Καπετάνιε! Καπετάνιε μου!
Το φοβερό ταξίδι μας έχει τελειώσει·
Το πλοίο βάσταξε κάθε βιτσιά, το έπαθλο που αποζητήσαμε το έχουμε σηκώσει·
Το λιμάνι είναι κοντά, ακούω τις καμπάνες, συνεπαρμένο κόσμο,
ενώ τα μάτια τους ακολουθούν τη σταθερή καρίνα, το σκάφος βλοσυρό και θαρραλέο:
Μα ω καρδιά! καρδιά! καρδιά!
Ω οι αιμοσταγείς στάλες του κόκκινου,
Εκεί στη γέφυρα που ο Καπετάνιος μου ξαπλώνει
Πεσμένος κρύος και νεκρός.
Ω Καπετάνιε! Καπετάνιε μου!
Ορθώσου κι άκου τις καμπάνες·
Ορθώσου – για σένα τη σημαία κυματίζουν – για σένα η σάλπιγγα ηχεί·
Για σένα ανθοδέσμες και μετάξινα στεφάνια – για σένα στις ακτές μαζεύονται τα πλήθη·
Σένα ζητούν, οι μάζες οι παλλόμενες, στρέφοντας τα ανυπόμονα πρόσωπά τους·
Να Καπετάνιε! πατέρα αγαπημένε!
Το χέρι αυτό κάτω από το κεφάλι σου·
Όνειρο είναι πως πάνω στο κατάστρωμα,
Είσαι πεσμένος κρύος και νεκρός.
Ο Καπετάνιος μου δε μ’ απαντά, τα χείλη του ακούνητα κι ωχρά·
Ο πατέρας μου το χέρι μου δε νιώθει, σφυγμό δε θα ‘χει πια ποτέ ξανά·
Το πλοίο έδεσε άγκυρα σώο και αβλαβές, η πλεύση του ανήκει πια στο χθες·
Από ταξίδι φοβερό, το πλοίο νικητής, εισπλέει με σκοπό επιτυχή·
Πανηγυρίστε, ω ακτές, χτυπάτε, ω καμπάνες!
Όμως εγώ, με πάτημα θρηνητικό,
Γυρνώ τη γέφυρα που ο Καπετάνιος μου ξαπλώνει
Πεσμένος κρύος και νεκρός.
Το φοβερό ταξίδι μας έχει τελειώσει·
Το πλοίο βάσταξε κάθε βιτσιά, το έπαθλο που αποζητήσαμε το έχουμε σηκώσει·
Το λιμάνι είναι κοντά, ακούω τις καμπάνες, συνεπαρμένο κόσμο,
ενώ τα μάτια τους ακολουθούν τη σταθερή καρίνα, το σκάφος βλοσυρό και θαρραλέο:
Μα ω καρδιά! καρδιά! καρδιά!
Ω οι αιμοσταγείς στάλες του κόκκινου,
Εκεί στη γέφυρα που ο Καπετάνιος μου ξαπλώνει
Πεσμένος κρύος και νεκρός.
Ω Καπετάνιε! Καπετάνιε μου!
Ορθώσου κι άκου τις καμπάνες·
Ορθώσου – για σένα τη σημαία κυματίζουν – για σένα η σάλπιγγα ηχεί·
Για σένα ανθοδέσμες και μετάξινα στεφάνια – για σένα στις ακτές μαζεύονται τα πλήθη·
Σένα ζητούν, οι μάζες οι παλλόμενες, στρέφοντας τα ανυπόμονα πρόσωπά τους·
Να Καπετάνιε! πατέρα αγαπημένε!
Το χέρι αυτό κάτω από το κεφάλι σου·
Όνειρο είναι πως πάνω στο κατάστρωμα,
Είσαι πεσμένος κρύος και νεκρός.
Ο Καπετάνιος μου δε μ’ απαντά, τα χείλη του ακούνητα κι ωχρά·
Ο πατέρας μου το χέρι μου δε νιώθει, σφυγμό δε θα ‘χει πια ποτέ ξανά·
Το πλοίο έδεσε άγκυρα σώο και αβλαβές, η πλεύση του ανήκει πια στο χθες·
Από ταξίδι φοβερό, το πλοίο νικητής, εισπλέει με σκοπό επιτυχή·
Πανηγυρίστε, ω ακτές, χτυπάτε, ω καμπάνες!
Όμως εγώ, με πάτημα θρηνητικό,
Γυρνώ τη γέφυρα που ο Καπετάνιος μου ξαπλώνει
Πεσμένος κρύος και νεκρός.
Ουώλτ Ουίτμαν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου