Στις 24 του Απρίλη το 2018 μου ζητήθηκε να παρουσιάσω τη ζωή και το
έργο της γερόντισσας Γαβριηλίας Παπαγιάννη, Οσίας πλέον της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, μέσα από το βιβλίο της "Ασκητική της Αγάπης".
Έψαξα στα αρχεία μου, το βρήκα το κείμενο εκείνης της παρουσίασης (facebook)
και το μοιράζομαι μαζί σας σήμερα, ως ελάχιστο αντίδωρο της μεγάλης χαράς και
ευλογίας για της αγιοκατάταξη της γυναικείας αυτής μορφής, που θα αποτελεί
ορόσημο της προσωπικής μου υπαρξιακής αναζήτησης.
Εισαγωγή
Η προσωπική μου σχέση με το βιβλίο "Ασκητική της Αγάπης" μετράει πολλά χρόνια πίσω. Φοιτητής ακόμη στα πρώτα έτη της Θεολογικής Σχολής, με πολλές αναζητήσεις μέσα στο χώρο της Θεολογίας και της Εκκλησίας προσπαθούσα μέσα στη βοή των δρόμων της Θεσσαλονίκης να ακούσω πιο είναι το δικό μου κάλεσμα στη ζωή. Μια αέναη πάλη μεταξύ του εφήμερου και του αιώνιου. Για όσους θυμούνται, η δεκαετία του 90 ήταν γεμάτη από φωτεινές ασκητικές μορφές κυρίως από το Άγιο Όρος αλλά και τη δύση όπως αυτή του π. Σωφρωνίου στο Έσσεξ. Πολλές φορές διαβάζοντας τα κείμενα που αφορούσαν τον Σιλουανό τον Αθωνίτη ή τον Σεραφείμ του Σάρωφ είχα αναρωτηθεί αν υπάρχει κι άλλος δρόμος μεταξύ των δύο. Γάμος ή μοναστήρι. Γιατί άραγε δεν μπορεί κάποιος να κάνει τον κόσμο μοναστήρι;
Και τότε έπεσε στα χέρια μου αυτό το βιβλίο. Ποτέ δεν υπήρξα
βιβλιοφάγος. Ίσως τη μοναδική φορά που διάβασα βιβλίο απνευστή ήταν αυτό. Η
μικροκαμωμένη Γαβριηλία με οδηγούσε σε εκείνον τον κόσμο που πάντα πίστευα πως
μπορεί
να είναι συμβατός με τη ζωή ενός ανθρώπου που ναι μεν θέλει να
αφιερώσει τη ζωή του στο Χριστό, αλλά όχι απαραίτητα φεύγοντας στην έρημο, αλλά
μένοντας εκεί κοντά και μέσα στον κόσμο, του οποίου άλλωστε είναι και ο ίδιος
γένημα.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου Ειρηναίο Γαλανάκης
έγραφε για την Γαβριηλία : "Δεν έζησε κλεισμένη σε ένα μοναστήρι.
Μοναστήρι της ήταν ο κόσμος όλος".
Και κάπως έτσι η γερόντισσα Γαβριηλία μίλησε και ίσως σε ένα βαθμό
οδήγησε και τα δικά μου βήματα.
Ποιά ήταν όμως η Γαβριηλία;
Ήταν ένα κορίτσι που έζησε τα παιδικά της χρόνια μέσα στην αγάπη και
το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Πόλης. Τίποτε από τις περιγραφές των παιδικών
της χρόνων δεν θα μπορούσε να οδηγήσει στη σκέψη πως ετούτο το ντελικάτο πλάσμα
θα γινόταν μια ιεραπόστολος που θα έφτανε μέχρι τα Ιμαλάια και την Αφρική
προσφέροντας άπλετα την αγάπη της στον πάσχοντα αδερφό.
Αυρηλία Παπαγιάνη του Ηλία και της Βικτωρίας. Ήταν 2 του Οκτώβρη του
έτους 1897, όταν είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου στην Κωνσταντινούπολη.
Ήταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί μιας οικογένειας που μοιάζει περισσότερο με
παραμύθι. Τα πάντα συνηγορούν προς ένα λαμπρό κοσμικό μέλλον. Ο πατέρας της
εύπορος ξυλέμπορος και αντιπρόσωπος της γαλλικής εταιρείας Messagerie de
France, ενώ η μητέρα της θυγατέρα του γιατρού Χριστάκη, προσωπικού γιατρού του
σουλτάνου ο οποίος για να τον ευχαριστήσει για τις υπηρεσίες του του χάρισε μια
μεγάλη έκταση στη Βόρεια Ελλάδα στη Φλώρινα. Επίσης η μητέρα της ήταν δισέγγονη
του λόγιου ιερέα, φιλικού και συγγραφέα καθώς και δασκάλου της Σχολής της
Κοζάνης Χαρίσιου Μεγδάνη.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πως το οικογενειακό της
περιβάλλον άφησε τη σφραγίδα του πάνω στην προσωπικότητα της τότε Αυρηλίας και
μετέπειτα Γαβριηλίας. Το όνομα Αυρηλία το επέλεξε ο νονός της Βασίλειος
Αντωνιάδης οικογενειακός φίλος και Σχολάρχης την εποχή εκείνη της Θεολογικής
Σχολής της Χάλκης. Την βάπτιση τέλεσε ο Μητροπολίτης Σελευκείας Γερμανός
Στρηνόπουλος μετέπειτα Μητροπολίτης Θυατείρων. Επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο
μια μικρή παρένθεση επί προσωπικού. Ποτέ δεν θα μπορούσα να σκεφτώ όταν χρόνια
πριν διάβαζα τη ζωή της Γαβριηλίας πως κάποτε το όνομα Γερμανός Στρηνόπουλος θα
με συνέδεε ακόμη περισσότερο μαζί της. Όταν κατέθεσα την μεταπτυχιακή μου
εργασία με θέμα τον Πατριάρχη Αθηναγόρα και αρχίσαμε με τον δάσκαλο μου καθ.
Στέλιο Τσομπανίδη να κουβεντιάζουμε το θέμα της διδακτορικής μου διατριβής
έπεσε στο τραπέζι το όνομα του Γερμανού Στρηνόπουλου, μια και ήταν ένας από
τους πρωτεργάτες της συγγραφής της Πατριαρχικής Εγκυκλίου του 1920, δηλαδή της
βασικής ιδέας για την ίδρυση του ΠΣΕ. Όταν λοιπόν πρόσφατα ξαναπήρα το βιβλίο
στα χέρια μου και είδα αυτή τη λεπτομέρεια έννιωσα ακόμη περισσότερο πως
υπάρχει ένας τρόπος μυστικός που συνδέει τα πρόσωπα, τους χρόνους και τις
εποχές.
Η Αυρηλία στο κοσμπολίτικο περιβάλλον της Πόλης του 20ου αιώνα
μαθαίνει ξένες γλώσσες, πιάνο, φοιτά στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο και ένα από τα
αγαπημένα δωμάτια του αρχοντικού της οικογένειας στο Ταξίμ είναι η βιβλιοθήκη.
Διαβάζει αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους δείχνοντας ιδιαίτερη αγάπη στον Επίκτητο.
Αργότερα έλεγε σε εκείνους που πήγαιναν να την ακούσουν πως ο Επίκτητος την
προετοίμασε για το "γενηθήτω το θέλημα Σου", την κυριακή φράση που
καθόρισε ολόκληρη τη ζωή της. Κάπως έτσι ήταν και το πνεύμα των Καππαδοκών
Πατέρων τους οποίους αργότερα ονομάσαμε Οικουμενικούς. Πήραν ό,τι καλύτερο είχε
να τους προσφέρει η θήραθεν παιδεία και την μπόλιασαν στη διδασκαλία της Αγίας
Γραφής, χωρίς ίχνος θρησκευτικής ανασφάλειας ή φοβικών συνδρόμων.
Το 1923 με την ανταλλαγή των πληθυσμών η Αυρηλία γίνεται για μερικά
χρόνια συμπατριώτισσα μας. Η οικογένεια Παπαγιάνη μετακομίζει στη Θεσσαλονίκη
κι έτσι παρακολουθεί ως ακροάτρια τα μαθήματα των Γληνού, Αποστολάκη,
Τριανταφυλλίδη και Δελμούζου στη Φιλοσοφική Σχολή. Για την ιστορία αξίζει να
αναφέρουμε πως ήταν η δεύτερη φοιτήτρια που φοίτησε την εποχή εκείνη σε
ελληνικό Πανεπιστήμιο.
Όμως μέσα στην καρδιά της αρχίζουν τα πρώτα σκιρτήματα για την δική
της προσωπική πορεία στη ζωή και στον κόσμο. Αποφασίζει πως πρέπει να φύγει από
την ασφάλεια της οικογένειας της και να δοκιμάσει να ζει μόνη. Κι αυτό δεν
μπορούσε να γίνει στη Θεσσαλονίκη. Το 1932 φεύγει για την Αθήνα. Δεν φοβάται τη
δουλειά όποια κι αν είναι αυτή. Νοσηλεύτρια σε ψυιατρική κλινική, προϊσταμένη
σε ιδιωτική κλινική, δασκάλα αγγλικών και γαλλικών. Κι αυτό μέχρι το 1937, τις
ημέρες Μεταξά.
Τότε παίρνει την απόφαση να φύγει και από την Αθήνα και να πάει στην
Αγγλία. Η βίζα δεν ήταν εύκολη υπόθεση και τότε καταστρώνει έναν σχέδιο που
μοιάζει με τεθλασμένη γραμμή και το οποίο της φάνηκε χρήσιμο σε όλη την
υπόλοιπη ζωή της. Αφού δεν μπορώ σκέφτηκε να πάω απευθείας στο Λονδίνο θα πάω
μέσω Παρισίων. Όπερ και εγένετο. Υπάρχει μέσα στο βιβλίο ένας χαριτωμένος
διάλογος μεταξύ της Αυρηλίας και του Άγγλου Προξένου στο Παρίσι, που δείχνει
πως η έμφυτη ευγένεια της δεν μπορούσε παρά μόνο να κάμψει τα περισσότερα εμπόδια.
Ήταν πλέον σαράντα ετών και με μία και μοναδική χάρτινη λίρα βρισκόταν
στο Λονδίνο. Και κάπου εδώ ξεκινάει η εν Χριστώ περιπέτεια της.
Ξεκινάει να εργάζεται ως δασκάλα Γαλλικών στα δύο παιδιά της
οικογένειας Mara, εβραϊκής καταγωγής. Η επόμενη εργασία της ήταν σε μια
ηλικιωμένη Αγγλίδα τη Miss Florence Bright , πρώην ηθοποιό και θεατρική
συγγραφέα, διάσημη σουφραζέτα με μεγάλη δράση στον αγώνα για την ψήφο των
γυναικών, καθώς και προσωπική φίλη του Bernard Shaw. Την εποχή εκείνη όμως ήταν
άρρωστη και κατάκοιτη στο κρεβάτι. Η Αυρηλία είχε την ευθύνη να επιβλέπει το
φαγητό και τον ύπνο. Δύο μήνες χρειάστηκαν για να σηκωθεί και να πάει στον
εορτασμό για την 20η επέτειο του δικαιώματος στην ψήφο των γυναικών,
περπατώντας χωρίς μπαστούνι. Και κάπως έτσι αρχίζει και η ίδια η Αυρηλία να
νιώθει πως το τάλαντο δεν πρέπει να το κρύψει μέσα στη γή, αλλά να το
πολλάπλασιάσει. Αρχίζει τα μαθήματα ποδιατρικής κι έτσι το 1946 παίρνει το
δίπλωμα της και γίνεται μέλος της Εταιρείας Άγγλων Χειροποδιστών. Η απόφαση της
αυτή προκάλεσε εντύπωση και μάλιστα ένας φίλος της ρώσος θεολόγος ο Nicolas
Zernov, τη ρώτησε γιατί επέλεξε μια τέτοια επιστήμη και όχι τη Θεολογία με την
οποία θα μπορούσε να μιλάει στις καρδιές των ανθρώπων. Κι εκείνη του απάντησε :
"Μέσω των ποδιών μιλάω στην καρδιά".
Το τέλος του β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945 τη βρίσκει να εκπαιδεύει τα
στελέχη που θα κατέβαιναν στην Ελλάδα διδάσκοντας τους Αγγλικά και Γαλλικά με
την ευλογία του Αρχιεπισκόπου Θυαττείρων Γερμανού. Σε λίγο θα επιστρέψει κι
εκείνη στην Ελλάδα. Πηγαίνει στη Θεσσαλονίκη. Εκεί αναλαμβάνει τη διεύθυνση της
Γεωργικής και Οικοκυρικής Σχολής την οποία ιδρύουν οι Κουάκεροι (Οι Κουάκεροι ή
Χριστιανοί Φίλοι (αγγλ.: Quakers) είναι μέλη μιας Χριστιανικής Ομολογίας που
φέρει την ονομασία Θρησκευτική Κοινωνία των Φίλων (Religious Society of
Friends) και ιδρύθηκε τον 17ο αιώνα στην Αγγλία από τον περιπλανώμενο
ιεροκήρυκα Τζορτζ Φοξ.)
Για κάποιο λόγο όμως παρά τις πάμπολλες δραστηριότητες της στην Ελλάδα
θέλει να επιστρέψει στο Λονδίνο. Απλά περιμένει τη στιγμή που θα φύγει από τον
κόσμο εκείνο το πρόσωπο για το οποίο γράφει : "Από την ώρα που γεννήθηκα,
ο εμπνευσμένος οδηγός μου, η δύναμη που με διαμόρφωσε, ήταν η ίδια η μητέρα
μου, ένα πλάσμα αμέτρητης αγάπης. Ο πλούτος και το βάθος αυτής της αγάπης και η
διαρκής επίδραση του φωτεινού της παραδείγματος είναι εκείνα που με έκαναν να
αγαπώ όλο και περισσότερο το Θεό, όλους και όλα. Μέχρι την τελευταία μέρα της
ζωής της μου έλεγε. Πήγαινε παιδί μου. Θα σε περιμένω. Μη σε νοιάζει.
Πήγαινε!".
Το ημερολόγιο έδειχνε 24 Μαρτίου 1954 όταν η μητέρα της έφυγε για το
μεγάλο ταξίδι προς την αιωνιότητα. Και τότε η Αυρηλία νιώθει πως αυτός ο
τελευταίος δεσμός που την έδενε με τον κόσμο έπαψε να υπάρχει. Ακούει έντονα
μέσα στην καρδιά της τον λόγο του Κυρίου :"Ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα
και δος πτωχοίς και ακολούθει μοι". Το θέμα ήταν προς ποια κατεύθυνση
έπρεπε να Τον ακολουθήσει. Σύντομα κατάλαβε πως η Ινδία την καλεί. Κι εκείνη
ήταν έτοιμη για το ταξίδι στην μεγάλη και άγνωστη χώρα που θα γινόταν η δεύτερη
πατρίδα της. Ένα ταξίδι με απίστευτες δυσκολίες , οι οποίες όμως για την
Αυρηλία ήταν τόσο δα μικρές, αφού η πίστη της στο Θεό και στο έργο που είχε να
προσφέρει μπορούσαν να μετακινήσουν ολόκληρα βουνά. Φτάνει στο Δελχί, κι από
εκεί στα Ιμαλάια. Δουλεύει ασταμάτητα. Γνωρίζει προσωπικότητες όπως ο Sivananda
και ο Baba Amte ο οποίος ήταν ένας Ινδός κοινωνικός λειτουργός και κοινωνικός
ακτιβιστής γνωστός ιδιαίτερα για την εργασία του για την αποκατάσταση και την
αποκατάσταση των φτωχών ανθρώπων που πάσχουν από λέπρα .Αυτός και η σύζυγός
του, Sadhna Amte, είχαν ξεκινήσει μια οργάνωση για τους ασθενείς με λέπρα
Anandwan το 1950. Έχει λάβει πολλά βραβεία και βραβεία, όπως το Padma
Vibhushan, το Βραβείο Ειρήνης Γκάντι, το Βραβείο Ramon Magsaysay, το Βραβείο
Templeton και το Βραβείο Jamnalal Bajaj). (σ. 55)
Αυτό που είναι πραγματικά ιδιαίτερο και μοναδικό ίσως στη ζωή της
Γαβριηλίας είναι ο σεβασμός που δείχνει στις παραδόσεις των λαών που διακονεί.
Βρίσκει τα κοινά στοιχεία που συνδέουν την δική της Ορθόδοξη παράδοση με τις
άλλες παραδόσεις και στέκεται όχι κριτικά απέναντι τους αλλά μάλλον συνθετικά.
Η άσκηση και η πνευματικότητα της ινδουϊστικής φιλοσοφίας γίνεται έναυσμα για
την δική της αναζήτηση και την δική της πνευματική ολοκλήρωση.
"Ο Θεός την έστειλε στην Ινδία. Η ίδια δεν ήξερε το γιατί. Αλλά
το σπουδαίο είναι αυτό. Ότι όλοι οι Ινδοί και οι Δυτικοί που την γνώρισαν,
είδαν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο της μια τελείως άλλη βιοτή. Είδαν και
γνώρισαν την Ορθοδοξία σε όλη της την ασκητική και την ταπείνωση και τη βαθιά
πνευματικότητα όπως τη διασώζει τόσους αιώνες τώρα. Έβλεπαν οι Ανατολικοί μιαν
άλλη Δύση. Και οι Δυτικοί, τη δικιά τους Ανατολή που δεν υποψιάζονταν πως
υπήρχε. Ποιος άλλος "ιεραπόστολος" είχε άραγε ταυτιστεί τόσο πολύ με
τους ανθρώπους που διακονούσε; Ποιος άλλος έτρωγε, έπινε, ταξίδευε ή κοιμόταν,
όπως έτρωγαν, έπιναν, ταξίδευαν ή κοιμούνταν όπως οι ίδιοι; Ποιός; Που σχεδόν
όλοι οι "ιεραποστολογούντες" και της εποχής εκείνης , όπως τους
ονόμαζε ο ο μακαριστός γέροντας Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, ζούσαν κάτω από
ιδιαίτερες συνθήκες εκεί που πήγαιναν - στα καλά ξενοδοχεία, με ιδιαίτερο
φαγητό, και ταξίδευαν πάντα άνετα, για να μπορέσουν αν φροντίσουν καλύτερα τους
μαύρους "τους" ή τους "εντόπιους τους"; Ποιούς
"τους"; Ναι, αλλά γι΄ αυτό και το πέρασμα της άφησε βαθύ σημάδι. Η
προσφορά δεν διακονήθηκε αφ΄ υψηλού, γι΄ αυτό και λειτούργησε χωρίς να
πληγώσει. Τοις πάσι γινόταν τα πάντα (Α΄ Κορ. 9). Την Ορθοδοξία δεν την δίδαξε
με κηρύγματα, αλλά την κατήχησε καρδιακά, χωρίς λόγια, με το δείγμα ζωής που
βλέπανε"[ Ασκητική της Αγάπης, σ. 48].
΄Κι από τα Ιμαλάι φεύγει για τους Αγίους Τόπους και το μοναστήρι της
Βηθανίας. Κι εκεί βρέθηκε χωρίς να το περιμένει. Κι εκεί ο τρόπος σχεδόν
θαυμαστός. Την οδηγεί μια Αμερικανίδα η Νέλλα Γκράχαμ Κουκ που γνώριζε τον
γέροντα της Βηθανίας π. Θεοδόσιο. Το πιο συγκινητικό όμως είναι πως τα χρήματα
για το εισητήριο της τα μάζεψαν και της τα χάρισαν οι ινδοί φίλοι της.
Διαβάζοντας κανείς τις σελίδες του βιβλίου μπορεί εύκολα να καταλάβει πως
ξάφνου η Γαβριηλία βρίσκεται έξω από τα νερά της, αλλά αυτό δεν την κάμπτει. Η
απόφαση της ήταν οριστική. Θα γινόταν μοναχή όποτε ο γέροντας Θεοδόσιος έλεγε
το ναι. Δοκιμάστηκε τρία χρόνια και τώρα πλέον είναι η μοναχή Γαβριηλία. Όμως
το ταξίδι δεν τελειώνει εδώ. Έχει πολλά ακόμη μίλια να διανύσει μέχρι το τέλος.
Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας με τον οποίο η οικογένεια της διατηρούσε φιλική σχέση
της αναθέτει να πάει στο Taize της Γαλλίας, έξω από το Cluny, ως Ορθόδοξη
παρουσία.
Και η εν Χριστώ περιπέτεια συνεχίζεται. Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδάς, ξανά
στην Ινδία συμμετέχοντας στην ίδρυση της πρώτης Ορθόδοξης Κοινότητας της Ινδίας
υπό τον π. Λάζαρο Μουρ. Μένει κοντά του και βοηθάει από φυλακής πρωίας μέχρι
νυκτός. Ακάματη, το σώμα της δεν την προδίδει σε καμία από τις εργασίες που
κάνει. Η φλόγα καίει άσβεστη και "φως Χριστού φαίνει πάσι".
24-3-1954
Αθήνα - Ισραήλ - Κύπρος - Λίβανος - Ιορδανία - Συρία - Ιράκ - Ιράν -
Πακιστάν - Ινδία
24-3-1964
Ιορδανία - Ελλάδα - Τουρκία - Γαλλία - Ελβετία - ΗΠΑ - Γαλλία - Βέλγιο
- Δανία - Σουηδία - Γερμανία - Ελλάδα - Λίβανος - Ινδία
Θέλει χρόνο πολύ για να ιστορήσει κάποιος το μεγαλείο αυτής της ψυχής
και δυστυχώς ο χρόνος ο δικός μας απόψε δεν είναι τόσος. Άλλωστε θα ήταν άδικο
και για αυτό ακόμη το βιβλίο να συνεχίσω να μιλάω. Πρέπει να το πάρεις στα
χέρια και να αρχίσεις σιγά σιγά να το ανακαλύπτεις. Δεν είναι εύκολο, κυρίως
λόγω των πολλών πηγών που έχει. Κάθε τόσο θέλει να το αφήνεις στην άκρη, να
κλείνεις τα μάτια και να βλέπεις με τα άλλα μάτια, εκείνα της ψυχής, αυτή την
μικροκαμωμένη και συνάμα γιγαντιαία μορφή της γερόντισσας Γαβριηλίας να κάνει
τον πλανήτη μια γειτονιά. Την προσφορά στον αδύναμο, τον "ανέγγιχτο της
κάστας" όπως έλεγε, την προσωπική της ανάγκη για πνευματική επιβίωση. Το
διάλογο και τη συνύπαρξη με τους άλλους, τους ξένους, τους μακράν της Ορθοδόξου
παραδόσεως και πίστεως, ως δική της προσφορά στον Οικουμενικό διάλογο. Γιατί τι
άλλο μπορεί να είναι αυτός ο Οικουμενικός διάλογος αν δεν είναι πρώτα η
δυναμική έξοδος από την θρησκευτική και πολιτιστική μας αυτάρκεια και η
συνάντηση μας με κάθε τι διαφορετικό που όμως μέσα του εμπεριέχει τον
σπερματικό λόγο, το ίδιο το πνεύμα του Θεού που όπου θέλει πνει, χωρίς
προαπαιτούμενα , λαμβάνοντας υπόψιν του τις ανθρώπινες προκαταλήψεις.
Επίλογος
Αγαπητοί μου φίλοι συνοδοιπόροι της αποψινής μας περιήγησης στην
οικουμένη μέσα από τον βηματισμό της γερόντισσας της αγάπης Γαβριηλίας
Παπαγιάνη, επιτρέψτε μου αντί άλλου επιλόγου να κλείσω προσευχητικά με μια
προσευχή που η ίδια της είχε γράψει στα αγγλικά:
ζεστή μου χάρισες γωνιά,
σε σπιτικά που δεν είναι κοντά και αδελφός μου ο κάθε ξένος,
κι αν φοβηθώ ποτέ ν΄ αφήνω
το χθεσινό μου το απάγκειο
είναι που θα ξεχνώ πως στο καινούργιο,
το παλιό θα βρίσκω πάλι γιατί κι Εσύ υπάρχεις.
Με τη γέννηση, με το θάνατο, σ΄ αυτό τον κόσμο ή τον άλλον,
όπου κι αν με πας θα είσαι πάντα Εσύ,
ο ίδιος και ο μόνος συνοδοιπόρος και σύντροφος της ατέλειωτης ζωής μου, με το αύριο να την δένεις.
Για κείνον που σε γνώρισε, κανείς δεν είναι ξένος,
πόρτα καμιά κλειστή δεν μένει.
Ω! Εισάκουσε την προσευχή μου!
Να μη χάσω, κάνε, ποτέ την ανείπωτη χαρά ετούτη,
με σε να είμαι, με σΣε τον Έναν, μες στους πολλούς σαν με πηγαίνεις."
Σας ευχαριστώ!
π. Ιουστίνος-Ιωάννης Κεφαλούρος
Θεσσαλονίκη 22.4.2018
1 σχόλιο:
Εξαιρετη συνοψη καιριων σημειων-σταθμων ζωηςτης οσιας πια. Αθανασιος Κοτταδακης
Δημοσίευση σχολίου