Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2025

Γιατί να μην μπορούν να ξαναπαντρευτούν οι κληρικοί; - π. Ιωάννης Χρυσαυγής

Κληρικός στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Μέχρι σήμερα οι διαζευγμένοι ιερείς ήταν «καταδικασμένοι» σε μοναχικό βίο. Η πρόσφατη απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ύστερα από αίτημα της Ιεράς Μητρόπολης Βοστώνης, με την οποία επιτρέπεται σε διαζευγμένο ιερέα να τελέσει δεύτερο γάμο, αποτελεί μια αναζωογονητική, αν μη επαναστατική, μετακίνηση στην εκκλησιαστική πρακτική, εντελώς αδιανόητη μόλις πριν από μία δεκαετία. [Nicolas Economou/NurPhoto via Getty Images]

Γιατί να μην μπορούν να ξαναπαντρευτούν οι κληρικοί;

Η πρωτοβουλία της Μητρόπολης Βοστώνης και τα επιχειρήματα για την αναθεώρηση του ταμπού σχετικά με τον δεύτερο γάμο ιερέων

ΠΑΤΕΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΑΥΓΗΣ

 Μια πρόσφατη ανακοίνωση της Ιεράς Μητρόπολης Βοστώνης, που φαίνεται να πέρασε απαρατήρητη, αποτελεί μνημειώδη και βαρυσήμαντη εξέλιξη στην ευαισθητοποίηση της Εκκλησίας στο πλαίσιο της ποιμαντικής της διακονίας. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ένας διαζευγμένος κληρικός έλαβε έγκριση και ευλογία να τελέσει δεύτερο γάμο. [Βλέπε εδώ]

Η συγκεκριμένη απόφαση, που ελήφθη από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν ήταν ούτε αιφνίδια ούτε βεβιασμένη. Είναι ακόμη ζωντανή στη μνήμη μου η προσωπική συνομιλία με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο στο πλαίσιο μιας επίσημης επίσκεψής του στον Αρχιεπίσκοπο Καντουαρίας το 2015, σχετικά με την περίπτωση χήρων κληρικών, κάποιοι από τους οποίους απρόσμενα και απρόβλεπτα βρέθηκαν με την ευθύνη της ανατροφής μικρών παιδιών. Καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, οι όποιες διαβουλεύσεις σχετικά με τον δεύτερο γάμο κληρικών (σχεδόν αποκλειστικά περιπτώσεις χήρων κληρικών) κατέληγαν στο ότι μόνο μια «οικουμενική» ή «πανορθόδοξη» Σύνοδος θα μπορούσε να επιλύσει το ζήτημα.

Το χρονικό

Ας σημειωθεί ότι μόνο η εν Τρούλω Πενθέκτη Σύνοδος (691-2), προφανώς υπό τον περιοριστικό επηρεασμό του μοναχισμού, διατύπωσε τoν μοναδικό σχετικό απαγορευτικό κανόνα. Στους πρώτους αιώνες της ζωής της η Εκκλησία επέτρεπε τόσο τον δεύτερο γάμο κληρικών όσο και τον γάμο επισκόπων. Και αργότερα, ακόμη και μέχρι τον 18o αιώνα, ορισμένες αυτοκέφαλες Εκκλησίες επέτρεπαν, σιωπηλά, σε χήρους κληρικούς να ξαναπαντρεύονται.

Υπό το πρίσμα αυτό, κατά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης, το 2016, εγκρίθηκε η εξαιρετικά ευφυής και σημαντική πρόταση του Οικουμενικού Πατριάρχη, να δοθεί στην κάθε Εκκλησία, μεμονωμένα, η δυνατότητα να είναι πιο ευέλικτη σε αποφάσεις που να ανταποκρίνονται στις τοπικές ανάγκες ή συνθήκες.

Κατά τη διάρκεια της ίδιας Συνόδου αναφέρθηκε και το αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο μελετούσε το ενδεχόμενο να επιτρέψει τον δεύτερο γάμο κληρικών, χωρίς ακόμη να είναι σαφές αν αφορούσε τον δεύτερο γάμο αποκλειστικά λόγω χηρείας ή και λόγω διαζυγίου. Λίγο αργότερα, το 2018, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ζήτησε περαιτέρω διερεύνηση του ζητήματος. Η όλη διαδικασία ήταν ένα τολμηρό και θαρραλέο βήμα, που ομολογώ ότι σπάνια συναντώ σε συναναστροφές και συζητήσεις μου με ιεράρχες, και δη πρωθιεράρχες. Στη συνέχεια, το 2019, ανακοινώθηκε, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η πρώτη συνοδική απόφαση, που επέτρεπε τον δεύτερο γάμο χήρων κληρικών και κληρικών που εγκαταλείφθηκαν από τις συζύγους τους, ενώ φέτος γίναμε μάρτυρες της επίσημης έγκρισης και συνοδικής ευλογίας του δεύτερου γάμου διαζευγμένου κληρικού, θέμα που παλαιότερα θεωρούνταν απόλυτα ταμπού.

Η θεραπευτική δύναμη της αγάπης

Η σημαντική αυτή είδηση αποκαλύπτει με εμφατικό τρόπο την ευρύτητα της αυθεντικής πνευματικότητας της Εκκλησίας μας, σε σύγκριση ή και σε αντίθεση με αυτό που προβάλλεται ως η ουσία της Ορθοδοξίας. Βλέπετε, έχουμε πείσει ή έχουμε ξεγελάσει τον εαυτό μας ότι η κατασκευή μεγαλοπρεπών και πολυτελών ναών, οι φανταχτερές τελετουργίες, η μόνιμη επίκληση και δημοσίευση κειμένων της χρυσής εποχής των εκκλησιαστικών πατέρων ή του σύγχρονου μοναχισμού, η συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες είναι αυτά που ορίζουν την ουσία της Ορθοδοξίας.

Κατά έναν ειρωνικό τρόπο, όμως, αυτό που μας φέρνει πιο κοντά στην καρδιά και το μήνυμα του Ευαγγελίου –και επομένως στη δόξα και την ομορφιά της Ορθοδοξίας– δεν είναι ο τρόπος που εξουσιάζουμε ή ξεχωρίζουμε από τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά ο τρόπος που συμπαραστεκόμαστε και υπερασπιζόμαστε όσους βιώνουν συντριβή και κατάρρευση, συμπεριλαμβανομένης της θλίψης και του πόνου της χηρείας και του διαζυγίου. Αλλωστε, ο πόνος και οι πληγές είναι που έχουμε κοινά με τον συνάνθρωπό μας, όχι η εξουσία και η κάθε λογής ανωτερότητα, κι αυτές είναι που διακονεί και θεραπεύει η αγάπη, η οποία ταυτίζεται στενά, έμφυτα και άρρηκτα με τον Θεό!

Κι αν ως άνθρωποι διαπράττουμε παραστρατήματα και παρεκτρεπόμαστε ανά πάσα στιγμή και σε κάθε πτυχή της ζωής μας, πώς είναι δυνατόν να μην ολισθήσουμε και να μην καταρρεύσουμε στην πιο βαθιά και διάπυρη ανθρώπινη επιθυμία, να είμαστε και να συμπεριφερόμαστε κατ’ εικόνα Θεού, που η Αγία Γραφή καθορίζει ως αγάπη; Η αγάπη είναι ουσιαστικά ο χώρος όπου μαθαίνουμε να παραδινόμαστε, να συμπάσχουμε και να συμπαθούμε. Είναι πρωταρχικά η δυνατότητα με την οποία αναγνωρίζουμε ότι πάντα αποτυγχάνουμε. Κανείς λοιπόν δεν θα έπρεπε να βασανίζεται ή να τιμωρείται για κάτι που τελικά είναι εγγενώς αδύνατο, ακόμη και σε προφανώς «επιτυχημένους» γάμους. Ο Παύλος Ευδοκίμωφ θα έλεγε ότι η τέλεια αγάπη δεν είναι του κόσμου τούτου, αλλά ανήκει στον επέκεινα! Aρα, «παρά ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατον ἐστί», έστω κι αν «παρά δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστί» (Ματθ. 19:26).

Ανακριβής ερμηνεία – Περιμένουμε από τον κλήρο να επιδεικνύει αγνότερα κριτήρια από το απλό ποίμνιο. Πρόκειται σαφώς για μια ατυχή και ανακριβή ερμηνεία του όρου «κληρικός», που τελικά νοείται ως «αποκλεισμένος» από την κοινότητα.

Oποιος όμως έχει γευτεί την αληθινή αγάπη στα μάτια ενός αγαπημένου είναι πεπεισμένος για τo απρόσιτο μυστήριο και το άπιαστο μεγαλείο της εμπειρίας. Αλλά και όποιος όμως επιχείρησε να εξιχνιάσει τη γνήσια αγάπη στην άβυσσο αμοιβαιότητας ενός συντρόφου αντιλαμβάνεται επίσης τη φευγαλέα φύση της εμπειρίας. Σε κάθε γάμο ή διαζύγιο, στην καλύτερη περίπτωση βιώνουμε μονάχα τη λαχτάρα να γνωρίσουμε και να μας γνωρίσουν, συναντούμε μόνο φευγαλέες στιγμές να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε.

Κι αυτός είναι –ή θα έπρεπε να είναι– ο κύριος λόγος για τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία επιτρέπει τον δεύτερο και τον τρίτο γάμο. Οχι ως χειρονομία αντοχής ή ανοχής –παρά τις αχρείαστα υπερβολικές συγχωρητικές και σκανδαλωδώς τιμωρητικές ευχές της ακολουθίας του δεύτερου γάμου, η οποία συχνά παρουσιάζεται λανθασμένα ως «παραλλαγή» του μυστηρίου του γάμου–, αλλά ως επιβεβαίωση και επικύρωση ότι η αποτυχία είναι εγγενώς ανθρώπινη και αυθεντική. Η Ακολουθία εις Δίγαμον περιέχει ευχή υπέρ της «άφεσης αμαρτιών και παραπτωμάτων» «για την σαρκική αδυναμία» όσων τελούν δεύτερο γάμο, οι οποίοι συγκρίνονται με κακούργους κακοποιούς: ο μεν άνδρας με τον τελώνη, η δε γυναίκα με την πόρνη.

Νομικίστικη αντίληψη

Φυσικά, οι περισσότεροι από μας μπορεί να επιδεικνύουμε κάποιο βαθμό συμπάθειας όταν πρόκειται για τη σύναψη νέου γάμου χήρων κληρικών. Αλλά το φαινόμενο του νέου γάμου έπειτα από διαζύγιο γίνεται περισσότερο περίπλοκο όταν πρόκειται για κληρικούς. Oπως είναι φυσικό, το ενδεχόμενο σύναψης δεύτερου γάμου ενός χήρου κληρικού αντιμετωπίζεται έως και με συμπάθεια. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο προκειμένου για τη σύναψη δεύτερου γάμου για διαζευγμένους κληρικούς. Κι αυτό κυρίως διότι περιμένουμε από τον κλήρο να διακρίνεται και να επιδεικνύει υψηλότερα πρότυπα ή αγνότερα κριτήρια από το απλό ποίμνιο.

Πρόκειται σαφώς για μια ατυχή και ανακριβή ερμηνεία του όρου «κληρικός», που νοείται ως άνωθεν «εκλεκτός» ή «καθαγιασμένος», αλλά τελικά νοείται ως απόλυτα «αποχωρισμένος» και «αποκλεισμένος» από την κοινότητα. Eτσι άλλωστε δικαιολογείται το γεγονός ότι δοξάζεται η αγαμία μεταξύ ιεραρχών και μοναχών, ακόμη κι αν επιδοκιμάζουμε και ανεχόμαστε τον έγγαμο κλήρο, ενώ καταδικάζουμε τον διαζευγμένο κλήρο.

Oλα αυτά αποτελούν κατάλοιπα μιας νομικίστικης, αν μη στρεβλής αντίληψης του «ανεξίτηλου» χαρακτήρα της χειροτονίας –ένα φορμαλιστικό υπόλειμμα της έννοιας της «αιωνιότητας» και της «ανωτερότητας» των βαθμών του κλήρου– που επισκιάζει τη χειροτονία των κληρικών και την κουρά των μοναχών, δημιουργώντας έτσι μια εξουθενωτική υποταγή στην εξουσία κάποιας μυστικής ή μαγικής –συνάμα μυστηριακής και μυστικής– χάρης ή δύναμης.

Oμως, με τέτοιες υπερβολικές και δυσπρόσιτες προσδοκίες, είναι άραγε τόσο περίεργο που οι γάμοι τους αποτυγχάνουν και οι κληρικοί ζητούν διαζύγιο; Προφανώς θα πρέπει να είμαστε το ίδιο συμπονετικοί και να δείχνουμε την ίδια κατανόηση απέναντι στους κληρικούς μας, όπως περιμένουμε και εκείνοι να συμπεριφέρονται απέναντι στους ενορίτες τους. Πρέπει να διατυπώσουμε και να διατρανώσουμε την αλήθεια ότι και οι ιερείς είναι άνθρωποι, ότι δηλαδή οι κληρικοί είναι τελικά ανθρώπινοι.

Η προσαρμογή των κανόνων – Πρέπει να αξιολογήσουμε και να αποδεχτούμε ότι οι εκκλησιαστικοί κανόνες διαμορφώνονται από τις εκάστοτε ιστορικές και ανθρώπινες συνθήκες, γι’ αυτό και ερμηνεύονται και προσαρμόζονται πάντοτε σε αυτές.

Πρέπει δηλαδή να παραδεχτούμε και να αναγνωρίσουμε ότι η ποιμαντική φροντίδα και διακονία της Εκκλησίας μπορεί και πρέπει να αφορά πρωτίστως τους ίδιους τους φροντιστές και λειτουργούς της. Και πρέπει να αξιολογήσουμε και να αποδεχτούμε ότι οι εκκλησιαστικοί κανόνες διαμορφώνονται από τις εκάστοτε ιστορικές και ανθρώπινες συνθήκες, γι’ αυτό και ερμηνεύονται και προσαρμόζονται πάντοτε σε αυτές.

Οι δυσκολίες των συζύγων

Αναφερόμενοι εδώ στο ζήτημα του νέου γάμου διαζευγμένων κληρικών, δεν μπορούμε ασφαλώς να παραβλέψουμε τον πόνο και τις δυσκολίες που ενδέχεται να υφίστανται οι σύζυγοί τους, οι οποίες μπορεί εξίσου να έχουν εγκλωβιστεί σε έναν συμβατικό γάμο, που χωρίς να φταίνε υπέστησαν τις συνέπειες άσκησης εκκλησιαστικής πολιτικής ή που μπορεί να εξαρτώνται οικονομικά από τους κληρικούς συζύγους τους. Αυτές οι προκλήσεις, καθώς και οι ευαισθησίες που περιβάλλουν τα παιδιά διαλυμένων γάμων, υπερβαίνουν το περιεχόμενο του άρθρου αυτού, αλλά χρειάζεται κάθε προσοχή και συμπάθεια και σ’ αυτά, ανάμεσα στις ποικίλες δυσκολίες που συνοδεύουν το διαζύγιο.

Είναι προς τιμήν του Μητροπολίτη Βοστώνης κ. Μεθοδίου, ότι, όπως έγραψε, «μοιράστηκε τα καλά μαντάτα» της πρωτοφανούς αυτής πρωτοβουλίας με το ποίμνιό του, ενημερώνοντάς το με ευαισθησία και ευσπλαχνία, διακριτικότητα ότι «το θέμα υποβλήθηκε στην Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Αρχιεπισκοπής μας, η οποία μετά από προσεκτική εξέταση ενέκρινε και παρέπεμψε την αίτηση στην Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τελική απόφαση, η οποία ενέκρινε και αποδέχτηκε το αίτημα του κληρικού με αγάπη, διάκριση και ποιμαντική φροντίδα».

Σπεύδω να προσθέσω ότι η απόφαση, την οποία περιγράφει ο Μητροπολίτης ότι «αντανακλά τη βαθιά συμπόνια και κατανόηση της Μητέρας Εκκλησίας μας για έναν αφοσιωμένο κληρικό της», δεν πρέπει να μειωθεί ή να θεωρηθεί ως πράξη συγκατάβασης, μεγαλοψυχίας ή ευσπλαχνίας. Είναι αυτό που κάθε Χριστιανός υποτίθεται ότι αναμένει και αξίζει από τη Μητέρα Εκκλησία. Είναι ακριβώς αυτό που η Εκκλησία καλείται και υποχρεούται να κάνει.

Μου πήρε πολύ χρόνο να αντιληφθώ και αποδεχθώ πως, όταν ο Χριστός είπε στον Πέτρο ότι «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16:18), μπορεί να εννοούσε ότι θα ήταν σχεδόν αδύνατο να επιφέρει αλλαγή στον επίγειο θεσμό της Εκκλησίας. Ωστόσο, η περίπτωση με την οποία ασχολούμαστε εδώ αποτελεί μια αναζωογονητική, αν μη επαναστατική, μετακίνηση στην εκκλησιαστική πρακτική, εντελώς αδιανόητη μόλις πριν από μια δεκαετία. Η Εκκλησία μπορεί πράγματι να προσφέρει κάτι μοναδικό στη ρεαλιστική και ποιμαντική της απάντηση στο θέμα του διαζυγίου, ιδιαίτερα στην περίπτωση του κλήρου. Μπορεί να προσφέρει μια αναζωογονητική θεώρηση και μια σεμνή προσδοκία στους χειροτονημένους λειτουργούς της, οι οποίοι άλλωστε υπηρετούν ως ταπεινοί διάκονοι της επίγειας κοινότητας των πιστών.

*Ο π. Ιωάννης Χρυσαυγής είναι αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Θρόνου και εκτελεστικός διευθυντής του Οικουμενικού Ινστιτούτου Huffington στη Βοστώνη.

Πηγή: Καθημερινή

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ακανθώδες το θέμα αλλά όχι χωρίς λύση. Πρέπει να βοηθηθούν και οι έγγαμοι κληρικοί που χήρεψαν κλπ. και που δεν διάλεξαν την αγαμία για την ζωή τους. Πάντα υπάρχει στην εκκλησιαστική ορολογία η λέξη «οικονομία».

Ανώνυμος είπε...

Ο δεύτερος γάμος των κληρικών
Θετική αίσθηση προκάλεσε στην κοινή γνώμη η τόλμη της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος να συζητήσει, κατά την τελευταία τακτική συνέλευσή της, θέματα και προβλήματα τα οποία μέχρι χθες χαρακτηρίζονταν «ταμπού» και για τα οποία δεν τολμούσε κανείς ν’ αρθρώσει λόγο για να μη θεωρηθεί νεωτεριστής ή και ασεβής. Η Εκκλησία της Ελλάδος, για πρώτη φορά, άγγιξε θέματα όπως ο δεύτερος γάμος των Κληρικών ή η στράτευση των υποψηφίων Κληρικών, τα συζήτησε εκτενώς και τα παρέπεμψε για περαιτέρω επεξεργασία σε ειδική επιτροπή, η οποία θα υποβάλει τις προτάσεις της για να προβεί η Σύνοδος σε τελικές αποφάσεις.
Στη σημερινή μας παρέμβαση θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στο ενδεχόμενο τελέσεως δευτέρου Γάμου από τους Κληρικούς, καθώς κατέστη σαφές ότι η Εκκλησία μας δε μπορεί να μένει απαθής μπροστά σε προβλήματα που ταλανίζουν τις σύγχρονες ιερατικές οικογένειες, ενίοτε λαμβάνουν τραγικές διαστάσεις κι έχουν θλιβερές συνέπειες. Η Εκκλησία της Ελλάδος, ανοίγοντας αυτόν τον διάλογο, ζητεί, ως στοργική μητέρα, να σταθεί φιλάνθρωπα και αγαπητικά δίπλα σ’ εκείνους τους εγγάμους Ιερείς, που μένουν μόνοι σε νεαρή ηλικία, είτε λόγω χηρείας, είτε λόγω εγκατάλειψης από τις συζύγους τους. Οι άνθρωποι αυτοί καλούνται ν’ αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις μιας ζωής την οποία δεν επέλεξαν, καλούνται να ακολουθήσουν ουσιαστικά τη μοναχική ζωή ενώ έχουν επιλέξει τον έγγαμο βίο, καλούνται να μεγαλώσουν παιδιά χωρίς τη συμπαράσταση και την απαραίτητη παρουσία της μητέρας, γεγονός που κλονίζει την εν γένει ιερατική τους διακονία, καλούνται ν’ αντέξουν τους σαρκικούς πειρασμούς, χωρίς να είναι προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο, έχοντας πάντα μπροστά τους το φάσμα της πτώσης και της παρεκτροπής. Πρόκειται για οξέα και ανυπέρβλητα προβλήματα τα οποία οδηγούν σε τραγικές καταστάσεις, που συχνά γίνονται ευρύτερα γνωστές, τραυματίζοντας το σώμα της Εκκλησίας και σκανδαλίζοντας τους πιστούς.

Η ποιμαντική προβληματική επί του ζητήματος αυτού, όμως, δεν προέκυψε τώρα στην Εκκλησία. «Στα 1923 συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Πανορθόδοξο Συνέδριο, υπό την προεδρεία του Πατριάρχου Μελετίου του Δ΄, το οποίο εξέτασε το δυνατόν της συνάψεως δευτέρου γάμου υπό των εν χηρεία διατελούντων κληρικών. Το συνέδριο αποφάσισε ομόφωνα τα εξής:

Α. Είναι επιτρεπόμενος ο δεύτερος γάμος στους συνεπεία θανάτου χηρεύσαντες ιερείς και διακόνους, δεν αντιβαίνει στην Ευαγγελική διδασκαλία και μάλλον προλαμβάνει τον μώμον κατά της ιερατικής καταστάσεως.

Β. Δικαιούνται οι Σύνοδοι των επί μέρους Εκκλησιών να επιτρέπουν σε αιτούντες ιερείς και διακόνους να συνάψουν δεύτερο γάμο ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου Επισκόπου τους.

Γ. Το μέτρο αυτό λογίζεται κανονικό και έγκυρο μέχρι της συγκλίσεως Πανορθοδόξου Συνόδου «ήτινι μόνη απόκειται όπως περιβάλη την διάταξιν ταύτην διά κύρους καθολικού» {βλ. πρακτικά και αποφάσεις του εν Κωνσταντινουπόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου, 10/5 – 8/6/1923}…Η πιο πρόσφατη αναφορά στο ζήτημα αυτό έγινε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όταν ευρισκόμενος στη Βιέννη για θεραπεία, σε ιδιαίτερη συνομιλία με τον δημοσιογράφο Παλαιολόγο αναφέρθηκε στο θέμα με τα εξής χαρακτηριστικά: “Ουδέν μυστήριον εμποδίζει άλλον μυστήριον. Η ιερωσύνη δεν εμποδίζει τον γάμον όπως ο γάμος δεν εμποδίζει την ιερωσύνη διά τους διακόνους και τους ιερείς”» (Μητρ. Αλεξανδρουπόλεως Ανθίμου Κουκουρίδη, «Μελάνι και Θυμίαμα», σελ. 79).

Ανώνυμος είπε...

…….
Ο δεύτερος γάμος των κληρικών
Το συμπέρασμα που βγαίνει από τα παραπάνω είναι ότι οι αποφάσεις εκείνου του Πανορθοδόξου Συνεδρίου, στο οποίο συμμετέσχον και εκπρόσωποι της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, εφόσον δεν έχει συγκληθεί έως τώρα Πανορθόδοξη Σύνοδος, έχουν κανονική ισχύ και ο δεύτερος γάμος των εν χηρεία Κληρικών είναι έγκυρος αφού δεν έρχεται σε αντίθεση με την Ευαγγελική διδασκαλία, με την προϋπόθεση, βέβαια, η τέλεσή του να έχει την έγκριση των τοπικών Συνόδων, ύστερα από εισήγηση του οικείου Επισκόπου.

Το σκεπτικό εκείνου του Συνεδρίου είναι εντυπωσιακό, αν σκεφθεί κανείς ότι έλαβε χώρα σε μια εποχή που στον τόπο μας επικρατούσε εντονότατος συντηρητισμός και ήταν δύσκολο για την Ορθόδοξη Εκκλησία να ξεφύγει από μια νοοτροπία περιχαράκωσης στα παραδεδομένα, τα οποία συχνά συνιστούν πλαίσιο ασφαλείας. Μπορεί να καταστεί, όμως, ιδιαίτερα χρήσιμο και για το έργο της σύγχρονης επιτροπής που συνέστησε η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, μιας επιτροπής που οφείλει να δει κατάματα την πραγματικότητα, όπως τόλμησαν να κάνουν οι σοφοί πρόγονοί μας, να λειτουργήσει φιλάνθρωπα και προστατευτικά προς τους δοκιμαζόμενους αυτούς κληρικούς, ορίζοντας, βέβαια, σοβαρότατες και αυστηρότατες προϋποθέσεις, προκειμένου να μην επιτρέψει ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

Πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος επέτρεψε, κατ’ άκραν οικονομίαν, την τέλεση του μυστηρίου του γάμου σε ζευγάρι ηλικιωμένων πρώτων εξαδέλφων, οι οποίοι συζούσαν επί σειρά δεκαετιών, είχαν αποκτήσει παιδιά και δεν άντεχαν να ζουν άλλο μακριά από την ευσπλαχνία και το έλεος του Θεού και της Εκκλησίας. Η σχετική άδεια δόθηκε ύστερα από την υπεύθυνη και σοβαρότατη εισήγηση του οικείου Μητροπολίτου, «ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται επί της γης», για να πάψουν δηλ. οι άνθρωποι να ζουν υπό το καθεστώς της αμαρτίας το οποίο συνιστά αποξένωση από τον Θεό. Επρόκειτο για κίνηση αγάπης που πάντα χαρακτηρίζει τις αποφάσεις της Εκκλησίας.
https://www.ecclesiagreece.gr/ecclesiajoomla/index.php/el/iera-synodos/epitropes/typou-demosion-scheseon-kai-diaphotiseos/arxim-epifanios-oikonomou-keimena-drasi/o-deuteros-gamos-ton-klerikon

Ανώνυμος είπε...

πριν γίνεις ιερέας ξέρεις και τι θα συμβεί αν σου τύχουν ορισμένα γεγονότα στη ζωή.

Ανώνυμος είπε...

Κανένας λόγος δεν συντρέχει στο να γίνει δεύτερος γάμος στους κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άνθρωποι είναι οι κληρικοί και πρέπει να ισχύουν ότι και για όλους τους πιστούς.

Ανώνυμος είπε...

Το έγραψε τόσο υπέροχα το σχόλιο του ο φίλος πριν γίνεις ιερέας ξέρεις και τι θα συμβεί αν σου τύχουν ορισμένα γεγονότα στη ζωή αυτά όμως να τα πει και στους δεσποτάδες οι οποίοι νυμφεύονται μια μητρόπολη και μετά από λίγο καιρό, επειδή αυτή η μητρόπολη είναι μικρή και πτωχή, θέλουν μια πιο πλούσια νύφη και παίρνουνε αυτό το μεταθετό. Τι έχει να μας πει για αυτό; Το ίδιο νομίζω ότι συμβαίνει και για τους ιερείς ότι πηγαίνουν σε μια ενορία. Έχουν ένα ποίμνιο το οποίο δεν μπορούν να το εγκαταλείψουν για να πάνε σε μια μεγαλύτερη ενορία με περισσότερα τυχερά αυτές είναι οι φτωχές μου γνώσεις από κηρύγματα τα οποία έχω ακούσει από φωτισμένους κληρικούς.

Ανώνυμος είπε...

απο τη στιγμη που επιτρεπεται το μεταθετο στους μητροπολιτες ..... αρα και ο δευτερος γαμος των μητροπολιτων (να θυμισουμε οτι η νυμφη του επισκοπου ειναι η τοπικη εκκλησια ή όχι;;;) γιατι να μην επιτρεπεται και ο δευτερος γαμος των ιερέων;;;;; Μη τα θελουν ολα οπως τους βολευει οι μητροπολιτες....κατ οικονομιαν μετατιθενται και αυτοι δηλαδη χωριζουν και ξαναπαντρευονται.....ετσι και οι ιερεις.....