Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
(1923-1940)
Τής Σοφίας Καυκοπούλου
Καθώς το τελευταίο διάστημα η
άκρατη εισροή μεταναστών έχει δημιουργήσει
σε νευραλγικούς τομείς της κοινωνίας δυσεπίλυτα προβλήματα, το ζήτημα των
μειονοτήτων, έρχεται ξανά στο προσκήνιο. Αν και δεν είναι κάτι καινούργιο στον
ευρύτερο χώρο των Βαλκανίων ή στην χώρα μας, η ύπαρξη μειονοτήτων, επιτείνει
την τριβή των πληθυσμών και τα εσωτερικά, λεγόμενα, μέτωπα. Οι μουσουλμάνοι τής
Θράκης, είναι ίσως η γνωστότερη μειονότητα που ζει σε ελληνικό έδαφος,
προσδιοριζόμενη ως «Έλληνες πολίτες, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα». Σήμερα, που
χωρίς ουδεμία υποδομή, αλλά αντ’ αυτού φυλετισμό εις βάρος των ελληνόπουλων, το
Υπουργείο Παιδείας ακολουθεί μία εκπαιδευτική πολιτική προσπάθειας για γεφύρωση
πολιτιστικού, εθνικού, θρησκευτικού και κοινωνικού χάσματος ώστε να
προσαρμοστούν γρηγορότερα τα παιδιά μεταναστών στην εκπαίδευση, ουδείς
παραδειγματίζεται από το πρόσφατο παρελθόν.
Τοιουτοτρόπως, η παρούσα έρευνα
που είχα πραγματοποιήσει κάποια χρόνια πριν, αλλά έμεινε στο συρτάρι του
γραφείου, νομίζω ότι δίνει ως ένα βαθμό τη δυσκολία που προκύπτει ενώπιον
τέτοιων ζητημάτων και την ανάγκη για ιδιαίτερο χειρισμό από μεριάς τής
πολιτείας. Αν και οι μετανάστες δεν ταυτίζονται αρχικώς με μία μειονότητα, αλλά
είναι τα διαβατάρικα πουλιά που περνούν και φεύγουν – τί να κάνουν άλλως τε
στην χώρα μας, όπου ούτε βαριά βιομηχανία υπάρχει, ούτε πλούτος προς
διαμοιρασμό; - δεν παύει να υπάρχει στην εκπαίδευση το τελευταίο διάστημα μία
αδικαιολόγητη ξενολατρία, όπου σε κάθε σχεδόν άσκηση ανάπτυξης και κριτικής
σκέψης στο σχολεία, υπάρχει η έννοια του προσφυγόπουλου, που το όνομά του δεν
είναι ποτέ Σουμέλα ή Πανίκας, αλλά Αλή, Εμινέ και τα συναφή. Γι’ αυτό λοιπόν, καλό είναι να δούμε με
ιστορική τεκμηρίωση, το ζήτημα της μουσουλμανικής εκπαίδευσης στην Θράκη.
Α’ ΜΕΡΟΣ
Η διαμόρφωση τής σχέσης των μουσουλμάνων τής Θράκης με το ελληνικό
κράτος (1923-1940)
Το ζήτημα των μουσουλμάνων τής
Θράκης απασχόλησε έντονα τη Συνδιάσκεψη Ειρήνης τής Λωζάννης (1923). Με τη
σύμβαση Ελλάδος- Τουρκίας για την ανταλλαγή πληθυσμών, οι Έλληνες ορθόδοξοι τής
Κωνσταντινούπολης και οι μουσουλμάνοι τής Θράκης εξαιρέθηκαν. Ωστόσο, η
μουσουλμανική μειονότητα αναγνωρίστηκε ως θρησκευτική μειοψηφία μετά από αίτημα
τής Τουρκίας. Αυτές οι μερίδες πληθυσμών, χαρακτηρίστηκαν αυτόχθονες πληθυσμοί
και εξ αρχής υπήρξε επιτακτική η ανάγκη για επίλυση θεμάτων που θα διευκόλυναν
την ζωή τους. Φυσικά, μία από αυτές τις ανάγκες ήταν και η διαμόρφωση του
πλαισίου εκπαίδευσης των μουσουλμανοπαίδων τής Θράκης.
Μετά τα γεγονότα τής
Μικρασιατικής καταστροφής, το κύμα προσφύγων που έφθασε από τη Μικρά Ασία και
την Ανατολική Θράκη στη Δυτική, ήταν τόσο μεγάλο, που το ελληνικό κράτος
προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την κατάσταση, έλαβε προσωρινά μέτρα όπως η
επίταξη μουσουλμανικών περιουσιών για τη διαμονή των προσφύγων ή η αναγκαστική
συγκατοίκηση προσφύγων και μουσουλμάνων. Όπως ήταν φυσικό, η συμβίωση τέτοιου
τύπου ήταν άκρως προβληματική, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την έντονη προσήλωση των μουσουλμάνων στις
θρησκευτικές τους αξίες.
Τα παραπάνω, συνέβαλλαν στις
διαμαρτυρίες τής Τουρκίας σε σχέση με την καταπάτηση των δικαιωμάτων τής μειονότητας, ενώ βέβαια,
η παραβίαση των δικαιωμάτων των Ελλήνων στην Τουρκία ήταν συνήθης. Το 1924
ιδρύθηκε «Σύλλογος Αλύτρωτων Τούρκων» στην
Κομοτηνή, από κεμαλικούς παράγοντες τής μειονότητας. Το ίδιο έτος άρχισε και η
έκδοση τής εφημερίδας «Νέο Φως» με
σκοπό τη διάδοση των κεμαλικών νεωτερισμών.
Μετά από αμοιβαίες καταγγελίες
τού ελληνικού και τού τουρκικού κράτους για καταπάτηση των δικαιωμάτων των
μειονοτήτων που διαβιούσαν στην εκάστοτε επικράτεια, η ΚτΕ διενήργησε έρευνα το
1925, όπου διεφάνη ότι υπήρχαν απτά προβλήματα σε σχέση με τις περιουσίες των
μουσουλμάνων στη Θράκη, τα οποία σταδιακά επιλύονταν· δεν υπήρχε όμως καμμία
βελτίωση όσον αφορούσε στις περιουσίες των Ελλήνων τής Πόλης. Τα περισσότερα
κωλύματα με τις μουσουλμανικές περιουσίες είχαν μέχρι το 1930 επιλυθεί.
Η μειονότητα τής Θράκης ήταν
οργανωμένη με αυστηρώς θρησκευτικό τρόπο, έχοντας ως επικεφαλής τούς μουφτήδες
τής Ξάνθης, Κομοτηνής και Διδυμοτείχου, οι οποίοι κατείχαν θρησκευτικές,
δικαστικές και εκπαιδευτικές ιδιότητες. Ακόμη, εκπροσωπείτο από μουσουλμάνους
βουλευτές στο ελληνικό κοινοβούλιο και αιρετούς άρχοντες στην τοπική
αυτοδιοίκηση. Η χρήση τής μητρικής γλώσσας
ήταν ελεύθερη, ενώ τα μέλη τής μειονότητας έχαιραν όλων των προνομίων
ενός Έλληνα πολίτη.
Η διαμάχη τής παραδοσιακής
μερίδας των λεγομένων παλαιομουσουλμάνων και
των μεταρρυθμιστών κεμαλικών, οι
οποίοι στόχευαν στη ρήξη με το οθωμανικό παρελθόν και στην οικοδόμηση της νέας
τουρκικής συνείδησης, δημιούργησαν ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό τής
μειονότητας. Ήδη από την υπογραφή τής Συνθήκης τής Λωζάννης και ως το 1930, οι
παλαιομουσουλμάνοι κυριαρχούσαν στη μειονότητα.
Σπουδαία αλλαγή πραγματοποιήθηκε
το 1930, όταν η κυβέρνηση Βενιζέλου απέλασε μερικούς από τούς σημαντικότερους
ηγέτες τής παλαιομουσουλμανικής κοινότητας, προσπαθώντας με αυτή την κίνηση
καλής θέλησης προς το κεμαλικό καθεστώς, να κερδίσει καλύτερο βιοτικό επίπεδο
για τούς Έλληνες τής Πόλης. Δυστυχώς όμως χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η κυβέρνηση Μεταξά εφήρμοσε μία
σειρά από περιοριστικά μέτρα στα δικαιώματα των μουσουλμάνων, όπως την
απαγόρευση δικαιοπραξιών σε παραμεθόριες περιοχές χωρίς ειδική άδεια, τον
χαρακτηρισμό των ορεινών περιοχών ως απαγορευμένων, τον εποικισμό με πληθυσμούς
ακραίων εθνικών φρονημάτων, την καθιέρωση έντονου κρατικού ελέγχου στην
εκπαίδευση και την απαγόρευση κυκλοφορίας μερικών εφημερίδων.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου