Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2025

Το Κλειδί της Φάτνης, μια χριστουγεννιάτικη ιστορία.

Το Κλειδί της Φάτνης, μια χριστουγεννιάτικη ιστορία.

​Ο παπα-Λουκάς υπηρετούσε σε μια μικρή ενορία ενός ορεινού χωριού. Τα Χριστούγεννα για εκείνον ήταν η πιο κουραστική, αλλά και η πιο φωτεινή μέρα του χρόνου. Μετά την πανηγυρική Λειτουργία, όταν οι πιστοί έφυγαν για τα στρωμένα τραπέζια τους, ο παπα-Λουκάς έμεινε μόνος να σβήσει τα κεριά.

​Καθώς ετοιμαζόταν να κλειδώσει τη βαριά ξύλινη πόρτα, είδε μια σκιά να κάθεται στα σκαλιά. Ήταν ένας ξένος, ταλαιπωρημένος, με ρούχα που δεν άντεχαν το χιόνι της Πίνδου.

​— «Ευλόγησον, πάτερ», ψιθύρισε ο άντρας. «Δεν ζητώ χρήματα. Απλώς μια γωνιά να ζεσταθώ για λίγο. Όλες οι πόρτες στο χωριό είναι κλειστές γιατί γιορτάζουν οικογενειακά».

​Ο παπα-Λουκάς κοίταξε το ρολόι του. Η πρεσβυτέρα τον περίμενε με τη ζεστή σούπα και τα εγγόνια του. Όμως, κοιτάζοντας την εικόνα της Γέννησης, θυμήθηκε πως ούτε για την Παναγία υπήρχε «τόπος εν τω καταλύματι».

​— «Έλα μαζί μου, παιδί μου», του είπε απλά.

​Δεν τον πήγε στο σπίτι του – ήξερε πως ο ξένος ένιωθε αμήχανα. Τον οδήγησε στο μικρό αρχονταρίκι της εκκλησίας, άναψε τη σόμπα και του έφερε ένα πιάτο φαγητό από το δικό του σπιτικό. Κάθισαν οι δυο τους για ώρα.

Ο παπα-Λουκάς δεν έκανε κήρυγμα. Απλώς άκουγε. Άκουσε για την ξενιτιά, για την απώλεια, για την απελπισία.

​Όταν ο ξένος ζεστάθηκε και ηρέμησε, ο παπα-Λουκάς του έδωσε μια παλιά κάπα και το κλειδί του ξενώνα της κοινότητας.

​— «Ξέρεις, πάτερ», είπε ο άντρας φεύγοντας, «νόμιζα πως ο Χριστός γεννήθηκε πριν δύο χιλιάδες χρόνια. Απόψε κατάλαβα πως γεννιέται κάθε φορά που κάποιος ανοίγει μια πόρτα».

​Ο παπα-Λουκάς επέστρεψε στο σπίτι του αργά. Το φαγητό είχε κρυώσει, αλλά η καρδιά του ήταν πιο ζεστή από ποτέ. Είχε καταλάβει πως η Λειτουργία δεν τελειώνει στο «Δι’ ευχών», αλλά συνεχίζεται στον δρόμο, έξω από την πόρτα της εκκλησίας.

π. Ιουστίνος Κεφαλούρος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστούμε, σεβαστέ πατέρα. Ελ.