Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Γιατί γύρισε ο Ναβάλνι; - Σταύρος Ζουμπουλάκης

Γιατί γύρισε ο Ναβάλνι;

Σταύρος Ζουμπουλάκης

Κλείνει αυτές τις μέρες ένας χρόνος από τον θάνατο, στις 16 Φεβρουαρίου 2024, του Αλεξέι Ναβάλνι, σε ηλικία 48 ετών, σε φυλακή της ρωσικής Αρκτικής. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς εκδόθηκαν τα απομνημονεύματά του με τον τίτλο «Πατριώτης», σε αρκετές γλώσσες ταυτόχρονα – μακάρι σύντομα και στα ελληνικά. Τα έγραψε στα ρωσικά, αλλά η πρώτη έκδοση έγινε στα αγγλικά («Patriot. Memoirs», Knopf, Νέα Υόρκη, Οκτώβριος 2024). Τα διάβασα στη γαλλική έκδοση, στην οποία μεταφράστηκαν από τα αγγλικά («Patriote», Robert Laffont, Οκτώβριος 2024, σ. 528). Το τελικό κείμενο συγκροτήθηκε εκ των υστέρων με τα κομμάτια που έστελνε κατά διαστήματα ο Ναβάλνι στη γυναίκα του και στους δικηγόρους του. Ο τίτλος μπορεί να παραξενέψει τον δυτικό αναγνώστη, έχει όμως πολιτική σημασία για τη Ρωσία: ο Πούτιν, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας (2014), κατηγορεί για προδοσία της πατρίδας όσους αντιτίθενται στην επεκτατική πολιτική του, και ο Ναβάλνι δεν θέλει να αφήσει τον δικτάτορα να καπηλεύεται την αγάπη για την πατρίδα.

Η πρώτη ενότητα του βιβλίου, δύο κεφάλαια μόνο, έχει τίτλο «Ο θάνατος από κοντά», όπου ο Ναβάλνι αφηγείται τη δηλητηρίασή του, στις 20 Αυγούστου 2020, με νευροτοξικό παράγοντα Νοβιτσόκ – δοκιμασμένο και σε άλλους, από το δολοφονικό καθεστώς Πούτιν. Καταρρέει στην τουαλέτα του αεροπλάνου που τον μετέφερε από το Τομσκ στη Μόσχα και σώζεται απροσδόκητα (για τους δηλητηριαστές του) σε ειδική κλινική του Βερολίνου, από την οποία βγαίνει στις 23 Σεπτεμβρίου. Oλο το βιβλίο γράφεται πραγματικά στον κοντινό ορίζοντα του θανάτου.

Αρχίζει να το γράφει το 2020 στη Γερμανία, όταν ανάρρωνε, έχοντας γλιτώσει από του χάρου τα δόντια, και το ολοκληρώνει στη φυλακή, όπου μετά από τριάμισι χρόνια άφησε την τελευταία πνοή του. Ο «Πατριώτης» αφηγείται τη ζωή και τη δράση του Ναβάλνι, υπό τη βέβαιη απειλή του θανάτου του. Ενώ το βιβλίο είναι τυπικά χωρισμένο σε τέσσερις άνισες ενότητες και έναν επίλογο, ουσιαστικά απαρτίζεται από δύο μέρη: στο πρώτο αφηγείται τη ζωή του και τη δράση του, το δεύτερο (από τη σ. 303) περιέχει το ημερολόγιο της φυλακής.

«Eχω τη χώρα μου και τις πεποιθήσεις μου. Αρνούμαι να εγκαταλείψω τη χώρα μου ή να την προδώσω…».

Γιος αξιωματικού, προορίζεται και ο Αλεξέι για μια ζωή με τα προνόμια του καλού κομμουνιστή. Ο πρώτος κλονισμός ότι κάτι δεν πάει καλά με τον κομμουνιστικό παράδεισο έρχεται τον Απρίλιο του 1986, όταν είναι μόλις δέκα χρόνων, με την πυρηνική καταστροφή στο Τσερνόμπιλ, το οποίο βρίσκεται πολύ κοντά στο χωριό όπου γεννήθηκε ο πατέρας του και στο οποίο ο ίδιος περνούσε μικρός τα καλοκαίρια του (εκεί τον βάφτισε η πιστή γιαγιά του κρυφά από τον πατέρα του, σ. 35). Ο δεύτερος κλονισμός δεν θα αργήσει: Γκορμπατσόφ, Γέλτσιν, διάλυση της Σοβιετικής Eνωσης. Διαμορφώνει τη γνώμη ότι ο Γκορμπατσόφ ήταν αναποφάσιστος, διστακτικός, χωρίς ισχυρή πεποίθηση για αυτό που ήθελε να κάνει (σ. 62-63), αλλά την εποχή που γράφει τα απομνημονεύματά του έχει καταλήξει σε μια θετική αποτίμηση, τονίζοντας ότι ήταν απολύτως αδιάφθορος, δεν πλούτισε, μολονότι είχε όλες τις ευκαιρίες να το κάνει (σ. 66-67). Το ζήτημα της διαφθοράς θα αποτελέσει από το 2000 και μετά το κέντρο των πολιτικών αγώνων του Ναβάλνι. Θα κατονομάσει και θα αποκαλύψει τους ισχυρούς της ρωσικής κλεπτοκρατίας, με επικεφαλής τον ίδιο τον δικτάτορα Πούτιν. Τον Σεπτέμβριο του 2011 δημιουργεί το ίδρυμα κατά της διαφθοράς και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς καταγγέλλει τη μεγάλη νοθεία στις εκλογές για τη Δούμα και συλλαμβάνεται. Η πολιτική δράση του έκτοτε θα συνοδεύεται από κάθε είδους διώξεις και θα διακόπτεται από συλλήψεις. Η εξιστόρησή τους φανερώνει σε όλη(;) της την έκταση τη φρίκη της πουτινικής δικτατορίας. Η τελευταία σύλληψή του θα γίνει στις 18 Ιανουαρίου 2021, ημέρα της επιστροφής του στη Ρωσία, στο αεροδρόμιο της Μόσχας, την οποία θα ακολουθήσουν αλλεπάλληλες καταδίκες.

Στις 17 Ιανουαρίου 2024, ένα μήνα πριν πεθάνει, ο Ναβάλνι γράφει στο ημερολόγιό του: «Πάνε ακριβώς τρία χρόνια που γύρισα στη Ρωσία, αφού νοσηλεύθηκα για τη δηλητηρίασή μου. Με συνέλαβαν στο αεροδρόμιο. Εδώ και τρία χρόνια βρίσκομαι στη φυλακή. Εδώ και τρία χρόνια απαντώ στην ίδια ερώτηση. Οι φυλακισμένοι μου τη θέτουν απλά και ευθύβολα. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι μου τη θέτουν προσεκτικά, αφού έχουν σβήσει τα μαγνητόφωνα. ”Γιατί γύρισες;”» (σ. 511). Αυτή είναι και η ερώτηση όλων μας. Θα την έθεσε ασφαλώς και ο ίδιος στον εαυτό του πριν από τον γυρισμό του και αφού γύρισε. Σώθηκε από βέβαιο θάνατο, είχε γυναίκα και παιδιά, είχε γονείς και αδελφό –ο Oλεγκ πλήρωσε πολύ ακριβά τη δράση του Αλεξέι, σ. 258-259–, ήξερε τι τον περίμενε, ήξερε ότι ο Πούτιν δεν θα τον άφηνε ζωντανό. Γιατί λοιπόν γύρισε; Η απάντησή του είναι απλή: «Eχω τη χώρα μου και τις πεποιθήσεις μου. Αρνούμαι να εγκαταλείψω τη χώρα μου ή να την προδώσω. Αν οι πεποιθήσεις έχουν ένα νόημα για σας, πρέπει να είστε έτοιμοι να αγωνιστείτε για αυτές και να κάνετε θυσίες αν χρειαστεί. Αν δεν είστε έτοιμοι να το κάνετε, αυτό σημαίνει ότι δεν έχετε πεποιθήσεις. Νομίζετε μόνο ότι έχετε. Αλλά αυτά δεν είναι πεποιθήσεις, ούτε αρχές· είναι απλώς σκέψεις» (σ. 512). Ο χριστιανός Ναβάλνι ξέρει ωστόσο καλά μέσα του ότι κάτι άλλο βαθύτερο τον οδήγησε να πάρει τον δρόμο της επιστροφής, δηλαδή της θυσίας: «Η αληθινή ερώτηση είναι η εξής: είστε μαθητής της θρησκείας που ο ιδρυτής της θυσιάστηκε για τους άλλους, για να εξαγοράσει τις αμαρτίες τους; Πιστεύετε στην αθανασία της ψυχής […];» (σ. 521). Σε αυτή τη μόνη αληθινή ερώτηση, την οποία μας απευθύνει, ο Ναβάλνι απάντησε ως αληθινός μαθητής του Χριστού. Γι’ αυτό και καταλήγει (αυτά είναι τα τελευταία λόγια του βιβλίου): «Δουλειά μου είναι να αποζητώ τη Βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του [Μτ 6: 33], και να αφήσω τον παλιόφιλο Ιησού και την υπόλοιπη παρέα του να ασχοληθούν με όλα τα άλλα. Δεν θα με εγκαταλείψουν και θα τακτοποιήσουν όλα τα προβλήματά μου. Oπως λέμε εδώ στη φυλακή: θα πληρώσουν αυτοί για μένα»!

Πηγή: Καθημερινή