Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

Ο Άγιος Ιερόθεος Επίσκοπος Αθηνών: ένας Γνωστός Άγνωστος - Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

 Ο Άγιος Ιερόθεος Επίσκοπος Αθηνών: 
ένας Γνωστός Άγνωστος

Η Ορθόδοξη Εκκλησία στις 4 Οκτωβρίου εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Ιεροθέου, ο οποίος σύμφωνα με τις παραδόσεις υπήρξε ο πρώτος Επίσκοπος Αθηνών, χειροτονημένος από τον Απόστολο Παύλο. Αν και η Αγία Γραφή δεν αναφέρει το όνομά του, οι Πατερικές πηγές, τα Συναξάρια και τα Αρεοπαγιτικά κείμενα αναδεικνύουν τον Ιερόθεο ως κομβική μορφή στα πρώτα βήματα του Χριστιανισμού στην Ελλάδα. Μέσα από τη μελέτη της ζωής του, ανακύπτουν ερωτήματα γύρω από την έλλειψη αναφοράς του στις Πράξεις των Αποστόλων, καθώς και τη συμβολή του στη διαμόρφωση της πρώιμης χριστιανικής υμνογραφίας.

Ο Ιερόθεος στα Συναξάρια και την Παράδοση

Ο Ιερόθεος, πριν την γνωριμία του με τον Απόστολο Παύλο, ήταν φιλόσοφος και μέλος του Αρείου Πάγου. Στην ομιλία του Παύλου στον Άρειο Πάγο (Πράξεις 17:34) αναφέρεται ρητά ο «Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης» αλλά όχι ο Ιερόθεος. Τα Συναξάρια όμως, και κυρίως οι μεταγενέστερες παραδόσεις, τον κατονομάζουν ως συνεργάτη του Παύλου και πρώτο Επίσκοπο Αθηνών, γεγονός που δείχνει τη σημασία της τοπικής μνήμης στην εδραίωση της θέσης του μέσα στην Εκκλησία.

Το πρόβλημα της σιωπής του Λουκά

Ένα από τα βασικά ζητήματα που προκύπτουν αφορά την απουσία του Ιεροθέου από τις Πράξεις των Αποστόλων. Στο χωρίο Πράξεις 17:34, ο Λουκάς αναφέρει ότι πίστεψαν μετά το κήρυγμα του Παύλου στον Άρειο Πάγο ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, μία γυναίκα ονόματι Δάμαρις, «και άλλοι σύν αυτοίς». Ο Ιερόθεος δεν κατονομάζεται.

Η ιστορικοκριτική σχολή προτείνει δύο ερμηνείες:

Ο Ιερόθεος δεν υπήρξε σύγχρονος του Παύλου στην Αθήνα. Η παράδοση περί χειροτονίας του θεωρείται μεταγενέστερη κατασκευή της τοπικής Εκκλησίας Αθηνών για να θεμελιώσει αποστολικό κύρος στην επισκοπή της.

Ο Ιερόθεος ήταν πιθανόν παρών, αλλά ο Λουκάς επέλεξε να καταγράψει μόνο ενδεικτικά ονόματα (Διονύσιο και Δάμαρι) αφήνοντας απέξω άλλους. Στην περίπτωση αυτή, η σιωπή δεν αναιρεί την ιστορικότητα της παρουσίας του.

Η εκκλησιαστική παράδοση υιοθέτησε πλήρως το δεύτερο σενάριο. Θεωρεί γενικά δεδομένο ότι ο Ιερόθεος άκουσε τον Παύλο στον Άρειο Πάγο, πίστεψε και χειροτονήθηκε από αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο, η Εκκλησία συμπλήρωσε το κενό του Λουκά και διατήρησε ζωντανή τη μνήμη του ως πρώτο Επίσκοπο.

Προσωπικά συντάσσομαι με την εκκλησιαστική παράδοση προσθέτοντας και την σκέψη ότι ίσως ο Λουκάς αναφέρει μόνο τον Διονύσιο και την Δάμαρι διότι τα πρόσωπα αυτά βρίσκονταν εν ζωή (ο Ιερόθεος είχε κοιμηθεί) και ήταν γνωστά στον παραλήπτη των Πράξεων.

Ο Ιερόθεος ως υμνογράφος

Η παράδοση προσφέρει ιδιαίτερο βάρος στην πνευματική μορφή του Ιεροθέου ως υμνογράφου. Ο Ψευδο-Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, στο έργο Περί θείων ονομάτων (III, 2), τον χαρακτηρίζει «θεσπέσιον μελουργόν», σημειώνοντας ότι έψαλε ένθεους ύμνους κατά την Κοίμηση της Θεοτόκου. Αν και κανένα υμνογραφικό κείμενο δεν σώζεται στο όνομά του, οι μεταγενέστεροι πατέρες, όπως ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, διατηρούν την εικόνα του ως μυστικού θεολόγου που γνώρισε την εμπειρία της ένθεης υμνωδίας. Αυτό οδηγεί τους ερευνητές να αναγνωρίζουν ότι πρόσωπα σαν τον Ιερόθεο πιθανότατα αντιπροσώπευαν τη μετάβαση από το «αυθόρμητο ψάλσιμο» στον πιο συγκροτημένο λειτουργικό ύμνο. Έτσι, ακόμη κι αν δεν έχουμε άμεσα δείγματα έργων του, η μαρτυρία γι’ αυτόν δείχνει ότι η Εκκλησία θεωρούσε τους ύμνους και τις μελωδίες ως βασικό μέσο έκφρασης της θεολογικής εμπειρίας ήδη από τον 1ο αιώνα.

Η υμνογραφία στην Αποστολική περίοδο

Η υμνολογική έρευνα αναγνωρίζει ότι ήδη στους αποστολικούς χρόνους υπήρχαν χριστιανικοί ύμνοι, οι οποίοι όμως διαδίδονταν κυρίως προφορικά. Στην Καινή Διαθήκη εντοπίζονται αποσπάσματα που πιθανόν αποτελούν τμήματα πρώιμων ύμνων: ο Χριστολογικός ύμνος στην προς Φιλιππησίους (2:6–11), οι «πιστοί λόγοι» των Ποιμαντικών Επιστολών, αλλά και ο λεγόμενος «Ύμνος της Αγάπης» στην Α’ Κορινθίους 13. Αυτά δείχνουν ότι η νέα Εκκλησία δεν περιοριζόταν μόνο στη χρήση των Ψαλμών, αλλά συνέθετε και νέους λατρευτικούς ύμνους.

Ωστόσο, σχεδόν κανένας από αυτούς τους ύμνους δεν εισήλθε στη μεταγενέστερη εκκλησιαστική υμνογραφία με αυτούσιο τρόπο. Οι λόγοι για τους οποίους οι ύμνοι της αποστολικής περιόδου δεν διασώθηκαν ποικίλλουν:

η κυριαρχία της προφορικής παράδοσης

οι διωγμοί και οι αντίξοες συνθήκες της ζωής των πρώτων χριστιανών

η εξέλιξη της λατρείας που οδήγησε σε αντικατάσταση των πρώτων απλών ύμνων με περισσότερο εξελιγμένες συνθέσεις κατά τον 5ο–9ο αιώνα (π.χ. Ρωμανός ο Μελωδός).

Συνεπώς, η υμνογραφία της Αποστολικής εποχής, παρότι δεν άφησε χειρόγραφα μνημεία, λειτούργησε ως πνευματικό και θεολογικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η μεγάλη παράδοση της Εκκλησίας. Η σύνδεση του Ιεροθέου με την ψαλμωδία και την σύνθεση ύμνων αποτελεί σύμβολο αυτού του πρώτου πνευματικού σταδίου δημιουργικής εκκλησιαστικής ποιητικής και μουσικής έκφρασης.

Οι συνθήκες του θανάτου του

Για τον θάνατο του Αγίου Ιεροθέου δεν έχουμε σαφείς ιστορικές μαρτυρίες. Δεν καταγράφεται μαρτύριο, αλλά η παράδοση τον παρουσιάζει να τελειώνει τον βίο του ειρηνικά, έχοντας ποιμάνει την Εκκλησία των Αθηνών ως πρώτος Επίσκοπος.

Τιμή στην Ανατολή και τη Δύση

Η τιμή του Ιεροθέου διατηρείται κυρίως στην Ανατολική Εκκλησία. Στην Δύση, αν και το όνομά του έγινε γνωστό μέσα από τα Αρεοπαγιτικά, δεν εντάχθηκε στο Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο και δεν καλλιεργήθηκε ιδιαίτερη τιμή στο πρόσωπό του.

Ο Άγιος Ιερόθεος, Επίσκοπος Αθηνών, αποτελεί μορφή που γεφυρώνει την αποστολική εποχή με τη μεταγενέστερη εκκλησιαστική παράδοση. Αν και το όνομά του δεν διασώθηκε στις Πράξεις των Αποστόλων, η τοπική μνήμη και η αγιολογική παράδοση τον ανέδειξαν ως τον πρώτο ποιμένα της Εκκλησίας των Αθηνών και πρόδρομο της εκκλησιαστικής υμνογραφίας. Η εικόνα του ως «θεσπέσιου μελουργού» δείχνει ότι ήδη στον 1ο αιώνα οι Χριστιανοί αντιλαμβάνονταν την υμνογραφία και μελοποιΐα, ως αναπόσπαστο κομμάτι της θεολογικής τους εμπειρίας και ομολογίας, αν και αυτά τα ποιητικά κείμενα δυστυχώς δεν διασώθηκαν μέχρι τις ημέρες μας.

Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

***

Saint Hierotheos, Bishop of Athens: A Known Stranger

On October 4, the Orthodox Church commemorates Saint Hierotheos, who according to tradition was the first Bishop of Athens, ordained by the Apostle Paul. Although the Holy Scripture does not mention his name, Patristic sources, the Synaxaria, and the Areopagitic writings present Hierotheos as a pivotal figure in the early stages of Christianity in Greece. The study of his life raises questions regarding his absence in the Acts of the Apostles, as well as his contribution to the formation of early Christian hymnography.

Hierotheos in the Synaxaria and Tradition

Before meeting the Apostle Paul, Hierotheos was a philosopher and a member of the Areopagus. In Paul’s speech before the Areopagus (Acts 17:34), the text explicitly records “Dionysios the Areopagite,” but not Hierotheos. The Synaxaria, however, and especially later traditions, identify him as Paul’s collaborator and the first Bishop of Athens, underscoring the importance of local memory in establishing his role within the Church.

The Problem of Luke’s Silence

One key question concerns Hierotheos’ absence from the Acts of the Apostles. In Acts 17:34, Luke reports that following Paul’s preaching at the Areopagus, “Dionysios the Areopagite” and a woman named Damaris believed, “and others with them.” Yet Hierotheos is not named.

The historical-critical school offers two interpretations:

Hierotheos was not a contemporary of Paul in Athens. The tradition of his ordination is seen as a later construct of the local Athenian Church to establish apostolic legitimacy for its episcopate.

Hierotheos may well have been present, but Luke chose to record only a few representative names (Dionysios and Damaris), leaving others unnamed. In this case, Luke’s silence does not negate his historical existence.

The ecclesiastical tradition fully embraced the second interpretation. It generally maintains that Hierotheos heard Paul at the Areopagus, believed, and was ordained by him. In this way, the Church filled in Luke’s silence and preserved his memory as the first Bishop of Athens.

Personally, I am inclined towards the ecclesiastical tradition, adding the thought that Luke may have mentioned only Dionysios and Damaris because these individuals were still alive (whereas Hierotheos had already passed away) and were better known to the recipient of Acts.

Hierotheos as Hymnographer

Tradition places particular emphasis on the spiritual image of Hierotheos as a hymnographer. Pseudo-Dionysius the Areopagite, in On the Divine Names (III, 2), calls him a “divinely inspired hymnographer,” noting that he sang sacred hymns at the Dormition of the Theotokos. Although no hymnographic texts survive under his name, later Fathers such as John of Damascus preserve his image as a mystical theologian who experienced divine hymnody. Scholars therefore recognize that figures like Hierotheos probably represent the transition from “spontaneous psalmody” to more organized liturgical hymnography. Thus, even if we lack direct examples of his works, the witness to his existence shows that the Church regarded hymns and melodies as essential expressions of theology as early as the first century.

Hymnography in the Apostolic Period

Liturgical scholarship acknowledges that Christian hymns already existed in apostolic times, though they were transmitted primarily orally. The New Testament contains passages that may reflect early hymns: the Christological hymn in Philippians 2:6–11, the “faithful sayings” in the Pastoral Epistles, and the so-called “Hymn of Love” in 1 Corinthians 13. These suggest that the early Church did not restrict itself to the Psalms alone but also composed new songs of worship.

However, few if any of these early hymns entered later ecclesiastical hymnography in their original form. Various reasons account for the lack of preservation of apostolic hymns:

the predominance of oral tradition

the persecutions and harsh conditions of early Christian life

the development of liturgical worship, which replaced simple early hymns with more elaborate compositions during the 5th–9th centuries (e.g., Romanos the Melodist).

Thus, the hymnography of the Apostolic period, though it left no surviving manuscripts, functioned as a spiritual and theological foundation upon which the Church’s rich hymnographic tradition was later built. The association of Hierotheos with hymn-singing and composition symbolizes this initial stage of creative ecclesiastical poetry and musical expression.

The Circumstances of His Death

There is no clear historical evidence concerning the death of Saint Hierotheos. The sources do not mention martyrdom, but tradition presents him as having peacefully completed his life after shepherding the Church of Athens as its first Bishop.

Veneration in East and West

The veneration of Hierotheos is preserved mainly in the Eastern Church. In the West, although his name became known through the Areopagitic writings, he was not included in the Roman Martyrology, nor was a feast for his veneration developed.

Saint Hierotheos, Bishop of Athens, is a figure who connects the apostolic era with later ecclesiastical tradition. Although his name does not appear in the Acts of the Apostles, local memory and hagiographical tradition elevated him as the first shepherd of the Church of Athens and as a forerunner of ecclesiastical hymnography. His image as a “divinely inspired hymnographer” demonstrates that already in the first century, Christians understood hymnody and sacred music as an inseparable part of their theological experience and confession, even if these early poetic texts have not survived to the present day.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: