Κυριακή Η' Ματθαίου
Δεν ζεί κανείς μονάχα με ψωμί...
π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος
Η δουλειά κάθε ανθρώπου τού
εξασφαλίζει το ‘’ψωμί’’ του. Του προσπορίζει την κάλυψη των αναγκών του. Τον
ζει.
Μερικές φορές (εξαιτίας ειδικών
συνθηκών ή ατυχώς και εξ επιλογής) η λέξη δουλειά γίνεται παροξύτονη και
καταλήγει σε δουλεία. Όταν κάτι τέτοιο το υπαγορεύουν οι συνθήκες παλεύεται,
όταν είναι ‘’επιλογή’’ γίνεται αυτοκτονική τραγωδία… Πόσα έχει να πει για το
δεύτερο η εποχή μας!
Κάποτε, λοιπόν, που οι Εβραίοι
βρίσκονταν σε συνθήκες δουλείας στην Αίγυπτο, μια μέρα ένα φίδι δάγκωσε τον
Βασιλιά (Φαραώ) κι αυτός κινδύνεψε να πεθάνει. Μπροστά στο περιστατικό βρέθηκε
ένα νεαρό 20χρονο εβραιόπουλο που, έχοντας την ψυχραιμία και την ετοιμότητα
να αντιδρά και να ενεργεί σωστά, ελευθέρωσε τον Φαραώ από το δηλητήριο
και του έσωσε την ζωή. Γεμάτος ευγνωμοσύνη ο Φαραώ τού είπε:
-Ζήτησέ μου ό,τι θέλεις και θα το κάνω!
Και ενώ περίμενε από έναν 20χρονο
νέο να ζητήσει χρήματα, γυναίκες, ελευθερία, τον άκουσε έκπληκτος να του
λἐει:
-Θέλω να αφήνεις όλους τους νεαρούς συμπατριώτες μου, δύο ώρες την ημέρα, να προσεύχονται ελεύθερα!!
Όταν το έμαθαν αυτό οι… ενήλικες
δικοί του, εκφράζοντας την απορία τους, τον περιέλουσαν με ύβρεις: Άθλιε και
ανόητε, τι είναι αυτό που ζήτησες; Ατυχώς και εμείς, οι σημερινοί
‘’Χριστιανοί’’, με τους τότε ‘’συνετούς’’ Εβραίους θα θέλαμε να συνταχθούμε! Ατυχώς
και εμείς την ίδια απορία θα εκφράζαμε…! Αλλά τότε, εκείνος ο ψυχοσωματικά
λεβέντης νεαρός Εβραίος, επιβεβαιώνοντας τον βιβλικό λόγο ‘’πολιά δε εστί,
φρόνησις ανθρώποις’’, δηλαδή ‘’αποδεκτή σοβαρότητα, είναι η φρόνηση και όχι το
ηλικιακό κύρος’’, τους είπε (και λέει και σ’ εμάς τους επιπόλαιους και
ασύνετους):
-Όποιος προσεύχεται, σκέπτεται
βαθειά, και γίνεται πλούσιος εσωτερικά, και ελεύθερος.
Στο ευαγγέλιο το σημερινό, οι
άνθρωποι πεινούν και ο Χριστός διδάσκει και προσεύχεται! Η αιώνια
κατηγόρια για τον Χριστό και τον Χριστιανισμό ηχεί στεντόρεια και πάλι, ότι
νοιάζονται για την …άλλη ζωή και ξεχνούν την εδώ ζωή. Μια επιπόλαια κατηγορία,
βασισμένη στον λανθασμένο δυαλισμό της εκεί ζωής και της εδώ ζωής (η ζωή είναι
ενιαία και μία και ‘’εδώ’’ και ‘’εκεί’’). Η κατηγορία αυτή δεν θέλει να
αντιληφθεί ότι χωρίς σωστή αξιολόγηση των πρόσκαιρων (στομάχι) και των μόνιμων
(καρδιά) δεν γίνεται να νιώθει ο άνθρωπος ‘’χορτάτος’’! Ότι, όπως λέει ο
Χριστός, ‘’δεν ζει κανείς μονάχα με ψωμί’’ (Λουκ.4.3). Ότι αν όλη τη μέρα
εξαντλείσαι κοπιάζοντας για το ψωμί ( που εσύ το φαντάζεσαι… ζωή) και
επιστρέφεις σε ένα περιβάλλον απαίσιο και ψυχικά οδυνηρό, όπου κανένας δεν σε
κατανοεί ούτε σε αγαπάει, άραγε συνεχίζεις να επιμένεις ότι το μόνο που
χρειάζεσαι για να ζήσεις είναι το ψωμί;
Από την άλλη, όταν οι μαθητές
λένε στον Χριστό, ότι οι άνθρωποι πεινούν, ο Χριστός τους απαντά: Δώστε τους
εσείς να φάνε! Και όταν εκείνοι του αντιλέγουν ότι έχουν ελάχιστα, ο Χριστός
τους επεξηγεί, και μας επεξηγεί, εν τη πράξει ότι, : Εγώ (ο Χριστός) αυξάνω
αυτά που εσείς δίνετε… Μ’ αυτή την κίνηση μας μαθαίνει ότι υπάρχει ψωμί της
κοιλιάς και ψωμί της καρδιάς! Ψωμί που τρέφει και είναι για το σώμα, και
‘’ψωμί’’ που είναι απαραίτητο για την καρδιά, χωρίς το οποίο ο άνθρωπος δεν
θέλει ούτε και να ζήσει ‘’έστω και αν όλα γύρω του είναι ψωμιά’’, όπως
γράφει ο μεγαλοφυής Θ. Ντοστογιέφσκι. Ακόμα και στις καθημερινές ανθρώπινες
σχέσεις, κάτι τέτοιο είναι κοινός τόπος, που τον περιγράφει όμορφα η παροιμία
‘’τα λόγια σου με χόρτασαν και το ψωμί σου φά’ το’’. Η υγιής πορεία είναι να
χορτάσει πρώτα η καρδιά-ψυχή μας και μετά να χορτάσει το σώμα μας. Χωρίς το
πρώτο, το δεύτερο είναι λειψό και ανεπαρκές. Βεβαίως όταν του διπλανού μας του
λείπει το ψωμί του σώματος, τότε για τους χριστιανούς, το ουσιαστικότερο
ζητούμενο είναι η εξασφάλιση του ψωμιού του διπλανού τους. Είναι το
πνευματικότερο θέμα, μαζί με το οποίο (και εν συνεχεία) μπορούμε να
‘’συζητήσουμε’’ για την ανάγκη του ‘’ψωμιού’’ της καρδιάς.
Μετά το τέλος του Β΄ παγκοσμίου
πολέμου, στους δρόμους της Γερμανίας περιφερόντουσαν ανεπιμέλητα πλήθος ορφανά
παιδιά της παιδικής και προεφηβικής ηλικίας, ‘’θύματα’’ της τραγωδίας και της
παράνοιας του πολέμου. Η οργάνωση του Ερυθρού Σταυρού συγκέντρωσε αυτά τα
παιδιά και τα περιέθαλψε σε ιδρύματα. Από τις πρώτες κιόλας μέρες, έκπληκτοι οι
υπεύθυνοι είδαν, σχεδόν όλα αυτά τα παιδιά να ξυπνούν τη νύχτα, και να
ουρλιάζουν από φόβο! Το θεώρησαν φυσικό αποτέλεσμα των κακουχιών που είχαν
υποστεί, και φώναξαν γιατρούς και ψυχολόγους να εξετάσουν το φαινόμενο. Η διάγνωση
ήταν ότι αυτά τα μικρά παιδιά τα συνείχε ο φόβος του θανάτου από πείνα, πράγμα
που στις συνθήκες της νύχτας πολλαπλασιαζόταν! Συνέβαινε και σ’ αυτά εκείνο που
είναι κατάσταση και ευθύνη των ενηλίκων, και για το οποίο γράφει ο προφήτης
Ωσηέ :‘’Ουκ εβόησαν προς με αι καρδίαι αυτών, αλλ’ ή ωλόλυζον εν ταις κοίταις
αυτών, επί σίτω και οίνω κατετέμνοντο’’ δηλαδή ‘’Δεν απευθύνονταν προς Εμένα με
την καρδιά τους, αλλά έκλαιγαν αυτοοικτειρόμενοι στα κρεβάτια τους. Κατέκοπταν
εκτονωτικά τις σάρκες τους, έχοντας ‘’στερητικό σύνδρομο’’ για ψωμί και κρασί’’
(Ωσηέ 7,14).
Εκείνοι οι υπεύθυνοι του Ερυθρού
Σταυρού βρήκαν λύση στο θέμα, δίνοντας την νύχτα, στα χέρια του κάθε
παιδιού, ένα καρβέλι ψωμί ώστε να κοιμηθεί μ’ αυτό! Μόνον έτσι ησύχαζε η καρδιά
τους, η κοιλιά τους ήταν χορτάτη. Αυτό το τραγικό ιστορικό περιστατικό
περιγράφει τη ζωή μας τέλεια. Μέσα στην ‘’νύχτα’’ της ζωής μας, ο φόβος
του θανάτου μας κάνει να ξυπνάμε και να κραυγάζουμε! Για μας άραγε χρειάζεται
μια ρυθμιστική ‘’απάτη’’ (με την καλή έννοια) όπως σε κείνα τα ταλαίπωρα
παιδάκια; Ή χρειάζεται να δούμε κατάματα την πείνα της καρδιάς μας και να
ζητήσουμε την αληθινή ικανοποίησή της; Δυστυχώς είναι πιο εύκολη (και
διαδομένη) η πρώτη ‘’λύση’’. Άπειροι σύγχρονοί μας ‘’κατατέμνονται’’ από μύριες
αυταπάτες…!
Στην Εκκλησία Λόγος και
Ευχαριστία καλύπτουν τις καρδιές και τα σώματα των Χριστιανών. Ο Λόγος είναι
προσευχή και περιεχόμενο της καρδιάς, και η Ευχαριστία τροφή και χορτασμός του
σώματος και της καρδιάς, με την οποία κανείς ‘’πορεύεται τις μέρες και τις
νύχτες της ζωής’’ (‘’επορεύθη Ηλιού εν τη ισχύει της βρώσεως εκείνης,
τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύχτας’’).
Ο Χριστός προσδιόρισε την πορεία.
Πρώτα χορταίνει η καρδιά και μετά χορταίνει η κοιλιά. Η πείνα της καρδιάς
‘’γεννάει’’ ουρλιαχτά υπαρξιακής οδύνης. Με μόνη την χορτασμένη κοιλιά, ο
άνθρωπος κινδυνεύει (αν μόνον αυτό ψάχνει) να γίνει ένα ικανοποιημένο ζώο.
Ο Χριστός μάς αξιολογεί σωστά,
εμείς πρέπει να αποφασίσουμε τις προτεραιότητες της ζωής μας. Αυτός θα μας
δώσει ‘’ψωμί’’, εμείς άραγε θα Του δώσουμε την καρδιά μας;
Πρός Κορινθίους Α’ Ἐπιστολῆς
Παύλου τό Ἀνάγνωσμα.
Κεφ. Α' 10-17
Αδελφοί,
σᾶς παρακαλώ στό Ὄνομα τοῦ
Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά ἀγωνίζεσθε νά ἔχετε μεταξύ σας ὁμόνοια. Νά μή λέει
ἄλλα ὁ ἕνας καί ἄλλα ὁ ἄλλος. Νά μή παρατηροῦνται ἀνάμεσά σας διαιρέσεις καί
σχίσματα. Νά φροντίζετε νά ἔχετε ὅλοι τό ἴδιο φρόνημα· τήν ἴδια γνώμη.
11Γιατί τά λέω αὐτά; Ἦρθαν
ἀπό τήν πόλη σας ἄνθρωποι εἰδικά ἀπεσταλμένοι τῆς γνωστῆς σας Χλόης. Αὐτοί μέ
πληροφόρησαν, ὅτι ἔχετε μεταξύ σας διχογνωμίες καί προστριβές. 12Ὁ
ἕνας λέει: Ἐγώ εἶμαι τοῦ Παύλου· ἄλλος λέει· Ἐγώ εἶμαι τοῦ Ἀπολλῶ· ἕνας ἄλλος· Ἐγώ
εἶμαι τοῦ Πέτρου· καί ἄλλος· Ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ.
13Τί σημαίνουν αὐτά;
Μπορεῖτε νά κομματιάσετε τόν Χριστό; Τι σημαίνει· Ἐγώ εἶμαι τοῦ Παύλου; Μήπως
σταυρώθηκε γιά σᾶς ὁ Παῦλος, ἤ μήπως σᾶς βάφτισαν στό ὄνομα τοῦ Παύλου; 14Δόξα
νἄχει ὁ Θεός, πού μέ τά χέρια μου δέν βάφτισα, παρά μόνο τόν Κρῖσπο καί τόν
Γάϊο· 15καί ἔτσι δέν θά μπορεῖ κανείς εὔκολα, νά εἰπεῖ ὅτι ἐγώ
τόν βάφτισα στό δικό μου ὄνομα. 16Ἐβάφτισα καί τήν οἰκογένεια
τοῦ Στεφανᾶ. Ἐκτός ἀπό αὐτούς ἐγώ δέν θυμᾶμαι νά βάφτισα κανέναν ἄλλο. 17Ὁ
Χριστός δέν μοῦ ἀνέθεσε νά βαφτίζω, ἀλλά νά κηρύσσω τό Εὐαγγέλιο του, καί
βέβαια ὄχι μέ σοφία ἀνθρώπινου μυαλοῦ, ὥστε νά ἰσχύει τό ὑπέρλογο μυστήριο
Σταυροῦ.-
Χορτασμός πεντακισχιλίων
Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον(ιδ'14-22)
Τόν καιρό ἐκεῖνο ὄντας ὁ Ἰησοῦς
στήν ἔρημο, εἶδε μπροστά του κόσμο πολύ καί τούς σπλαγχνίστηκε καί θεράπευσε
τούς ἀρρώστους τους. Ὅταν βράδυασε τόν πλησίασαν οἱ μαθητές του καί τοῦ εἶπαν:"Ὁ
τόπος εἶναι ἔρημος. Ἡ ὥρα πέρασε. Μή κρατᾶς πιά ἄλλο τόν κόσμο, πές τους
νά φύγουν, νά πᾶνε στά χωριά νά ἀγοράσουν κάτι νά φᾶνε". Ὁ Ἰησοῦς τούς ἀπάντησε:
"Δέν ὑπάρχει λόγος νά φύγουν. Δῶστε τους σεῖς νά φᾶνε". Τοῦ εἶπαν:
"Δέν ἔχουμε μαζί μας παρά μόνο πέντε ψωμιά καί δυό ψάρια". Τούς εἶπε ὁ
Ἰησοῦς: "Φέρτε τά μου ἐδῶ". Καί ἀμέσως ἄφοῦ διέταξε τόν κόσμο νά
κάτσει στό χορτάρι, πῆρε τά πέντε ψωμιά καί τά δυό ψάρια καί ἀφοῦ σήκωσε τά
μάτια του στόν οὐρανό, τά εὐλόγησε, τά ἔκοψε κομμάτια καί τά ἔδωσε στούς
μαθητές του, καί οἱ μαθητές του τά μοίρασαν στόν κόσμο. Ἔφαγαν ὅλοι· καί
χόρτασαν, καί μάζεψαν τά περισσεύματα, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Ἐκεῖνοι πού ἔφαγαν,
ἦταν γύρω στούς πέντε χιλιάδες, μόνο ἄνδρες, χωρίς νά ὑπολογίζουμε τίς γυναῖκες
καί τά παιδιά.
Ἀμέσως μετά, ὁ Ἰησοῦς ἀνάγκασε τούς μαθητές του νά μποῦν στό πλοῖο καί νά πᾶνε νά τόν περιμένουν στήν ἀπέναντι παραλία, μέχρις ὅτου πείσει τόν κόσμο νά ἐπιστρέψουν στά σπίτια τους.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου