Ο Χριστός ξέρει τον πόνο μας
Ακούσαμε στο Ευαγγέλιο ότι ο
Κύριος είχε πάει σε ένα χωριό της Παλαιστίνης. Ήταν Σάββατο και οι Εβραίοι
είχαν μαζευτεί στη συναγωγή τους, δηλαδή στην εκκλησία του χωριού τους. Εκεί ο
Χριστός έκανε το κήρυγμά Του. Ενώ μιλούσε, τα μάτια όλων είχαν καρφωθεί στο
πρόσωπό Του και η προσοχή τους ήταν στραμμένη στην ακρόαση του λόγου Του. Και
ήταν φυσικό, να θέλουν να ακούσουν ό,τι περισσότερο για να ωφεληθεί η ψυχή
τους.
Ξαφνικά κάτι τράβηξε την προσοχή τους και για μια στιγμή ξέχασαν το λόγο του Θεού. Ήταν εκεί μία γυναίκα που φαινόταν να μην δίνει καμία σημασία στα όσα έλεγε ο Χριστός. Ήταν σκυμμένη κάτω και φαινόταν εντελώς αδιάφορη. Όσοι δεν την γνώριζαν άρχισαν τα σχόλια: «Μα τι κάνει αυτή η γυναίκα; Έχει επίγνωση πού βρίσκεται; Γιατί κάθεται έτσι μέσα στην Εκκλησία; Και μάλιστα την ώρα που ακούγεται ο λόγος του Θεού;».
Αλλά η απορία τους αυτή
διασαφηνίστηκε γρήγορα, γιατί τους είπαν κάποιοι: «Αυτή η γυναίκα δεν κάθεται
έτσι από καταφρόνηση. Είναι συγκύπτουσα. Δεν μπορεί να σηκώσει το κεφάλι της
προς τα πάνω. Γιατί; Ποιος να το ξέρει;». Μερικοί άλλοι είπαν: «Δαιμόνιο την
έχει πιάσει και την έχει φέρει σ’ αυτή την κατάσταση. Είναι δεκαοχτώ χρόνια που
την ταλαιπωρεί».
Δύσκολα θα καταφέρει κανείς να
μπει στην καρδιά ενός πονεμένου ανθρώπου εάν δεν έχει και ο ίδιος πονέσει.
Γιατί συνήθως καταλαβαίνουμε μόνο τον δικό μας πόνο. Των άλλων τον πόνο
προσπαθούμε να τον καταλάβουμε μόνο συγκρίνοντάς τον με ανάλογο πόνο δικό μας.
Αλλά ποιος μπορεί έτσι να μετρήσει του άλλου τον πόνο;
Ο Χριστός όμως, ο καρδιογνώστης
Θεός, ξέρει και τον πόνο και τα βάσανα του καθενός. Ξέρει και την αξία του
καθενός. Και το ήξερε ο Κύριος, ότι η γυναίκα αυτή βρισκόταν εκείνη την στιγμή
στην Εκκλησία με το κεφάλι κάτω αλλά με την καρδιά «άνω». Όπως ακριβώς
οφείλουμε να είμαστε και εμείς όταν βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Γιατί ερχόμαστε
στην Εκκλησία αποκλειστικά και μόνο γι’ αυτό: Για να σκύψουμε το κεφάλι μας
ενώπιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού όλες τις στιγμές της Θείας Λειτουργίας.
Αλλά ιδιαίτερα όταν ακούμε το παράγγελμα του ιερέως: «Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω
κλίνατε». Ή όταν τον βλέπουμε να ευλογεί και να λέει: «Ειρήνη πάσι». Ή: «Η
χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η
κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών». Τότε σκύβουμε το κεφάλι
κάτω, ανυψώνουμε την καρδιά μας προς τα επάνω και λέμε: «Θεέ μου, στείλε μου
την χάρη σου και την δωρεά σου. Προστάτεψέ με. Καθάρισέ με από τις αμαρτίες
μου. Αγίασέ με. Πάρε με κοντά σου. Δυνάμωσέ με εναντίον της αμαρτίας. Παράλαβέ
με στη Βασιλεία σου».
Προσπάθησε μόνο να με
κρατήσεις
Και ο Κύριος που ήξερε και έβλεπε
πόσο αυτή η γυναίκα, η συγκύπτουσα, είχε «άνω την καρδίαν», γύρισε και την
φώναξε. Αυτή με το μπαστουνάκι της, χωρίς να μπορεί να σηκώσει τα μάτια της να
τον κοιτάξει, σκυμμένη κάτω, πήγε κοντά του και ο Χριστός της είπε:
-Γύναι, απολέλυσαι από της
ασθενείας σου. Σε ελευθερώνω από την αρρώστια σου.
Και αμέσως σηκώθηκε όρθια. Μόλις
είπε ο Χριστός τα παντοδύναμα λόγια Του, εκείνα που έχτισαν τον κόσμο, αμέσως η
αρρώστια έφυγε και η γυναίκα σηκώθηκε όρθια. Και αφού σηκώθηκε όρθια, μέσα στη
χαρά της δεν ξέχασε τον ευεργέτη της, έπεσε κάτω και τον προσκύνησε και τον
ευχαρίστησε.
Εμείς έχουμε έλθει στην Εκκλησία
όπως η συγκύπτουσα είχε πάει στη συναγωγή. Ερχόμαστε για να δοξολογήσουμε τον
Χριστό. Για να Τον ευχαριστήσουμε διότι έγινε για μας άνθρωπος για να μας
αγιάσει, για να μας σώσει. Μπαίνουμε στην Εκκλησία και κοιτάζουμε την ιερά Του
μορφή και με τα μάτια του σώματος αλλά κυρίως με τα μάτια της ψυχής μας. Και
ευχαριστούμε τον Κύριο για την απέραντη καλωσύνη Του και την φιλανθρωπία Του.
Θυμόμαστε ότι σταυρώθηκε για μας. Τον παρακαλούμε ταπεινά όσο είμαστε μέσα στην
Εκκλησία με τη σκέψη μας, με τις κινήσεις μας, με την παρουσία μας, να είναι
κοντά μας. Να μας προστατεύει. Να μας αγιάζει.
Κάποτε μία ευλαβής γυναίκα
παρακαλούσε τον σύζυγό της, που δεν πήγαινε ποτέ Εκκλησία:
-Έλα να πάμε στην Εκκλησία μαζί.
Εκείνος έλεγε:
-Και τι να κάνω εκεί; Δεν τα
καταλαβαίνω αυτά που διαβάζουν.
Και διάφορες άλλες «προφάσεις εν
αμαρτίαις» γιατί ήταν ένας άνθρωπος που είχε ξεχάσει την ψυχή του.
Το μυαλό του ήταν στην ταβέρνα,
στα κρασάκια, στη φλυαρία και στα αγροτικά. Αυτά ήταν η μέριμνα της ζωής του.
Για την ωφέλεια της ψυχής του δεν ασχολιόταν ποτέ.
-Έλα να πάμε. Θα ακούσεις ωραία
πράγματα.
-Δεν τα καταλαβαίνω, δεν τα ξέρω
εγώ αυτά, έκανε εκείνος.
-Έλα, του έλεγε. Και άμα δεν
θέλεις να ακούσεις και νομίζεις πως δεν καταλαβαίνεις τα λόγια του Θεού κοίταξε
μόνο την εικόνα του Χριστού. Ρίξε μια ματιά στο Σταυρό του Χριστού. Κοίταξέ
Τον, πίσω από την αγία Τράπεζα σταυρωμένο για μας. Θα ‘ρθει ωφέλεια στην ψυχή
σου.
Τελικά τον κατάφερε και πήγε στην
Εκκλησία. Αλλά μια και δεν είχε διάθεση για προσευχή κοίταζε συνέχεια τον
Εσταυρωμένο. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκε:
-Για ποιον σταυρώθηκε ο Χριστός;
Αμέσως του ήρθε στο νου η
απάντηση: «Για μας τους αμαρτωλούς». Και αφού έκανε την σκέψη ότι «σταυρώθηκε ο
Χριστός για μένα τον αμαρτωλό», η χάρη του Θεού του έδωσε στην ψυχή κατάνυξη
και συναίσθηση. Έκανε το Σταυρό του και είπε: «Κύριε δυνάμωσέ με να ελευθερωθώ
από τον κακό εαυτό μου. Και να γίνω και εγώ καλός χριστιανός. Και σου δίνω τον
λόγο μου, θα τα κόψω όλα. Όλα».
Βγήκε από την Εκκλησία και
κράτησε το λόγο του. Το λέμε αυτό γιατί όλοι μέσα στην Εκκλησία κάνουν καλές
σκέψεις. Εκεί όλοι λέμε: «Θεέ μου, θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, πιο
αφοσιωμένοι σε σένα, πιο καθαροί απ’ ό,τι είμαστε μέχρι σήμερα». Αλλά όταν
βγαίνουμε έξω τα ξεχνάμε. Δεν είναι καλή κατάσταση να ξεχνάμε τις υποσχέσεις
μας στο Χριστό. Πρέπει να αγωνιζόμαστε να τις τηρούμε όλες με ακρίβεια. Γιατί;
Εμείς, όταν μιλάμε με κάποιον και μας πει μια κουβέντα, θέλουμε να είναι
συνεπής. Άμα είναι συνεπής, τον αγαπάμε και τον έχουμε στη καρδιά μας.
Ο καρδιογνώστης Θεός έτσι μας
θέλει. Και μάλιστα περισσότερο από όσο θέλομε εμείς συνεπείς απέναντί μας τους
φίλους μας και τους συνανθρώπους μας.
Γιατί ήρθαμε σήμερα στην
Εκκλησία; Γιατί αναζητούμε τον Θεό. Ψάχνουμε να Τον βρούμε. Ζητάμε την χάρη Του
και την προστασία Του. Γι’ αυτό κάνουμε το Σταυρό μας, γι’ αυτό προσευχόμαστε
στο σπίτι μας, γι’ αυτό νηστεύουμε. Μας λέγει ο Θεός: «Δεν θα με αναζητούσες,
αν δε με είχες στην καρδιά σου. Εσύ νομίζεις ότι απλώς με αναζητείς, αλλά εγώ
είμαι μέσα στη καρδιά σου. Προσπάθησε μόνο να με κρατήσεις εκεί».
Λέει ένας σοφός της σύγχρονης
εποχής: «Χωρίς Θεό είσαι χωρίς άγκυρα. Μακριά από τον Θεό είσαι φτωχός και
γυμνός. Κοντά στο Θεό είσαι πλούσιος και γεμάτος χαρά». Να γιατί ερχόμαστε στην
Εκκλησία.
Η μεγαλύτερη αρετή
Αφού ο Χριστός έκανε καλά την
συγκύπτουσα, οι άνθρωποι ενθουσιάστηκαν. Και άρχισαν να Τον επαινούν και να Τον
δοξάζουν. Αυτό κακοφάνηκε στον αρχισυνάγωγο και άρχισε να Τον κατηγορεί. Όχι
στα ίσα. Δεν τόλμησε να τα βάλει με τον Χριστό. Τα έβαλε με την φτωχή
γυναικούλα που είχε θεραπευθεί. Της έλεγε:
-Έξι μέρες είναι που πρέπει να
εργαζόμαστε. Αν εσύ θέλεις να πας στο γιατρό, δεν επιτρέπεται να πηγαίνεις
ημέρα Σάββατο. Πρέπει να πας εργάσιμη ημέρα. Αλλά όπως βλέπω εσύ κουβαλήθηκες
εδώ, όχι για να λατρεύσεις τον Θεό, αλλά για να σε κάνει καλά. Αμάρτησες. Την
ημέρα την εβδόμη την αφιερώνουμε στον Θεό. Τις άλλες έξι πάμε να θεραπευθούμε.
Μα τι κόπο είχε κάνει ο Χριστός
για να την θεραπεύσει; Δυό λόγια είπε. Και εκείνη δεν πήγε επίτηδες. Ο Χριστός
είπε: «σε ελευθερώνω από την ασθένεια».
Πες και συ σε έναν άρρωστο, «σε
ελευθερώνω από την ασθένεια». Ή ας έλθει ο καλύτερος γιατρός του κόσμου να το
πει. Τι θα γίνει με την κουβέντα του; Απολύτως τίποτε. Πώς λοιπόν ελευθερώθηκε
η συγκύπτουσα; Με τη δύναμη του Θεού.
Αφού ο Θεός το θέλησε έτσι, το
αποδεχόμαστε σαν οδηγία για τη ζωή και την σκέψη μας. Δεν επιτρέπεται στα έργα
του Θεού να κάνουμε τον σοφό και τον έξυπνο. Γιατί η μεγαλύτερη σοφία είναι
πάντοτε του Θεού. Και η μεγαλύτερη αρετή του ανθρώπου είναι να ομολογεί ότι
είναι κατώτερος και μικρότερος από τον Θεό. Ο άνθρωπος που δεν θέλει να
ομολογήσει ότι είναι μικρότερος από τον Θεό και έχει ανάγκη από τον λόγο Του,
ζημιώνει τον εαυτό του διότι μόνο κοντά στο Θεό υπάρχει εγγύηση καλής πορείας.
Ας στεκόμαστε σωστά ενώπιον του
Κυρίου. Που σημαίνει: Εγώ είμαι αμαρτωλός. Εγώ φταίω. Δεν μου φταίνε οι άλλοι.
Ούτε ο νόμος του Θεού. Μπορώ όμως να αγωνιστώ, να μετανοήσω και να διορθώσω το
μυαλό μου με βάση το νόμο του Θεού. Όλα τα άλλα είναι «προφάσεις εν
αμαρτίαις».-
Πηγή: Ι. Μ. Πρ. Ηλιού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου