Το Βιβλίο του Ιώβ: Η Εβραϊκή θεολογία για τον πόνο
και την πίστη στον Θεό
Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος
Ανάμεσα στα ιερά βιβλία του Τανάκ (η Εβραϊκή
Βίβλος), η θέση του Βιβλίου του Ιώβ είναι ξεχωριστή. Ανήκει στα «Κετουβίμ»
(Αγιόγραφα ή Γραπτά) – την τρίτη ενότητα της Εβραϊκής Βίβλου – και θεωρείται
ένα από τα σημαντικότερα έργα σοφίας και θεολογίας. Η αφήγηση του Ιώβ, ενός
δίκαιου ανθρώπου που δοκιμάζεται σκληρά χωρίς προφανή λόγο, αγγίζει ένα από τα
βαθύτερα υπαρξιακά ερωτήματα: Γιατί υποφέρουν οι αθώοι;
Η Ιουδαϊκή παράδοση δεν προσφέρει απλές και
εύκολες απαντήσεις. Αντιθέτως, το βιβλίο προσκαλεί σε ειλικρινή αναμέτρηση με
το μυστήριο του πόνου. Οι ραβινικές ερμηνείες, όπως καταγράφονται στο Ταλμούδ
και στις ραβινικές ανθολογίες, αντιμετωπίζουν το κείμενο ως ένα
φιλοσοφικό/θεολογικό έργο που εξετάζει τα όρια της ανθρώπινης κατανόησης και
την ανάγκη για πίστη, ακόμα και μέσα στην αβεβαιότητα.
Στο Ταλμούδ βρίσκουμε την δήλωση: «Ιώβ δεν υπήρξε ποτέ· το βιβλίο γράφτηκε για να διδάξει». Αυτή η άποψη προτείνει ότι το βιβλίο είναι αλληγορικό, ένα έργο που αποσκοπεί στην διδασκαλία ηθικών και πνευματικών αξιών, όχι στην παρουσίαση ιστορικού γεγονότος.
Ο Ιώβ, παρά τις απώλειες και τον πόνο, δεν παύει
να εμπιστεύεται τον Θεό. Δεν αρνείται τον Θεό, αλλά Του μιλάει, Τον αμφισβητεί,
Του ζητά εξηγήσεις. Αυτό το στοιχείο της ενεργής σχέσης με το Θείο είναι
κεντρικό στην Ιουδαϊκή σκέψη. Δεν είναι αμαρτία να ρωτάς τον Θεό «γιατί». Είναι
έκφραση πίστης να αναγνωρίζεις ότι υπάρχει κάποιος που ακούει.
Άλλοι ραβίνοι, όπως ο Ναχμανίδης (12ος αιώνας),
βλέπουν στο Βιβλίο του Ιώβ μία προειδοποίηση ενάντια στην θεολογική
υπεραπλούστευση. Υποστηρίζει ότι οι φίλοι του Ιώβ σφάλλουν επειδή προσπαθούν να
εξηγήσουν τον πόνο με βάση λογικές που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Ο πόνος δεν είναι πάντοτε τιμωρία. Ούτε η ευτυχία είναι πάντοτε ανταμοιβή.
Το βιβλίο τελειώνει χωρίς σαφή απάντηση, αλλά με
μία αποκάλυψη: ο Ιώβ, μέσα από τον διάλογό του με τον Θεό, φτάνει σε βαθύτερη
κατανόηση του εαυτού του και του κόσμου. Όπως λέει στο τέλος (Ιώβ 42:5): «ἀκοὴν
μὲν ὠτὸς ἤκουόν σου τὸ πρότερον, νυνὶ δὲ ὁ ὀφθαλμός μου ἑώρακέ σε» (Ως τώρα σε
γνώριζα μονάχα από όσα είχα ακούσει· τώρα όμως σε βλέπουν τα μάτια μου).
Στην αναμέτρηση με τον πόνο, ο Ιώβ δεν βρίσκει
εξήγηση, αλλά εμπειρία Θείας παρουσίας. Αυτή είναι και η καρδιά της Ιουδαϊκής
ερμηνείας: όχι απλοϊκές απαντήσεις, αλλά μία πρόσκληση για ουσιαστικό διάλογο
με τον Θεό και τον ίδιο μας τον εαυτό και ένα κάλεσμα να σταθούμε με
ειλικρίνεια μπροστά στο μυστήριο του πόνου και να διατηρήσουμε την πίστη μας,
ακόμη και όταν όλα είναι βυθισμένα μέσα στο σκοτάδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου