Η Παραβολή του Άφρονος Πλουσίου - Ενάτη Κυριακή
του Λουκά
Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος
Η Κυριακή, 23 Νοεμβρίου 2025, είναι η Ενάτη Κυριακή του Λουκά, και το ευαγγελικό ανάγνωσμα (Λουκ. 12:16-21) μάς φέρνει αντιμέτωπους με την παραβολή του άφρονος πλουσίου — ενός ανθρώπου που πίστεψε ότι μπορούσε να θεμελιώσει τη ζωή του επάνω στα πλούτη του. Ο Χριστός αφηγείται πως ένας πλούσιος καλλιεργητής είχε μια εξαιρετικά καρποφόρα σοδειά. Αντί όμως να ευχαριστήσει τον Θεό και να διαμοιράσει τους καρπούς της ευλογίας Του, σκέφτηκε να κατεδαφίσει τις αποθήκες του για να χτίσει μεγαλύτερες, ώστε να αποθηκεύσει εκεί τα αγαθά του για πολλά χρόνια. Μέσα του είπε: «Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά αποταμιευμένα για χρόνια πολλά· αναπαύου, φάε, πιες, ευφραίνου». Όμως ο Θεός τού απάντησε: «ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; »
Η παραβολή αυτή δεν είναι απλώς μια ηθική
διδασκαλία περί φιλαργυρίας. Είναι μια βαθιά αποκάλυψη της πνευματικής
τυφλότητας του ανθρώπου που περιορίζει τη ζωή του στο γήινο και φθαρτό. Όπως
διδάσκουν οι Πατέρες, το λάθος του πλουσίου δεν ήταν η ευεργεσία του Θεού — ο
πλούτος του — αλλά η πνευματική τύφλωση της καρδιάς του, η φιλοδοξία να ζήσει
χωρίς αναφορά στον Δημιουργό. «Καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ», λέει ο ευαγγελιστής.
Όλα τα σκεπτόταν μόνο μέσα στην αυτάρκειά του, χωρίς διάλογο και σχέση με τον
Θεό. Έγινε ο εαυτός του θεός.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας την
περικοπή, λέει: «Οὐκ ἐζημίωσεν αὐτὸν ὁ πλοῦτος, ἀλλ’ ἡ τοῦ πλούτου πονηρὰ χρῆσις.»
Δεν φταίει η ευλογία, αλλά η χρήση της. Ο πλούσιος θα μπορούσε να καταστήσει τα
αγαθά του σκάλα σωτηρίας, βοηθώντας τον πλησίον, ταΐζοντας τον πεινασμένο,
ενδύοντας τον γυμνό. Αντί αυτού, μίλησε στην ψυχή του σαν σε δούλη: «ψυχή, ἔχεις
πολλὰ ἀγαθὰ…». Εξίσωσε την ψυχή με τα υλικά αγαθά, λησμονώντας ότι αυτή δεν
αναπαύεται με τροφή και ευωχία, αλλά με την κοινωνία του Θεού.
Η φωνή του Θεού έρχεται ξαφνική και αυστηρή: «Ἄφρον!».
Η λέξη αυτή αποκαλύπτει την ουσία της αμαρτίας του· δεν είναι απλώς άδικος,
ούτε απλώς εγωιστής· είναι άφρων — δηλαδή στερημένος πνευματικής φρόνησης. Δεν
κατάλαβε ότι η ζωή δεν ανήκει στον άνθρωπο. Η ψυχή είναι δώρο, και μπορεί να
ζητηθεί πίσω ανά πάσα στιγμή. Έζησε για τον εαυτό του και όχι για τον Θεό·
έχτισε αποθήκες για τα σιτηρά, αλλά άφησε ρημαγμένη την αποθήκη της καρδιάς
του.
Στην Ορθόδοξη Παράδοση, η παραβολή αυτή είναι
κραυγή αφύπνισης για όλους μας που συχνά κυνηγάμε «μεγαλύτερες αποθήκες» —
περισσότερα αγαθά, ασφάλεια, άνεση — και λησμονούμε να θησαυρίσουμε «εἰς θεόν».
Ο Χριστός στο τέλος τονίζει: «οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν».
Με αυτή τη φράση, η Εκκλησία βλέπει τον αντίποδα του άφρονος: τον άνθρωπο που
κάνει τον Θεό το κέντρο της ζωής του. Ο πνευματικά φρόνιμος είναι αυτός που
αντανακλά τη γενναιοδωρία του Δημιουργού, που βλέπει τα υλικά αγαθά ως μέσο
κοινωνίας και αγάπης.
Ας αναρωτηθούμε, λοιπόν, αυτή την Κυριακή: πού
στεγάζουμε τα αγαθά μας; Χτίζουμε αποθήκες στη γη ή θησαυρούς στον ουρανό; Ο
Θεός δεν μας ζητά να απαρνηθούμε τον κόπο και την ευτυχία, αλλά να θυμόμαστε
ότι όλα είναι δώρα δικά Του, δοσμένα για να γίνουν ευλογία για τους άλλους.
Όπως είπε ο Μέγας Βασίλειος: «Το περίσσευμά σου ανήκει σε εκείνον που έχει
ανάγκη.»
Ο άφρων πλούσιος έγινε παράδειγμα προς αποφυγήν
όχι επειδή είχε, αλλά επειδή δεν μοιράστηκε· όχι επειδή κατείχε, αλλά επειδή
δεν ευχαρίστησε· όχι επειδή αποθήκευσε σιτηρά, αλλά επειδή δεν φύλαξε στην ψυχή
του την αγάπη. Η σημερινή παραβολή μας προτρέπει να μετατρέψουμε τα υπάρχοντά
μας σε ευκαιρίες σωτηρίας, να «πλουτίσουμε εις Θεόν» με πίστη, ελεημοσύνη και
ευχαριστία.
***
The Parable of
the Rich Fool – Ninth Sunday of Luke
Sunday,
November 23, 2025, marks the Ninth Sunday of Luke, and the Gospel reading (Luke
12:16–21) confronts us with the parable of the rich fool — a man who believed
he could build his life upon his wealth. Christ tells of a prosperous landowner
whose fields yielded an abundant harvest. Yet instead of thanking God and
sharing the fruits of God’s blessing, he decided to tear down his barns and
build larger ones to store his goods for many years. He said to himself: “My
soul, you have many goods laid up for many years; rest, eat, drink, and be
merry.” But God said to him: “Fool! This very night your soul will be demanded
of you; and the things you have prepared, whose will they be?”
This parable is
not simply a moral lesson about greed. It is a profound revelation of the
spiritual blindness of one who confines his life to what is earthly and
perishable. As the Fathers teach, the rich man’s error was not the blessing of
God — his wealth — but the spiritual blindness of his heart, his ambition to
live cut off from the Creator. “And he thought within himself,” the Evangelist
writes. He pondered everything within the boundaries of his self-sufficiency,
without dialogue or communion with God. He made himself his own god.
Saint John
Chrysostom, commenting on this passage, says: “It was not wealth that harmed
him but the evil use of wealth.” The fault lies not in the blessing, but in its
misuse. The rich man could have turned his possessions into a ladder of
salvation by helping his neighbor, feeding the hungry, and clothing the naked.
Instead, he spoke to his soul as if it were a servant: “Soul, you have many
goods…” He equated the soul with material things, forgetting that the soul does
not find rest in food and luxury but in communion with God.
The voice of
God comes suddenly and sternly: “Fool!” That word reveals the very essence of
his sin. He is not merely unjust or selfish; he is foolish — deprived of
spiritual understanding. He failed to recognize that life does not belong to
man. The soul is a gift that may be asked back at any moment. He lived for
himself and not for God; he built barns for his grain but left the barn of his
heart desolate.
In the Orthodox
Tradition, this parable is a cry of awakening to all of us who often pursue
“larger barns” — more goods, more comfort, more security — and forget to store
up “treasures toward God.” Christ concludes: “So is the one who lays up
treasure for himself and is not rich toward God.” With this saying, the Church
sets before us the opposite type of the fool: the person who makes God the
center of his life. The spiritually wise are those who reflect the generosity
of the Creator, who view material blessings as means of communion and love.
So let us ask
ourselves this Sunday: where do we store our treasures? Are we building barns
on earth, or storing riches in heaven? God does not ask us to renounce labor or
joy, but to remember that all things are His gifts, offered to us so that we
may become a blessing to others. As Saint Basil the Great said: “The excess of
your goods belongs to the one who is in need.”
The rich fool
became a warning example—not because he possessed, but because he did not
share; not because he had abundance, but because he failed to give thanks; not
because he stored grain, but because he did not preserve love within his soul.
Today’s parable calls each of us to transform our possessions into
opportunities for salvation and to “become rich toward God” through faith,
mercy, and gratitude.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου