1.
Ολόχρυσε
Ιωάννη !
Θα έπρεπε να διαθέτουν και γλώσσα χρυσή όσοι
αποτολμούν να σου πλέξουν εγκώμιο, να σ’ εγκωμιάσουν με λόγο χρυσής ροής ως σου
αξίζει ! Θα ήταν, μάλιστα, πιο καλό, ιδιαίτερα τώρα, να διαθέτουν και τη δική
σου φωνή, τη μόνη που θα μπορούσε να πει λόγο επάξιο για την εξύμνησή σου …
Ωστόσο, επειδή δεν πρέπει, θαρρώ, ν’
αποφεύγει κανείς την προβολή και ανάδειξη της ζωής ενός φιλόθεου άνδρα, γιατί
και άξιος σεβασμού είναι, και του οφείλουμε πολλά, θα αποτολμήσω κι εγώ λόγο εκ
μέσης καρδίας να σου πω … Με συστολή, με φόβο αληθινό … Παρακαλώ, λοιπόν, να μου χαρίσεις την πύρινη
πνοή του Αγίου Πνεύματος, εσύ που χρημάτισες στόμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, κι
έκανες πνευματικά άξιους από ανάξιους, όχι έναν ή δύο, ως θα έκαναν πολλοί,
αλλά οικογένειες ολόκληρες, και δήμους, και πόλεις όχι λίγες.
2. Άρχισες, βέβαια, από τον εαυτό σου, τον ανέδειξες αληθινή Ιερουσαλήμ, πόλη του ζωντανού Θεού, κατοικία του Αγίου Πνεύματος. Ύστερα κυριάρχησες με το λόγο σου στα πέρατα της γης παντού, σε Δύση και Ανατολή, Βοριά και Νοτιά τόσο πολύ, που θα μπορούσε να πει κανείς ότι σου ταιριάζει απόλυτα ο προφητικός λόγος του θεσπέσιου Δαυίδ. «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών»-Ψ.19,5.
3. Έγινες διαπρύσιος διάκονος του Λόγου με
αληθινή πλημμυρίδα λόγων. Κήρυξες ότι ο Χριστός ως ο Θεός Λόγος, και η
ενυπόστατη δύναμη του Θεού, είναι Ομοούσιος με τον Πατέρα, και ότι με το Άγιο
Πνεύμα μαζί προσκυνείται, ως Μονάδα Τριαδική, και αποκαλύπτεται ως Τριάδα
υποστατική-προσωπική. Ότι κατά ένα παράδοξο τρόπο είναι, ενότητα και
ετερότητα-διάκριση μαζί, όχι όμως ενότητα συγκεχυμένη, ούτε τριαδικότητα
κομματιασμένη. Το κάθε θείο Πρόσωπο συνυπάρχει με τα άλλα δυο στο ενιαίο της
θείας ουσίας, και παράλληλα διατηρεί απαράλλακτη τη δική του υπόσταση. Δίδαξες
σε όλη την οικουμένη ότι, η τρισυπόστατη Θεότητα, κοινώνησε μ’ εμάς ολικά, με
μια από τις υποστάσεις της, αυτή του Υιού και Θεού Λόγου, που αν και απαθής,
ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση, που είναι παθητή, και δέχτηκε ν’ αρχίσει να
υπάρχει και ως άνθρωπος με σάρκα και οστά, που ενηλικιώνεται φυσικά. Ότι ο
απλός στη φύση Θεός Λόγος, από τη στιγμή που ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση,
ήταν όντως διφυής, έφερε δυο φύσεις στο ένα πρόσωπο, όπως κηρύσσεται, το
πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Ότι, είχε τέλεια στα δεδομένα της την κάθε μία
φύση, άναρχη και άκτιστη τη θεία, την ανθρώπινη αρχική και κτιστή, απαθή,
αόρατη, ασύλληπτη, απερίγραπτη με λόγια τη θεία, την ανθρώπινη παθητή, ορατή,
απτή, και δυνάμενη να περιγραφτεί.
Την κάθε μια με θέληση ελεύθερη, αυτεξούσια, ενεργητική, και αυτός, ο ένας
Χριστός, Υιός του Θεού και Κύριος, και τούτο και κείνο να επιτελεί. Η ανθρώπινη
φύση του να λειτουργεί οργανικά, και η θεία δεσποτικά. ‘Όμως η κάθε μια να
κρατά τη δική της αυτεξούσια ενέργεια και κίνηση ! Ότι, Αυτός ο ένας Χριστός
ενεργούσε και τούτο και κείνο, και κατεργάστηκε και με τις δυο φύσεις τη
σωτήρια ανακαίνιση του ανθρώπου …
4. Αυτά διδάχτηκες, αυτά δίδαξες, με αυτά
οικοδόμησες τη χρυσαυγή των αρίστων έργων σου, την ασημένια λαμπρή τους
ευπρέπεια. Αυτή που μας αξιώνει να πλησιάσουμε διακριτικά το πυρ της θεότητας,
και να μη φρυγανιστούμε, αν βέβαια
έχουμε καθαριστεί όσο γίνεται πιο πολύ απ’ ό, τι ψεύτικο μέσα μας υπάρχει, κι
έχουμε παρουσιαστεί καθαροί στο καθαρό
της Θεότητας πυρ, που στην αιωνιότητα και τη θέωση μας οδηγεί.
Ποιος, λοιπόν, θα μπορούσε να μου χαρίσει
τη γλώσσα με την οποία επάξιο ύμνο θα σου πω; Ποιος θα μπορούσε να με πάει μέρα
με τη μέρα πίσω, στη μέρα που πρόβαλε σε φλόγινες γλώσσες το θείο πυρ, κι
αναπαυόταν στον κάθε Απόστολο προσωπικά και σε όλους μαζί ενωτικά, έτσι που το
ενιαίο δόγμα της πίστης σε διαλέκτους πολλές να κηρυχτεί … Ποιος θα μου
μεταδώσει τη γλώσσα του Αγίου Πνεύματος, να εξαγγείλω τα πέρα από τις φυσικές
δυνατότητες επιτεύγματα αυτού του πνευματοφόρου ανδρός; Ωκεανός λέξεων και
άβυσσος νοημάτων να βρεθεί, αυτό δε θα επιτευχθεί, αν το Άγιο Πνεύμα δε μου
χαριστεί. Όποιος χωρίς τη χάρη του
Αγίου Πνεύματος θελήσει να μιλήσει για όσα στο Άγιο Πνεύμα αφορούν, είναι σαν
να επιλέγει να δει, χωρίς φως, σαν να κάνει το σκοτάδι στην όραση οδηγό … Γι
αυτό επανέρχομαι στον επευφημούμενο τώρα, και απ’ αυτόν ως από θείο λαμπτήρα
ανάβω το λυχνάρι της γνώσης, ώστε αυτός που είναι και το αντικείμενο της
επευφημίας, να γίνει και των επαίνων μου ο χορηγός !
5. Ποιος δυνατός στο λόγο και στη φρόνηση
μεγάλος, από κείνους με τους οποίους σύγκριση δε χωρεί, και είναι άδηλο ποιος
απ’ τους δυο, αυτός ή μάλλον ο Ιωάννης πιο αξιοθαύμαστος θα φανεί; Ποιος ήταν
τέτοιο πρότυπο αρετής, που για να την ασκήσει, να μην έχει την παραμικρή ανάγκη από συμβουλή; Ποιος εκφωνούσε
λόγους αληθινές νιφάδες χιονιού, ακολουθούμενους από έργα, απ’ τα οποία
λάβαιναν επικύρωση και δύναμη τέτοια, που μπορώ να πω, ότι ταιριάζει εδώ ο
στίχος, «όλα όσα έκανε και δίδαξε από την αρχή», του θεσπέσιου Ευαγγελιστή
Λουκά για τον Ιησού και Θεό μου, απ’ τον οποίο και το είναι και το ευ είναι μας έχει δοθεί; Ποιος νίκησε
σε θεωρία και πράξη τις αισθησιακές ηδονές, και στοχάστηκε, θαρρείς, ως άσαρκος
τα θεία με το Θεό; Ποιος προσδιόρισε την
πίστη ως ψυχή και τα έργα ως μέλη του σώματος, και τα έβαλε στην πρέπουσα τάξη
και σειρά; Ποιος με την πίστη ψύχωσε κι έδωσε ζωή στα έργα, κι επέβαλε ως δεδομένο ότι, το ένα
είναι άχρηστο κι ανόητο χωρίς το άλλο, όσο κι αν στην πίστη, όχι άνευ λόγου, η
πρώτη θέση θα μπορούσε να δοθεί; Ποιος αποξενώθηκε ριζικά απ’ τη γαστριμαργία,
υποδουλώνοντας και φιμώνοντας αυτήν την κυρία που προκαλεί τρόμο στον ευσεβή
λογισμό, κι έγινε απόλυτος κύριος του εαυτού του, και όχι υπηρέτης της; Ποιος
έφτασε σε τέτοιο βαθμό εγκράτειας, που να ξεχνάει να λάβει και το όποιο ή όσο
του προσφερόταν φαγητό και νερό; ...
Ποιος υπήρξε όσο αυτός καθαρός στην ψυχή,
τη σκέψη και το σώμα, και στο μάταιο των συναφών σχέσεων; Βέβαια, όχι μάταιο
όντως, ούτε άλογο, ούτε αρρωστημένο, αλλά κάτι που έχει ανάγκη από του λόγου
την επιβολή ! Ο οποίος λόγος οφείλει να ηνιοχεί τη δύναμη της επιθυμίας, να τη
συντονίζει, ανυψώνει, και κατευθύνει
στον υψηλό του ανθρώπου σκοπό, την ένωση με το Θεό. Να επιβάλλει αποφυγή
του ολισθηρού δρόμου της αισθησιακής επιθυμίας, που λειτουργεί σαν το
προσάναμμα της φωτιάς, και να επιλέγει τον τραχύ δρόμο της αρετής, που οδηγεί
στην αιώνια χαρά. Ξεκινώντας απ’ τα μικρά, γινόταν μέρα με τη μέρα όλο και πιο
κυρίαρχος του εαυτού του, ώσπου έφτασε να κοιμίσει τελείως όλες τις ανθρώπινες
αδυναμίες και τα πάθη. Τα τιθάσευσε με την τέχνη την ασκητική , τα έκανε
υποταχτικά, ώστε με την πάροδο του χρόνου ένα ανώτερο ήθος είχε το προβάδισμα, κι αυτό έγινε μέσα του τάξη και κατάσταση
φυσική. Γιατί καθώς ο ασκητικός αγώνας ενισχύεται από τη χάρη του Θεού,
έχει την ευλογία στην απάθεια να οδηγεί.
6. Ποιος επιθύμησε όσο αυτός χρήματα να μην αποκτήσει, να μην κατέχει
κτήματα, όσο αντιθέτως πολύ επιθυμεί και πασχίζει να έχει ο φιλάργυρος; Πράγμα
που αποτελεί τη βάση των παθών, γίνεται ο αντίπαλος που προκαλεί την αποκοπή
από την ελπίδα στο Θεό, και κάνει τον Παύλο, αυτή τη θεόφθογγη λύρα του Αγίου
Πνεύματος, και πολύηχη γλώσσα των Αποστόλων να στιγματίζει λίαν εύστοχα τη φιλαργυρία ως τη δεύτερη ειδωλολατρία.
Γιατί παύοντας κανείς να στηρίζεται στην Πρόνοια του Θεού, να κρατιέται από την
άγκυρα της ελπίδας, βασίζει τη ζωή του στην απόκτηση χρημάτων. Συγκρίνοντας
αυτά με την προοπτική του ουρανού και την αιώνια ζωή, και καταλαβαίνοντας πως
σαν άλλη θάλασσα ποτέ δε θα ένιωθε γεμάτος, κι αν στα θυλάκιά του εισέρεαν
πλείστοι και μέγιστοι ποταμοί χρυσού, ο επευφημούμενος τα απέρριψε όλα. Και τη
δυνατότητα να καυχιέται για τη σπουδαία και ευκλεή πατρίδα του, την πόλη του
Αντίοχου, την Αντιόχεια εννοώ, την πρώτη και κυρία της Ανατολής, και την από
περίβλεπτη γενιά καταγωγή του, το χρυσάφι, το ασήμι, τους πολύτιμους λίθους, τα
ωραία και ακριβά ενδύματα, που αφειδώλευτα
μοίρασε στους φτωχούς. Επί πλέον την
κοινωνική επιφάνεια και συνακόλουθη δόξα, που θα αποκτούσε με δεδομένο ότι στο
δικανικό λόγο ήταν μοναδικά δυνατός !
7.
Κι έρχεται και φοιτά στο Μελέτιο, τον πρόεδρο της
Εκκλησίας των Αντιοχέων, άνδρα κοσμημένο με πλείστα θεία χαρίσματα στο λόγο και
το βίο, άξιο κάθε θαυμασμού. Που, όταν τον δέχτηκε στα δεκαοκτώ του, έγινε του κάλλους της ψυχής και καρδιάς του
εραστής, διαβλέποντας δε την έκβαση του νέου με βλέμμα προφητικό, τον
θεμελίωσε γερά στα δόγματα της πίστης, τον στόλισε καλά με ήθος ζωής υψηλό,
προείπε την άνοιξη που θα φέρει στην Εκκλησία, και μόρφωσε μέσα του με το
λουτρό της παλιγγενεσίας το Χριστό, «τον πιο όμορφο απ’ όλους τους ανθρώπους»,
καθώς λάμπει από θείο φως.
Στα τριάντα του, με την ολοκλήρωση της
σωματικής και πνευματικής του ηλικίας, τιμήθηκε με χάρισμα λειτουργικό, αυτό
του Αναγνώστη και Διδάσκαλου της Εκκλησίας. Αλλά, από έρωτα θείο δυνατό
ανοίγεται σε δρόμο ασκητικό, επιθυμεί να μαράνει ολότελα τις επιθυμίες που
σφριγούσαν στο κορμί του και το φλόγιζαν, ώστε
το ανώτερο στο κατώτερο να μην υποδουλωθεί. Αυτά τα δυο εναντίον αλλήλων
αντιπαλεύουν, και η εξασθένηση του σωματικού σκηνώματος είναι επόμενο στην ψυχή
τη νίκη να παραχωρεί. Αρχικά έμεινε μόνος του σε μακρινό βουνό, μετά οδήγησε τα
βήματά του σε κάποιο πρεσβύτη, Σύρο στη διάλεκτο, όχι τυχαίο στη γνώση, και
αυστηρό της εγκράτειας ασκητή.
Ζώντας τέσσερα χρόνια κάτω πολύ αυστηρή
ασκητική καθοδήγησή του, νίκησε πιο εύκολα κάθε επιθυμία ηδυπαθή. Επιθυμώντας
όμως αφάνεια πιο μεγάλη και άσκηση ακόμα πιο αυστηρή, κατέφυγε σε μέρος πιο
μακρινό, όπου έκανε μια σπηλιά παλαίστρα
και κονίστρα του στην αρετή με χαρά πολλή. Εδώ σε πόσα και πόσα δεν
υποβλήθηκε αθλήματα ασκητικά, πόσες δεν υπέμεινε οδύνες, μέχρι από τη χάρη του
Αγίου Πνεύματος να ευλογηθεί ! Γιατί με στόχο τη συνεχή πνευματική ανάβαση
πρώτα μελετούσε τα πράγματα προσεκτικά, και μετά τα έκανε πράξη αγωνιστικά.
Ανέβαινε έτσι όλο και πιο ψηλά, εξορίζοντας από την ψυχή και το σώμα του κάθε
αλλότριο φρόνημα …
8.
Έχοντας με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος απαρνηθεί
αυτή τη ζωή, και αποξενωθεί ολότελα από όσα την αφορούν, είδε να λάμπει μέσα του σαν από άλλη βάτο η παρουσία του Θεού στον
αγώνα της αρετής. Και όπως από την αγκαθωτή τριανταφυλλιά βγαίνει
τριαντάφυλλο ευωδιαστό, έτσι από τον ασκητικό αγώνα της αρετής φυτρώνει φυτό
θείας ευωδιάς πνευματικό. Ελεύθερος πια από σκέψεις κι επιθυμίες χαμερπείς, γυμνός από τα γήινα, όπως από τα πέδιλά του
ο Μωυσής, κάνει το νου και την
καρδιά του τόπο κοινωνίας και θέας του Θεού, όσο αυτό μπορεί από τον άνθρωπο να
κατορθωθεί. Και θα ’ρθει πάλι στην Αίγυπτο του κόσμου τούτου, την
υποταγμένη στης αμαρτίας τη ζωή, ν’ απομακρύνει πολλά, αμέτρητα πλήθη, που ζουν
στην αλλοτρίωση των παθών, από την πικρή τυραννία «του κοσμοκράτορα του σκότους
του αιώνος τούτου» …
Στη σπηλιά έμεινε δυο χρόνια. Φύλαξε σε
αγρύπνια πνευματική και την ψυχή και το σώμα, επιδόθηκε, άσαρκος θαρρείς, στη
μελέτη του λόγου του Θεού, έλυσε κάθε του απορία και γνώρισε της αληθείας το
φως. Κι αν αυτά τα δυο χρόνια έπρεπε λίγο να κοιμηθεί, να αναπαυτεί, να
αναζωογονήσει τις φυσικές δυνάμεις του, ικανοποίησε αυτή την ανάγκη, χωρίς καθόλου ούτε τη νύχτα, ούτε τη μέρα
να ανακληθεί. Προσβλήθηκε όμως από νόσημα κοιλιακό και νεφρικό συνοδευόμενο
από υψηλό πυρετό, και ένιωσε τέτοια εξάντληση γενική, λες και θα έσβηνε από
πάνω του η ζωή.
9. Σηκώνεται τότε αμέσως και παλιννοστεί στην
πατρίδα, όπου χειροτονείται πρεσβύτερος της Εκκλησίας, και ως ευγνώμων υιός
αποδίδει τα οφειλόμενα πνευματικά τροφεία στη μητέρα πόλη, και την τροφό
Εκκλησία. Κατόπιν, από την Πρόνοια του Θεού μετατίθεται στη Βασίλισσα πόλη,
όπου τελεί μυστικό θείο γάμο με τη νύφη Εκκλησία, του Μεγάλου Αρχιερέα τη
θυγατέρα. Δεν ήταν θεμιτό να συνεχίσει να κρύβεται «κάτω από το μόδιο» ένας
τόσο όσιος φωστήρας, στον οποίο αναπαυόταν το άχρονο και αιώνιο φως. «Πάνω σε
λυχνοστάτη περίοπτο και υψηλό έπρεπε να τεθεί», ώστε από σπουδαία και
περίβλεπτη θέση, σαν άλλη σάλπιγγα σφυρηλατημένη από χρυσάφι, να γεμίσει με το
λαμπρό ήχο της τα πέρατα της γης !
Ποιος, λοιπόν, έφερε νέα πνοή στην
Εκκλησία και τη διοίκησε με τρόπο τόσο θαυμαστό, αλλά και ξεχώρισε για το ταπεινό του φρόνημα, από ένα εκκλησιαστικό
αξίωμα πρώτης γραμμής και τόσο υψηλό; Ποιος ηνιόχησε την οργή τόσο, που με
την πρέπουσα πραότητα, να βδελύσσεται και ν’ απορρίπτει κάθε τι αντίθετο στην
αρετή, και το δίκιο του αδικούμενου να
διεκδικεί; Ποιος καλλιέργησε τόσο καλά το φύτρο της αγάπης, ώστε να αποδώσει
τέτοιο καρπό ελεημοσύνης, αρετής που ως τώρα σαν έμψυχη στήλη έχει συμβολικά με
τον ίδιο ταυτιστεί ! Καθώς κάνοντας σε κάθε ομιλία βασική αναφορά στην
αρετή της συμπάθειας και μετάδοσης των αναγκαίων σε όσους τα έχουν στερηθεί, έκανε την ελεημοσύνη σχεδόν καθημερινή
συνήθεια σ’ εκείνους που τον άκουγαν με πολλή προσοχή. Μπόρεσε να τους
πείσει ότι μ’ αυτά που δίνουν, δανείζουν το Θεό … ότι γι αυτή τους τη συμπάθεια
αποθησαυρίζουν αδαπάνητη απόδοση στον ουρανό … όπως το Ευαγγέλιο διδάσκει, με
το να μοιράζει κανείς στους πεινασμένους το δικό του ψωμί, να δίνει στους
διψασμένους ένα ποτήρι νερό, να περιμαζεύει με ρούχα τη γύμνωση των γυμνών,
τους υπαίθριους και άστεγους να στεγάζει, να επισκέπτεται τους άρρωστους, στους
φυλακισμένους τα βήματά του να οδηγεί. Να
καρπώνεται έτσι με το δικό του έλεος, το έλεος του Θεού !
10. Ποιος εξόρισε από τη ζωή του το θυμό, και
δίδαξε το ποίμνιο να αποδιώξει αυτόν που κλείνει σε όσους κυβερνάει την πόρτα
της αγάπης του Θεού; … Ποιος με τη διδαχή του επέκρινε τόσο αυστηρά το φθόνο,
τη ζήλια, την κατάκριση; Το να φθονείται κανείς είναι άριστο, και καθ’ όλα
επίζηλο αγαθό, η ζηλοφθονία όμως είναι αξιοκατάκριτη, κι από τα πάθη, το πιο αισχρό,
πιο άδικο, πιο ανόητο, αντίθετο του ελέους, στο μέτρο που έλεος σημαίνει λύπη
για το κακό που συμβαίνει στον άλλο, ενώ ζηλοφθονία, λύπη για τα όποια του
άλλου, όχι τα δικά σου, αγαθά … Συγχωρείτε, φώναζε ευαγγελικά, για να
συγχωρεθούν οι αμαρτίες σας.
11. Σύστησε τη μελέτη και έρευνα των Γραφών, και
έγινε ο ίδιος εξηγητής κι ερμηνευτής τους δεινός. Προχώρησε πέρα από το
γραμματικό τύπο, αναζήτησε του Αγίου Πνεύματος τα κρυμμένα μηνύματα με τρόπο
προφητικό, κι έφερε στην επιφάνεια το εναποτεθειμένο εκεί βάθος και το κάλλος
των υψηλών αληθειών. Και όλα αυτά ταπεινά, χωρίς ίχνος κενόδοξου φρονήματος.
Γνώριζε, και μάλιστα πολύ καλά, να καταπατεί την κενοδοξία, να εκμηδενίζει με
την ιερότητα των αρετών αυτή την κούφια των κόπων ανάλωση …
12. Ταπεινωνόταν για την αγάπη του Κυρίου και Δημιουργού σε όλη την κτίση, έστω κι αν απ’ αυτήν ατιμαζόταν ο Χριστός, κι ο θείος νόμος παραβιαζόταν και ανατρεπόταν. Αποστρεφόταν κάθε βλέμμα σοβαροφανές, βλοσυρό, υπεροπτικό, αντίκριζε μειλίχια εκείνους με τους οποίους συνομιλούσε, και ο λόγος του ήταν ήπιος και θείος, ποτέ ανούσιος. Η έκφραση του προσώπου του είχε ξεχωριστή χάρη, το μειδίαμα στα χείλη του ήταν πάντα ευγενικό, διακριτικό … Γνώριζε ότι, δίπλα στις αρετές στήνουν παράπηγμα και οι κακίες, κι οι πόρτες τους είναι πλαϊνές … Με όλα αυτά ξεχώριζε στον οίκο του Κυρίου, την Εκκλησία, σαν τη γεμάτη καρπούς αειθαλή ελιά, κι απέδιδε στο Θεό ως καρπό καλό τα πλήθη που σώζονταν από τη διδαχή του … Δε δίσταζε όμως να διελέγχει με παρρησία εκείνους που ένωναν κτήμα με κτήμα, κι επείγονταν να διαρπάξουν και το αμπέλι του φτωχού …
13. Έτσι.
ο θείος άνδρας καθιερώθηκε στη συνείδηση των πιστών ως αυστηρός ελεγκτής της
αδικίας και ανυποχώρητος. Την επέκρινε παντού,
την έδειχνε απόβλητη, και απέκοπτε από το άγιο σώμα της Εκκλησίας, όποιον
επέμενε να αδικεί. Και είναι γνωστή η περίπτωση της χήρας … που βασανιζόταν από
την αδικία που είχε υποστεί. Είχε προσφύγει στον άνθρωπο του Θεού, σαν σε οχυρό
και απόρθητο καταφύγιο … Ποιον άλλο μπορούσε να βρει το άδικο που της έγινε να
υπερασπιστεί; Κάποιον από τους άρχοντες; Αλλά αυτούς τους επηρέαζε η βασίλισσα,
τους έλεγχε κυριαρχικά. Το βασιλιά μήπως; Αλλά αυτός πιεζόμενος στενά από το
μέλος της οικογενείας του είχε αποχαυνωθεί, ήταν σάρκα από τη σάρκα του και
οστό από τα οστά του το πρόσωπο απ’ το οποίο είχε η αδικία διαπραχθεί. Αυτή που
όφειλε να στέκεται εμπόδιο στην αδικία, ήταν εκείνη που είχε αδικήσει.
Τι
είναι αυτά που κάνεις γύναιο παράνομο; Έχεις
περιβληθεί τη βασιλική αλουργίδα που συμβολίζει το φύλακα του νόμου, και συ το
νόμο καταπατάς; … Αυτή όμως αφού καταπάτησε τον άγιο νόμο του Θεού, αυτό το
πολύτιμο μαργαριτάρι, στράφηκε στη φτωχή χήρα, την έλιωσε κυριολεκτικά αρπάζοντας το μόνο πόρο ζωής που είχε. Τι κάνεις άπληστο και αχάριστο γύναιο;
Είσαι γεμάτη με δώρα, από θάλασσα και ξηρά, και κατατρέχεις μια άπορη χήρα που
έχει ένα φτωχό κτήμα, ενώ το σωστό θα ήταν να τη βοηθήσεις, να της καλυτερέψεις
τη ζωή; Βεβαιώνεις ότι τηρείς το νόμο, και στην πράξη τον αχρηστεύεις ασεβώντας
και στον πατέρα και προστάτη ορφανών και χηρών;
Αυτός που όντως τρεφόταν με το θείο λόγο,
δεν ξέχασε τη θεόπνευστη και αιώνιας αξίας ρήση. «Το δίκιο αποδώστε στο ορφανό,
υποστηρίξτε την υπόθεση της χήρας»-Ησ.1,17. Έχοντας οδηγό στο ζήλο τον πυρίπνοο
προφήτη Ηλία, κινούμενος στα ίχνη της παρρησίας Ιωάννη του Βαπτιστή, δε
διστάζει να υψώσει φωνή και να πει. «Δε
σου επιτρέπεται να κατέχεις το αμπέλι της αδελφής σου ! Νομίζεις πως είσαι
υπεράνω όλων, επειδή σε ανέβασε το τυραννικό αξίωμα ψηλά; Αλλά, μόνο η εξουσία
που σέβεται το νόμο είναι και αναγνωρίζεται βασιλεία, ενώ αυτή που καλύπτει
αποδεδειγμένη παρανομία, ονομάζεται, όχι άδικα, τυραννία ! Πώς, λοιπόν, τολμάς
να εισέρχεσαι στο ναό του Θεού Ιεζάβελ; Να
φύγεις αμέσως μακριά από το ανάκτορο του Θεού ! …
14. Είναι γνωστό βέβαια ότι δεν την έπεισε με
αυτά. Είχε βουλωμένα με ωτασπίδες της ψυχής της τα αυτιά, και δεν άκουγε αυτόν
που φιλόθεα και σοφά της πρότεινε το φάρμακο της γιατρειάς. Κι εκείνος
διαπιστώνοντας ότι το πάθος της ήταν ανίατο πια, ζήτησε να αποχωρήσει από τον
ιερό θάλαμο των γάμων του Νυμφίου αυτή που ένδυμα γάμου δεν είχε. Και τι
ακολούθησε μετά; Φουντώνει πάλι η οργή της Ιεζάβελ κατά του προφήτη ,,, και ο
κήρυκας της αλήθειας ως «φωνή βοώντος»
ελεγκτική καταδικάζεται σε εξορία ! Άδικη και άτοπη η απόφαση, όμως το φίδι το
πονηρό επείγεται, επιθυμεί πολύ ο άνθρωπος του Θεού να εξοριστεί, και η
αμαρτωλή επιθυμία του δεν αργεί να εκτελεστεί.
Λίγες μέρες μετά … από τη Βασίλισσα πόλη
εξορίζεται. Ή καλύτερα, η Αγάπη του Θεού
… που κατοικούσε μέσα του καλά, άρχισε να περιτρέχει μαζί του της εξορίας του
τα μακρινά. Όπως έκανε παλιά με τον Αβραάμ … με το Μωυσή … με τον Ηλία … όπως
με τον Ιησού και Θεό μου, όταν στην Αίγυπτο έφευγε, ώστε και σ’ αυτά του τα αθλήματα η ανδρεία του να γίνει προφανής, και
το στεφάνι της δικαιοσύνης να του χορηγηθεί …
Τώρα, αν συντέλεσαν και μερικοί άλλοι στο
να εξοριστεί, αυτό από σεβασμό στους πατέρες επισκόπους ας το τιμήσουμε με σιγή
! … Δυστυχώς έχει πολλές πλευρές αυτή η ιστορία. Άλλοι επίσκοποι πήραν επάνω
τους την ευθύνη γι αυτό το άδικο και άτοπο, και άλλοι την αποποιήθηκαν εντελώς.
Ισχυρίστηκαν ότι αναγκάστηκαν να υποκύψουν, γιατί η βασίλισσα απειλούσε ότι θ’
ανοίξει τους ειδωλολατρικούς ναούς, που πρόσφατα-επί Μεγάλου Θεοδοσίου-είχαν
κλειστεί, αν αρνούνταν να ψηφίσουν τη δίωξη και εξορία του θείου ανδρός. Η αγαθή μνήμη ας βγει νικήτρια εδώ ! Δεν
είναι καλό να συγκρίνουμε και να κρίνουμε τους πατέρες αυτό-διοριζόμενοι κριτές αυτών !
15.
Όμως όπως κι αν έχει το πράγμα, ο πρόεδρος της
Εκκλησίας και κεφαλή αυτής εξορίστηκε ! Το
ποίμνιο έμεινε χωρίς τον ποιμένα τον καλό, αυτόν που μιμούμενος το Χριστό
θυσίαζε τη ζωή του υπέρ των προβάτων, και όλοι τον αποζητούσαν με πόνο πολύ. Η
Εκκλησία αποζητούσε το μεγάλο κήρυκα,
τα πρόβατα τον ποιμένα με το θείο αυλό,
οι υπερασπιστές της αλήθειας του Χριστού τον
ταξίαρχο, τη σάλπιγγα που στους εχθρούς της πίστης προκαλούσε ταραχή, οι
χήρες τον προασπιστή, τα ορφανά τον πατέρα, οι άρρωστοι το νοσηλευτή, τον ξενοδόχο οι ξένοι, η Βασίλισσα πόλη το χρυσάφι το καθαρό που την κοσμούσε, και συνάμα αδέλφωνε βασιλεία
και ιεροσύνη, και έδινε άλλη χάρη στο στέμμα και το σκήπτρο, φιλόθεες ακοές
ευρύτερα το χρυσό στο λόγο, τον όντως
Χρυσόστομο. Κι αν δεν είναι τολμηρό
θα πω, ότι μαζί του εξορίστηκε και ο Χριστός που τον είχε στην καρδιά του
συγκάτοικο !
Αλήθεια, πώς θα μπορούσα να διεκτραγωδήσω αυτή την ανήκεστη συμφορά,
χωρίς δάκρυα να χύσω, όταν θα δάκρυζε ακόμα και μια πέτρινη καρδιά;
Αν η πέτρα που χτύπησε με τη ράβδο του ο Μωυσής, έτρεξε άφθονο νερό, ασφαλώς
και η πιο σκληρή καρδιά, αν τη χτυπούσε μια τόσο μεγάλη τραγωδία, θα άφηνε να
χυθούν κρουνοί δακρύων και ποταμοί !
16. ……………………
17. Αφήνει, λοιπόν τη Βασίλισσα πόλη, και από
χώρα σε χώρα μετακινείται. Κερδίζει έτσι ό, τι επεδίωκε, καθώς θεωρούσε το να
ζει χρηστό, και κέρδος το να πεθάνει ! Αγωνίστηκε τον αγώνα τον καλόν, έτρεξε
το δρόμο ως το τέλος, φύλαξε την πίστη, και κέρδισε το βραβείο των πνευματικών
άθλων του, το στεφάνι της δικαιοσύνης. Και όταν πέθανε, δεν εγκατέλειψε τη νύφη
του Εκκλησία, την αγαπούσε, κι εκείνη τον αγαπούσε τόσο πολύ. Ως φιλότεκνος
πατέρας δεν άφησε τα παιδιά του χωρίς την αγάπη του. Η πρόνοια και η δίκαιη κρίση του Θεού, ευλόγησε να επανέλθει το σώμα
του στην πόλη με τις τιμές που του έπρεπε. Όσοι το είδαν αναλογίστηκαν ότι,
η ψυχή του ζει στη βασιλεία του Θεού ! Ο
κήρυκας του θείου λόγου περιμένει να ξανάρθει ο Χριστός, και να δοξαστεί μαζί
Του απολαμβάνοντας αιώνια τη δική του χάρη και χαρά !
Αυτά τα ψελλίσματα είχα να σου απευθύνω Πατέρα των Πατέρων !
Και, να παρακαλέσω, με το βλέμμα της αγάπης σου να σκεπάζεις κι εμένα, που με
το δικό σου όνομα έχω ευλογηθεί ! Να μου
προσφέρεις ως αντίδωρο τη χάρη να γίνω πιο οικείος στο Δημιουργό, που δεν είναι
άλλος παρά ο Χριστός, η αιώνια χαρά και ευφροσύνη όλων των πιστών ! Σε Αυτόν
ανήκει η δόξα και η δύναμη πάντοτε, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους
αιώνες των αιώνων. Αμήν».
Υ.Γ.
Για περισσότερα δες Αγ. Ιωάννη Χρυσόστομου
«Ομιλιών Μικρή Φιλοκαλία», εκδόσεις «Ταώς». Και, Άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός-8ος αιώνας- είναι κορυφαίος Δογματικός Πατέρας της
Εκκλησίας και άλλα πολλά.
Αθανάσιος Κοτταδάκης


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου