Γιατί μεταμορφώθηκε ὁ Κύριος;
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Στοὺς Ἁγίους
Τόπους, ἀγαπητοί μου, στὴ γῆ τῆς Παλαιστίνης, εἶνε ἕνα βουνὸ ποὺ λέγεται
Θαβώρ. Δὲν εἶνε πολὺ ὑψηλό. Ὑπάρχουν στὸν κόσμο ἄλλα βουνὰ πολὺ ὑψηλότερα·
π.χ. στὴν Ἑλλάδα ὁ Ὄλυμπος, στὴν Εὐρώπη οἱ Ἄλπεις, στὴν Ἄπω Ἀνατολὴ τὰ Ἱμαλάια.
Τὸ Θαβὼρ ὅμως δοξάστηκε ὅσο κανένα ἄλλο βουνὸ τῆς Γῆς, γιατὶ στὴν κορυφή του
πάτησε ὁ Χριστός, ἐκεῖ ἔγινε ἡ Μεταμόρφωσις, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Τί συνέβη
δηλαδή; Ὅλοι ἔχουμε ἀκούσει τὸ ἱστορικό, ἀλλ᾽ ἂς τὸ ἐπαναλάβουμε.
* * *
Ὁ Χριστὸς συνήθιζε νὰ βγαίνῃ μὲ τοὺς μαθητάς του σὲ μέρη ἐρημικὰ γιὰ προσευχή. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει, ὅτι κάποτε διανυκτέρευε στὴν προσευχή (Λουκ. 6,12). Αὐτό, ὅτι ὁ Χριστὸς νύχτες ὁλόκληρες περνοῦσε στὴν προσευχή, εἶνε ἔλεγχος. Ποιός ἀπὸ μᾶς πέρασε ἄγρυπνος ἀπὸ τὴ δύσι τοῦ ἥλιου ὣς τὴν ἀνατολὴ προσευχόμενος στὸ Θεό; Εἴμαστε τόσο ἀδιάφοροι, ποὺ καὶ λίγα λεπτὰ προσευχῆς μᾶς κουράζουν.
Αὐτὴ τὴ φορὰ ὁ Χριστὸς ἀνέβηκε στὸ Θαβώρ. Πῆρε μαζί του τρεῖς μόνο
μαθητάς, τὸ μικρό του κύκλο· τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Ὅλους
τοὺς μαθητάς του τοὺς ἀγαποῦσε, δὲν μεροληπτοῦσε, ἀλλ᾽ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς τοὺς
ξεχώριζε ὄχι ἀδίκως, γιατὶ διακρίνονταν· ὁ Πέτρος γιὰ τὴ δυνατὴ πίστι του,
ὁ Ἰάκωβος γιὰ τὴ στέρεη ἐλπίδα του, κι ὁ Ἰωάννης γιὰ τὴ θερμὴ ἀγάπη του. Αὐτοὶ
ἐνσάρκωναν τὶς τρεῖς μεγάλες θεολογικὲς ἀρετὲς τῆς καινῆς διαθήκης, ὅπως λέει
ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα» (Α΄
Κορ. 13,13).
Ἀνέβηκε, λοιπόν, ὁ Κύριος στὴν κορυφὴ
τοῦ ὄρους. Καὶ τότε –ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε–, ἐκεῖ ἔγινε
ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα θαύματά του. Θαῦμα ὄχι σὲ ἄλλα σώματα, ξένα, ἀλλὰ ἐπάνω
στὸ δικό του σῶμα (βλ. Ματ. 17,1-9. Μᾶρκ. 9,12-13. Λουκ. 9,28-36). Ἐνῷ οἱ τρεῖς
μαθηταὶ κουρασμένοι νύσταξαν καὶ τοὺς πῆρε ὕπνος, σὲ μιὰ στιγμὴ τὸ πρόσωπο
τοῦ Χριστοῦ ἀλλάζει· ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο! Ξύπνησαν τότε οἱ τρεῖς, συνῆλθαν καλὰ
ἀπ᾽ τὸν ὕπνο καὶ εἶδαν τὴ δόξα του (βλ. Λουκ. 9,32). Τὰ φτωχικὰ ῥοῦχα του, ποὺ
εἶχε ὑφάνει μὲ τὰ χέρια της στὸν ἀργαλειὸ ἡ Παναγία Θεοτόκος, ἔγιναν λευκὰ
καὶ ἀσταφτερὰ σὰν τὸ φῶς. Δίπλα του παρέστεκαν οἱ δύο μεγάλες μορφὲς τῆς παλαιᾶς
διαθήκης· ὁ Μωυσῆς (ποὺ ἐκπροσωποῦσε τὸ Νόμο) καὶ ὁ Ἠλίας (ποὺ ἐκπροσωποῦσε
τοὺς Προφῆτες)· ἐπιβεβαίωναν ἔτσι ποιόν ἐννοοῦσαν ὅταν προφήτευαν· καὶ τώρα συνωμιλοῦσαν
μαζί του γιὰ τὸ τέλος του ποὺ θὰ συνέβαινε σὲ λίγο μέσα στὴν Ἰερουσαλήμ. Ἀλλοιωμένος
ὁ Πέτρος εἶπε· Ὡραῖα εἶνε, Κύριε, νὰ μείνουμε ἐδῶ, κι ἂν θέλῃς στήνουμε τρεῖς
σκηνές, μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸ Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία – γιὰ τὸν ἑαυτό
τους δὲν σκέφτηκε, ἀρκεῖ νὰ βλέπουν τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Τότε ὅμως ἦρθε καὶ
τοὺς σκέπασε μία φωτεινὴ νεφέλη καὶ ἀπὸ αὐτὴν ἀκούστηκε πάλι ἡ ἴδια ἐκείνη
φωνὴ ποὺ εἶχε ἀκουστῆ τὰ Θεοφάνεια στὸν Ἰορδάνη· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός,
ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5). Θαμπωμένοι καὶ τρομαγμένοι ἔπεσαν
καὶ οἱ τρεῖς μὲ τὸ πρόσωπο στὴ γῆ.
Αὐτὸ εἶνε τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς ὅπως τὸ
περιγράφουν οἱ εὐαγγελισταί. Ἀπὸ τὴν ἐξιστόρησί του γεννιῶνται τρία ἐρωτήματα.
Πρῶτον, γιατί μεταμορφώθηκε ὁ Χριστός; δεύτερον, γιατί ἐμφανίστηκαν ὁ Μωυσῆς
καὶ ὁ Ἠλίας; καὶ τρίτον (τὸ πιὸ σοβαρὸ καὶ θεολογικό, ποὺ ἀποτελεῖ μυστήριο),
τί ἦταν τὸ φῶς αὐτὸ ποὺ ἔλαμψε ἐκεῖ; Τὸ τελευταῖο αὐτὸ εἶνε πολὺ δύσκολο, «ἄλγεβρα»
γιὰ μᾶς, ποὺ πολλὰ μάθαμε ἀλλ᾽ ὡς πρὸς τὴν πίστι μας ἔχουμε μεσάνυχτα.
* * *
⃝ 1ον Γιατί μεταμορφώθηκε ὁ Χριστός; Μεταμορφώθηκε,
ἀδελφοί μου, γιὰ τρεῖς λόγους.
Ὁ πρῶτος. Ὁ Ἰησοῦς παρουσιάστηκε στὸν
κόσμο ὡς ὁ πιὸ ἄσημος ἄνθρωπος. Ποιός ἄλλος γεννήθηκε σὲ τόσο ταπεινὲς
συνθῆκες, σὲ φάτνη τῶν ἀλόγων; Βρέφος ἔφυγε κυνηγημένος στὴν Αἴγυπτο.
Μεγαλώνοντας δὲν πῆγε σὲ σχολειά, δούλεψε σκληρά, ἦταν γνωστὸς σὰν ξυλουργός.
Κι ὅταν βγῆκε στὸ δημόσιο βίο, δὲν εἶχε πάνω του τίποτα τὸ ἐπίσημο. Κουραζόταν
καὶ τὸν ἔπαιρνε ὕπνος, πεινοῦσε κ᾽ ἔτρωγε ὅ,τι βρεθῇ, διψοῦσε κ᾽ ἔπινε μὲ τὶς
φοῦχτες ἀπὸ τὴν πηγή, ντυνόταν ἁπλᾶ, πονοῦσε στὴ θλῖψι, δάκρυζε στὸ θάνατο καὶ
στὰ μνήματα. Ὅλα αὐτὰ ἦταν ἀνθρώπινα, τὰ ἀδιάβλητα πάθη ποὺ λένε οἱ
θεολόγοι. Ὅποιος τὸν ἔβλεπε τὸν περνοῦσε γιὰ ἄνθρωπο –καὶ ἦταν ἄνθρωπος–,
κανείς δὲν φανταζόταν ὅτι πίσω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο κρύβεται ἡ θεότης. Γι᾽ αὐτὸ
σήμερα σύρει λίγο τὸ παραπέτασμα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, φαίνεται μιὰ ἀκτίνα ἀπὸ
τὸ θεϊκὸ μεγαλεῖο του, δείχνει καὶ τὴν ἄλλη φύσι του, ὅτι εἶνε καὶ Θεός! Νά ὁ
πρῶτος λόγος ποὺ ἔγινε ἡ Μεταμόρφωσις, γιὰ νὰ δείξῃ ὁ Χριστὸς ὅτι εἶνε καὶ
Θεός. Ἔμοιαζε μ᾽ ἕνα βασιλιᾶ ποὺ ἔβγαλε τὴ στολὴ καὶ τὸ στέμμα, ντύθηκε
ζητιάνος, καὶ περπατοῦσε ἀγνώριστος ἀνάμεσα στὸ λαό του.
Ὁ δεύτερος λόγος ποιός εἶνε; Νὰ φανῇ ὅτι
αὐτὸς εἶνε πάνω ἀπ᾽ ὅλους ἀνεξαιρέτως· ἀνθρώπους, ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, ἁγίους
καὶ δικαίους. Γι᾽ αὐτὸ στέκουν δίπλα του τιμητικῶς δύο ὄχι τυχαῖα πρόσωπα· ὁ
Μωυσῆς, ὁ νομοθέτης ποὺ πῆρε στὸ Σινὰ τὸ Δεκάλογο, καὶ ὁ Ἠλίας, ὁ πύρινος
προφήτης καὶ σύνοψις ὅλων τῶν προφητῶν. Οἱ κορυφαῖοι δηλαδὴ ἄνδρες τῆς παλαιᾶς
διαθήκης ἀναγνωρίζουν καὶ τιμοῦν τὸν Ἰησοῦ ὡς ἀνώτερό τους. Ἦταν αὐτὸ μία ἀπάντησι
σ᾽ ἐκείνους ποὺ ἔλεγαν περιφρονητικά· Ἐμεῖς δὲν ξέρουμε τί εἶν᾽ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς,
ἔχουμε τὸ Μωυσῆ, ἐκείνου εἴμαστε μαθηταί (βλ. Ἰω. 9,28-29). Τώρα ἡ
Μεταμόρφωσις μαρτυρεῖ, ὅτι ἐκεῖνοι οἱ κορυφαῖοι ἦταν μικροὶ μπροστὰ στὸν
βασιλέα Χριστό. Μ᾽ αὐτὰ ἀπαντῶ συγχρόνως καὶ στὸ 2ο ἐρώτημα, γιατί στὴ
Μεταμόρφωσι ἐμφανίστηκαν ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας· γιὰ νὰ βεβαιώσουν τὸ ὕψος τοῦ Ἰησοῦ.
Τέλος, ὁ τρίτος λόγος εἶνε· μὲ τὴ
Μεταμόρφωσί του ὁ Χριστὸς μᾶς δίνει μιὰ ἰδέα τῆς ἄλλης ζωῆς. Δυστυχὴς ὅποιος
νομίζει ὅτι ἡ ζωὴ τελειώνει μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ὄχι. Πέρα ἀπ᾽ τὸν
τάφο, σ᾽ ἕνα κόσμο ἀπερίγραπτο, ζοῦν οἱ ψυχὲς ὅλων. Ἀπόδειξις ὅτι ζοῦν, εἶνε
τὸ σημερινό· ὁ Μωυσῆς εἶχε πεθάνει πρίν χίλια πεντακόσα χρόνια, ὁ Ἠλίας πρίν
χίλια χρόνια, καὶ ὅμως νάτοι ὁλοζώντανοι συνομιλοῦν μὲ τὸ Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος δὲν
ἐξαφανίζεται· τὸ σῶμα λειώνει, ἡ ψυχὴ μένει ἀθάνατη.
Νά λοιπὸν οἱ τρεῖς λόγοι ποὺ ἔγινε ἡ
Μεταμόρφωσις· 1ον γιὰ ν᾽ ἀποδειχθῇ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, 2ον νὰ φανῇ ὅτι ὁ
Χριστὸς εἶνε μείζων πάνω ἀπ᾽ ὅλους, καὶ τρίτον νὰ πεισθοῦμε ὅτι ὑπάρχει ἄλλη
ζωή, ἀθάνατη καὶ αἰωνία.
⃝ Ἀπαντήσαμε
στὸ πρῶτο καὶ στὸ δεύτερο ἐρώτημα. Στὸ 3ο ἐρώτημα ὅμως, τί εἶνε τὸ φῶς αὐτὸ ποὺ
ἔλαμψε ἐκεῖ, μὴ ῥωτᾶτε ἐμένα· νὰ ῥωτήσουμε ἕναν ἅγιο, ποὺ τριάντα χρόνια πάλεψε
ἐπάνω στὴ μεγάλη αὐτὴ ὑπόθεσι. Οἱ θεολόγοι διχάστηκαν σὲ δύο παρατάξεις· ἄλλοι
ἔλεγαν ὅτι τὸ φῶς εἶνε κτιστόν, οἱ ὀρθόδοξοι ἔλεγαν ὅτι εἶνε ἄκτιστον – τὸ
καταλαβαίνετε; Συγκροτήθηκε Σύνοδος (1351μ.Χ.) γιὰ ν᾽ ἀποφανθῇ. Ὁ
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (αὐτὸς εἶνε ὁ ἅγιος ποὺ ἔδωσε τὴ μάχη) ἀπέδειξε, ὅτι τὸ φῶς
αὐτὸ δὲν εἶνε ὑλικό, ὅπως εἶνε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, ἀλλὰ εἶνε ἄκτιστο, ἐνέργεια τῆς
ἁγίας Τριάδος. Καὶ ἐνῷ ἡ οὐσία τῆς θεότητος εἶνε ἀπρόσιτη καὶ ἀμέθεκτη ἀπὸ τὸν
ἄνθρωπο, οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶνε μεθεκτὲς ἀπὸ τοὺς κεκαθαρμένους μὲ τὴν ἐνίσχυσι
τῆς θείας χάριτος. Αὐτὰ εἶνε ἀκατάληπτα στοὺς πολλούς, ἀλλὰ ἔτσι θέσπισε ἡ
Σύνοδος αὐτή, ποὺ ἀριθμεῖται ὡς ἡ Θ΄ (9η) Οἰκουμενικὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Συνεπῶς,
αὐτὰ κ᾽ ἐγὼ μπορῶ νὰ σᾶς μεταφέρω γιὰ τὸ φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Ὅπως ὁ ἥλιος εἶνε
ἀναγκαῖος γιὰ τὴν ὑλικὴ ζωή μας, ἔτσι τὸ φῶς τῆς Τρισηλίου Θεότητος εἶνε ἀναγκαῖο
γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Κι ὅπως τυφλοὶ δὲν βλέπουν τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, ἔτσι οἱ ἀκάθαρτες
ψυχὲς εἶνε τυφλὲς καὶ δὲν βλέπουν τὸ ἄκτιστο φῶς, ποὺ «φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον
εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω. 1,9).
* * *
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, τὰ λίγα καὶ φτωχὰ ἀπὸ
μένα γιὰ τὴ μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτή. Ὅπως χτίστηκαν ναοί της στὸ Θαβὼρ τῆς
Παλαιστίνης καὶ στὴν κορυφὴ τοῦ Ἄθωνος, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ
καὶ παρ᾽ ὅλες τὶς διαβολὲς κ᾽ ἐμπόδια χτίσαμε ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως στὸ ὕψωμα
τῆς Φλωρίνης. Δὲν ἦταν εὔκολο· ἦταν ἕνας ἆθλος, ποὺ πραγματοποίησαν δύο ἄνθρωποι·
ὁ ἱερομόναχος καὶ πνευματικὸς π. Ἱερόθεος καὶ ὁ τότε λαϊκὸς καὶ μετὰ ἱερομόναχος
καὶ ἱεραπόστολος στὴν Ἀφρικὴ Κοσμᾶς.
Πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ ζήσουμε τὴ Μεταμόρφωσι,
τὴ μεταβολή. Δηλαδή; Μέσα μας ζῇ «ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος» (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ.
3,9), ὁ παλαιὸς Ἀδὰμ μὲ τὶς κακίες κ᾽ ἐλαττώματα· «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε,
παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13).
Ν᾽ ἀλλάξῃ λοιπὸν ἡ ψυχή μας, νὰ καθαρθῇ ἀπὸ τὰ πάθη. Τότε θὰ ἔχουμε
μεταμόρφωσι, θὰ λάμψῃ καὶ σ᾽ ἐμᾶς τὸ φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, καὶ μαζὶ μὲ τὸν
Πέτρο, μὲ ψυχὴ γεμάτη θάμπος, θὰ λέμε· «Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Ματθ. 17,
4)· ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου