Ότε εκ του ξύλου σε νεκρόν, ο Αριμαθαίας καθείλε, την των απάντων ζωήν, σμύρνη και σινδόνι σε Χριστέ εκήδευσε, και τω πόθω ηπείγετο, καρδία, και χείλει, σώμα το ακήρατον, σου περιπτύξασθαι, όμως συστελλόμενος φόβω, χαίρων ανεβόα σοι. Δόξα, τη συγκαταβάσει σου Φιλάνθρωπε.
Όταν ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία κατέβασε απ’ το ξύλο του Σταυρού νεκρόν Εσένα, Χριστέ, που είσαι η ζωή των πάντων, Σε άλειψε με (πολύτιμο άρωμα) σμύρνα, σε τύλιξε σε (καθαρό) σεντόνι και σε κήδεψε. Και ήταν κυριευμένος από σφοδρό πόθο να αγκαλιάσει με την καρδιά και τα χείλη το αμόλυντο Σώμα σου. όμως από φόβο στάθηκε διαστακτικός και γεμάτος χαρά σου φώναξε: Δόξα στην (άπειρη) συγκατάβασή Σου, φιλάνθρωπε.
Όταν ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία κατέβασε απ’ το ξύλο του Σταυρού νεκρόν Εσένα, Χριστέ, που είσαι η ζωή των πάντων, Σε άλειψε με (πολύτιμο άρωμα) σμύρνα, σε τύλιξε σε (καθαρό) σεντόνι και σε κήδεψε. Και ήταν κυριευμένος από σφοδρό πόθο να αγκαλιάσει με την καρδιά και τα χείλη το αμόλυντο Σώμα σου. όμως από φόβο στάθηκε διαστακτικός και γεμάτος χαρά σου φώναξε: Δόξα στην (άπειρη) συγκατάβασή Σου, φιλάνθρωπε.
Απόδοση στα Νέα Ελληνικά
Αρχιμανδρίτης Κυριακός Τσολάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου