Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Η Γερόντισσα Μαγδαληνή Κουλλιά και το δαχτυλίδι αρραβώνων με τον Νυμφίο της - Σοφίας Κιόρογλου


Η Γερόντισσα Μαγδαληνή Κουλλιά και το
δαχτυλίδι αρραβώνων με τον Νυμφίο της

Μια από τις εξέχουσες μορφές του γυναικείου μοναχισμού, η Γερόντισσα Μαγδαληνή η Καλύμνια, αποτελεί μια σύγχρονη ασκητική φυσιογνωμία που ευαρέστησε με την ισάγγελη βιοτή της τόσο το Νυμφίο της Χριστό, όσο και τους συνανθρώπους μας, τις υποτακτικές της και τους ευλογημένους κατοίκους της ακριτικής γεωλογικά, αλλά πολύκαρπης πνευματικά Καλύμνου. Το παράδειγμα των ασκητικών της κατορθωμάτων και των ελεημοσυνών της αποτελεί ασφαλή οδηγό για εκείνες τις ψυχές που θέλουν να ξεπεράσουν τη φύση τους και να ακολουθήσουν τον υπερφυσικό δρόμο, το δρό μο που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα. Αποτελεί πυξίδα αλάνθαστη σωτηρίας των ψυχών των συνανθρώπων μας. Πριν ακόμη γίνει μοναχή, εμφανίστηκε ένα βράδυ ο Κύριος Ιησούς Χριστός και της έδωσε το ίδιο δαχτυλίδι που είχε δώσει στην Αγία Αικατερίνα, ως ένα σημείο αιώνιου αρραβώνα με τον Νυμφίο της Ιησού Χριστό που όχι μόνο την προόριζε για μεγάλα και θεάρεστα πράγματα αλλά την κάλεσε αργότερα να τον επισκεφτεί στα Ιεροσόλυμα.

Η Γερόντισσα Μαγδαληνή, κατά κόσμον Μαρία Κουλλιά, ήταν η πρωτότοκη θυγατέρα μιας υπερπολύτεκνης οικογένειας με πέντε κορίτσια και πέντε αγόρια που εκείνη την εποχή είχαν ζητήσει εργασία στην αχανή χώρα της Ρωσίας. Η Μαρία από τα παιδικά της χρόνια έδειχνε ότι ήταν σκεύος εκλογής. Ο θείος έρωτας φλόγιζε την καρδιά της και επιθυμούσε διακαώς να εγκαταλείψει κάθε τι το κοσμικό και μάταιο και να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Χριστό μας, στον ουράνιο Νυμφίο της. Ένα βράδυ στο πατρικό σπίτι της Μαρίας ο πονηρός χόρευε. Ο πατέρας της, αρκετά ευκατάστατος, της συμπεριφερόταν βάναυσα και σαν ανήμερο θηρίο βίαια προσπαθούσε να την πείσει να έλθει σε γάμο με κάποιο νέο Καλύμνιο. Δεν έμενε δε μόνο στα λόγια, στους φοβερισμούς και στις ύβρεις. Χρησιμοποιούσε μαζί λεκτική και σωματική βία. 
Η ήρεμη, όμως, και απαθής στάση της κόρης του τον εκνεύριζε ακόμη περισσότερο και η οργή του ξεπέρασε τα όριά της. Σε κάποια στιγμή το ανένδοτο φρόνημά της τον τύφλωσε και ο πονηρός του όπλισε το χέρι με ένα τσεκούρι. Το σήκωσε απότομα και το έριξε με μανία εναντίον της θεοφρούρητης θυγατέρας του. Αλλά εάν ο Θεός είναι μαζί μας κανείς δεν μας φοβίζει, κανείς δεν μπορεί να μας απειλήσει και να μας κάνει κακό. Γι’ αυτό και ο Προφήτης Ησαΐας έγραφε: «Γνώτε έθνη και ηττάσθε, ότι μεθ’ ημών ο Θεός» (Ησ. η ́ 9).
Το θαύμα τότε έγινε! Το τσεκούρι άλλαξε πορεία και αντί για τη νύμφη του Χριστού πήγε και καρφώθηκε, ώ των θαυμασίων Σου, Κύριε, στην πόρτα του σπιτιού. Το θαύμα αυτό της διασώσεως της νεαρής Μαρίας ήταν η θεία βεβαίωση ότι ο Χριστός μας θα στήριζε αδιάκοπα τη νύμφη Του σε όλη την περαιτέρω πορεία της ζωής της. Τα μαρτύρια της αγνής κόρης δεν σταμάτησαν, όμως, για να φανεί και η δύναμη της πίστεώς της, να δοκιμασθεί αυτή «ως χρυσός εν χωνευτηρίω» (Σοφ. Σολομ. γ ́ 6) και να γίνει αφορμή συνετισμού και καταπραΰνσεως της οργής όλων των οικείων της και, γιατί όχι, της καλής αλλοιώσεώς τους. Έτσι, μια άλλη σκοτεινή και βροχερή νύχτα, ο άστοργος και σκληρόκαρδος πατέρας πέταξε τη Μαρία έξω από το σπίτι. Αυτή κατέφυγε κάτω από μια ροδιά, και προσευχόταν ασίγητα. Ο Θεός μας τότε τη ροδιά την έκανε ομπρέλλα, αφού ως Παντοδύναμος μπορεί και από λίθους «εγείραι τέκνα τω Αβραάμ» (Λουκ. γ ́ 8). Η μητέρα της, όταν άκουσε τις βροντές και είδε τις αστραπές άρχισε να αγωνιά για το σπλάχνο της. Περίμενε να αποκοιμηθεί ο σύζυγός της και κρυφά μετά βγήκε στην αυλή σε αναζήτηση του παιδιού της.
Φαντασθείτε τη χαρά και την έκπληξή της, όταν αντίκρυσε τη Μαρία να κάθεται κάτω από το δένδρο, που σημειωτέον, λόγω του χειμώνα, είχε ρίξει τα φύλλα του, και ούτε σταγόνα βροχής δεν την είχε ακουμπήσει. Όλη η αυλή ήταν πλημμυρισμένη από τα νερά της βροχής και ο  χώρος της ροδιάς με την καθισμένη στη ρίζα της Μαρία ήταν εντελώς στεγνός. Δάκρυα τότε χαράς και ευγνωμοσύνης προς το Θεό μας, που μας προστατεύει από κάθε κίνδυνο, ξεχύθηκαν από τα μητρικά της μάτια καθώς την οδηγούσε στο δωμάτιό της. Μετά από τα οικογενειακά αυτά περιστατικά και την εμφανή προστασία του Θεού μας προς αυτήν, η Μαρία πήρε τη μεγάλη απόφαση να Του αφιερωθεί ολοκληρωτικά. Το ποθούσε, όπως ο διψασμένος το νερό, όπως ο πεινασμένος το ψωμί, όπως ο ασθενής την υγειά του. Και ο πόθος του Θεού, όπως λέγει και ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, έσβησε τον πόθο των γονέων και των αδελφών. 
Στο κοντινό νησί της Πάτμου, το ευλογημένο νησί της Αποκαλύψεως, είχε ακούσει για ένα γυναικείο κοινόβιο, το Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής, το οποίο είχε κτίσει ο ομολογητής Άγιος της Εκκλησίας μας, ο Παρθένιος Παγκώστας. Εκεί θα μπορούσε να ζήσει τη ζωή της αγνότητος, της πτωχείας, της μοναδικής πολιτείας, αυτής που στοχεύει στην κατάκτηση της αρετής και της κληρονομίας τη Βασιλείας των Ουρανών. Θα έφευγε κρυφά από τη μαρτυρική πατρική εστία, για να συγκαταριθμηθεί στις νύμφες του Χριστού, του μόνου επιθυμητού της καρδιάς της. Θεώρησε, όμως, σκόπιμο και σωστό πάρει ευλογία για την απόφασή της αυτή από τον τότε Μητροπολίτη του νησιού Ιωάννη. Εκείνος την άκουσε με κατανόηση και, δοκιμάζοντάς την, προσπάθησε να την αποτρέψει από την πραγματοποίηση του σκοπού της, ίσως σκεφτόμενος ότι η Κάλυμνος θα έχανε ένα τέτοιο φιλέρημο στρουθίο, μια κόρη, που θα μπορούσε να αναδείξει το νησί σε τόπο αγιασμού ψυχών. Όταν, όμως, πρόσκρουσε στο αμετάθετο της γνώμης της, την παρακάλεσε να παραμείνει για λίγο ακόμη στο νησί και με πολλές προσευχές να δεηθεί στο Θεό, για να αναδείξει Εκείνος το θέλημά Του. Μετά από τρεις ημέρες ο Δεσπότης κάλεσε τον πατέρα της Μαρίας και του ανακοίνωσε την απόφαση της θυγατέρας του, να φύγει για την Πάτμο. Τότε ήταν που φάνηκε η μεταστροφή του άγριου πατέρα, που με τη Χάρη του Θεού, ξεπερνούσε τις αδυναμίες του και μαλακώνοντας τη σκληροκαρδία του απάντησε στο Δεσπότη, ότι είχε ήδη πάρει ο ίδιος την απόφαση να της κτίσει Μοναστήρι στα κτήματά του. Ο Γέρο Κουλλιάς τήρησε το λόγο του. Σε ένα οικογενειακό κτήμα στο Άργος έκτισε μιά Εκκλησία και ένα κελλάκι, γύρω στο 1865, όταν η πρωτότοκη κόρη του ήταν στο άνθος της ηλικίας της, στα δεκαοκτώ της χρόνια. Την απόφαση αυτή με απερίγραπτη χαρά δέχθηκε η Μαρία, που με δοξολογική διάθεση προς τον αγαπημένο της Ιησού εγκαταστάθηκε στο ερημικό της ασκητήριο. Και ήταν ερημικό τότε, γιατί όλη η γύρω περιοχή του Άργους ήταν ακατοίκητη.
 Μόνο η οικογένεια Βρόντου έμενε στο «κάθισμα» του Μοναστηριού του Θεολόγου της Πάτμου, σε αρκετά μακρυνή απόσταση από το ερημητήριο της Μαρίας του Κουλλιά. Αυτή την ενέπνεε η τοποθεσία, γιατί στο «κάθισμα» των Αγίων Αποστόλων, που είχε κτίσει ο Όσιος Χριστόδουλος τον ενδέκατο αιώνα, είχαν ασκητέψει Όσιοι Γέροντες που αγίασαν το μέρος με τα δάκρυά τους και ευαρέστησαν με την ασκητική βιοτή τους τον Κύριο. Άλλωστε και η μορφή της Κυρίας των Ουρανών, της Παναγίας της Κυράς, ο μονόχωρος καμαροσκεπής Ναός της με νάρθηκα με βυζαντινές και μεταβυζαντινές τοιχογραφίες από τους ίδιους αγιογράφους των Ναών του Μεγάλου Κάστρου και της Μεταμορφώσεως, που κοσμεί το Άργος, και του οποίου το Ιερό Βήμα χωρίζεται από τον κυρίως Ναό με ξύλινο ζωγραφιστό τέμπλο του 1785, την ενίσχυε στην προσπάθειά της για ανάβαση της κλίμακας των αρετών και μάλιστα στο καινούριο της σπίτι, το αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της. 
Το ξεκίνημα, λοιπόν, των ασκητικών κατορθωμάτων της Μαρίας είχε την ευλογία της Παναγίας μας και τη στήριξη των παλαιοτέρων οσιακών μορφών του οροπεδίου του Άργους, που το πότισαν με τα δάκρυα και τους ιδρώτες των ασκητικών τους πόνων. Ασφαλώς η νεαρή κόρη θα είχε γαλουχηθεί πνευματικά από το ακμαίο φιλοκαλικό πνεύμα που εκείνη την εποχή συντηρούσε το κολλυβαδικό κίνημα. Θα είχε εστερνισθεί την αδιάλειπτη προσευχή, τη νήψη και την συνεχή Θεία Μετάληψη, από τα βιβλία του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και από διδασκαλίες Αγιορειτών Πατέρων που γυρνούσαν στα γύρω νησιά και μετέφεραν την πνευματική αναγέννηση. Αυτοί, με πρώτο τον Άγιο Νήφωνα τον Χίο, έκτιζαν Ναούς και μοναστήρια στη χάρη της Ευαγγελίστριας, όπως στη Σκιάθο, στην Ικαρία, στη Σάμο, και στους γειτονικούς Λειψούς. Για έξη ολόκληρα χρόνια, η νεαρή ασκήτρια έμεινε έγκλειστη στο μικρό της κελλάκι, ολομόναχη και δεχόταν τη λιτή τροφή της από ένα παραθυράκι. Βίωνε έμπρακτα και μάλιστα σε πληρότητα το τρίπτυχο της μοναχικής πολιτείας, την παρθενία, την πτωχεία και την υπακοή, θεωρώντας ως αξίες όσα οι κοσμικοί άνθρωποι θεωρούν απαξίες. Στόχευε μέσα από τις αρετές αυτές να φθάσει στον αγιασμό της, τη σωτηρία της ψυχής της, την πλήρη αφοσίωσή της στον Ουράνιο νυμφίο της μέσα από την υπακοή, την άσκηση και την προσευχή. Με απαράμιλλη ανδρεία κατατρόπωνε τις καθημερινές μηχανορραφίες του μισοκάλου. Μια βραδιά, όπως παλαιότερα συνέβη στον Όσιο Αντώνιο, όπου ερπετά πλημμύρισαν το χώρο της προσευχής του, και πρόσφατα στον Όσιο Γέροντα Ιάκωβο Τσαλίκη, που με μορφή πλήθους σκορπιών του επιτέθηκαν κατά την ώρα της προσευχής του στο σπήλαιο του Οσίου Δαβίδ, ο πονηρός και μισόκαλος δαίμονας γέμισε το κελλί της ασκήτριας της Καλύμνου με ιοβόλα ερπετά. Όμως παρά την ευαισθησία της γυναικείας της φύσεως δεν φοβήθηκε. Γνώριζε τα τεχνάσματα του πονηρού και λέγοντας «συντριβήτωσαν υπό την σημείωσιν του τύπου του Τιμίου Σταυρού Σου πάσαι αι εναντίαι δυνάμεις» έκανε τον έχθιστο να απομακρυνθεί καταντροπιασμένος. Στον Κύριό μας, η νεαρή ερημήτρια της Καλύμνου μιλούσε με παρρησία, αλλά και με δάκρυα ευχαριστίας του έλεγε: «Κύριε, σε διψάει η ψυχή μου και σε ζητάει! Kαι πώς να μην Σε ζητήσει, αφού Εσύ πρώτος τη ζήτησες, την ανέσυρες από τον κόσμο. Εσύ που «από κοπρίας ανυψείς πένητα» (Ψαλμ. 112, 7). Εσύ πρώτος τη ζήτησες και της έδωσες να γευθεί τη γλυκύτητα του Αγίου Σου Πνεύματος. Γι’ αυτό και η ψυχή μου Σε αγαπά μέχρι τέλους»!
Το ίδιο όμως περιστατικό συνέβη και στον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτου, Χρυσόστομο Ταβουλαρέα. Όταν εγκαταβίωσε για πρώτη φορά στο ερειπωμένο τότε μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου της Ιεριχούς, οι κατσαρίδες όχι μόνο δεν μειώνονταν αλλά πολλαπλασιάζονταν, παρά τις γενναίες προσπάθειές του. Κάνοντας μια μέρα το σημείο του Σταυρού και λέγοντας παρόμοια λόγια με αυτά της Οσίας Μαγδαληνής Κουλλιά, εξαφανίστηκαν μονομιάς οι κατσαρίδες και ο μισόκαλος καταντροπιάστηκε. Τα ίδια όμως δεν πέρασε και η γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη που όταν ήταν η ώρα της προσευχής οι σκορπιοί έρχονταν με τα μιλούνια;
Για να συνεχίσουμε την βιογραφία της γερόντισσας Μαγδαληνής Κουλλιά, μετά την επτάχρονη δοκιμασία της η Μαρία, που εν τω μεταξύ έλαβε με το μοναχικό σχήμα το όνομα Μαγδαληνή, αξιώθηκε να αποκτήσει την πρώτη υποτακτική της και μάλιστα σύναιμη. Ήρθε και αφιερώθηκε στο Χριστό μας, μιμούμενη το παράδειγμά της, η μικρότερη αδελφή της Αθανασία. Το φως της Μαρίας φώτισε την αδελφή της και μετά το φως και των δύο πλήθος άλλων κοριτσιών της Καλύμνου, των οποίων ταυτόχρονα θέρμανε τις ψυχές για το δύσκολο και τραχύ, αλλά ευλογημένο δρόμο της μοναχικής πολιτείας. Η αγάπη και το μητρικό φίλτρο που διέθετε η Γερόντισσα Μαγδαληνή με τα άριστα διοικητικά προσόντα και την άκρα ταπείνωση προσέλκυσε ψυχές και τις οδήγησε με καρτερία και στοργή στους ουράνιους λειμώνες. Υπήρξε μητέρα στοργική για όλους, φιλόπονη, αδιαλείπτως προσευχόμενη και νήφουσα. Επί των ημερών της, το Μοναστήρι του Άργους εξελίχθηκε σε πνευματική κυψέλη, όπου οι μέλισσες τρυγούσαν από τα χείλη της Γερόντισσάς τους
και έφτιαχναν μέλι αρετής και εν Χριστώ τελειώσεως. Κάθε μία από τις νεοπροσερχόμενες μοναχές έκτιζε το απέριττο κελλάκι της δίπλα στης προηγούμενης και το Μοναστήρι μεγάλωνε με άναρχο μεν οικιστικό τρόπο, αλλά με πνευματικές αρχές άριστες και θεάρεστες. Με την πάροδο του χρόνου η Ευαγγελίστρια του Άργους εξελίχθηκε σε πνευματική όαση για το νησί της Καλύμνου με αποτέλεσμα γύρω του να δημιουργηθεί και οικισμός από πτωχές οικογένειες βοσκών, που έβοσκαν τα ποίμνιά τους στα πλούσια θαμνώδη βοσκοτόπια της περιοχής. Ο διακαής πόθος όμως της Γερόντισσας Μαγδαληνής ήταν να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, τα χώματα όπου βάδισε ο Κύριός μας Ιησούς, και τα Μοναστήρια των μεγάλων ασκητών της ερήμου. Η επιθυμία της κάποτε πραγματοποιήθηκε. Τί συγκίνηση ένοιωσε στον Πανάγιο Τάφο, όπου υπηρέτησε ως καντηλανάφτισσα! Τί δέος αισθάνθηκε εκεί στο φρικτό Γολγοθά, στο σπήλαιο της Γεννήσεως, στην Αγία Γεθσημανή, στο φρέαρ του Ευαγγελισμού στη Ναζαρέτ αλλά και στον Ιορδάνη ποταμό! Πόσα δάκρυα έχυσε στην πλάκα της Αγίας Απολαθηλώσεως, στη φυλακή του Πραιτωρίου, στον κήπο της προδοσίας! Αλλά και πόση δύναμη πήρε και άριστη γνώση της καλογερικής από τα Μοναστήρια της ερήμου, τον Άγιο Σάββα, τον Χοζεβά, τον Άγιο Θεοδόσιο, και τον Άγιο Γεράσιμο. Όπου πήγαινε σαν διψασμένο ελάφι ζητούσε να πιεί νάματα ζωήρρυτα μοναχικής πολιτείας, αναβάσεως της κλίμακας των αρετών και πνευματικής τελειώσεως. Εκεί στην Μονή Μάρθας και Μαρίας και του Αγίου και Δικαίου Λαζάρου στην Βηθανία εκάρη μεγαλόσχημη, θυμίζοντάς μας λιγάκι από την πορεία της Γερόντισσας Γαβριηλίας, η οποία πέρασε από εκεί και έμεινε ως δόκιμη 3 έτη. Η Ιερά Μονή της Βηθανίας είναι όμως γνωστή και για έναν άλλο γέροντα. Τον θαυματουργό γέροντα Θεοδόσιο, Ηγούμενο και κτήτορα της Ιεράς Μονής Αγίου Λαζάρου, στον οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω.  

Τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε εκδόθηκε ο δεύτερος τόμος “ΜΥΣΤΙΚΑ ΒΙΩΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΗ- ΤΟΜΟΣ Β'” της συγγραφέως Σοφίας Κιόρογλου, με υπότιτλο “Κατάθεση Ψυχής”

Το βιβλίο περιλαμβάνει θαυμαστές εμπειρίες που έζησαν πρόσωπα σαν και εμάς αλλά και μοναχοί. Οι διηγήσεις που θα διαβάσετε στο βιβλίο είναι αληθινές και ανήκουν σε πραγματικά πρόσωπα. Το βιβλίο διατίθεται αποκλειστικά στο βιβλιοπωλείο της Κυρίας Ψαρουδάκη, ΜΑΡΟΥΣΙ, ΒΑΣ. ΣΟΦΙΑΣ 14, ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ  ΤΗΛ 6972848891.

Δεν υπάρχουν σχόλια: