Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΦΑΦΟΥΤΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Αυτή η βιογραφική δοκιμή και οι ακόλουθες δέκα: «Ο Πρωτοποριακός» Γεώργιος Μακρής, «Ο Αλύγιστος», Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, «Ο Δημιουργικός», Μάρκος Τσακτάνης, «Ο Ερμηνευτής» Ιωήλ Γιαννακόπουλος, «Μαρτυρία Γαλήνης», Σπυρίδων Σγουρόπουλος, «Ο παπά-Δάσκαλος της Σαντορίνης», Μακάριος Σιγάλας, «Ο Ιερέας της εποχής μας», Αναστάσιος Κοσμόπουλος, «Κυπριακό Ανθοβόλημα», Σολομών Παναγίδης, «Ο Γέροντας της Αγάπης», Κωνσταντίνος Λουϊζος, και «Τα Μωρά του Κόσμου», Νικόλαος Πλανάς, ήδη Άγιος, συντάχτηκαν με στοιχεία που μου εμπιστεύθηκε ο μακαριστός π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος, αληθινή μέλισσα συλλογής παρομοίων, περιλήφθηκαν στο πρώτο από δέκα, «Συναξάρι του Εικοστού Αιώνα»-Εκδόσεις «Τήνος»- με δικό του τιμητικό πρόλογο - «Νομίζω ότι αν υπάρχει κάτι αξιόλογο στην εποχή μας, αυτό δε θα μας το πουν οι ουρανοξύστες και τα οικοδομικά μεγαθήρια … αλλά οι απλές πνευματικές παρουσίες, οι σεμνές και αθόρυβες λαμπάδες του Πνεύματος … Το Συναξάρι που ακολουθεί, πρωτότυπο και σημαντικό, μας δίνει μια τέτοια δυνατότητα και μια τέτοια ευκαιρία. Μας οδηγεί στους μυστικούς δρόμους της Χάρης. Μας υποδηλώνει τα αόρατα μονοπάτια του Ιησού, που δεν τα είχαμε ίσως προσέξει. Είναι αποκαλυπτικό οδοιπορικό της σύγχρονης Βασιλείας του Θεού». Και ζητήθηκε-χρησιμοποιήθηκε μεταξύ άλλων από τελειόφοιτη της Θεολογικής του ΑΠΘ για τη σύνταξη σχετικής Διπλωματικής Εργασίας της.
****** *** ******
«Χτύπα εδώ, όχι πια στο
δέντρο», είπε ο Παπαποστόλης κι έδειξε το στήθος του στον Ιταλό, που ζήλευε το
δάσος του Αγίου Χριστοφόρου στο Αγρίνιο». Σαράντα-πέντε χρόνων ιδρώτας κι
αγώνας, ένα-ένα είχαν φυτευτεί τα δέντρα εκείνα που με την ομορφιά και τη
δροσιά τους αποτελούσαν στοιχείο δοξαστικής αρμονίας. Για τούτο ο βανδαλισμός
του Ιταλού ήταν αβάσταχτος πόνος, και άξιζε κάθε θυσία για τη σωτηρία του
δάσους.
Και με την αύριο πρωί-πρωί
διάβηκε γοργός σαν άνεμος σκαλοπάτια και διαδρόμους του Διοικητηρίου και φώναζε
με σπαραγμό, γιατί όχι και οργή: «Το
στρατηγό! Θέλω να δω το στρατηγό»! Και ως να καταλάβουν τι συμβαίνει οι
σαστισμένοι φρουροί, ο λεβεντόκορμος λευίτης γέροντας εξήντα ενιαυτών και,
ψηλός σαν κυπαρίσσι ήταν μπροστά στο στρατηγό. «Επιτάξατε τα σπίτια μας, τα
σχολεία μας τα μαγαζιά μας … όλα τα δεχτήκαμε. Τώρα διατάξατε να ξυλευτούν τα
δέντρα του Αγίου! Αυτό είναι βαρύ, δεν μπορούμε να το σηκώσουμε. Το δάσος αυτό
είναι η ζωή μας, η αναπνοή μας, η αναπνοή σας … Από σας έθνος μεγάλο περιμέναμε
άλλα δείγματα πολιτισμού. Στρατηγέ, έρχομαι σαν αδελφός, σαν φίλος, σαν πατέρας
…»
Δεν έφυγε από το γραφείο
ο γέροντας, παρά μόνο όταν ο Ιταλός στρατηγός τον διαβεβαίωσε πως θα σταματήσει
το κακό … Έτσι σώθηκε το δάσος του Αγίου Χριστοφόρου, και μαζί μια ψυχή, αυτή
του στρατηγού, που από τότε θαύμαζε το γενναίο λευίτη της δυτικής Ρούμελης .
****** *** ******
Τα περιστατικά αυτά μας
εισάγουν διακριτικά στη μεγάλη ζωή και παρουσία του Αγρινιώτη Ιερέα Απόστολου
Φαφούτη, γνωστού, και σεβαστού ως Παπαποστόλη στην ψυχή των εντοπίων, που ξέρουν
πόσα πολλά και καλά τους λέει και τους αρκεί αυτό.
Έρχεται στον κόσμο το 1874
από απλοϊκούς, φτωχούς, αλλά ευλαβείς γονείς. Τα πρώτα γράμματα έμαθε στο
Αγρίνιο τελειώνοντας Δημοτικό και Ελληνικό Σχολείο. Έτοιμος για το Γυμνάσιο στα
1890 ίσως και για πιο πολύ, αλλά ως εκεί! Γυμνάσιο τότε υπήρχε στο Μεσολόγγι
και τα οικονομικά δεδομένα της οικογενείας του δεν άντεχαν για εκεί! Άλλωστε
ήταν ο πιο μεγάλος από τα αδέλφια του, και όλοι περίμεναν τη δική του συμβολή …
Εργάζεται, λοιπόν, ως Γραμματοδιδάσκαλος στο χωριό Βλοχός, και μετά ως
Γραμματέας στο Πρωτοδικείο του Αγρινίου, και στις δυο θέσεις με αξιοθαύμαστο
ζήλο και άριστη απόδοση. Ωστόσο κανείς δεν ξέρει πώς και τι όλοι καταλάβαιναν
και κατανοούσαν ότι ο Απόστολος Φαφούτης, δεν ήταν γι αυτά, ήταν γι αλλού!
Ήταν εκλεκτός της Αγάπης του Θεού, κι αυτό δεν άργησε ν’ αποκαλυφτεί.
Το είχε μέσα του, το είχε
αποφασίσει, και το έβαλε μπρος με τη
σειρά. Παντρεύτηκε πρώτα τη Μαρία Μαρκοπούλου, κόρη αγαθή, σεμνή κι ευλαβική,
κι έσκυψε αμέσως μετά τον αυχένα στο χρηστό του Κυρίου ζυγό. Χειροτονήθηκε
Διάκονος από τον Αιτωλοακαρνανίας Παρθένιο -1901- και δυο χρόνια
μετά -1903- Ιερέας, Πρεσβύτερος. Τοποθετήθηκε στο εκκλησάκι του Αγίου Χριστόφορου
κι άρχισε αξιοζήλευτη και ακαταπόνητη εκκλησιαστική δράση και ευρύτερη
δημιουργική και κοινωνική πορεία ζωής. Ξεκίνησε, τι παράξενο, με τη δημιουργία
ενός αλσύλλιου στον περιβάλλοντα τον Άγιο Χριστόφορο χώρο, φυσικό ύμνο
δοξολογίας στο Θεό. Που αν κρίνει κανείς
που τα δέντρα, πεύκα, βελανιδιές και άλλα πολλά, που υψώνονταν μέρα με τη μέρα, ουσιαστικά θα εξελιχτεί σε
δασάκι, ισχυρό πνεύμονα ζωής για όλη την ταχέως εξελισσόμενη τότε πόλη του
Αγρινίου. Πράγμα που επιβεβαιώνεται και από το γενναίο αγώνα που είδαμε να
δίνει για τη διάσωσή του τριάντα πέντε και χρόνια μετά στο περιστατικό με τον
Κατοχικό Ιταλό στρατιώτη υλοτόμο, και πιο πολύ με το στρατηγό !
****** *** ******
Κοντά δέκα χρόνια Ιερέας ο
Παπαποστόλης και η δοκιμασία χτυπάει την πόρτα του σκληρά. Η πρεσβυτέρα
καλείται στους ουρανούς, σαν να βιάστηκε ο Θεός να την καλέσει πάνω, ασφαλώς
έχει τους λόγους του. Ένας και βασικός ήταν να δοκιμάσει, αν ή πόσο ο
λυγερόκορμος Ρουμελιώτης άνθρωπος του μπορεί να σταθεί ορθός και να βγει πιο
δυνατός. «Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται». Και ως έδειξαν τα
πράγματα, ο παπάς μας μετά τη φυσική ανθρώπινη πίκρα προχώρησε ως δικός Του
αφοσιωμένος στο έργο Του δυνατά κόσμο-καλογερικά! Το μικρό εκκλησάκι Άγιος
Χριστόφορος να γίνει όμορφη και λαμπρή εκκλησιά!
Άρχισε αμέσως. Χτύπησε πόρτες
κι άνοιξαν κι έδωσαν μικρή και μεγάλη προσφορά. Έτρεχε μ’ ένα γαϊδουράκι στα
χωριά και μάζευε για τον Άγιο προβιές. Πόσες φορές δεν τον συνάντησαν να
πεζοπορεί ιδροκοπημένος πίσω από το φορτίο του. Η χαρά που θα έπαιρνε από την
πώλησή τους λεφτά να προχωρήσει του Αγίου το σπιτικό, τον έκανε να ξεχνά και
κούραση και άλλα δεινά. Όπως μια χρονιά που παραμονές της γιορτής του Αγίου
χάλασε ο καιρός πολύ. Τα προμηνύματα μεγάλης καταιγίδας ήταν ολοφάνερα. Πάει
τότε ο παπάς μας με την απλοϊκή του καρδιά μπρος στην εικόνα του «αφέντη» του
ως τον έλεγε Αγίου, πέφτε στα γόνατα και παρακαλεί και του λέει απλά: «Άγιε
μου, αν βρέξει τώρα δε θάρθει κόσμος στη γιορτή σου, και καταλαβαίνεις τι
σημαίνει αυτό»!
Κάποια άλλη φορά που οι
εργασίες είχαν προχωρήσει, και είχε χτιστεί κι ο άμβωνας κάπως πιο ψηλά, ήρθε ο
ονομαστός Αιτωλοακαρνανίας Ιερόθεος, και του παρατηρεί αυστηρά. «Ψηλά έχτισες
τον άμβωνα, κι όταν ξανάρθω θα τον έχεις γκρεμίσει και κατεβάσει πιο κάτω». Κι
ήρθε ο Δεσπότης ύστερα από κάμποσο καιρός, και ο Παπαποστόλης τίποτα δεν είχε
κάνει, και η επίπληξη που δέχτηκε ήταν πιο αυστηρή. Ο αγαθός λευίτης τίποτα δεν
είπε, μον’ πήγε πάλι και γονάτισε στην εικόνα του Αγίου, και παρακάλεσε.
«Αφέντη μου Άγιε Χριστόφορε, είπε, αφού ξέρεις ότι δεν έχω λεφτά για τέτοιες
δουλειές, γιατί δεν του μηνάς κάτι και φωνάζει ο ευλογημένος αυτός»! Όταν σε
λίγο ήρθε η ώρα να φύγει ο μακαριστός Ιερόθεος, τον καλεί και του λέει: «Άφησε
τον, μην τον χαλάς τον άμβωνα, και έτσι είναι καλός»!
Κι άλλα ακόμα εμπόδια και
άλλες δυσκολίες συνάντησε και ξεπέρασε με τη βοήθεια του «αφέντη Αγίου
Χριστόφορου» στα δεκαεφτά χρόνια από το 1920 ως 1937 που κράτησε ο πολύμοχθος
αλλά ευλογημένος αγώνας ανοικοδόμησης του περικαλλούς Ναού. Ως τη μέρα εκείνης
της χρονιάς που χαρμόσυνες καμπάνες, πολύς λαός, ο Ιερόθεος στα χρυσοποίκιλτα
αρχιερατικά, γεμάτος δάκρυα συγκίνησης και χαράς, και στη μέση ο ακούραστος
Παπαποστόλης πανηγύριζαν τα εγκαίνια της νέας λαμπρής Εκκλησιάς του πολιούχου
του Αγρινίου Αγίου Χριστοφόρου, κόσμημα και σέμνωμα της σπουδαίας αυτής πόλης
της Δυτικής Ρούμελης.
****** *** ******
Φυσικά υπάρχει και ιερό έργο
του που δε φαίνεται, αλλά είναι χριστιανικά ισοδύναμα αξιοπρόσεκτο. Ας πούμε,
χρόνια και χρόνια τα Σαββατόβραδα κάποιος κατηφόριζε στις φτωχογειτονιές και τα
χαμόσπιτα και μοίραζε μικροδέματα με τα αναγκαία. Κι άλλοτε όταν πια είχε πέσει
το σκοτάδι για τα καλά και δεν τον έβλεπε κανείς άνοιγε κάποια πόρτα κι άφηνε
το δέμα με τα μακαρόνια και το κρέας της Κυριακής, που ο πατέρας ψώνιζε σαν να
ήταν για τα δικά του παιδιά. Άλλοτε πάλι ξέροντας τη φτώχεια και τις στερήσεις
που περνούσε κάποια οικογένεια, και μη θέλοντας να την προσβάλει προσποιόταν
πως του άρεσε κάποιο φαγητό, και ότι θα τον ευχαριστούσε πολύ αν του το
μαγείρευαν … Δεν έφερναν σχεδόν ποτέ αντίρρηση, ήξεραν και κατανοούσαν του παπά
τους τη μοναξιά. Πήγαινε λοιπόν στην αγορά, αγόραζε όλα τα απαραίτητα, ετοιμαζόταν
το φαγητό, κι ερχόταν η ώρα που με την παρουσία του στο τραπέζι δημιουργούσε
γεύση αγάπης και ατμόσφαιρα χαράς στην φτωχική οικογένεια.
Ο Μητροπολίτης Διδυμοτείχου
Κωνσταντίνος θυμάται με ευγνωμοσύνη τον άγιο γέροντα για τα τόσα του καλά, και
για το γεγονός ότι το καλοκαίρι του κατοχικού 1943 εγχειρισμένος από
σκωληκοειδίτιδα στο Νοσοκομείο Αγρινίου έβλεπε τον παπά-Αποστόλη να του φέρνει
εκτός από τα φάρμακα καθημερινά και τον τόσο δυσεύρετο τότε πάγο.
Θα μάκραινε πολύ ο λόγος αν
αναφερόμασταν στους φοιτητές και σπουδαστές ιδιαίτερα των ιερατικών σχολών που
βοηθούσε τακτικά. Ένα είχε πάντα στο νου του, το πλεόνασμα της προσφοράς
αγάπης. Έτσι κάποια νύχτα αργά, πολύ αργά, που κάποιος του χτύπησε την πόρτα
λέγοντας πως «ήταν ανάγκη, μεγάλη ανάγκη να του γράψει και υπογράψει ένα
πιστοποιητικό», ο γέροντας δε διαμαρτυρήθηκε για την ενόχληση τέτοια ώρα.
Αμέσως του ετοίμασε και του έδωσε το πιστοποιητικό. Κι όταν εκείνος του έδωσε
διακόσιες τότε δραχμές, τις πήρε ο αγαθός λευίτης, αλλά ξεπροβοδίζοντάς τον
στην πόρτα του είπε δακρυσμένος. «Μ’ έσωσες παιδί μου, ο Θεός σε έστειλε χωρίς
άλλο. Είναι για μια φτωχή οικογένεια που έχει ανάγκη από φάρμακα και γιατρό».
Ένιωθε υποχρεωμένος για την αγάπη. Αυτός είναι ο μυστικός άγνωστος πλούτος της
καρδιάς.
Όταν τον έβλεπες στο δρόμο
θα τον ξεχώριζες από το φτωχικό τριμμένο ράσο του και τους πολλούς κόμπους των
κορδονιών των παπουτσιών του, με το χέρι στην τσέπη έτοιμο πάντα να δώσει.
Τίποτε όμως δε δεχόταν για τον εαυτό του, παρέμενε αφιλόκερδος και αφιλάργυρος.
Κάποτε μια ευγενική κυρία του δώρισε ένα κτήμα με ελιές, ήταν το μόνο
περιουσιακό στοιχείο που έφερε το όνομά του για λίγες ώρες μοναχά. Το κτήμα
αυτό στάθηκε δικό του μόνο ένα βράδυ, και βράδυ εφιαλτικό! Μάτι δεν έκλεισε
εκείνο το βράδυ, δεν μπορούσε να φανταστεί πως ήταν δυνατό ν’ αποκτήσει και να
κατέχει περιουσία αυτός! Με την αύριο τρέχει πρωί-πρωί στο συμβολαιογράφο και
το μεταγράφει στον «αφέντη του» τον Άγιο Χριστόφορο!
Η αγάπη όμως είναι και
θυσία. Αυτός που όρθωσε το ανάστημά του στον Ιταλό για να σωθεί το δάσος του
Αγίου Χριστοφόρου, δε θα διστάσει να προσφέρει δυο κυπαρίσσια για να στηριχτεί
με τον κορμό τους η στέγη ενός φτωχόσπιτου. Εκεί έμεναν τρία φτωχά
χωριατόπουλα, που σπούδαζαν, Κατοχή τότε, στο Γυμνάσιο Αγρινίου.
Δεν είναι όμως μόνο θυσία ή
πλεόνασμα, είναι και πλάτος η αγάπη, θέλει να αγκαλιάσει τους ανθρώπους. Τέτοια
πλατιά καρδιά είχε ο παπά-Αποστόλης που ο Μητροπολίτης Ιερόθεος έλεγε
χαρακτηριστικά. «Ο παπά-Αποστόλης και το διάβολο καλό τον λέει»! Γιατί αυτός ο
γέροντας με την πλατιά καρδιά θα βγει μπροστά το Σεπτέμβριο του 1944 να πείσει
τους κομμουνιστές που είχαν κάμψει την αντίσταση των εθνικοφρόνων, να μην
προβούν σε σφαγές και αντεκδικήσεις τώρα που θάμπαιναν στην πόλη. Και πήρε τη
διαβεβαίωση, και δε χύθηκε αίμα αδελφικό. Ήταν η άγια μέρα της μεγάλης γιορτής
του Τιμίου τότε.
****** *** ******
Αυτός, λοιπόν, ο απλοϊκός
Ιερέας χωρίς πτυχία, μεταπτυχιακά και τα όμοια, που θαμπώνουν σήμερα πολλούς
και τους κάνουν νάρκισσους ήταν τόσο μεγάλος καθώς αναδείχτηκε αδελφικά
δημιουργικός! Άγνωστος Αρχιερατικός στο Αγρίνιο, Αρχιμανδρίτης από τη
δοκιμασία της χηρείας τιμήθηκε με βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών για το τόσο
γόνιμο έργο του. Ο αδελφοί Παπαστράτου, γνωστοί καπνοβιομήχανοι, τον τίμησαν με
ειδικό μηνιαίο επίδομα σαν ενίσχυση της πενιχρής του σύνταξης-ράπισμα τούτο
στις υπηρεσίες που μετρούν με το ψυχρό μέτρο των τυπικών προσόντων μορφές
ευδιάκριτα δημιουργικές. Ιδιαίτερα όμως
τον τίμησε η πατρίδα του, το Αγρίνιο, που δέχτηκε την ανακαινιστική του προσφορά.
Ο Δήμος Αγρινίου τον ανακήρυξε, «άξιο θεράποντα της Εκκλησίας και άξιο τέκνο
της πόλεως», του έστησε προτομή, και έδωσε το όνομά του σε μια οδό της πόλεως.
Ήταν ο επιτυχημένος κληρικός της δημιουργικής ζωής, της αγάπης, και της ειρήνης
με το γενναίο φρόνημα και την πλατιά καρδιά.
Έφυγε για τον κόσμο της
Αλήθειας και των μεγάλων ελπίδων μας κάποιο Σάββατο 13 Αυγούστου 1960 με
πάνδημη σύναξη, προσευχή, ευχαριστίες των πιστών. Πήγε να γιορτάσει με το χορό
«των εορταζόντων και βοώντων απαύστως Κύριε Δόξα Σοι» στην ατελεύτητη όγδοη
ημέρα Του.! Τώρα μπορούμε να κρατήσουμε κάποιες σημειώσεις για την ανωνυμία
του ανθρώπου αυτού στη βασιλεία του κόσμου τούτου και την επωνυμία του στη
Βασιλεία του Θεού. Αλλά και να προεκτείνουμε τι μπορούν να σημαίνουν αυτά για
τον καθένα από μας!
Αθανάσιος Κοτταδάκης
3 σχόλια:
Γράφει ο κ. Κοτταδάκης για τον Γενναίο κληρικό της Ρούμελης π. Αποστόλη Φαφούτη. Ας το διαβάσουν οι ιερείς μας σήμερα για να πάρουν κάτι από τα όσα μας μεταφέρει εδώ ο συντάκτης. Σας τον Διογένη ψάχνω για κληρικούς ως τον π. Αποστόλη και δεν βλέπω στον ορίζοντα.
Είναι ένας θρύλος ο παπΑποστόλης για το Αγρίνιο είναι γραμμένος με χρυσά γράμματα στις καρδιές και των νεότερων.
Πόσο καλό θα έκανε αν έστω και ένας Μητροπολίτης κοινοποιούσε το κείμενο αυτό με την ζωή και την δράση του π. Αποστόλου στους κληρικούς του. Μεγάλη θα ήταν η ωφέλειά τους. Δεν είμαι κληρικός αλλά πολλά με δίδαξε ο ευλαβής αυτός παπάς.
Δημοσίευση σχολίου