Ο θείος ούτος και γενναίος της ευσεβείας αγωνιστής Αυτόνομος, ήτον Επίσκοπος κατά την Ιταλίαν. Δια δε τον διωγμόν, οπού εκίνησε κατά των Χριστιανών ο βασιλεύς Διοκλητιανός εν έτει σϞη’ [298], ανεχώρησεν από την Ιταλίαν, και επήγεν εις ένα χωρίον της Βιθυνίας, καλούμενον μεν Σωρεοί, ευρισκόμενον δε εις το δεξιόν μέρος του κόλπου της Νικομηδείας· όπου και εξενοδοχείτο από ένα Χριστιανόν Κορνήλιον ονόματι. Επειδή δε διέτριψεν εις εκείνον τον τόπον καιρόν αρκετόν, δια τούτο έκτισεν εκεί ένα οίκον ευκτήριον. Και χειροτονεί Διάκονον τον ξενοδόχον του Κορνήλιον. Όθεν παραδούς εις αυτόν την φροντίδα και επιμέλειαν των εκείσε ευρισκομένων Χριστιανών, αυτός ανεχώρησεν εις την Λυκαονίαν και Ισαυρίαν.
Εις τας οποίας επαρχίας κηρύξας την του Χριστού πίστιν, επανεγύρισε πάλιν εις τον Κορνήλιον, και χειροτονεί αυτόν Ιερέα. Επειδή δε έμαθεν, ότι ο Διοκλητιανός ήλθεν εις την Νικομήδειαν, και είχε θυμόν μεγάλον κατά των Χριστιανών, και μάλιστα εναντίον του, δια ταύτην την αιτίαν ανεχώρησεν εις τας πόλεις, οπού ευρίσκονται τριγύρω της Μαύρης Θαλάσσης. Κηρύξας δε και εκεί τον λόγον της ευσεβείας, εγύρισε πάλιν εις τους Σωρεούς, και χειροτονεί τον Κορνήλιον αρχιερέα.Έπειτα διαπερνά την Μικράν Ασίαν, εκριζόνωντας μεν
τελείως την πλάνην της ειδωλολατρείας και απιστίας, φυτεύωντας δε τον λόγον της
ευσεβείας και πίστεως. Είτα γυρίζει πάλιν εις τους Σωρεούς. Και διαβάς εις ένα
χωρίον, ευρισκόμενον μεν κοντά εις τους Σωρεούς, ονομαζόμενον δε Λίμναι, εν
ολίγω καιρώ οδηγεί εις το φως της θεογνωσίας τους εκείσε ευρισκομένους, και
βαπτίζει αυτούς. Αφ’ ου λοιπόν αυτά όλα ετελείωσεν ο του Χριστού μάρτυς και
ιεράρχης, βλέποντες οι ευσεβείς Χριστιανοί τους ασεβείς και Έλληνας, να θυσιάζουν
συχνάκις εις τους δαίμονας εν τω ανωτέρω τόπω κατά τινα εορτήν, και να πράττουν
άσεμνά τινα έργα, εθυμώθησαν με δικαίαν οργήν. Όθεν και παραθαρρύναντες ένας
τον άλλον, επήγαν και εσύντριψαν όλα των τα είδωλα. Τούτο δε μαθόντες οι
Έλληνες, επαραφύλαξαν ένα καιρόν, όταν ιερούργει την θείαν μυσταγωγίαν ο
θεράπων του Κυρίου Αυτόνομος. Και τότε ώρμησαν εναντίον του εν Σωρεοίς
ευκτηρίου Ναού. Και αφ’ ου εκτύπησαν όσους εύρον εκεί, με πέτρας, με ξύλα, και
με άλλα άρματα, οπού είχον εις τας χείρας των, τελευταίον εθανάτωσαν και τον
Άγιον Αυτόνομον εις αυτήν την Αγίαν Τράπεζαν, εις την οποίαν ίστατο λειτουργών
τω Κυρίω.
Μία δε διάκονος Μαρία ονόματι, μαζί με άλλους
θεοφιλείς, πέρνουσα το άγιον εκείνου λείψανον, λαμπρώς αυτό ενταφίασεν. Εις τον
τάφον δε εκείνον, εκτίσθη ύστερον και Ναός. Μέχρι δε της σήμερον σώζεται το
ιερόν εκείνο λείψανον σώον και ολόκληρον, ανώτερον από κάθε φθοράν, διαφυλάττον
τον χαρακτήρα της μορφής ακέραιον και αδιαλώβητον, έχον και αυτό ακόμη το δέρμα
ομού με τας τρίχας. Όθεν και όλοι οι βλέποντες αυτό, εκπλήττονται και
παρακινούνται εις το να δοξάζουν τον Κύριον.
Άγιος Νικόδημος
Αγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου