Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Η Εκκλησία στη Μεταπολίτευση - π. Ευάγγελος Γκανάς

Η Εκκλησία στη Μεταπολίτευση

π. Ευάγγελος Γκανάς


 "...η αφασία της εκκλησιαστικής ζωής στα χρόνια της μεταπολίτευσης γίνεται αντιληπτή σε μία σειρά από χαρακτηριστικά γνωρίσματα: στην "πρωτόγονη" πολιτική σκέψη, στην αυτοαναφορικότητα της Ιεραρχίας, στην απόλυτη πρόσδεση στη νεοελληνική ιδεολογία, στην υιοθέτηση μιας "μαγικής" σκέψης προσδεδεμένης στο θαυμαστό, στην άρνηση του τραγικού χαρακτήρα της ζωής, στον ρηχό ακτιβισμό, στην άνευ όρων παράδοση στην κοινωνία του θεάματος. 

 Ο εκκλησιαστικός χώρος χαρακτηρίζεται εν πολλοίς από μία "πρωτόγονη" πολιτική σκέψη η οποία εκδηλώνεται άλλοτε ως κεκαλυμμένη αδιαφορία και άλλοτε ως ανοιχτή υποτίμηση της πολιτικής είτε στη δημοκρατική είτε στην αυταρχική εκδοχή της.

Κι αυτό γιατί θεωρεί, καβαφικώ τω τρόπω, ότι όλοι ομοίως βλάπτουν την πόλη. Για τους ευσεβιστές, μόνο τα "πνευματικά' είχαν σημασία, για την πρεσβυτέρα Ιεραρχία και τους διαδόχους της, μόνο η καλή σχέση κράτους-Εκκλησίας. Αυτό μεταφράζεται σε πρόσδεση στην εκάστοτε πολιτική παράταξη που φαινόταν να εξυπηρετεί τις αξιώσεις ισχύος κάθε εκκλησιαστικής ομάδας. Η "πολιτική" εντός της θεσμικής Εκκλησίας περιορίζεται στις ενέργειες μιας ελάχιστης ελίτ που διαγκωνίζεται για τη νομή της εξουσίας χωρίς κανένα άλλο σχέδιο και όραμα για τη διαμόρφωση του εκκλησιαστικού σώματος, την τύχη του οποίου εμπιστεύεται στον αυτόματο πιλότο μιας εθιμικής θρησκευτικότητας.

Εκκλησιαστική είδηση είναι μονάχα η εκλογή μητροπολιτών και οι κινήσεις ανάδειξης των δελφίνων για μία πάντοτε προσδοκώμενη αρχιεπισκοπική διαδοχή και φυσικά τα εκάστοτε σκάνδαλα.

Μιλώντας για Εκκλησία εννοούμε πάντα τη θεσμική Εκκλησία και πρωτίστως την Ιεραρχία.

Ο δημόσιος λόγος της Εκκλησίας εμφορείται από τα τρία χαρακτηριστικά της νεοελληνικής ιδεολογίας: την αντίληψη για τον ελληνισμό ως αναλλοίωτης μεταφυσικής ουσίας, την δισχιλιετή συνέχεια του ελληνισμού, την πρόταξη της σωτηρίας του ελληνικού έθνους έναντι της βιβλικής ιστορίας της σωτηρίας. Η  Εκκλησία γίνεται θεματοφύλακας του ελληνισμού, άγρυπνος φύλακας εθνικών επετείων, κιβωτός σωτηρίας και έθνους.

 Το ποίμνιο αδιάφορο εν πολλοίς για τα τεκταινόμενα στο χώρο της Ιεραρχίας, προέκρινε την καθήλωση σε μία οιονεί "μαγική" σκέψη όπου η τραγική διάσταση της ζωής αποσιωπάται. Η μετοχή στο μυστήριο του σταυρού ακυρώνεται και στη θέση της μπαίνει η επίκληση του θαύματος, η πίστη στην προνομιακή μεταχείρηση των πιστών εκ μέρους ενός Θεού που φαίνεται να ξεχνά για λίγο πως ανατέλλει εξίσου για δίκαιους και αμαρτωλούς. Στο χριστιανικό φαντασιακό κυριαρχεί η νοοτροπία των τριών φίλων του Ιώβ. Όποιος δοκιμάζεται στη ζωή, κάτι κακό θα έχει διαπράξει. Όποιος είναι "καλό"  παιδί, χαίρει της θεικής προστασίας και της ανάλογης ανταμοιβής. Όταν η πραγματικότητα όμως ανατρέπει το στερεότυπο, τότε κινδυνεύει με κατάρρευση και η πίστη των ανθρώπων.

 Το διαδύκτιο "διευκολύνει τη δημιουργία κοινοτήτων σολιψιστών [...] ομοϊδεατών που επικυρώνουν ο ένας τις προϋποθέσεις και τις προκαταλήψεις του άλλου, αντί να τις θέτουν σε δοκιμασία. Αντί να  έχουν να αντιμετωπίσουν άλλες οπτικές σε έναν ανταγωνιστικό δημόσιο χώρο, αυτές οι κοινότητες υποχωρούν και μετατρέπονται σε κλειστά κυκλώματα".

 Στις μέρες μας το ποίμνιο διαμορφώνεται από βίντεο με ομιλίες γερόντων, τα οποία άλλοτε είναι κοινότοπα και πομπώδη κι άλλοτε αγγίζουν τα όρια της γραφικότητας, του εξωφρενικού ή και του γελοίου. Η  νηπιακή ανωριμότητα και καθήλωση πολλών λαϊκών ενισχύει την πατερναλιστική διάθεση κάποιων κληρικών.

 Ο εκκλησιαστικός λόγος είτε υποδύεται το ρόλο της γραφικής θυμοσοφίας και λαϊκότητας είτε την ναρκισσιστική πληθωρική υπερέκθεση και αυτοπροβολή είται τη σιωπηρή απόσυρση εντός ενός κεκαλυμμένου πραγματισμού έχει το ίδιο αποτέλεσμα: την αδυναμία διαμόρφωσης του εκκλησιαστικού σώματος. Η κατάσταση επιδεινώνεται από το γεγονός πως συνήθως επιστρατεύεται μία γλώσσα πομπώδης, ξύλινη, ψευδολόγια, σχολαστική.

Τη θέση του λόγου παίρνει πια η εικόνα. Έτσι η λειτουργία, μετά από δεκαετίες ευχαριστιακής θεολογίας, καταλήγει να συρρικνώνεται σε μια σειρά εκατοντάδων φωτογραφιών στο διαδύκτιο, οι οποίες απεικονίζουν τους λαμπρούς πρωταγωνιστές (Μητροπολίτες), τους φιλόδοξους δελφίνους (αρχιμανδρίτες) και τους ασήμαντους κομπάρσους (έγγαμος κλήρος), ενώ απουσιάζει σχεδόν πλήρως το σιωπηλό κοινό (οι λαϊκοί). Η κοινωνία του θεάματος σε πλήρη θέα.

Η άρνηση του τραύματος και του συνακόλουθου πένθους  γεννά επίσης τον ακτιβισμό, την καταφυγή σε "ευφορικές υπερδραστήριες, παράφορες τάσεις, σε πλήρη αντίθεση με το δράμα της απώλειας. Έναν ακτιβισμό που παίρνει  ποικίλες μορφές: πανηγύρεις σε ενορίες που διαρκούν έναν μήνα, συνεχής μεταφορά λειψάνων, εικόνων ή και αντιγράφων, ακάματος προσκυνηματικός τουρισμός, ποικίλες δράσεις τύπου ΜΚΟ, εκδηλώσεις εθνικής μνήμης, ενοριακές δραστηριότητες τύπου ΙΕΚ.

Η γενικότερη κατάσταση φέρνει στο νου μία γεωργιανή παροιμία: "Το πρόβατο περνάει τη ζωή του με το φόβο του λύκου, αλλά στο τέλος το τρώει ο βοσκός".

 Περιοδικό "Σύναξη", τχ. 174, σελ.19-21. 

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Επιτρέψτε μου, πάτερ, να συμπληρώσω ότι οι Μητροπολίτες - Επίσκοποι μόνο με τους ομολόγους τους συνομιλούν π. χ. Δήμαρχος, Αντιπεριφερειάρχης, Περιφερειάρχης, Στρατηγός ακόμη κι αν τα αντίστοιχα πρόσωπα είναι γυναίκες. Δεν είναι κατώτερες οι γυναίκες αλλά οι Ιεράρχες δεν καταδέχονται να μιλήσουν με άλλα πρόσωπα κι ας είναι και οι άμεσοι συνεργάτες τους κληρικούς!!! Μόνο με ομολόγους ...

jean alatzo είπε...

Ακριβολογεί, σπανιότατα ξεφεύγουν ενορίες ή κληρικοί. Ευσεβισμός των μεγάλων σταυρών από άνωθεν έως κάτωθεν αλλά Ρούσα , επίδειξη νηστειολατρίας , γεροντισμός ου κατ΄επίγνωσιν ακόμα και νεαρών αρχιμανδριταρίων (έκφραση Κοζάνης +Διονυσίου Ψαριανού) , εκδρομές επί εκδρομών που αποφέρουν έσοδα τινά, περιφορά " αντιγράφων Βατοπαιδινών" εικόνων και "ενθρόνιση " σε μαρμάρινους θρόνους (αλλά Πρώτο Λιμάνι της Χώρας) .Όλα καλά ,όλα ανθηρά......και δεδικαιωμένοι στους οίκους μας.

Ανώνυμος είπε...

Η κατάσταση είναι απελπιστική και δεν νομίζω να υπάρχει ελπίδα επιστροφής στις καλές παλαιές ημέρες

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετική ανάλυση!
Η ευθύνη του πρωθιεραρχικού σώματος είναι μεγίστη. Χάθηκε η σύνδεση ποιμένος- προβάτου, η πατρική αγκαλιά, η αναφορά μετανοίας. Ο τόπος συνάντησης και βιώματος του εκκλησιαστικού γεγονότος, μετετράπη σε φωτογραφικό στιγμιότυπο, εξουσιαστική έπαρση και υπόγεια συναλλαγή. Η ομορφιά της λαϊκής έκφρασης, έδωσε τη θέση της στο κίτς και την επιζήμια πολυτέλεια.
Τόσο, ώστε να αναφωνούμε εσωτερικά το «ουδέ βασιλεύς, ουδέ προφήτης» του ύμνου των Τριών Παίδων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η κοινή διαπίστωση στο εκκλησιαστικό σώμα, λαϊκών και κληρικών, σε κάθε Σύνοδο της Ιεραρχίας, το μην ασχολείσαι… και το άνευ σημασίας… Δεν περιμένουμε πια τίποτα ουσιαστικό, να αγγίζει την καρδιά ημών των ακατηχήτων προβάτων.
Και επί τα χείρω, οι πολιτικοί άρχοντες, εστώτες εν τόπω Αγίω, να ομιλούν για κονδύλια και οικονομικά προγράμματα στο κέντρο του μοναχικού αναχωρητισμού, μέσα στο ιερότερο σημείο του Φιλοκαλικού πνεύματος, δίπλα στον Άξιον Εστί! Χωρίς αιδώ, εκατέρωθεν…
Ζητείται ελπίς!

Ανώνυμος είπε...

«...χωρίς κανένα άλλο σχέδιο και όραμα για τη διαμόρφωση του εκκλησιαστικού σώματος, την τύχη του οποίου εμπιστεύεται στον αυτόματο πιλότο μιας εθιμικής θρησκευτικότητας.»

«Ο εκκλησιαστικός λόγος ... έχει το ίδιο αποτέλεσμα: την αδυναμία διαμόρφωσης του εκκλησιαστικού σώματος.»

«Η γενικότερη κατάσταση φέρνει στο νου μία γεωργιανή παροιμία: "Το πρόβατο περνάει τη ζωή του με το φόβο του λύκου, αλλά στο τέλος το τρώει ο βοσκός".»

Τίς ἀνωτέρω τρεῖς προτάσεις θεωρῶ πώς ἔχει ὡς ἀφετηρία γιά νά ξεδιπλώσε τίς σκέψεις του ὁ σεβαστός π. Εὐάγγελος.
Γιά τό λόγο αὐτό στό ἄρθρο του «Η Εκκλησία στη Μεταπολίτευση» τίς ὀχληρές αὐτές διαπιστώσεις στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τίς καταγράφει ὡς ὑπαίτιες γιά τή μή «διαμόρφωση του εκκλησιαστικού σώματος»

Ὅμως ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔχει ἀντίθετη ἄποψη περί αὐτοῦ.
Στό Ὑπόμνημα εἰς τήν Πρός Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀναφέρει στήν Β΄ Ὀμιλία του:
«.......
Πείθεσθε γὰρ, φησὶ, τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε, εἰδότες ὅτι αὐτοὶ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ὡς λόγον ἀποδώσοντες.
.......
Πείθεσθε, φησὶ, τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε· νυνὶ δὲ πάντα κατεστράφη καὶ συγκέχυται.
Οὐχὶ τῶν ἡγουμένων ἕνεκεν ταῦτα λέγω· τί γὰρ ἀπὸ τῆς τιμῆς ὠφεληθήσονται τῆς ἡμετέρας, ἢ τοσοῦτον ὅσον πειθηνίους ἕξουσιν; ἀλλὰ διὰ τὸ ὑμῖν συμφέρον.
Οὗτοι μὲν γὰρ, κἂν τιμηθῶσιν, οὐδὲν ὠφελοῦνται πρὸς τὸ μέλλον, ἀλλὰ μεῖζον αὐτοῖς τὸ κατάκριμα· κἂν ὑβρισθῶσιν, οὐδὲν ἐβλάβησαν πρὸς τὸ μέλλον, ἀλλὰ καὶ πλείων αὐτοῖς ἡ ἀπολογία.
Ἀλλ' ὑμῶν αὐτῶν ἕνεκεν ἅπαντα βούλομαι γενέσθαι.
Ὅταν γὰρ τιμῶνται παρὰ τῶν ἀρχομένων οἱ ἡγούμενοι, καὶ τοῦτο αὐτοῖς προφέρεται, καθάπερ τῷ Ἠλεὶ ἔλεγεν, Ἔλαβόν σε ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου· ὅταν δὲ ὑβρίζωνται, καθάπερ ἐπὶ τοῦ Σαμουὴλ, Οὐ σὲ, φησὶν, ἐξουθενήκασιν, ἀλλ' ἢ ἐμέ.
Ὥστε ἡ μὲν ὕβρις κέρδος αὐτοῖς ἐστιν, ἡ δὲ τιμὴ βάρος.
Οὐκ αὐτῶν τοίνυν ἕνεκεν ταῦτα λέγω, ἀλλ' ὑμῶν αὐτῶν.
Ὁ τιμῶν τὸν ἱερέα, καὶ τὸν Θεὸν τιμήσει· ὁ δὲ μαθὼν τοῦ ἱερέως καταφρονεῖν, ὁδῷ προβαίνων καὶ εἰς τὸν Θεὸν ὑβρίσει ποτέ.
Ὁ δεχόμενος ὑμᾶς, φησὶν, ἐμὲ δέχεται· καὶ, Τοὺς ἱερέας αὐτοῦ, φησὶν, ἐντίμους ἔχε.
.......
Μὴ λέγωμεν, παρακαλῶ, κακῶς τοὺς διδασκάλους, μηδὲ ἀκριβολογώμεθα περὶ τούτων, ἵνα μὴ κακῶς ἑαυτοὺς διαθῶμεν· τὰ ἡμέτερα ἐξετάζωμεν, καὶ οὐδένα ἐροῦμεν κακῶς.
.......
Εἰπέ μοι, φαῦλός ἐστι;
Καὶ τί τοῦτο; ὁ γὰρ μὴ φαῦλος αὐτός σοι χαρίζεται τὰ μεγάλα ἀγαθά;
Οὐδαμῶς· πρὸς τὴν πίστιν τὴν σὴν τὸ πᾶν ἐνεργεῖται.
Οὔτε ὁ δίκαιος ὠφελήσει τι, μὴ ὄντος σου πιστοῦ, οὔτε ὁ φαῦλος βλάψει τι, ὄντος σου πιστοῦ.
.......
Βούλομαί τι παράδοξον εἰπεῖν, ἀλλὰ μὴ θαυμάσητε μηδὲ θορυβηθῆτε.
Τί δὴ τοῦτό ἐστιν;
Ἡ προσφορὰ ἡ αὐτή ἐστι, κἂν ὁ τυχὼν προσενέγκῃ, κἂν Παῦλος, κἂν Πέτρος· ἡ αὐτή ἐστιν, ἣν ὁ Χριστὸς τοῖς μαθηταῖς ἔδωκε, καὶ ἣν νῦν οἱ ἱερεῖς ποιοῦσιν· οὐδὲν αὕτη ἐλάττων ἐκείνης, ὅτι καὶ ταύτην οὐκ ἄνθρωποι ἁγιάζουσιν, ἀλλ' αὐτὸς ὁ καὶ ἐκείνην ἁγιάσας.
Ὥσπερ γὰρ τὰ ῥήματα, ἅπερ ὁ Θεὸς ἐφθέγξατο, τὰ αὐτά ἐστιν, ἅπερ ὁ ἱερεὺς καὶ νῦν λέγει· οὕτω καὶ ἡ προσφορὰ ἡ αὐτή ἐστι, καὶ τὸ βάπτισμα ὅπερ ἔδωκεν.
Οὕτω τὸ πᾶν τῆς Πίστεώς ἐστιν.
.......
Ἂν δὲ ἀεὶ μὲν ἀκούωμεν, πράττωμεν δὲ μηδέποτε, οὐδὲν ἡμῖν ὄφελος ἔσται τῶν λεγομένων.
.......»

Ἐπιπλέον δέ γιά τήν τρίτη πρόταση περί τῆς γεωργιανῆς παροιμίας, ὅπου κάτω ἀπό τίς θεόπνευστες σκέψεις τοῦ ἱεροῦ πατρός φαντάζει τελείως ἄστοχη ὡς πρός τήν εὐθύνη τῶν ἠγουμένων ἐάν ἐμεῖς «ἀεὶ μὲν ἀκούωμεν, πράττωμεν δὲ μηδέποτε», εἶναι καί ἐπιεικῶς ἀπαράδεκτη ὡς πρός τό σημαινόμενο (πρόβατο = ἀναλώσιμο προϊόν) ἀφοῦ ἄθελα παραπέμπει στήν γνωστή παραβολή περί τοῦ Καλοῦ Ποιμένος ὅπου ὡς Καλός Ποιμήν (βοσκός) νοεῖται ὁ Κύριος κι ὡς ποίμνιο (πρόβατα) ἐμεῖς οἱ πιστοί.
Μέ σεβασμό,
Θεόδωρος Σ.

Ανώνυμος είπε...

Αφού δεν κατανοείς τι γράφεις Θεοδωρε Σ; Σπαταλάς το χρόνο σου.
Ιφ

Ανώνυμος είπε...

Εὐχαριστῶ τόν «Ιφ» γιά τίς καλοπροαίρετες ἐπισημάνσεις του.
Φυσικά δέν διεκδικῶ τό ἀλάθητο.
Μπορεῖ πράγματι νά ἔπεσα ἔξω στίς ἐκτιμήσεις μου καί μέ τά γραφόμενά μου νά ἀδίκησα τόν σεβαστό π. Εὐάγγελο.
Παρακαλῶ τόν ἀγαπητό «Ιφ» νά μοῦ ὑποδείξει τό σφάλμα μου καί θά ἐπανορθώσω πάραυτα.
Μέ ἐκτίμηση
Θεόδωρος Σ.