, με ευλάβεια και συναίσθηση του υπουργήματός του και έτσι βοηθούσε τους πιστούς σε μια συνειδητή συμμετοχή στη θεία λατρεία» (π. Γερ. Στανίτσας).
 

ΙΙ. Ακριβής και διακριτικός Πνευματικός
 
       Μικρό διάστημα έπειτα από την εις πρεσβύτερον χειροτονία του επίσης, ανατέθηκε στον ήδη ώριμο π. Γεώργιο από τον μακαριστό μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο και το βαρύ έργο της καθοδηγήσεως του λογικού ποιμνίου του Χριστού με τη διακονία του λειτουργήματος της πνευματικής πατρότητος, το οποίο έμελε να αποβεί πηγή πολλών πνευματικών χαρισμάτων και εμπειριών για τα υπάκουα από τα πολυπληθή πνευματικά του τέκνα. Ασκώντας την πνευματική πατρότητα ο μακαριστός π. Γεώργιος, απέβη δεξιός «κυβερνήτης [προκειμένου] να οδηγεί το ποίμνιο με οφθαλμό του τον Χριστό, πνευματικός πατέρας και διδάσκαλος [για] να μεταφέρει το λόγο του Θεού και το μήνυμα της αιωνίου ζωής και της αλήθειας της Αναστάσεως και συνάμα ‘ιατρός’. Ειδικά στο τελευταίο ο π. Γεώργιος … διέπρεψε καθώς μέσω του ιερού μυστηρίου της εξομολογήσεως και μετανοίας, χιλιάδες πιστοί στάθηκαν στο ιερό επιτραχήλιο του, άνοιξαν την ψυχή τους και ζήτησαν συγχώρεση».
        Ως έμπειρος πνευματικός ιατρός ο αείμνηστος π. Γεώργιος, είχε λάβει τη χάρη και τη δωρεά από τον Κύριο να ανιχνεύει επιτυχώς και με ακρίβεια τα τραύματα στις επιβαρυμένες ψυχές, και, καθώς είχε μαθητεύσει κοντά σε σοφούς και έμπειρους πατέρες και πνευματικούς διδασκάλους όπως ο π. Αχίλλειος Παπαθανασόπουλος από την Αμαλιάδα και ιδίως ο όσιος Γερβάσιος ο Νέος των Πατρών, αποκάλυπτε τις πνευματικές τους ασθένειες, τις οποίες θεράπευε αποτελεσματικά με τη χορήγηση των κατάλληλων πνευματικών φαρμάκων, έχοντας ως απλανή οδηγό στο έργο αυτό, καθώς υπήρξε ακριβής τους τηρητής, τους Ιερούς Κανόνες, αλλά και εφαρμόζοντας διακριτικά και θεραπευτικά την Oικονομία στο πνεύμα των Αγίων Πατέρων, σύμφωνα με το παράδειγμα του οσίου Γερβασίου. Επειδή μάλιστα, «ο π. Γεώργιος ήταν ένας βαθύτατα πνευματικός άνθρωπος, έδινε στερεά τροφή στα πνευματικά του παιδιά και πρόβαλε το θέλημα του Θεού αφαλκίδευτον καθώς και την πατερική διδασκαλία. Τον ενδιέφερε το αιώνιο περισσότερο και το αληθινό. Αυτό ζούσε και ο ίδιος και αυτό μετέδιδε με ακρίβεια και πνευματική ευθύνη. Η αλήθεια είναι απόλυτη και δεν επιδέχεται συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και η επιμονή του σε πολλά ζητήματα τον έκαναν ‘αυστηρό’ και απόλυτο, για να διαπιστώνουμε λίγο αργότερα πόσο δίκιο είχε» (π. Γερ. Στανίτσας).  Παρόλο όμως που επέμενε πολύ στα πνευματικά ζητήματα, δεν έπαψε ποτέ και κατά κοινή ομολογία να είναι ταυτόχρονα συμπονετικός και μακρόθυμος στην ανθρώπινη αδυναμία, χωρίς ωστόσο να παρασύρεται σε πνευματικές εκπτώσεις, καθώς παρέμενε αμετακίνητος από τα όρια που έθεσαν οι ιεροί Πατέρες μας, γνωρίζοντας ως καλός Ποιμήν ότι επιτελεί μόνον έργο Θεού, στον Οποίο αισθανόταν πως δάνειζε την ιερατική του ύπαρξη για να πραγματώσει το σωτηριώδες έργο Του στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, ώστε να καταστεί αληθινός «πατέρας και οδηγός κάθε μιας ψυχής των ενοριτών του και πολλών Πατρινών που προσέτρεχαν στον Ναό της Παντανάσσης για να εξομολογηθούν».
      Όπως βεβαιώνεται μάλιστα, ο π. Γεώργιος «ως πνευματικός - εξομολόγος ήταν γαλήνιος, ανεκτικός και διακριτικός…. Συγχρόνως διάκρινε την αμαρτία και έδινε τη σωστή πνευματική αγωγή. Διόρθωνε, δίδασκε και συμβούλευε και στο τέλος ο εξομολογούμενος ένοιωθε, ότι έβγαινε από ψυχικό λουτρό» (π. Γερ. Στανίτσας). Και αυτό διότι, ο μακαριστός Γέροντας δεν έθετε δικούς του κανόνες και δεν μεταχειριζόταν τις νέες κοσμικές ψυχολογικές μεθόδους για την αντιμετώπιση των πνευματικών τραυμάτων, αλλά, εφαρμόζοντας το θέλημα του Θεού παρηγορητικά («παρακλητικώς»), επιδείκνυε γνήσια πατρική αγάπη, συνετή επιείκεια και πολλή κατανόηση προς τα κοπιώντα και πεφορτισμένα τέκνα του, ώστε να αναδεικνύεται εξαίρετος ως εξομολόγος, εφόσον «καθόταν με τις ώρες περιμένοντας μήπως φανεί καμιά ψυχή για Εξομολόγηση!», αλλά και υποδεχόταν τις πονεμένες ψυχές με πηγαία χαρά και διακριτικώς παιδαγωγική αγάπη, με προσήνεια, μειλιχιότητα, αλλά και με ευγένεια και ηπιότητα, ώστε να αναπαύονται στο πετραχήλι του και να ειρηνεύουν οι καρδιές πολλών ανθρώπων, αλλά και να αξιωθεί επίσης να καμαρώσει πληθώρα πνευματικών του τέκνων να εισέρχονται στην αγία ιερωσύνη, όπως την αποκαλούσε.
 

ΙΙΙ. Ένθερμος κήρυκας του λόγου του Θεού και πολυγραφότατος συγγραφέας
 
        Ο μακαριστός π. Γεώργιος συνήθιζε επίσης να επιστέφει πάντοτε τη θεία Μυσταγωγία με τη διδασκαλία του λόγου του Θεού με τρόπο απλό, αλλά μεστό, εύληπτο και κατανοητό, με χριστολογικό χαρακτήρα, περιεχόμενο και μαχητικό φρόνημα, στηλιτεύοντας ενίοτε, ωστόσο με ευγένεια και διακριτικότητα, τις πάσης φύσεως ηθικές εκτροπές, αλλά και απευθύνοντας διαρκή πρόσκληση προς το εκκλησιαστικό πλήρωμα για μετάνοια και επιστροφή στον δρόμο που επιτάσσει το θέλημα του Θεού. Παροιμιώδη παραμένουν μάλιστα τα απογευματινά του κηρύγματα τις Τετάρτες στην Παντάνασσα, τα οποία μεταδίδονταν και από τον τηλεοπτικό σταθμό «Λύχνος» της Μητροπόλεώς μας, καθώς προσέφεραν μεγάλη πνευματική παρηγοριά και αναψυχή στους τηλεθεατές, δεδομένου μάλιστα πως ο μακαριστός Γέροντας ήταν επίσης και «γλαφυρός ομιλητής». Με το κηρυκτικό του έργο  ο π. Γεώργιος αναδείχθηκε «ακούραστος εργάτης του ευαγγελίου», γι’ αυτό και «παρά το προκεχωρημένο της ηλικίας του έδειχνε δυναμικός και αεικίνητος», πραγματοποιώντας επιπλέον και πλήθος εκπομπών στην Κρατική Ραδιοφωνία Ε.Ι.Ρ.Τ., όπως και στην Υ.ΕΝ.Ε.Δ.
         Ουσιαστικό μέρος του κηρυκτικού και οικοδημητικού παιδαγωγικού του εν Χριστώ έργου αποτέλεσε επίσης η πλούσια συγγραφική του δραστηριότητα. Το πρώτο από τα πονήματά του είναι το ογκώδες δίτομο συναξαριστικό του έργο με τίτλο : Με τους Αγίους…προς τον Χριστόν, ήτοι Σύντομον Αγιολόγιον ολοκλήρου του έτους, τ. Α΄ : Ιανουάριος-Ιούνιος, Πάτραι 1973 και Με τους Αγίους…προς τον Χριστόν, ήτοι Σύντομον Αγιολόγιον ολοκλήρου του έτους, τ. Β΄ : Ιούλιος-Δεκέμβριος και Παράρτημα Τριωδίου-Πεντηκοσταρίου, Πάτραι 1974. Στην πρώτη του μορφή το έργο κυκλοφορήθηκε ενώ ήταν ακόμη εφημέριος και προϊστάμενος στον Ναό της Αγίας Βαρβάρας, του οποίου μάλιστα τα έσοδα διατέθηκαν εξολοκλήρου στην ανοικοδόμηση του Ναού του Αποστόλου Παύλου. Το πόνημα επανεκδόθηκε αργότερα και έπειτα από την μετάθεσή του στην ενορία της Παντανάσσης με νέο τίτλο : Τα Μυρίπνοα Άνθη του Παραδείσου, ήτοι Σύντομο Αγιολόγιο ολοκλήρου του έτους, τ. Α΄ : Ιανουάριος-Ιούνιος και Παράρτημα Τριωδίου-Πεντηκοσταρίου,  Πάτραι χ.χρ. και Τα Μυρίπνοα Άνθη του Παραδείσου ήτοι Σύντομο Αγιολόγιο ολοκλήρου του έτους, τ. Β΄ : Ιούλιος-Δεκέμβριος, Πάτραι χ.χρ. Τρία έτη επίσης μετά την εγκατάστασή του ως εφημερίου και προϊσταμένου στην Παντάνασσα συνέγραψε και την ιστορία του περίφημου Ναού με τίτλο : Η Παντάνασσα των Πατρών. Η ιστορία ενός περιλάμπρου Ναού της Ορθοδοξίας, Πάτραι 1979. Το έργο αυτό επανεκδόθηκε εμπλουτισμένο εικοσιπέντε χρόνια αργότερα με το νέο τίτλο : Παντάνασσα Πατρών. Ιστορία – Τέχνη – Λειτουργική Ζωή, Πάτραι 1995. Ο π. Γεώργιος συνέθεσε ακόμη και πολυσέλιδο δίτομο κηρυγματικού χαρακτήρα έργο με τίτλο : Ο Λόγος του Θεού. Καθημερινά Αγιογραφικά Αναγνώσματα - Σκέψεις και Διδάγματα, τ. Α΄, Ιανουάριος-Ιούνιος και : Ο Λόγος του Θεού. Καθημερινά Αγιογραφικά Αναγνώσματα - Σκέψεις και Διδάγματα, τ. Β΄, Ιούλιος-Δεκέμβριος, το οποίο κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις «Ταώς» και  περιέχει το Αγιογραφικό Ανάγνωσμα της κάθε ημέρας (σε κείμενο), συνοδευόμενο από ορισμένες απλές σκέψεις και διδάγματα, ενώ στο τέλος του δεύτερου τόμου παρατίθεται «Παράρτημα» για τις κινητές εορτές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και του Πεντηκοσταρίου. Εκτός αυτών όμως ο π. Γεώργιος συνέγραψε ακόμη έργο με τίτλο : Ιεραὶ Μοναὶ Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδος, καθώς και πλήθος άρθρων, κυρίως στις τοπικές καθημερινές εφημερίδες των Πατρών. Το έτος 2017 τέλος, έναν χρόνο δηλαδή μετά την κοίμησή του, είδε το φώς της δημοσιότητας, με ύλη ανασυρμένη από τα κατάλοιπά του, και το πολύ σημαντικό μουσικό του έργο με τίτλο : «Ψαλώ τω Θεώ μου …». Ανθολογία Ύμνων, επιμ. Π.Γ. Παπασταύρου, Πάτρα 2017.


  4. Η προσωπικότητα του π. Γεωργίου ως Ορθοδόξου Ιερέως και Εκκλησιαστικού Διδασκάλου και η αναγνώριση του έργου του
 
       O μακαριστός π. Γεώργιος υπήρξε, κατά κοινή ομολογία,  μια από τις πλέον εξέχουσες  προσωπικότητες της Εκκλησίας του Πρωτοκλήτου στον καιρό μας, η οποία ευδόκησε ο Θεός να μεταφυτευθεί από τη παρακείμενη Ηλεία και να καρποφορήσει πνευματικά πλούσια στην αχαϊκή αποστολική πόλη των Πατρών, όπου εργάστηκε ευεργετικά και θεραπευτικώς ποιμαντικά στο Σώμα του Χριστού. Με το πολυποίκιλο εκκλησιαστικό του έργο αναδείχθηκε σε μια από τις πλέον σεβάσμιες και εμβληματικές ιερατικές φυσιoγνωμίες της σύγχρονης ιστορίας της Εκκλησίας των Πατρών, της οποίας, ως πολύτιμο πετράδι, εμπλούτισε και συμπλήρωσε τον ολόλαμπρο στέφανο, καθιστάμενος αυθεντικό υπόδειγμα φορέα της χαρισματικής ιερωσύνης, με την ανεπίληπτη και αποστολικής χροιάς εν ταπεινώσει άσκηση του ιερατικού του αξιώματος, διακρινόμενος για την άοκνη και ακατάπαυστη ποιμαντική του εργασία στους τομείς της τελετουργίας των ιερών μυστηρίων, της κατηχήσεως και της οικοδομής του λογικού του ποιμνίου, αλλά και της σοφής και δημιουργικής ασκήσεως της εκκλησιαστικής διοικήσεως στις ενορίες της Αγίας Βαρβάρας και της Παντανάσσης, αναδεικνυόμενος «ένας φιλότιμος εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου που πορεύθηκε στην ζωή του σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, το οποίο έζησε στην πράξη».
      Ο αοίδιμος π. Γεώργιος «διεκρίνετο [όντως] διά το ιερατικό του ήθος, την προσήλωσή του στην παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, δια το σεμνόν και ενάρετον του χαρακτήρος του, δια το φιλακόλουθον, το φιλόθεον και φιλανθρωπον» (Μητρ. Πατρών Χρυσόστομος), ενώ υπήρξε, κατά κοινή ομολογία επίσης, άνθρωπος μειλίχιος, απλός και χαριτωμένος, αλλά και ταυτόχρονα  σοβαρός, ολιγόλογος και μετρημένος, με ζωή υποδειγματική και άοκνος ως λειτουργός, η όλη παρουσία του οποίου ενέπνεε σεβασμό, μοσχοβολούσε θυμίαμα, ακτινοβολούσε μεγαλοπρέπεια και εξέπεμπε σεμνότητα, καθώς ήταν επίσης πλήρης αγάπης και κατά Θεόν δικαιοσύνης ως πνευματικός οδηγός, ώστε να προσφέρεται ως άριστο πρότυπο ποιμαντικής αυτογνωσίας για εμάς τους κληρικούς, αλλά και ως υπόδειγμα ενάρετου εν Χριστώ βίου για τον ευσεβή λαό του Θεού.
       Με το πλήρες ανακαινιστικής εν Χριστώ αγάπης και έμπλεο θείας χάριτος πολυεπίπεδο έργο του, ο π. Γεώργιος προσέθεσε έναν ακόμη από τους αναρίθμητους πολυτελείς και πολύτιμους κρίκους στη μακρά αδαμάντινη αλυσίδα του πρεσβυτερίου της Εκκλησίας των Πατρών, διακρινόμενος για το ακραιφνές και γνήσιο ιερατικό του ήθος, αλλά και για την κατά Χριστόν βιωτή που ασκητικώς, κοπιαστικώς και εμπόνως διήγε, ώστε να αναδεικνύεται διαρκώς σε υπόδειγμα ορθοδόξου κληρικού, καθώς «υπήρξε ‘πράος και ταπεινός τη καρδία’, αρετές δυσεύρετες σήμερα. Τον διέκρινε μια πίστη απλή, σταθερή, αυθόρμητη και πηγαία ευλάβεια» (π. Γερ. Στανίτσας). Για τον λόγο αυτό και κατέλειπε φήμη πολύ ενάρετου κληρικού και αυθεντικού εκκλησιαστικού άνδρα, καθόσον υπήρξε ευλαβέστατος και αφοσιωμένος ως ποιμένας, κατανυκτικός ως λειτουργός, διακριτικός ως πνευματικός, αλλά και ακάματος εργάτης της φιλανθρωπίας, ώστε με το πολυσήμαντο, πρωτοποριακό και μεθοδικό εκκλησιαστικό του έργο, να αποβεί γνήσιος φορέας του μηνύματος του Ευαγγελίου του Χριστού στην εποχή μας, αλλά και αεικίνητος διάκονος και ευεργετικός ποιμένας του λογικού ποιμνίου που του εμπιστεύθηκε η Εκκλησία.
        Ο μακαριστός π. Γεώργιος υπήρξε ως άνθρωπος αυθεντικός και απλός, προσηνής και συγχωρητικός, ήπιος και ευπροσήγορος, αλλά και παράλληλα διακριτικός, σοβαρός και πολύ μετρημένος, με ζωή υποδειγματική και καλό λογισμό για τους πάντες και τα πάντα, ώστε η όλη του παρουσία να αποπνέει ευωδία Χριστού, να ακτινοβολεί ανδρείο φρόνημα, αλλά και διαύγεια πνευματική, καθώς διέθετε μεγαλείο ψυχικό, αγάπη αρχοντική, ευθύτητα μοναδική, συμπεριφορά ανδροπρεπή και σεμνότητα μοναδική, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως άριστο και ζωντανό παράδειγμα μίμησης για τα εν Κυρίω τέκνα του, σύμφωνα με τα οποία «αγαπούσε πολύ τους ενορίτες του, το ποίμνιό του. Σε όλους έδειχνε προθυμία, ανεκτικότητα, υπομονή και ειλικρίνεια. Με την παρουσία του δίδασκε την καλοσύνη την ευπρέπεια και την ευαγγελική απλότητα» (π. Γερ. Στανίτσας). Με τη σταθερή άσκηση της εκπλήσσουσας αυτής υψηλής και κοπιώδους ιερατικής πολιτείας μάλιστα, ο π. Γεώργιος κατόρθωσε να υποστασιάσει αυθεντικά, αλλά και να σαρκώσει γνήσια με την κατά Θεόν σοφία του όλες τις αποστολικές παραγγελίες για τον αληθινό ποιμένα και τον άξιο λειτουργό των θείων Μυστηρίων, αλλά και να φανερώσει περίτρανα το γεγονός, πως η ιερωσύνη ως θεσμός έχει πρωτίστως χαρισματικό χαρακτήρα.
       Ακολουθώντας την παραπάνω ρηξικέλευθη και υψιπετή ποιμαντική πορεία και δράση ο μακαριστός Γέροντας, κράτησε επί εξήντα έτη την ιερωσύνη στο αληθές ύψος της αποστολής της, χωρίς ποτέ να τη μεταχειριστεί ως εξουσία ή ως μέσο απόκτησης προνομίων, μοχλό επιβολής ή και εφαλτήριο αυτοπροβολής. Την παρέλαβε ως χαρισματική παρακαταθήκη από τον μυσταγωγό του επίσκοπο και την παρέδωσε στον μεν Κύριο ως αγία και άμωμη, στους δε πνευματικούς του επιγόνους ως υψηλή και ταπεινή διακονία. Έτσι, κατά την εξηκονταετή ιερατεία του, φρόντιζε πάντοτε με το έργο του να μην επισκιάζει, να μην υποκαθιστά ή να αποκρύπτει από τους ανθρώπους τον Θεό με την προβολή του προσώπου του ή με την επίδειξη των πράγματι πολλών του χαρισμάτων, της σοφίας και των ποικίλων αρετών του, αλλά, αντιθέτως, να τους Τον αποκαλύπτει εναργέστερα, να Τον φανερώνει εντονότερα και να Τον προσφέρει πλουσιοπάροχα προς κατά χάριν μετοχή μέσα από την ησυχία, την αφάνεια και την απλότητά του. Για τον λόγο αυτό και διατήρησε μέχρι τέλους την απροσποίητη ταπείνωση, την έμφυτη διακριτικότητα, την ευλογημένη λεπτότητα στη συμπεριφορά και την αρχοντική ευγένεια που στόλιζε την όλη πολιτεία του, με αποτέλεσμα να μην υποκύπτει ποτέ σε εφήμερες και ψυχοφθόρες ματαιοδοξίες, ανταγωνισμούς και μικρότητες, ώστε να καθίσταται απολύτως σαφές επίσης, πως ο αείμνηστος π. Γεώργιος απέβη φορέας μιας αυθεντικά μαρτυρικής ιερωσύνης που συνιστούσε μαρτύριο αλλά και αναστάσιμη μαρτυρία για τον αγωνιζόμενο άνθρωπο, μιας ιερωσύνης που αποτελούσε το προζύμι και το αλάτι που αναμειγνύονται στο ζυμάρι για να πολλαπλασιαστούν και να προσφερθούν για να γονιμοποιήσουν και να ωριμάσουν παρηγορητικά, να ανακουφίσουν και να νοστιμίσουν θεραπευτικά τα ατελεύτητα πάθη, αλλά και τους μεγάλους καημούς και τους αλάλητους στεναγμούς του αγωνιζόμενου πνευματικά πιστού λαού του Θεού. Έτσι, όπως μαρτυρούν μέλη της ενορίας της Παντανάσσης, ο π. Γεώργιος «υπήρξε μιά μεγάλη μορφή της τοπικής Εκκλησίας, και όχι μόνο. Στήριξε πολλούς πιστούς που κατέφευγαν σ’ αυτόν. Πέρασε δοκιμασίες και θλίψεις προσωπικού επιπέδου εκπληρώνοντας έτσι και το ψαλμικό ‘πολλαί οι θλίψεις των δικαίων’. Λογιζόταν ως αυστηρός, αλλά άμα εσύ έκανες υπακοή σ’ αυτά που σου έλεγε και δεν έκανες παραβάσεις δεν είχες πρόβλημα. Είχε διάκριση πραγμάτων, προσώπων, και καταστάσεων.  Είχε και το διορατικό [χάρισμα] σε κάποια μορφή και ακόμη και εάν σου έλεγε πράγματα αντίθετα από την κοινή λογική, αυτός έβγαινε σωστός γιατί ήταν εκ Θεού αυτό που σου έλεγε, όχι ανθρώπινο δικό του !».
         Εξήντα σχεδόν έτη ο θαυμαστός π. Γεώργιος εργάστηκε ακατάπαυστα και φιλότιμα, αγόγγυστα, άοκνα και θυσιαστικά στο «γεώργιον» του Χριστού, γι’ αυτό και τον τίμησε η Εκκλησία, η οποία, αναγνωρίζοντας την προσφορά του, τον περιέβαλε με τιμητικές διακρίσεις, προβάλλοντάς τον ως άξιο εκκλησιαστικό ποιμένα. Έτσι, για την ακάματη ποιμαντική του μέριμνα και τη μεγάλη του προσφορά, ο π. Γεώργιος τιμήθηκε από τον, πολύ φειδωλό στις αποδώσεις εκκλησιαστικών αξιωμάτων και τιμών σε εγγάμους κληρικούς, μακαριστό μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο με το οφφίκιο του Σταυροφόρου Πρωτοπρεσβυτέρου, το πρώτο που απένειμε μετά την ενθρόνισή του, ενώ και από τον Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Χρυσόστομο με τον Χρυσό Σταυρό του Αγίου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου το 2011. Η μεγάλη κόπωση από την εξηκονταετή υπερεντατική ιερατική του διακονία ωστόσο, οδήγησε σταδιακά στη σωματική του κατάπτωση και στην ολοκλήρωση του επίγειου βίου του τη Δευτέρα 28 Μαρτίου του 2016, οπότε «ιερατεύοντας με την ακεραιότητα του χαρακτήρα του …παρέδωσε την ψυχή του οσιακά», ενώ και οι ενορίτες του συνειδητοποίησαν τότε πως «έφυγε από αυτήν την ζωή ένας άνθρωπος που αγάπησε και υπηρέτησε τον Θεό και τον συνάνθρωπό του», αλλά και, όπως προσφυώς παρατηρήθηκε, «κατά τις τελευταίες του στιγμές η αγαθότητα της ψυχής του και η εικόνα του ευτυχισμένου ανθρώπου ήταν έκδηλη στα μάτια του. Έμοιαζε χαρούμενος, πράος και ήρεμος» (Μητρ. Πατρών Χρυσόστομος). Την επομένη ημέρα, Τρίτη 29 Μαρτίου τις πρώτες απογευματινές ώρες, έλαβε χώρα η εξόδιος ακολουθία του στην Παντάνασσα με την συμμετοχή έξι αρχιερέων, καθώς και μεγάλου πλήθους κλήρου και λαού, ενώ η ταφή του πραγματοποιήθηκε στο κοιμητήριο της Εγλυκάδος, όπου αναπαύεται προσδοκώντας την κοινή Ανάσταση, αλλά και από τον Κύριο της Δόξης να λάβει τον «ἀμαράντινον» «τῆς δικαιοσύνης στέφανον».  

          Ωστόσο όμως, και παρά την παρέλευση τόσων χρόνων από την αναχώρησή του για τον Ουρανό, η ανάμνηση του μακαριστού π. Γεωργίου παραμένει ακόμη έντονα ζωντανή στην τοπική μας Εκκλησία και χαραγμένη βαθιά ιδίως στις ψυχές των πνευματικών του τέκνων στην Παντάνασσα, τα οποία τον αγάπησαν και παιδαγωγήθηκαν από το παράδειγμά του, αλλά και ευεργετήθηκαν από τη σοφή πνευματική του καθοδήγηση και τις προσευχές του, ακουμπώντας τη ζωή τους πάνω στο πετραχήλι του. Γι’ αυτό και είναι πανθομολογούμενο, ότι παρόλο που αναχώρησε από κοντά μας εδώ και οκτώ χρόνια, η αίσθηση της παρουσίας του παραμένει ακόμη ζωντανή στις καρδιές των μελών του ποιμνίου του, αλλά και έντονα χαραγμένη στις ζωές όλων όσων είχαμε την ευλογία να τον γνωρίσουμε και να ευεργετηθούμε από την αγάπη του, αλλά και να γίνουμε αποδέκτες των δωρημάτων της προσευχητικής του παρρησίας προς τον Άγιο Θεό, ώστε με αφορμή τη συμπλήρωση οκτώ ετών από την αποδημία του να προσφέρουμε υιϊκώς και ως ελάχιστο αντίδωρο, τούτο το ταπεινό, ωστόσο καρδιακό αφιέρωμα αγάπης και σεβασμού προς το ιερό του πρόσωπο. Είναι βέβαιο τέλος, πως ο αοίδιμος π. Γεώργιος θα παραμείνει παντοτινά στη μνήμη μας και στην προσευχή μας, αλλά και στη μνήμη του πληρώματος της ενορίας της Παντανάσσης, όπως και της Αποστολικής Εκκλησίας των Πατρών, ως ένας αυθεντικός ορθόδοξος κληρικός, ο οποίος ανάλωσε θυσιαστικά το είναι του στο έργο του Θεού και τη διακονία της σωτηρίας του ανθρώπου, αναδεικνυόμενος γνήσιος ευαγγελικός ποιμένας και συνεχιστής του έργου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον κόσμο, καθώς και άξιος πνευματικός επίγονος του Πρωτοκλήτου αγίου Αποστόλου Ανδρέου.
       Ας είναι αιωνία η μνήμη του και «ας έχουμε την ευχή του, [αλλά] και ας μεσιτεύει για όλους μας ενώπιον του θρόνου του Θεού», ώστε να αξιωθούμε, κληρικοί και λαϊκοί, να μιμηθούμε το θυσιαστικό του παράδειγμα στη διακονία και τη ζωή μας, προκειμένου να συγκληρονομήσουμε μαζί του την Ουράνια Βασιλεία, αμήν !
 
         Βιβλιογραφική Σημείωση : Για τη σύνθεση του παρόντος αφιερώματος, ουσιαστική υπήρξε η αρωγή του φιλτάτου αδελφού και συλλειτουργού Αρχιμ. π. Τιμοθέου, όπως επίσης και του αγαπητού συναδέλφου θεολόγου κ. Παναγιώτου Παπασταύρου, εκλεκτών τέκνων του π. Γεωργίου. Πληροφορίες και στοιχεία για το πρόσωπο του αειμνήστου Γέροντος αντλήθηκαν κυρίως από τα δημοσιεύματα : 1. Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου,  «{Επικήδειος λόγος εις τον πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιον Παπασταύρου}» [αποσπάσματα], στο https://www.thebest.gr/article/384187 2. Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου,  «Πρόλογος», στο έργο του Πρωτ. Γ.Αθ. Παπασταύρου, «Ψαλώ τω Θεώ μου …». Ανθολογία Ύμνων, επιμ. Π.Γ. Παπασταύρου, Πάτρα 2017. 3. Αρχιμ. Τιμοθέου Παπασταύρου, «Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Παπασταύρου (1921-2016)», στο https://arpati.blogspot.com/2016/03/blog-post_523.html 4. Αρχιμ. Τιμοθέου Παπασταύρου, «Όπως σήμερα, έτσι και τότε (Ο γνήσιος Λευΐτης)», στο https://arpati.blogspot.com/2022/03/blog-post_348.html και 5. Π.Γ. Παπασταύρου,  «Αντί Προλόγου. Ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Αθ. Παπασταύρου ως Ιεροψάλτης», στο «Ψαλώ τω Θεώ μου …», όπ. παρ., σ. Ι-V. 6. Πρωτ. Γερασιμάγγελου Στανίτσα,  «Η εκδημία του αειμνήστου και σεβαστού Γέροντος Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπασταύρου», στο https://agiabarbarapatras.blogspot.com/2016/03/
 
* Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα «Ο Εκκλησιολόγος»  859/30-03-202.
 

10 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τα χρόνια περνούν η μνήμη του και η παρουσία του μένει στην καρδιά μας. Κάθε φορά που πάμε στην Παντάνασσα να προσκυνήσουμε τον βλέπουμε Νοερά και αισθανόμαστε την παρουσία του. Ας έχουμε την ευλογία του και την ευχή του.
Αξίζουν συγχαρητήρια στον π. Ευάγγελο που προβάλλει τις μορφές αυτές τις ιερατικές της πόλεως των Πατρών σε σειρά άρθρων.

Αναστάσιος είπε...

Τον γεμάτο στοργή και αγάπη π. Γεώργιο τον γνώρισα από τις πρώτες μέρες που άρχισα να εργάζομαι στο βιβλιοπωλείο της Ζωής επί της οδού Παντανάσσης. Μας επισκέπτονταν συχνά. Η μορφή του πάντα χαμογελαστή και πλημμυρισμένος από ειρήνη που η ματιά του την μετέδιδε. Ένας ταπεινός και στοργικός κληρικός. Πολλοί γνωστοί μου κατέφευγαν στο πετραχήλι του διότι εκεί έβρισκαν ηρεμία και γαλήνη στην καρδιά τους.
Η θεία Λειτουργία την οποία τελούσε ήταν μια πραγματική μυσταγωγία, όχι από την φωνή του, η οποία ήτο εξαιρετική, ούτε και η γνώση και την κατάρτισή του στην βυζαντινή μουσική που διέθετε και αυτό το τάλαντο, αλλά το ιερατικό ήθος του. Τελούσε την θεία Λειτουργία με εσωτερικό βίωμα και μπορούσε να σου μεταδώσει τη γαλήνη και την ειρήνη, την οποία πρέπει να ζούμε. Τολμώ να το πω ότι μας μετέφερε στον Ουρανό από την γη. Πήγαινα στην Παντάνασσα να εκκλησιαστώ, δεν είχα τότε πολλές υποχρεώσεις.
Αυτές τις ημέρες θυμάμαι ότι κλείνοντας το βιβλιοπωλείο πήγαινα στους χαιρετισμούς της Θεοτόκου. Φέρνω στην μνήμη μου και τον αγαπητό μου π. Θέμη και τον π. Ανδρέα. Αιωνία η μνήμη τους.
Είχα την τιμή όταν διεύθυνα τον εκδοτικό οίκο Ταώς. Να εκδοθούν σε αυτόν τα 2 του βιβλία στα οποία κάνει αναφορά και εδώ π. Ευάγγελος.
Θέλω όμως εδώ να καταθέσω κάτι το οποίο έζησα με δίδαξε και με παραδειγμάτισε. Κάποια χρονική περίοδο πήγαινα εκκλησία κοντά στο Οικοτροφείου, στο παρεκκλήσιο «Άξιον εστί». Στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ενημέρωσε τον π. Παναγιώτη Θωμά που ήταν υπεύθυνος, ο πατήρ Γεώργιος ότι ήθελε να λειτουργήσει εκεί, διότι την περίοδο εκείνη η Παντάνασσα ήταν κλειστή ως σεισμόπληκτη. Ήμουν στο ιερό και ήρθε ο π Γεώργιος από τον εξάψαλμο. θυμάμαι ότι παρόλο που η ηλικία του είχε περάσει και τα γηρατειά τον είχαν καταβάλει σε όλη τη θεία Λειτουργία παρέμενε όρθιος χωρίς να καθίσει καθόλου. Εγώ ήθελα να καθίσω, αλλά βλέποντας τον Γέροντα όρθιο δεν μπορούσα. Ο π. Γεώργιος με αγάπη μου λέει, κάθισε Τάσο να ξεκουραστείς. Όμως ήταν αδύνατον αυτό από μέρους μου. Περίμενα πως την ώρα της θείας Κοινωνίας θα κάθονταν και αυτός να ξεκουραστεί. Ο π. Παναγιώτης ανέλαβε να κοινωνήσει μόνος του τον κόσμο. Όση ώρα κοινωνούσε και ήταν πολύς κόσμος, δεν κάθισε καθόλου ήταν όρθιος μπροστά στην προσκομιδή. Τελείωσε η θεία Λειτουργία, έβγαλε τα ιερατικά του άμφια, κάθισε λίγο για να ξεκουραστεί και έφυγε. Έχω πάει σε πολλούς ναούς. Έχω δει πολλούς κληρικούς να τελούν την θεία Λειτουργία. Αυτό μόνο στον π. Γεώργιο το είδα. Από τότε πάντα όταν μπαίνω στο ιερό και κάθε ευκαιρία με ελέγχει η παρουσία του π. Γεωργίου.
Όταν πέρασαν τα χρόνια και έφυγε από την Παντάνασσα με έπαιρνε τηλέφωνο πάντα ρωτούσε τι κάνω, πώς είμαι; με τη γλυκιά φωνή του και τον ευγενικό του τρόπο. Το ίδιο έκανε και μετά την απομάκρυνσή μου από την Ζωή, ως ποιμένας που μεριμνά για τους ενορίτες.
Ας είναι Αιωνία, η μνήμη του.
Ας πρεσβεύει για όλους μας.
Α.Κ.Κ.

Ανώνυμος είπε...

Από τις ιερατικές αυτές μορφές που πέρασαν από την Πάτρα και πρόσφεραν πολλά.. Ήταν και ο π. Γεώργιος, από την παλιά στόφα των κληρικών εκείνων που απέπνεαν σεβασμό.

Ανώνυμος είπε...

Αιωνία η μνήμη του Αγίου ιερέως.
Όταν όμως τα άρθρα είναι κάπως συνοπτικά θα είναι έχουν διπλάσιους αναγνώστες...

Ανώνυμος είπε...

«Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι»
Ελπίζουμε, ευχόμαστε και προσευχόμαστε ο Χορηγός όλων των αγαθών Παντοκράτωρ Κύριος μας, με τις πρεσβείες της Καλής μας Παναγίας της Παντανάσσης η ψυχή του να είναι μετά των Αγίων.

Ανώνυμος είπε...

Αναμφισβήτητα, ο μακαριστός ο π. Γεώργιος δεν ζούσε για τον εαυτό του άλλα για τον Θεό και τους ενορίτες και τα πνευματικά του παιδιά, που Εκείνος του εμπιστεύτηκε. Γι’ αυτό δεν επέτρεπε στον εαυτό του ξεκούραση, αλλά αναλώθηκε στην διακονία του Θεού και των ανθρώπων και τους καθοδηγούσε με τις φωτισμένες του νουθεσίες.

Ανώνυμος είπε...

Πάντοτε ευγενής, γεμάτος στοργή για τους ανθρώπους που ζητούσαν τη πνευματική συμπαράστασή του και την υλική βοήθεια.

Ελένη είπε...

Ένα εξαιρετικό κείμενο για έναν άξιο ιερέα.

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετική βιογραφική εργασία, η οποία ήταν αναγκαία για να γνωρίσουμε περισσότερο τον π Γεώργιο Παπασταύρου. Ευχαριστούμε τον π Ευάγγελο που φροντίζει να μας παρουσιάζει τους πνευματικούς ταγούς της Πάτρας.

Ανώνυμος είπε...

Όσοι ζήσαμε την Παντάνασσα των χρόνων του παπα Γιωργη, του παπα Θεμη και του παπα Αντρεα ξέρουμε τι σημαίνει ιεροπρέπεια στη λατρεία. Γκρινιάζαμε,σαν παιδιά, όταν αργούσε να σχολάσει αλλά περνώντας τα χρόνια καταλάβαμε τα βιώματα που πήραμε. Τους θυμάμαι πάντα στη θεια λειτουργία και τους μνημονεύω με αγάπη. Ας έχουμε τις πρεσβείες τους.