Και
γεννάται το εύλογο ερώτημα : Υπάρχει νομοθετικό καθεστώς προστασίας από τις
ανωτέρω προσβολές;
Υπήρχε εις
το Ζ΄ Κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα περί προστασίας της θρησκευτικής Ειρήνης το
άρθρο 199 το οποίο επροστάτευε ποινικά από την καθύβριση κάθε θρησκεύματος.
Καθύβριση νοείται κάθε περιφρονητική εκδήλωση του υπαιτίου κατά της Ορθόδοξης
Εκκλησίας ή εναντίον άλλης γνωστής κατά το Σύνταγμα θρησκείας, η οποία γίνεται
κατά τρόπο “χονδροειδή” και “χυδαίο”. Καθυβρίζονται τα δόγματα, τα Ιερά
Πρόσωπα, τα Σύμβολα, η Θεία Λατρεία, τα Ιερά Μυστήρια.
Στο ισχύον Σύνταγμα, στην προμετωπίδα υπάρχει η διακήρυξη «Εις το Όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».Εν συνεχεία στο άρθρον 3 παρ. 1 του Συντάγματος, στο Β΄ Τμήμα που αναφέρεται στις Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, διακηρύσσεται πανηγυρικά από τον Συνταγματικό Νομοθέτη ότι «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού.
Η
Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού
Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της
Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού, τηρεί
απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και
τις ιερές παραδόσεις.Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν
ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή
Ιερά Σύνοδο, που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο
Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού
Τόμου της 29ης Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξεως της 4ης
Σεπτεμβρίου 1928».Με την ανωτέρω διάταξιν θεσπίζεται το καθεστώς της «νόμω
κρατούσης Πολιτείας».Το ως άνω
ισχύον στην Ελλάδα σύστημα στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας έχει τα
κατωτέρω ουσιώδη χαρακτηριστικά : α) Ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, ως τμήμα της εν
γένει Ανατολικής Καθολικής Εκκλησίας, είναι η
κρατούσα, δηλαδή η επίσημη Εκκλησία της Ελληνικής Πολιτείας, β) ότι η
Ελληνική Πολιτεία θρησκεύει, γ) καθιερώνεται η αρχή της ανεξιθρησκείας και δ) ότι
απαγορεύεται ο προσηλυτισμός. Το Σύνταγμα με την καθιέρωση “επικρατούσης
θρησκείας” ιδρύει σχέση δημοσίου δικαίου ανάμεσα στο κράτος και την Εκκλησία ως
οργανισμό δημοσίας φύσεως, καθιστώντας έτσι την Εκκλησία, που είναι
θεανθρώπινος οργανισμός, αυτοκέφαλο οργανισμό, ο οποίος έλκει τα δικαιώματά του
από το Σύνταγμα.
Η Ελληνική
Πολιτεία θρησκεύει και συνεπώς αντιμετωπίζει τα ζητήματα της Εκκλησίας
με σεβασμό και ευλάβεια.Άμεση συνέπεια της θρησκευτικότητος της
Πολιτείας είναι η θέσπισις ποινικών διατάξεων για την προστασία της
θρησκείας. Κατ΄αυτόν τον τρόπον έχωμε ολόκληρον Κεφάλαιον, το Ζ΄ του Ποινικού
Κώδικα, (άρθρα 198-201) περί επιβουλής της θρησκευτικής ειρήνης, με τα άρθρα
του οποίου επιβάλλεται ο σεβασμός προς τον Θεόν και τα Θεία (άρθρον 198 Π.Κ.),
την θρησκεία και τους θρησκευτικούς λειτουργούς (άρθρον 199 Π.Κ.), η προστασία
των θρησκευτικών τελετών και συναθροίσεων (άρθρον 200 Π.Κ.) και ο σεβασμός προς
τους νεκρούς (άρθρον 201 Π.Κ.).Είναι αδιαμφισβήτητον γεγονός ότι η φύσις, η
έκτασις και το περιεχόμενον της παρεχομένης από κάθε Πολιτεία Προστασίας με το
Ποινικό της Δίκαιο στην Εκκλησία, που αποτελεί τον φορέα του εννόμου αγαθού της
θρησκείας, εξαρτάται απόλυτα από το Νομικό Σύστημα που διέπει τις Σχέσεις
Εκκλησίας και Πολιτείας.
Δυστυχώς
όμως και παρά τα ανωτέρω αδιαμφισβήτητα επιστημονικά Συνταγματικά δεδομένα, η
Ελληνική Πολιτεία εντελώς αδικαιολόγητα προχώρησε νομοθετικά με τον Ν.
4619/2019 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 95/11-6-2019) στην κατάργηση των τριών από τα τέσσερα
άρθρα του Ζ΄ Κεφαλαίου του Ποινικού Κώδικα και διετήρησε μόνο το άρθρο 200 περί
προστασίας των θρησκευτικών συναθροίσεων.
Όπως
γίνεται αντιληπτόν, δεν υπάρχει πλέον ποινική προστασία από ακραίες συμπεριφορές προσβολών, τόσον κατά
της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όσον και κατά κάθε γνωστής θρησκείας που προστατεύεται
από το Σύνταγμα.
Η μόνη
έννομος δυνατότης είναι η υποβολή αιτήσεως Ασφαλιστικών Μέτρων για προσβολή της
προσωπικότητος των θιγομένων και εν συνεχεία η έγερσις τακτικής αγωγής,
διαδικασίες που δεν παρέχουν άμεση, ταχεία και αποτελεσματική προστασία.
Εν
κατακλείδι όπως απεδείχθη έμπρακτα κατά το χρονικόν διάστημα από την κατάργηση
της ανωτέρω ποινικής προστασίας, προβάλλει επιτακτικά η αδήριτη ανάγκη αμέσου
νομοθετικής παρεμβάσεως, σχετικής τροποποιήσεως και επαναφοράς εις το Ζ΄ Κεφάλαιον
του Ποινικού Κώδικα των σχετικών διατάξεων 198, 199 και 201 του Ποινικού
Κώδικα.Είναι ένα αναγκαίο μέτρο προστασίας από την σύγχρονη αμετροέπεια και
προκλητικότητα έναντι τόσον της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όσον και κάθε
θρησκεύματος, αλλά συγχρόνως και μέτρο ασφαλές κατά της αυτοδικίας, η οποία
αναμφίβολα λαμβάνει τη θέση της ελλείψεως αποτελεσματικής εννόμου προστασίας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου