Η παραβολή… του Ελεήμονος
Πατρός (Ασώτου υιού)
Ευαγγέλιο κατά Λουκάν, κεφάλαιο
XV. O Χριστός συζητάει δημοσίως με πόρνες, τελώνες και αμαρτωλούς. Οι φαρισαίοι
(οι παπάδες ουσιαστικά της τότε εποχής) σκανδαλίζονται, όπως θα σκανδαλίζονταν
και οι παππάδες της εποχής μας, αν ξανα-συνέβαινε κάτι ανάλογο. Άλλωστε οι
φαρισαίοι, αποδείχτηκαν αθάνατοι·πέρασαν από την Συναγωγή στην Εκκλησία..!!
Ο Χριστός θέλει να μάθει και σε
αυτούς και σε μας, ότι όλοι είμαστε αδέλφια. Πόρνες, τελώνες, αμαρτωλοί,
φαρισαίοι, όλοι είναι παιδιά του ίδιου Θεού, που τα νοιάζεται και τα αγαπάει.
Λέει λοιπόν προς όλους μας, τρείς παραβολές:
Πρώτη,για έναν τσοπάνη,
που έχασε ένα πρόβατο από τα 100 που είχε και άφησε τα 99 και έψαχνε το ένα.
Και όταν το βρήκε το πήρε στον ώμο του και το επέστρεψε για να μην του φανεί
(του ‘’προβάτου’’) δύσκολη η επιστροφή.
Δεύτερη,για μια γυναίκα
που είχε δέκα δραχμές πολύτιμες, έχασε την μία και έκανε τα αδύνατα δυνατά
ψάχνοντας, μέχρι που την βρήκε. Τότε, γεμάτη χαρά το κοινοποίησε (την εύρεση
της απολεσθείσης δραχμής) σ όλους τους φίλους και γνωστούς.
Και Τρίτη παραβολή, την
γνωστή παραβολή του Ασώτου όπως λέμε, ενώ από το περιεχόμενο και σε συνάρτηση
με τις δύο προηγούμενες, φαίνεται πως είναι η παραβολή του Ελεήμονος
Πατρός!
Το τι κάνουν τα ‘’πρόβατα’’, οι
‘’δραχμές’’ και τα ‘’παιδιά’’ είναι μικρό θέμα. Το ουσιώδες είναι τι κάνει ο
Δημιουργός Πατήρ και τι ποιότητα δεδομένων δείχνει.
Ένας πατέρας, λοιπόν, (ο Θεός)
και δύο παιδιά (δύο = η ποικιλία των ανθρώπων) σε μια σχέση αλληλεξάρτησης,
αφού δεν υπάρχουν παιδιά χωρίς πατέρα. Κάθε σχέση έχει δύο ελεύθερα
‘’συμβαλλόμενες’’ πλευρές! Αλλιώς καταργείται. Στην παραβολή, ο νεαρότερος
γιός, λέει μια μέρα στον πατέρα: Εσύ, δεν είσαι τίποτε για μένα! Εγώ έτσι σε
αξιολογώ. Δεν σε θέλω. Θέλω τα υλικά δεδομένα, που τυχαία υπάρχουν (‘’τα
χρήματά’’ σου), για να φύγω! Τα παίρνει και φεύγει…!
Ο πατέρας δεν κάκιωσε… θιγμένος.
Δεν ‘’μετάνιωσε’’ που τον γέννησε. Δεν μπήκε σε μια αντιπαλότητα με τον
αμφισβητία. Δεν σκλήρυνε. Τον πατέρα δεν τον απασχολούσε η αξιοπρέπεια της
θέσεως Του. Τον έκανε να αγωνιά η πορεία του ‘’οιστρηλατούμενου’’ ανόητου
παιδιού Του. Ο γιός έχοντας ‘’παραμάσχαλα’’ χίλιες δύο αθεϊστικές αντιλήψεις
που νομίζει ότι τον βολεύουν, (αντιλήψεις τόσο παλαιές όσο και ο κόσμος, αλλά
και τόσο σύγχρονες, ώστε τυπώνονται σε ένα σωρό αγχωτικά βιβλία μέχρι και
σήμερα στον 21ο αιώνα, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν την ορφάνια.. από πατέρα)
βουλιάζει στην εγωϊστική αυταπάτη της ελευθερίας, ενώ συγχρόνως δένεται
χειροπόδαρα σε χίλια-δυο δεσμά.
Αποχτά συνήθειες δεσμευτικές της
ελευθερίας του και …χαίρεται γι᾿ αυτό! Όμως αποχτά και πληγές που πονάνε και
αντί ευτυχίας γεννάνε αίσθημα ‘’πείνας’’ ψυχικής και δυστυχίας από την παγωνιά
των ανειλικρινών σχέσεων. Το ευαγγελικό κείμενο τα περιγράφει όλα αυτά με
εντυπωσιακή ενάργεια: ’’πήγε λοιπόν εργάτης σε έναν από τους πολίτες της χώρας
ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει
να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του
έδινε’’ (Λουκ. 15,15-16).
Αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι ο
δρόμος είναι γεμάτος…λακκούβες και γεννάει…πληγές! Δεν έφερε την ‘’τελειότητα
της ελευθερίας’’. «Άρα λάθος εκτίμηση έκανα» σκέφτεται. «Με τον Πατέρα μου έχω
συγγένεια». Ευτυχία δεν είναι στιγμές έντασης, αλλά ζωή στην οποία η ευτυχία
είναι μόνιμη και όχι στιγμιαία. Συνεπώς το modusvivendi που διάλεξε είναι
ατελές.
‘’Η ατέλεια είναι η πληγή που
αφήνει τον Θεό να μπεί μέσα μας’’ λέει ένας σοφός. Δηλαδή όταν καταλάβουμε
ότι…δεν είμαστε θεοί (αυτό είναι το δίλημμα του Αδάμ.. και κάθε αδαμικού
ανθρώπου) και ότι πάρα πολλά στην ζωή μας είναι ατελή, αυτό μας πληγώνει. Μας
δημιουργεί ένα ρήγμα στο κέλυφος της αυταπάτης μας, από το οποίο ‘’φωνάζουμε’’
στον Θεό να μπει. Μας σπρώχνει στην επαναξιολόγηση και στην μετάνοια=αλλαγή σκέψης
και τρόπου ζωής. Αυτό κάνει και ο άσωτος και επιστρέφει.
‘’Σπίτι μας είναι εκεί όπου
όποτε και να πάμε, θα μας ανοίξουν’’ λέει ο ποιητής Robert Frost.
Αυτό φυσικά το ξέρει ο Πατέρας, που αξιολογεί τον άσωτο, όχι απλώς ως κάτι
περισσότερο από ‘’πρόβατο’’ και ‘’δραχμή’’, αλλά ως Το παιδί Του. Για τον
Θεό, ο κάθε άνθρωπος έχει μοναδική αξία. Και επί του Σταυρού ο
Χριστός ‘’νοιαζόταν’’ όχι τους δικούς Του πόνους, ούτε την Μητέρα Του και τους
μαθητές Του τόσο, όσο τον Καϊάφα και τον Πιλάτο και τους σταυρωτές. Έτσι
δέχεται και τον επιστρέφοντα.
Πώς ο πατέρας κατάφερε και ξέχασε
όλα εκείνα τα άθλια και τα δεινά της ‘’αποχώρησης’’; Όπως λέει η έκτη ευχή του
Ευχελαίου: ‘’ότι ὡς ἡ μεγαλωσύνη Σου, οὕτω καί τό ἐλεός Σου’’. Δηλαδή δεν έχουν
πέρας=εξάντληση ούτε η μεγαλωσύνη του Θεού ούτε το έλεός Του, αφού πρέπει να
είσαι πολύ μεγάλος για να μπορέσεις να γίνεις μικρός και να αναλάβεις επί των
ώμων τους ελάχιστους.
Ο Χριστός λοιπόν,
‘’ανοίγοντας’’ την πόρτα Του στον άσωτο, μας μαθαίνει ότι η Εκκλησία είναι το
σπίτι μας. Ότι όποτε, και απ᾿ όπου και αν επιστρέψουμε, Αυτός θα μας
ανοίξει. Όχι για να μας…δείξει τον στάβλο και το χωράφι (‘’απόδειξέ μου
ότι αξίζεις και θα δούμε..’’ λέμε συνήθως εμείς) αλλά το ‘’σαλόνι’’ του σπιτιού
μας, με την πρώτη στολή, την ίδια τιμή, τα ίδια δικαιώματα…Σαν να μην συνέβη
τίποτε. Η Εκκλησία δεν είναι λέσχη καθώς πρέπει κυρίων αλλά η οικογένεια του
Θεού. Δεν τον απασχολεί τον Χριστό η αξιοπρέπεια των συνθηκών αλλά η
ποιότητα της καρδιάς. Ο Χριστός δίνει τα ίδια σε όλους (βρέχει επί δικαίους και
αδίκους) ο καθένας ‘’λαμβάνει’’ αναλόγως του μεγέθους…της ‘’καρδιάς’’ του.
Η κατάληξη της παραβολής είναι το
πρόσωπο του μεγαλύτερου αδελφού που ποτέ δεν έφυγε μακριά από τον Πατέρα. Ποτέ;
Σαν συνθήκη ήταν πάντα δίπλα. Σαν διάθεση όμως ήταν ξένος, αφού δεν
οικειοποιήθηκε την αγάπη του Πατέρα. Δεν θεώρησε αδελφούς του, τις πόρνες, τους
τελώνες, τους αμαρτωλούς. Ήταν ο ‘’ἀπό τῆς πρώτης ὥρας ἐργαζόμενος’’ και νόμιζε
ότι ‘’πλείονα λήψεται’’ όπως πανέμορφα επεξηγεί η άλλη παραβολή των εργατών του
αμπελώνος στον Ευαγγελιστή Ματθαίο κεφ. 20 στίχοι 1 έως 16. Νόμιζε ότι η σχέση
φτιάχνει δικαιώματα. Δεν κατάλαβε ότι η σχέση με τον Θεό….φτιάχνει την
καρδιά ίδια με του Θεού. Δεν αυξάνει τα δικαιώματα… Τα θυσιάζει διά Σταυρού.
Αντιθέτως ΄΄εγόγγυζεν’’ λέγοντας ότι ‘’ἴσον μέ ἐποίησας ‘’ με αυτόν που ‘’μίαν ὥραν
εἰργάσατο’’(Ματθ.20,12)
Ο Θεός είναι αγάπη και στοργή.
Είναι πατέρας μας όποια στάση και αν κρατάμε απέναντί Του. Θέλει όλοι να
είμαστε κοντά Του. Βέβαια αν κανείς ‘’πεισμώσει και χωριστεί απ᾿ Αυτού,
μπορεί να πάει και στην κόλαση, αφού δεν μπορεί να αγαπά. Και ‘’εκεί’’, ναναι
εντελώς μόνος, παρ᾿ όλο, που ο Θεός και τι δεν κάνει για να αποτρέψει ένα
τέτοιο ενδεχόμενο για τα παιδιά του τά ‘’εγγύς και τα μακράν’’.
Άλλωστε με το ‘’στόμα’’ του αγ.
Ιωάννου του Χρυσοστόμου, λέει σε μας που, τυπικά, δεν φύγαμε ποτέ από κοντά
Του:
Μήπως πήρα τα δικά σου και τα
έδωσα σε κείνον;
Μήπως σε γύμνωσα για να ντύσω
εκείνον;
Δεν τον ελέησα με την δική μου
περιουσία;
Δεν είμαι εξίσου πατέρας και
δικός σου και κείνου;
Και εσένα τιμώ γιατί είσαι
ενάρετος
και εκείνον ελεώ για τον
δυναμισμό της επιστροφής.
Και εσένα σε αγαπώ γιατί είσαι
ζωντανός
και εκείνον τον αγαπώ γιατί
επέστρεψε στην ζωή.
Και εσένα τιμώ για τον τρόπο
σου
και εκείνον για την μετάνοια
Εσένα τιμώ για την μακροθυμία
σου
και εκείνον για την επιστροφή
του σε μένα.
‘’Εὐφρανθῆναι και χαρῆναι σε ἔδει…’’
Ποιος δεν χαίρεται βλέποντας
νεκρόν να ανασταίνεται;
Ποιος δεν χαίρεται όταν βρεί
αυτά που έχασε;
Έλα λοιπόν και σύ, γιέ μου…
‘’Συνευφράνθητι σύν ἡμῖν,
Σκίρτησον σύν τοῖς αγγέλοις’’
Αγκάλιασε μαζί μας, τον αδελφό
σου…
------------------------------------------------------
P.G. τομ. 59, 521-522 Ιω. Χρυσόστομος
____________________________________________________________
Με ευχές και αγάπη
π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου